Το Ουκρανικό και η Κύπρος μέσα από τα μάτια 3 πρώην ΥΠΕΞ

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η ένταση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης εγκαινιάζει μια νέα εποχή αβεβαιότητας στην Ευρώπη, ενώ αναμένεται να οδηγήσει σε διατάραξη των γεωπολιτικών ισορροπιών και ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας.

Την ίδια ώρα για μικρά κράτη, όπως η Κύπρος, οι προκλήσεις που αναφύονται σε όλα τα επίπεδα είναι ακόμη μεγαλύτερες, με την όλη κατάσταση να επιτάσσει προσεκτικούς και επιδέξιους χειρισμούς.

Στο πλαίσιο αυτό συνομιλήσαμε με τους πρώην Υπουργούς Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, Ερατώ Κοζάκου Μαρκουλλή και Γιώργο Λιλλήκα, οι οποίοι κατέθεσαν στο Philenews τη δική τους οπτική για το φλέγον ζήτημα των ημερών μας και το αντίκτυπο των εξελίξεων για την Κύπρο.

Απαντώντας σε τρεις κοινές ερωτήσεις, οι τρεις έμπειροι πολιτικοί και διπλωμάτες ανέλυσαν το διακύβευμα της κρίσης για Ρωσία, ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ έλαβαν ξεκάθαρη θέση για τη στάση που πρέπει να τηρήσει η Λευκωσία. Παράλληλα αναφέρθηκαν και στη συσχέτιση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και τις προκλήσεις που αναφύονται για την κυπριακή διπλωματία.

Νίκος Χριστοδουλίδης: «Ανάγκη συνοχής και συνέπειας στον τρόπο αντίδρασης της ΕΕ σε τέτοια θέματα»

-Πώς είδατε τις εξελίξεις στo Ουκρανικό ζήτημα και την κλιμάκωση στην ένταση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης; Ποιο το διακύβευμα για Ρωσία, ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση;

– Αναμφίβολα πρόκειται για μια αρνητικότατη εξέλιξη, που επηρεάζει σοβαρά το διεθνές σύστημα και τις διακρατικές σχέσεις. Ξεκινώντας από την Ρωσία, θεωρώ ότι δεν ανέμενε, στην βάση προηγούμενων εμπειριών, την συγκεκριμένη δυναμική αντίδραση από πλευράς της ΕΕ.

Εστω και αργοπορημένα η ΕΕ αντέδρασε ορθά, λαμβάνοντας σκληρές αποφάσεις, οι οποίες, όσο προετοιμασμένη και αν ήταν η Μόσχα, σίγουρα θα την επηρεάσουν. Αποφάσεις, που αν λαμβάνονταν, όταν πρωτοξεκίνησε η κρίση στην περιοχή στα τελη του 2000, ενδεχομένως σήμερα να μην είχαμε τις εξελίξεις στην Ουκρανία.

Την ίδια στιγμή, η ΕΕ θα πρέπει να αναπτύξει και μια διπλωματική πρωτοβουλία προς την κατεύθυνση τερματισμού της ρωσικής εισβολής και επίλυση της κρίσης μέσα από τον διάλογο. Οφείλει και μπορεί να το πράξει, λαμβάνοντας υπόψη από τη μια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν δύνανται να διαδραματίσουν αυτόν τον ρόλο, αλλά και από την άλλη γιατί η ΕΕ και τα κράτη-μέλη θα υποστούν σοβαρότατες συνέπειες από την διαμορφωθείσα κατάσταση. Τυχόν επικράτηση λογικών ψυχρού πολέμου θα είναι ήττα του πολιτισμένου κόσμου, της ανθρωπότητας και η ευθύνη είναι όλων μας.

Είναι επίσης σημαντικό να αναφέρω για την ΕΕ ότι θα κριθεί και στο κατά πόσο θα επιδείξει την ίδια αποφασιστικότητα σε παρόμοιες περιπτώσεις ή εάν η αντίδραση, που είδαμε, ήταν λόγω της ρωσικής εμπλοκής.

Συνοπτικά θα έλεγα ότι η κρίση στην Ουκρανία προσφέρει τη δυνατότητα για την ΕΕ να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο μέσα στο πλαίσιο της επιθυμίας της για μια γεωπολιτική Ένωση με στρατηγική αυτονομία.

-Ποια θεωρείτε την πιο συμφέρουσα στάση στο ζήτημα για την Κυπριακή Δημοκρατία, προκειμένου να έχει τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις από την κρίση;

Όπως προανέφερα, σίγουρα θα υπάρξουν επιπτώσεις, αλλά δεν υπάρχει καμία άλλη επιλογή από την ξεκάθαρη καταδίκη της ρωσικής εισβολής και την παραβίαση της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας. Καθαρές κουβέντες, ειδικότερα αν λάβουμε υπόψη ότι η δική μας χώρα είναι θύμα της τουρκικής εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής.

Μιλώντας για τις επιπτώσεις της κρίσης και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κυρώσεις της ΕΕ θα επηρεάσουν αναμφίβολα και τα κράτη-μέλη,  θεωρώ είναι αναγκαίο η ΕΕ να προχωρήσει με στοχευμένα μέτρα για άμβλυνση των όποιων επιπτώσεων, όπως έγινε με αφορμή την πανδημία Covid-19, αλλά και το Brexit. Υπάρχει, δηλαδή, ανάγκη η ΕΕ να συνδράμει, ίσως μέσα από την επιδότηση της ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις βραχυπρόθεσμα, έτσι ώστε να βοηθήσει την ίδια στιγμή την πορεία προς την πράσινη μετάβαση ή ακόμα όπως έπραξε στην περίπτωση της πανδημίας, όπου προσωρινά έγιναν χαλαρώσεις στους κανόνες που αφορούν τις κρατικές ενισχύσεις.

-Υπάρχει παραλληλισμός μεταξύ Ουκρανικού ζητήματος, όπως διαμορφώνεται από την εισβολή της Ρωσίας και του Κυπριακού; Οι εξελίξεις μπορούν να αποτελέσουν ευκαιρία για τη Λευκωσία, προκειμένου  να επαναφέρει το Κυπριακό στη διεθνή πολιτική σκηνή;

-Σίγουρα υπάρχει. Η εισβολή σε οποιαδήποτε χώρα και η παραβίαση της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της δεν μπορεί να έχει πολλαπλές ερμηνείες και σίγουρα δεν μπορεί να μην καταδικάζεται. Από εκεί και πέρα, κάποιες πτυχές της κρίσης έχουν ένα ιδιαίτερο κυπριακό ενδιαφέρον, πέραν της ανάγκης ξεκάθαρης προσέγγισης και ουσιαστικής καταδίκης περιπτώσεων παραβίασης της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας οποιασδήποτε χώρας.

Το πρώτο αφορά το τι προανέφερα για την ανάγκη συνοχής και συνέπειας στον τρόπο αντίδρασης της ΕΕ σε τέτοια θέματα, ειδικότερα όταν οι παραβιάσεις αφορούν κράτη-μέλη της ΕΕ.

Το δεύτερο αφορά την στάση της Τουρκίας, η οποία επιβεβαιώνει για ακόμη μια φορά τη διαχρονική προσέγγιση της, που συνοψίζεται στο «επιτήδειος ουδέτερος». Είναι μια προσέγγιση, η οποία θα πρέπει να προβληματίσει, ειδικότερα στην ΕΕ και κατά πόσο η εν λόγω συμπεριφορά της Τουρκίας ενισχύεται και από την απροθυμία της ΕΕ να απαντήσει ουσιαστικά σε συμπεριφορές της Άγκυρας, οι οποίες ξεφεύγουν του πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας.

Το τρίτο αφορά τον παράγοντα «Ενέργεια» και τον ρόλο που διαδραματίζει στην παρούσα συγκυρία, λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη εξάρτηση της ΕΕ από την Ρωσική Ομοσπονδία.

Οι εξελίξεις ενισχύουν την ανάγκη για να αναπτυχθούν νέοι ενεργειακοί διάδρομοι για την Ευρώπη και η Ανατολική Μεσόγειος δύναται να είναι μια τέτοια επιλογή. Θα πρέπει από πλευράς Βρυξελλών να δρομολογηθούν πιο ουσιαστικές ενέργειες για επιτάχυνση των σχετικών προοπτικών.

Τα όσα προανέφερα επηρεάζουν, είτε έμμεσα είτε άμεσα, και τις προοπτικές επίλυσης του Κυπριακού. Το ζητούμενο στην παρούσα φάση είναι πώς δημιουργούνται προοπτικές για επανέναρξη ουσιαστικών συνομιλιών, κάτι που αναμφίβολα απαιτεί την ενεργό εμπλοκή του διεθνούς παράγοντα και ειδικότερα της ΕΕ. Η προσοχή της διεθνούς κοινότητας στην παρούσα φάση είναι αποκλειστικά στις εξελίξεις στην Ουκρανία.

Ερατώ Κοζάκου Μαρκουλλή: «Χωρίς να παραβιάζουμε αρχές, θα πρέπει να κρατήσουμε ορισμένες απαραίτητες ισορροπίες»

-Πώς είδατε τις εξελίξεις στo Ουκρανικό ζήτημα και την κλιμάκωση στην ένταση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης; Ποιο το διακύβευμα για Ρωσία, ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση;

-Μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η διεθνής τάξη πραγμάτων, που είχε τρωθεί και στο παρελθόν από μονομερείς, εκτός πλαισίου Ηνωμένων Εθνών, επιδρομές, έχει υποστεί ένα ισχυρό και ίσως ανεπανόρθωτο πλήγμα και αυτό αποτελεί μια τραγική διαπίστωση, με απρόβλεπτες συνέπειες για τα μικρά κράτη, τα οποία βασίζουν την επιβίωση και ασφάλεια τους στην τήρηση των κανόνων διεθνούς δικαίου. Εισερχόμαστε επίσης σε μια νέα ψυχροπολεμική περίοδο, που θα ταλανίζει τη διεθνή σκηνή για δεκαετίες.

Οι ενέργειες της Ρωσίας έχουν καταδικαστεί διεθνώς και οι κυρώσεις, που έχουν επιβληθεί, θα προκαλέσουν τεράστιο πλήγμα στην οικονομία της, σε βαθμό που το κόστος των ενεργειών της, έστω και αν επιτύχει στρατιωτικά τους στόχους της, θα έχει τις αντίθετες από τις αναμενόμενες συνέπειες, που θα την κατατρέχουν επί μακρόν.

Η πολιτική απομόνωση της Ρωσίας και ο οικονομικός της στραγγαλισμός μπορεί να εμφανίζονται ως ευνοϊκή εξέλιξη για τις ΗΠΑ, όμως αν δεν τύχουν ορθού και σοφού χειρισμού από την τελευταία, μπορεί να καταλήξουν σε μπούμερανγκ, σπρώχνοντας τη Ρωσία πιο κοντά στην Κίνα σε μια ενισχυμένη πολιτική, οικονομική και στρατιωτική συμμαχία, με όλες τις συνέπειες που αυτό θα είχε για τις ΗΠΑ, προκαλώντας, όπως έχει λεχθεί από Αμερικανούς αναλυτές, ένα «ευρασιατικό εφιάλτη».

Τέλος, για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που βγαίνει συσπειρωμένη από την κρίση, ο αντίκτυπος των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας στις οικονομίες των κρατών μελών, αναμένεται να είναι μεγαλύτερος και ταχύτερος από ό,τι αναμενόταν, κυρίως στις χώρες με την μεγαλύτερη έκθεση στο Ρωσικό κεφάλαιο, στους τομείς της ενέργειας, του εμπορίου, τουρισμού και υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων και η Κύπρος.

Από την άλλη, όμως, το μεγάλο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό διακύβευμα παραμένει κατά πόσον θα είναι πλέον δυνατή η οικοδόμηση μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας για την Ευρώπη, που θα απαλλάσσει την γηραιά ήπειρο από τους εφιάλτες του παρελθόντος.

-Ποια θεωρείτε την πιο συμφέρουσα στάση στο ζήτημα για την Κυπριακή Δημοκρατία, προκειμένου να έχει τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις από την κρίση;

-Η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να τηρήσει μια θέση αρχών σε όλη τη διάρκεια αυτής της κρίσης, καταδικάζοντας, όπως το έχει πράξει, την κατάφωρη παραβίαση όλων των αρχών του διεθνούς δικαίου από την Ρωσική Ομοσπονδία με την εισβολή της στην Ουκρανία και την αναγνώριση των δύο αποσχισθεισών περιοχών στο Ντονμπάς.

Ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, οι αρχές της Διακήρυξης του Ελσίνκι, το ευρωπαϊκό και διεθνές σύστημα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να αποτελούν τον οδηγό της συμπεριφοράς και των αποφάσεων μας. Η ασπίδα μας θα πρέπει να παραμείνει το διεθνές δίκαιο, για να μπορούμε να απαιτούμε την ίδια αντιμετώπιση εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας και έναντι των τουρκικών παρανομιών και εγκλημάτων που διαπράχθηκαν σε βάρος της Κύπρου.

Από την άλλη, η Ρωσία, που διαχρονικά αποτελούσε χώρα, η οποία στήριξε με συνέπεια τα δίκαια του κυπριακού λαού, όσον αφορά στην αντιμετώπιση του δικού μας προβλήματος, θα συνεχίσει να παραμένει μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και επομένως, χωρίς να παραβιάζουμε σε καμία περίπτωση αρχές και αξίες, θα πρέπει να κρατήσουμε ορισμένες απαραίτητες ισορροπίες, ακριβώς γιατί αντιμετωπίζουμε ένα Κυπριακό πρόβλημα, που ακόμα αιμορραγεί και παραμένει άλυτο και μια αναθεωρητική Τουρκία με επιθετική συμπεριφορά και επεκτατικές βλέψεις.

Υπάρχει παραλληλισμός μεταξύ Ουκρανικού, όπως διαμορφώνεται από την εισβολή της Ρωσίας και του Κυπριακού; Οι εξελίξεις μπορούν να αποτελέσουν ευκαιρία για τη Λευκωσία, προκειμένου  να επαναφέρει το Κυπριακό στη διεθνή πολιτική σκηνή;

-Όχι μόνο υπάρχει παραλληλισμός, αλλά κατά την άποψη μου υπάρχει πλήρης ταύτιση των παράνομων ενεργειών της Ρωσίας στην Ουκρανία με τις παραβιάσεις όλων των αρχών του διεθνούς δικαίου εκ μέρους της Τουρκίας τον Ιούλιο-Αύγουστο του 1974, όταν η τελευταία πραγματοποίησε τη δική της μαζική εισβολή, χρησιμοποιώντας την πανίσχυρη στρατιωτική της δύναμη και υπεροπλία εναντίον του ανεξάρτητου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η Ρωσία αντιγράφει το τουρκικό προηγούμενο, που είχε ως συνέπεια την κατάληψη του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, την εκδίωξη του ενός τρίτου του Ελληνοκυπριακού πληθυσμού, (που σε αναλογία με το Ουκρανικό θα αντιστοιχούσε σήμερα με 15 εκατομμύρια Ουκρανών προσφύγων), σημαντικές απώλειες κυρίως σε αμάχους, τη δημιουργία ενός τραγικού ανθρωπιστικού προβλήματος, όπως αυτού των αγνοουμένων, που ακόμα παραμένει άλυτο, τεράστιες υλικές καταστροφές και οικονομικές συνέπειες, όπως και την απόπειρα απόσχισης των κατεχόμενων περιοχών και ανακήρυξη λεγόμενου κράτους, το οποίο αναγνώρισε η κατοχική Τουρκία.

Οποιονδήποτε και αν είναι το πρόσχημα που χρησιμοποιείται από τους εισβολείς, δεν μπορεί με κανένα τρόπο να δικαιολογηθεί η χρήση βίας και η παραβίαση του διεθνούς δικαίου και αυτή είναι η θέση αρχών από την οποία δεν μπορούμε να αποστασιοποιηθούμε. Είναι γι’ αυτό, που οι σημερινές εξελίξεις στην Ουκρανία μπορούν να αποτελέσουν, (κατά ένα τραγικό αλλά και ταυτόχρονα ουσιαστικό τρόπο), μια ευκαιρία για να υπενθυμίσουμε στη διεθνή κοινότητα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία καταδικάζει την εισβολή της Ρωσίας και συμμετέχει στις διεθνείς κυρώσεις, αποτελεί και η ίδια, για τα τελευταία 48 χρόνια, θύμα της ίδιας καταπάτησης αρχών και αξιών εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία παραμένει κατοχική δύναμη, παραβιάζοντας όλα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για το Κυπριακό, χωρίς, όμως, να έχει υποστεί, σε αντίθεση με την Ρωσία, τις οποιεσδήποτε συνέπειες για τα εγκλήματα και τις παρανομίες της.

Υπενθυμίζοντας αυτή την εξόφθαλμη αντίθεση, θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε την ενεργοποίηση της διεθνούς κοινότητας για τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής και την άσκηση πιέσεων στην Τουρκία για την επίλυση του Κυπριακού, στην βάση των όσων έχουν συμφωνηθεί διαχρονικά και έχουν επικυρωθεί από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Τα δύο μέτρα και δύο σταθμά εκτρέφουν την Τουρκική αδιαλλαξία και πλήττουν την αξιοπιστία της διεθνούς κοινότητας.

Γιώργος Λιλλήκας: «Θα πρέπει να υπάρξει ολοκληρωμένος πολιτικός σχεδιασμός και στρατηγική»

-Πώς είδατε τις εξελίξεις στo Ουκρανικό ζήτημα και την κλιμάκωση στην ένταση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης; Ποιο το διακύβευμα για Ρωσία, ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση;

– Η εισβολή της Ρωσίας είναι καταδικαστέα, γιατί αποτελεί παραβίαση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας μιας ανεξάρτητης χώρας. Εύχομαι να τελειώσει σύντομα ο πόλεμος και να έχει τις λιγότερες απώλειες ανθρωπίνων ζωών.

Με τον πόλεμο αυτό γινόμαστε μάρτυρες μιας παρτίδας γεωπολιτικού και γεωστρατηγικού παιχνιδιού, στο οποίο διακυβεύονται ζητήματα πέραν της ακεραιότητας της Ουκρανίας, με τα μεγάλα θύματα να είναι πρώτα ο oυκρανικός και μετά ο ρωσικός λαός.

Τα αρχικά αιτήματα της Μόσχας ήταν εξασφάλιση εγγυήσεων ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και η προστασία των Ρωσόφωνων της Ανατολικής Ουκρανίας, με την εφαρμογή της Συμφωνίας του Μινσκ, που προέβλεπε κάποιο είδος αυτονομίας. Με το διάγγελμα του, όμως, ο πρόεδρος Πούτιν παρουσίασε μιαν αναθεωρητική προσέγγιση που οδηγούσε στην ακύρωση του Ουκρανικού κράτους. Αυτή η αναθεωρητική προσέγγιση οδήγησε στην αναγνώριση από μέρους της Μόσχας ως ανεξάρτητες τις περιοχές που έλεγχαν οι αυτονομιστές και ενδεχόμενα στη συνέχεια να οδηγήσει σε προσάρτηση των εδαφών της Ανατολικής Ουκρανίας, που ο ρωσικός στρατός θα κατακτήσει.

Θεωρώ ότι η αναθεωρητική αυτή προσέγγιση και το προηγούμενο της προσάρτησης της Κριμαία, σε συνάρτηση με την μαζικότητα και την ένταση της στρατιωτικής εισβολής, οδήγησαν σε μιαν άνευ προηγούμενου ενοποιητική αντίδραση της Δύσης. Διαφωνίες και διαφορές ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ, αλλά και ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ έχουν παραμεριστεί και τη θέση τους πήρε ένα ενιαίο μέτωπο.

Για τη Ρωσία το μεγάλο διακύβευμα είναι η εθνική ασφάλεια, που είναι συνδεδεμένη με την σταδιακή επέκταση του ΝΑΤΟ στις πρώην σοβιετικές χώρες. Η συναντίληψη,  που υπήρξε μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, παραβιάστηκε. Η Δύση δεν επεδίωξε να ενσωματώσει τη Ρωσία, αλλά αντίθετα διατηρήθηκε το ψυχροπολεμικό κλίμα. Σήμερα η Μόσχα επιδιώκει να συμμετάσχει στη διαμόρφωση μιας νέας ενιαίας ευρωπαϊκής  αρχιτεκτονικής ασφαλείας.

Το διακύβευμα για τις ΗΠΑ είναι η αποδυνάμωση σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς της Ρωσίας και η ενίσχυση του ΝΑΤΟ.

Από την άλλη η ΕΕ ίσως μπορέσει μέσα στις νέες τραγικές συνθήκες, που έχουν δημιουργηθεί, να προχωρήσει στην ολοκλήρωση της με τη διαμόρφωση κοινής αμυντικής πολιτικής και τη συγκρότηση ενιαίου ευρωπαϊκού στρατού. Μεγάλο ζητούμενο σε μια τέτοια εξέλιξη θα είναι το κατά πόσο θα διαμορφωθεί ως ανεξάρτητη ή ως συμπληρωματική του ΝΑΤΟ. Εκτιμώ ότι οι ΗΠΑ δεν θα στήριζαν την πρώτη επιλογή.

Υπάρχει κι ένα άλλο διακύβευμα για την ανθρωπότητα και την ειρήνη. Ήρθε η ώρα εκτιμώ να αναθεωρηθεί το διεθνές σύστημα ασφαλείας, με συμμετοχικούς όρους, για να καταστεί πιο αποτελεσματικό.  Εδώ πιστεύω είναι η ώρα της ΕΕ να αναλάβει πρωτοβουλίες και πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ποια θεωρείτε την πιο συμφέρουσα στάση στο ζήτημα για την Κυπριακή Δημοκρατία, προκειμένου να έχει τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις από την κρίση;

-Η Κύπρος, ως θύμα εισβολής και κατοχής, που επικαλείται το σεβασμό του διεθνούς δικαίου, για την αποκατάσταση της εδαφικής της ακεραιότητας, δεν μπορούσε να μην καταδικάσει την ρωσική εισβολή και να μην συνταχθεί με τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ.

Η προσπάθεια κάποιων να αναβιώσουν και να εδραιώσουν για το μέλλον μιαν νέα αντιπαράθεση μεταξύ Δύσης και Ανατολής δεν μας εξυπηρετεί.

Ίσως είναι ευκαιρία να αναθεωρήσουμε το οικονομικό μας μοντέλο, αναπτύσσοντας νέους σύγχρονους παραγωγικούς τομείς, οι οποίοι να είναι, όσο γίνεται βέβαια, λιγότερο ευάλωτοι σε εξωγενείς παράγοντες.

-Υπάρχει παραλληλισμός μεταξύ Ουκρανικού, όπως διαμορφώνεται από την εισβολή της Ρωσίας και του Κυπριακού; Οι εξελίξεις μπορούν να αποτελέσουν ευκαιρία για τη Λευκωσία, προκειμένου να επαναφέρει το Κυπριακό στη διεθνή πολιτική σκηνή;

-Ο βασικός παραλληλισμός αφορά την παραβίαση του διεθνούς δικαίου και της κυριαρχίας ανεξάρτητων κρατών, με επιχείρημα  την προστασία μειονοτήτων. Η ομοφωνία που επικράτησε στην ΕΕ και η ένταση των κυρώσεων έχουν δημιουργήσει ένα νέο περιβάλλον με ιδιαίτερη ευαισθησία στα ζητήματα, στρατιωτικής εισβολής και κατοχής που η κυπριακή Κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει.

Η άρνηση της Τουρκίας να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία θα δημιουργήσει νέα προβλήματα στις σχέσεις της με την ΕΕ, γιατί ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες θα πληρώνουν οικονομικό κόστος το επόμενο διάστημα η Τουρκία θα επιχειρήσει να αποκομίσει οικονομικά οφέλη. Κι αυτό πρέπει να αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση. Για να έχουμε όμως θετικό και ουσιαστικό αποτέλεσμα στις προσπάθειες μας θα πρέπει να υπάρξει ολοκληρωμένος πολιτικός σχεδιασμός και στρατηγική.

Μένει να δούμε βέβαια κατά πόσο οι ευρωπαίοι εταίροι μας θα παραμείνουν συνεπείς με τις σημερινές τους θέσεις και δράσεις όταν το ζήτημα θα αφορά την Τουρκία. Η επαναφορά του κυπριακού ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής μπορεί να επιτευχθεί αν παράλληλα με τις ενέργειες μας εντός των ευρωπαϊκών θεσμών και σε επίπεδο διακρατικών σχέσεων ευαισθητοποιήσουμε και τις κοινωνίες. Μετά το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ , που καταδικάζει την ρωσική εισβολή , αξίζει να μελετήσει η κυβέρνηση τις πιθανότητες επιτυχούς προσφυγής στη Γενική Συνέλευση.

Τέλος να σημειώσω ότι αν η διεθνής κοινότητα δεν αποτρέψει μια ενδεχόμενη προσάρτηση ουκρανικών εδαφών στη Ρωσία, τότε ενδεχόμενα η Τουρκία να ερμηνεύσει ως ευνοϊκό το κλίμα για προσάρτηση των κατεχόμενων μας εδαφών. Γι´αυτό η κυβέρνηση πρέπει να κινηθεί έγκαιρα και προληπτικά.

Philenews