Αντλούν θάλασσα από την στεριά για τους πύργους

Απίστευτες είναι οι ποσότητες νερού που αντλούνται για να θεμελιωθούν οι πύργοι και να προστατευθούν οι υπόγειες εγκαταστάσεις τους. Και είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στη Λεμεσό την περίοδο 2019-2022 θα αποστραγγιστούν πέραν των 13 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων υπόγειου νερού και συγκεκριμένα 13.444.982. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, λόγω της διείσδυσης της θάλασσας, οι εκσκαφές έφτασαν σε σημείο που αντλείται θαλάσσιο νερό από την ξηρά.
Στη Λάρνακα η κατάσταση είναι σαφώς βελτιωμένη όσον αφορά την άντληση υπόγειου νερού, αφού περιορίζεται (με βάση τα έως τώρα δεδομένα και μέχρι το 2022) στις 129.361 κυβικά μέτρα. Στην Πάφο ο επηρεασμός είναι κατά πολύ μικρότερος.
Οι εκτιμήσεις περιλαμβάνονται σε μελέτη η οποία καταπιάστηκε με την ικανότητα των κόλπων Λεμεσού, Πάφου και Λάρνακας σε σχέση με τη διάθεση των υπόγειων νερών που θα προκύπτουν από τις αναπτύξεις ψηλών κτηρίων.
Οι μελέτες εκπονήθηκαν ύστερα από ανησυχίες που εκφράστηκαν, όταν άρχισαν οι εκσκαφές από τις οποίες διαπιστώθηκε ότι οι ποσότητες νερού προς αποστράγγιση ή απόρριψη ήταν μεγάλες.
Στη μελέτη γίνεται αναφορά σε προηγούμενη μελέτη η οποία εκπονήθηκε με βάση την τότε ισχύουσα νομοθεσία (εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον) και ανάμεσα σε άλλα καταγράφονται και τα εξής για ό,τι προηγήθηκε: «Κατά γενική ομολογία, υστέρησε στο να αξιολογήσει αποτελεσματικά το πρόβλημα και τις ανησυχίες που παρατηρήθηκαν κατά την υλοποίηση της πολιτικής αυτής (των ψηλών κτηρίων), με αποτέλεσμα η εφαρμογή της σε συνδυασμό με τα παρεχόμενα πρόσθετα κίνητρα, να δημιουργήσει έντονες περιβαλλοντικές ανησυχίες σχετικά με την διαχείριση του νερού αποστράγγισης των εκσκαφών που απαιτούνται προς κατασκευή των κτηρίων αυτών».
Προστίθεται, ότι «η περιβαλλοντική αρχή έθεσε προδιαγραφές που έχουν ως κύριο αντικείμενο την διαχείριση του νερού αποστράγγισης, ειδικότερα όταν η λύση διάθεσης που επιλέγεται είναι η απόρριψη στη θάλασσα, ωστόσο οι προδιαγραφές αυτές σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται να μην μπορούν να εφαρμοστούν».

 

Άντληση υπόγειου νερού σε μέγεθος φράγματος
Στην περίπτωση της Λεμεσού εκτιμάται πως για 23 ψηλά κτήρια μέχρι το 2022 η αποστράγγιση θα φτάσει τα 13.44.982 κυβικά μέτρα νερού. Το νερό θα προέλθει από την αποστράγγιση των υπόγειων νερών στο πλαίσιο των εργασιών θεμελίωσης. Το 2019 βρίσκονται σε εξέλιξη διαδικασίες αποστράγγισης οκτώ κτηρίων, το έτος 2020 θα διεξαχθούν εκσκαφές για τέσσερα, το 2021 για έξι κτήρια και το 2022 για πέντε κτήρια.
Για τα 15 ψηλά κτήρια που δρομολογήθηκαν στη Λάρνακα, εκτιμάται πως μέχρι το 2022 θα αποστραγγιστούν 129.361 κυβικά μέτρα νερού.
Στην Πάφο υποβλήθηκαν 22 αιτήσεις για ανέγερση ψηλών κτηρίων αλλά μέχρι το σημείο που έφτασε η εξέταση τους, μόνο σε τρεις περιπτώσεις θα απαιτηθεί αποστράγγιση, οπόταν και οι ποσότητες νερού που θα αντληθούν θεωρείται ότι θα είναι μικρές.
Πιθανός επηρεασμός του θαλάσσιου υποστρώματος

 

Όσον αφορά τον γενικότερο επηρεασμό, στη μελέτη αναφέρεται, πως η διάθεση των νερών αποστράγγισης στη θάλασσα δύναται να έχει επιπτώσεις που σχετίζονται με τον υποθαλάσσιο αγωγό διάθεσης που ενδέχεται να προκαλέσει επηρεασμό του θαλάσσιου υποστρώματος, συνεπώς της ακεραιότητας του θαλάσσιου βυθού. Επίσης επιπτώσεις μπορούν να προκληθούν από την εισαγωγή διαφορετικής ποιότητας νερού από αυτό της θάλασσας.
Εισήγηση για διαφραγματικούς τοίχους 

Μια από τις εισηγήσεις που υποβάλλονται στη μελέτη για την αντιμετώπιση της εισχώρησης υπόγειου νερού κατά τις εκσκαφές είναι η δημιουργία διαφραγματικού τοίχου, ο οποίος θα περιορίζει ή και θα ελέγχει το υπόγειο νερό που εισέρχεται στο χώρο των εκσκαφών από την γύρω περιοχή. Συνήθως πρόκειται για χυτούς τοίχους από οπλισμένο σκυρόδεμα και τοποθετούνται περιμετρικά σε βάθος μεταξύ 5-20 μέτρα.

Ενδεικτική της εισροής θαλάσσιου νερού στην ξηρά είναι και η ακόλουθη καταγραφή που αφορά δύο περιπτώσεις ψηλών κτηρίων στη Λεμεσό:

Σε δύο έργα στα οποία πραγματοποιούνται εργασίες αποστράγγισης και διάθεσης του νερού, η ποιότητα του υπόγειου νερού, η περιεκτικότητα του σε χλώριο και αγωγιμότητα, ανήλθε σταδιακά και πλησίασε τα επίπεδα της ποιότητας του θαλάσσιου νερού λόγω της εισροής του προς τον χώρο αποστράγγισης, λόγω της άντλησης.

Για το ίδιο θέμα αναφέρεται πως «εν μέρει, σταδιακά αντλείται και θαλασσινό νερό».

Η αποστράγγιση κατά πόλη

Όσον αφορά την αποστράγγιση των υπόγειων νερών στη Λεμεσό, στη μελέτη αναφέρεται πως «λόγω της ποιότητας και της ποσότητας του νερού μεταξύ των διαθέσιμων εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης, η απόρριψη στη θάλασσα φαίνεται να είναι η μόνη εφικτή λύση».

Στην περίπτωση της Λάρνακας αναφέρεται πως «η αλατότητα του νερού αποστράγγισης είναι τόσο ψηλή ώστε κρίνεται ακατάλληλο όχι μόνο για άρδευση αλλά ακόμη και για να μεταφερθεί (μέσω των αγωγών του αποχετευτικού δικτύου) στο σταθμό λυμάτων για παραγωγή νερού τριτοβάθμιας επεξεργασίας.

Προστίθεται δε, πως με την πάροδο των εργασιών αποστράγγισης, η αλατότητα του νερού θα αυξάνεται ακόμη περισσότερο αφού το αντλούμενο νερό θα προσομοιώνεται όλο και περισσότερο με την ποιότητα του θαλασσινού νερού».

Ως ιδανική λύση για την περιοχή του κόλπου της Λάρνακας φαίνεται, κατά τη μελέτη, η μέθοδος της υπεδάφιας διήθησης του νερού μέσω γεωτρήσεων, λάκκων, τάφρων, σε παράκτια περιοχή.

Σχετικά με την κατάσταση στην Πάφο αναφέρεται πως γενικά στις πλείστες περιπτώσεις αναπτύξεως ψηλών κτηρίων (όπου εκτιμάται ότι θα προκύπτει ανάγκη αποστράγγισης υπόγειου νερού) η ποιότητα και η ποσότητα του νερού αποστράγγισης ανεμένεται ότι θα είναι τέτοια που δεν αναμένεται να απαιτηθεί απόρριψη στη θάλασσα.

Η πλέον κατάλληλη μέθοδος αποστράγγισης κρίνεται αυτή της συλλεκτικής τάφρου περιμετρικά της εκσκαφής, η οποία να οδηγεί το υπόγειο νερό σε φρεάτια/φρεάτια άντλησης.

Με την μέθοδο αποστράγγισης που θα εφαρμόζεται στην περίπτωση της Πάφου, η ποιότητα και η ποσότητα του νερού αναμένεται να είναι τέτοια που το καθιστά κατάλληλο τόσο για άρδευση όσον και για επαναχρησιμοποίηση στο ίδιο το εργοτάξιο (π.χ. κατάβρεξη για αποφυγή σκόνης κ.λπ.).

Philenews