“Απαραίτητη η σύμπραξη ιδιωτικού και κρατικού τομέα”

Στην ανάγκη για υγιή και νοικοκυρεμένα δημόσια οικονομικά και σύμπραξη ιδιωτικού και κρατικού τομέα για προώθηση της ανάπτυξης, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Νίκος Αναστασιάδης μετά από συναντήσεις που είχε με φορείς της ξενοδοχειακής και τουριστικής βιομηχανίας και τον Κυπριακό Οργανισμός Προώθησης Επενδύσεων (CIPA), το Σύνδεσμο Εγκεκριμένων Λογιστών (ΣΕΛΚ) και το Δικηγορικό Σύλλογο.  

Παράλληλα, σε δικές τους δηλώσεις ο Πρόεδρος του CIPA Χριστόδουλος Αγκαστινιώτης και ο Πρόεδρος του ΣΕΛΚ μίλησαν για ανάγκη διαφύλαξης του φορολογικού συστήματος της Κύπρου και λήψης μέτρων για διασφάλιση του τομέα χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και ξένων επενδύσεων, ο οποίος, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, συνεισφέρει 45% του ΑΕΠ και σχεδόν 80% του εταιρικού φόρου.  

Ο κ. Αναστασιάδης εξέφρασε την άποψη ότι ο τουρισμός και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες μαζί με τη ναυτιλία «αποτελούν τους πιο κρίσιμους και δυναμικούς τομείς της κυπριακής οικονομίας».

«Είμαι πεπεισμένος πως μόνο μέσω της ώθησης αυτών των τομέων και βεβαίως άλλων μπορούμε να πετύχουμε την ανάπτυξη και την αντιστροφή του ρεύματος της ανεργίας», είπε.

Πρόσθεσε ότι «είναι πάντοτε βεβαίως και ο κατασκευαστικός τομέας που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη, αλλά μιλώ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες οι οποίες συνεισφέρουν το 45% του ΑΕΠ σήμερα».

«Για να πετύχουμε αυτό το στόχο χρειάζεται κράτος και ιδιωτικός τομέας να λειτουργήσουν ως σύμμαχοι», είπε, συμπληρώνοντας ότι «μαζί πρέπει να χαράξουν και να υλοποιήσουν μια νέα στρατηγική».

Πρέπει, είπε, «το νομοθετικό πλαίσιο συνεχώς να εκσυγχρονίζεται, αλλά και να προσαρμόζεται ανάλογα με τις ανάγκες». Πρέπει, πρόσθεσε, «να πατάξουμε τη γραφειοκρατία που αποτελεί βαρίδι στην αναπτυξιακή δραστηριότητα».

Και εδώ, ανέφερε, «έχουμε καταθέσει μια σειρά από προτάσεις, τις οποίες και είμαστε αποφασισμένοι να υλοποιήσουμε αν ο λαός μας τιμήσει με τη ψήφο του».

«Να απλοποιήσουμε τις διαδικασίες, αλλά και να αξιοποιήσουμε την ηλεκτρονική διακυβέρνηση», σημείωσε, προσθέτοντας ότι «πρέπει επιτέλους να προσδιορίσουμε κίνητρα τόσο σε φορολογικό όσο και σε πολεοδομικό, αλλά και διοικητικό επίπεδο».

Ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ ανέφερε παράλληλα ότι «πρέπει επιτέλους να έχουμε δημόσια οικονομικά υγιή και νοικοκυρεμένα, ούτως ώστε να ανακτήσουμε τη χαμένη αξιοπιστία και εμπιστοσύνη των αγορών». Αυτό, είπε, «αποτελεί τη βασικότερη κατ’ εμάς ίσως προϋπόθεση για την παραπέρα ανάπτυξη και πρόοδο της οικονομίας μας».

Από την πλευρά του ο Πρόεδρος του CIPA Χριστόδουλος Αγκαστινιώτης ανέφερε ότι «εξήγησα στον κ. Πρόεδρο τα μέτρα τα οποία πιστεύουμε ότι πρέπει να ληφθούν, αλλά και την αναγκαιότητα όπως διαφυλαχθεί το φορολογικό μας σύστημα, όπως ο CIPA ενισχυθεί για να μπορεί να προβάλλει το επενδυτικό μας προϊόν στο εξωτερικό».

Πρόσθεσε ότι με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του «νομίζω ότι έχει πεισθεί ότι πρέπει να προβάλλουμε επειγόντως το επενδυτικό μας προϊόν στο εξωτερικό γιατί τα εισοδήματα του κράτους από τις εταιρείες ξένων επενδύσεων είναι τεράστια». Ως προς αυτό, είπε ότι «45% του ΑΕΠ προέρχεται από ξένες επενδύσεις και σχεδόν 80% του εταιρικού φόρου που εισπράττει η Κυβέρνηση και πάλι προέρχεται από ξένες επενδύσεις».

«Γι’ αυτό θεωρούμε ότι πρέπει ο CIPA να ενισχυθεί αλλά και να εμπλακεί πιο έντονα στη διαχείριση και στην αξιολόγηση των μεγάλων, ξένων επενδυτικών έργων, τα οποία υπάρχουν σήμερα στον ορίζονται», ανέφερε.

Την ανησυχία του για το ενδεχόμενο ένταξης της Κύπρου στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας εξέφρασε σε δικές του δηλώσεις ο Πρόεδρος του ΣΕΛΚ Θεόδωρος Παρπέρης, σημειώνοντας ότι πρέπει να παρθούν μέτρα για διαφύλαξη του κύρους της ως διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο.

«Η κυπριακή οικονομία διέρχεται μια πολύ σημαντική και δύσκολη περίοδο», είπε, συμπληρώνοντας ότι «είμαστε στα πρόθυρα του Μηχανισμού Στήριξης και ως επαγγελματίες που ασχολούμαστε με ξένους και ντόπιους επιχειρηματίες και επενδυτές, ανησυχούμε ιδιαιτέρως».

Πέραν των όσων είπε ο κ. Αγκαστινιώτης, ανέφερε, «χρειαζόμαστε άμεσα έργα, έργα  τα οποία θα αποδώσουν».

Συνέχισε λέγοντας ότι ο ΣΕΛΚ έχει εδώ και οκτώ μήνες υποβάλει συγκεκριμένες εισηγήσεις για την ανάπτυξη κάποιες εκ των οποίων έχουν υλοποιηθεί και κάποιες όχι.

«Περισσότερο μας ενδιαφέρει να δούμε μια πολιτική βούληση εκ μέρους του κυβερνητικού τομέα για στήριξη και υποστήριξη του τομέα που ονομάζεται ξένες επενδύσεις και εταιρείες ξένων ενδιαφερόντων που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο για το λόγο ότι ο ανταγωνισμός από χώρες όπως το Λουξεμβούργο, η Ιρλανδία και η Μάλτα αυξάνεται συνεχώς», είπε.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Παρπέρης είπε ότι «ανησυχούμε ότι ένας μηχανισμός Στήριξης θα επηρεάσει κάπως το κύρος μας γι’ αυτό πιστεύουμε ότι ως χώρα πρέπει να πάρουμε αντίμετρα, που συνεπάγονται περισσότερη διαφήμιση, περισσότερη επιχειρηματολογία γι’ αυτόν τον τομέα για να αντιπαρέρθουμε την πιθανή δυσφήμιση από τους ανταγωνιστές μας».

Για αυτό, ανέφερε, έφτασε η ώρα όλοι μαζί η κυβερνητική μηχανή και ο ιδιωτικός τομέας να συνασπιστούν και να αντιδράσουν, ούτως ώστε να διασφαλιστεί αυτός ο τομέας.

Απαντώντας σε ερώτηση όσον αφορά στην εγγραφή των νέων εταιρειών, είπε ότι «μέχρι τώρα αντέχουμε, όμως, επαναλαμβάνω, σε τέτοιες εποχές δεν μπορούμε να παραμείνουμε με τα χέρια σταυρωμένα, πρέπει να έχουμε ισοσκελισμένους κρατικούς προϋπολογισμούς για να μην έχουμε πιθανά επακόλουθα όπως είχαν χώρες όπως η Ελλάδα».

 Τέλος εξέφρασε την ικανοποίησή του που τόσο ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ όσο και το επιτελείο του αντιλαμβάνονται και υιοθετούν τις εισηγήσεις τους όσον αφορά τις ξένες επενδύσεις και το φορολογικό σύστημα της Κύπρου.