Απορρίφθηκε η αγωγή της  Charo, κατά Roxy…

Δικαστής Α. Παναγιώτου: «Δεν έχει αποδειχθεί ότι η ενάγουσα, ήταν θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης». Cyprus Stop Trafficking: «Όταν οι Δικαστές είναι άσχετοι, όλα μπορείς να τα περιμένεις»

Του Μάριου Δημητρίου

Με μεγάλη ανακούφιση έφυγαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας το πρωί της 19ης Ιανουαρίου 2018, ο Γιαννάκης Γεωργίου, ιδιοκτήτης του καμπαρέ Roxy, παρά την οδό Ρηγαίνης στην παλιά Λευκωσία, το οποίο έχει κλείσει πριν αρκετά χρόνια και ο 73χρονος Αντουάν (Τόνι) Μπαλάν, πρώην σερβιτόρος στο καμπαρέ αυτό, αφού άκουσαν την πολυ-αναμενόμενη απόφαση του Δικαστή Αλέξανδρου Παναγιώτου, με την οποία απέρριψε την εναντίον τους αστική αγωγή από την 41χρονη σήμερα Charitin (Charo) Baez Nunez, από τη Δομινικανή Δημοκρατία, αναγνωρισμένο από την Αστυνομία, θύμα εμπορίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης –  ήταν η πρώτη φορά στην Κύπρο, που ένα θύμα εμπορίας, προσέφυγε στο Δικαστήριο με αστική αγωγή, απαιτώντας αποζημιώσεις από τους κατ’ ισχυρισμό, εκμεταλλευτές του. Η κοπέλα ζήτησε αποζημιώσεις για εξαπάτηση και σεξουαλική εκμετάλλευσή της από τους δύο προαναφερόμενους, όπως και από άλλους δύο εναγόμενους, την 35χρονη σήμερα, Gleny Castillo από τη Δομινικανή Δημοκρατία, παντρεμένη στην Κύπρο τα τελευταία δέκα χρόνια, πρώην χορεύτρια στο καμπαρέ Roxy και τον 71χρονο Κύπριο σύζυγό της Παύλο Χατζημακρή, που την επίδικη περίοδο 2008, ήταν σερβιτόρος και μάγειρας στο Roxy, όλοι κάτοικοι Λευκωσίας. Την απορριπτική απόφαση του Δικαστηρίου, άκουσε βέβαια με  απογοήτευση – και οργή – η πλευρά των εναγόντων, περιλαμβανομένης της Αστυνομίας (και ιδιαίτερα του Γραφείου για την Καταπολέμηση της Εμπορίας Προσώπων) και της μη κυβερνητικής οργάνωσης προστασίας θυμάτων σωματεμπορίου Cyprus Stop Trafficking, η Επίτιμη Πρόεδρος της οποίας, Ανδρούλα Χριστοφίδου Henriques, δήλωσε στην «24» ότι «όταν οι Δικαστές είναι άσχετοι, όλα μπορείς να τα περιμένεις». Πρόσθεσε ότι «ο Δικαστής Αλέξανδρος Παναγιώτου, βρήκε την Charo αναξιόπιστη, ενώ αντίθετα, η Gleny, υπάλληλος του καμπαρέ Roxy, του έκανε καλή εντύπωση…Τι να πεις; Περί εντυπώσεων, ουκ εστί φιλονικία…».

*Σε δήλωσή του στην «24», ο δικηγόρος της ενάγουσας Χάρης Σταυράκης, χαρακτήρισε «πασιφανώς λανθασμένη» τη δικαστική απόφαση και ανέφερε ότι θα την εφεσιβάλει στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Υπό την προστασία της Αστυνομίας

Να υπενθυμίσουμε ότι η ποινική πτυχή της υπόθεσης, έχει εκδικαστεί το 2009-2010 στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας και οι έξι κατηγορούμενοι (ανάμεσα στους οποίους οι τέσσερις εναγόμενοι στην αστική αγωγή), έχουν αθωωθεί, γιατί οι παραπονούμενες, εργαζόμενες στο Roxy, όλες από τη Δομινικανή Δημοκρατία, όλες αναγνωρισμένα από την Αστυνομία, θύματα σωματεμπορίου, θεωρήθηκαν από το Κακουργιοδικείο, «αναξιόπιστες». Οι πέντε παραπονούμενες είχαν φτάσει στην Κύπρο στις 18 Απριλίου 2008 και τον Μάϊο και Ιούνιο του ίδιου χρόνου, κατάγγειλαν στην Αστυνομία εξώθησή τους στην πορνεία – εκτός απο τη Charo, ήταν η Yani, οι δύο αδελφές Alexandra και Denny και η Aricha. Μαζί τους ήταν και μια έκτη κοπέλα, η Antonia, που δεν προέβη σε καμιά καταγγελία. Οι πέντε παραπονούμενες τέθηκαν υπό την προστασία του Γραφείου της Αστυνομίας για Καταπολέμηση της Εμπορίας Προσώπων και φιλοξενήθηκαν μέχρι τη διεξαγωγή της δίκης το 2009, στο καταφύγιο της οργάνωσης ΣΤΙΓΜΑ στη Λεμεσό, με υπεύθυνη την Έλενα Πισσαρίδου. Φιλοξενήθηκαν στη συνέχεια στο κρατικό καταφύγιο στη Λευκωσία, όπως και στο καταφύγιο της οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking, επίσης στη Λευκωσία. Τελικά παρουσιάστηκαν στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας το 2009 και κατέθεσαν εναντίον των κατηγορουμένων, μόνο η Charo και η Aricha, ενώ η Denny κατέθεσε υπέρ των κατηγορουμένων.

Για την «κόλαση» στο καμπαρέ Roxy

Στο πλαίσιο της αστικής αγωγής, που ο υπογράφων παρακολούθησε αδιάλειπτα και κάλυψε δημοσιογραφικά από την αρχή μέχρι το τέλος, η ενάγουσα Charo Nunez, ήρθε από τη μακρινή πατρίδα της στην Κύπρο, με έξοδα της Κυπριακής Δημοκρατίας και με φιλοξενία της οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking και κατέθεσε στις 10 Φεβρουαρίου 2017, ενώπιον του Δικαστή Αλέξανδρου Παναγιώτου, μια συγκλονιστική γραπτή δήλωση, όπου περίγραψε ως «κόλαση», όσα έζησε στο Roxy, μεταξύ Απριλίου και Μαϊου 2008. «Ακόμα έχω πολλά προβλήματα από την φριχτή μου εμπειρία στο καμπαρέ αυτό, που δεν θα μπορέσω να ξεχάσω ποτέ», ανέφερε μεταξύ άλλων. «Κατά τη διάρκεια των δεκατεσσάρων ημερών που δούλεψα στο Roxy, με ανάγκασαν να πάω συνολικά με 9 πελάτες, πότε στο σπίτι τους και πότε σε ξενοδοχείο. Ο χρόνος που πέρασα σε αυτό το καμπαρέ, ήταν μία σκέτη κόλαση. Η χειρότερη εμπειρία στο καμπαρέ αυτό, ήταν όταν από τις 7.30 το απόγευμα μέχρι τις 10 το βράδυ που άνοιγε το καμπαρέ, μας ανάγκαζαν να κάνουμε σεξ με νεαρούς πελάτες, κυρίως στρατιώτες, στους καναπέδες όλες μαζί, με τον Παύλο και τον Αντρέα (σ. σ. δύο από τους σερβιτόρους του καμπαρέ), παρόντες, να μας παρακολουθούν».

«Η ενάγουσα απέτυχε να αποδείξει»…

«Η αγωγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εναγόμενων και εναντίον της ενάγουσας», αναφέρει στην απόφασή του της 19ης Ιανουαρίου 2018 ο Δικαστής Αλ. Παναγιώτου και συνεχίζει: «Η απόρριψη της μαρτυρίας της ενάγουσας, προδιαγράφει και την κατάληξη του Δικαστηρίου, ως προς το αποτέλεσμα της υπόθεσης. Σημαίνει ότι στην ουσία, η ενάγουσα απέτυχε να αποδείξει στον απαιτούμενο βαθμό, τους ισχυρισμούς της όπως προβάλλονται στην έκθεση απαίτησης για εξαπάτηση και σεξουαλική εκμετάλλευσή της από τους εναγόμενους».

Σημειώνουμε ότι στη διαδικασία της αστικής αγωγής, που άρχισε τον Ιούνιο 2016, κλήθηκαν ενώπιον του Δικαστή Αλέξανδρου Παναγιώτου και έδωσαν μαρτυρία, μεταξύ άλλων οι τρεις από τους τέσσερις εναγόμενους, αλλά όχι ο ιδιοκτήτης του καμπαρέ, Γ. Γεωργίου, ο οποίος εντούτοις παρευρέθηκε προσωπικά και παρακολούθησε όλες τις δικασίμους της υπόθεσης. Υποστήριξαν και οι τρεις, ότι κανένας από τους τέσσερις εναγόμενους, δεν εξανάγκασε ποτέ την ενάγουσα, ή οποιαδήποτε άλλη εργαζόμενη στο Roxy, να εκπορνεύεται παρά τη θέλησή της.

Η έλλειψη καταδίκης και η αθώωση

«Κατά την κρίση μου, η αγωγή θα πρέπει να απορριφθεί και για τον επιπρόσθετο λόγο, ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι η ενάγουσα ήταν θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, δυνάμει του Περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου του 2007», αναφέρεται στην απόφαση Α. Παναγιώτου και προστίθεται: «Προκύπτει από την έκθεση απαίτησης, ότι η ενάγουσα στήριξε την υπόθεσή της, στις πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου. Ο εν λόγω Νόμος, ως ίσχυε κατά τους επίδικους χρόνους, καθόριζε σειρά ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με την εμπορία και σεξουαλική εκμετάλλευση προσώπων. Επιπλέον το άρθρο 22, παρείχε τη δυνατότητα στο θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, να καταχωρήσει αγωγή και να ζητήσει αποζημιώσεις για τα ποινικά αδικήματα που διαπράχθηκαν εναντίον του. Είναι σαφές ότι για να στοιχειοθετηθεί αγώγιμο δικαίωμα δυνάμει του άρθρου 22, προϋποτίθεται η διάπραξη ποινικών αδικημάτων που προβλέπει ο εν λόγω Νόμος, εκ μέρους των εναγόμενων. Η διάπραξη όμως των αδικημάτων αυτών, μπορεί να αποφασισθεί μόνο από ποινικό Δικαστήριο. Το παρόν Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να αποφασίσει στα πλαίσια της παρούσας αγωγής, κατά πόσον οι εναγόμενοι διέπραξαν τα ποινικά αδικήματα που τους καταλογίζει η ενάγουσα. Με αυτή την έννοια, δεν αρκεί για να στοιχειοθετηθεί αγωγή, ο ισχυρισμός από την ενάγουσα, για διάπραξη ποινικών αδικημάτων. Χρειάζεται και απόδειξη καταδίκης από ποινικό Δικαστήριο. Στην παρούσα περίπτωση, οι εναγόμενοι όχι μόνο δεν καταδικάστηκαν από ποινικό Δικαστήριο, αλλά αντιθέτως είναι παραδεκτό, ότι έχουν αθωωθεί από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στην ποινική υπόθεση 14207/2008. Η εν λόγω υπόθεση, καταχωρήθηκε μετά από καταγγελία της ενάγουσας στην Αστυνομία για σεξουαλική εκμετάλλευση εκ μέρους των εναγόμενων. Πρόκειται για τους ίδιους ισχυρισμούς που η ενάγουσα προβάλλει με την παρούσα αγωγή της. Είναι επίσης παραδεκτό ότι το Ανώτατο Δικαστήριο, απέρριψε την έφεση που καταχωρήθηκε από τη Δημοκρατία εναντίον της  πιο πάνω αθωωτικής απόφασης του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας. Η έλλειψη καταδίκης και κυρίως η αθώωση για τα αδικήματα, στη διάπραξη των οποίων η ενάγουσα στηρίζει την παρούσα απαίτησή της, καταδεικνύει ότι απέτυχε να αποδείξει την πιο ουσιαστική προϋπόθεση για στοιχειοθέτηση της αγωγής. Ήτοι, δεν έχει αποδειχθεί η διάπραξη ποινικών αδικημάτων εκ μέρους των εναγόμενων, όπως τα επικαλείται η ενάγουσα, αφού δεν έχουν καταδικαστεί για αυτά, από ποινικό Δικαστήριο».

«Δεν νομιμοποιείτο να καταχωρήσει την αγωγή»

Προστίθεται στη δικαστική απόφαση ότι «ο συνήγορος της ενάγουσας (σ. σ. Χάρης Σταυράκης), ισχυρίσθηκε ότι η φράση στο άρθρο 22 του Νόμου, «χωρίς επηρεασμό οποιουδήποτε άλλου ένδικου μέσου ή θεραπείας που προβλέπεται δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμών», σημαίνει ότι θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί αγώγιμο δικαίωμα, ακόμα και στην περίπτωση όπου υπήρξε αθωωτική απόφαση από ποινικό Δικαστήριο. Με όλο τον σεβασμό, δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση. Η εν λόγω έκφραση, αφορά το δικαίωμα ης ενάγουσας να καταχωρήσει αγωγή στηριζόμενη και σε άλλη βάση αγωγής, δυνάμει οιουδήποτε άλλου Νόμου ή Κανονισμού, πέραν αυτού που προβλέπει το άρθρο 22 του Νόμου του 2007. Δεν αφορά την ποινική διαδικασία για απόδειξη των κατηγοριών που προβλέπει ο Νόμος. Αντιθέτως, είναι αρκετά σαφές κατά την κρίση μου, ότι η απόδειξη ενώπιον ποινικού Δικαστηρίου, ποινικών κατηγοριών που προβλέπει ο Νόμος, είναι αναγκαίο προ-απαιτούμενο, ούτως ώστε η ενάγουσα να χαρακτηρισθεί ως θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, δυνάμει του άρθρου 2 του Νόμου και να νομιμοποιείται έτσι να καταχωρήσει την παρούσα αγωγή. Στον βαθμό που η ενάγουσα, στήριξε την αγωγή της στο άρθρο 22 του Νόμου του 2007, όφειλε να αποδείξει ότι είναι θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, δυνάμει του άρθρου 2 του Νόμου. Αυτό θα μπορούσε μόνο να γίνει με την καταδίκη από ποινικό Δικαστήριο, της διάπραξης των ποινικών αδικημάτων εμπορίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης, που η ενάγουσα καταλογίζει στους εναγόμενους στην παρούσα αγωγή. Στην απουσία τέτοιας καταδίκης, η ενάγουσα δεν νομιμοποιείτο να καταχωρήσει την παρούσα αγωγή, δυνάμει του άρθρου 22 του Νόμου του 2007. Ο συνήγορος της ενάγουσας παρέπεμψε επιπλέον στο άρθρο 29(1) του πιο πάνω Νόμου, σύμφωνα με το οποίο η Αστυνομία είναι αρμόδια να διαπιστώσει, κατά πόσον κάποιο πρόσωπο είναι θύμα εμπορίας. Όμως η πιο πάνω πρόνοια, σχετίζεται με το καθήκον του κράτους να παράσχει προστασία και νομική αρωγή σε πρόσωπα που καταγγέλλουν διάπραξη αδικημάτων εναντίον τους, δυνάμει του πιο πάνω Νόμου. Δεν σχετίζεται με το δικαίωμα αγωγής που καθορίζει το άρθρο 22, στο οποίο ρητά προσδιορίζεται ως προ-απαιτούμενο, η διάπραξη των αδικημάτων για να χαρακτηρισθεί ο παραπονούμενος ως θύμα, δυνάμει του άρθρου 2 του Νόμου. Στον βαθμό λοιπόν που η αγωγή στηρίζεται στο άρθρο 22 του Νόμου του 2007, θα πρέπει να απορριφθεί, γιατί η ενάγουσα απέτυχε να αποδείξει ότι είναι θύμα εμπορίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης δυνάμει του πιο πάνω Νόμου. Ο συνήγορος της ενάγουσας, ισχυρίστηκε ότι η αγωγή στηρίζεται πέραν του Νόμου του 2007 και σε παράβαση συνταγματικών δικαιωμάτων της ενάγουσας, καθώς και στα αστικά αδικήματα της επίθεσης και παράνομης κατακράτησης. Προσεκτική όμως ανάγνωση της έκθεσης απαίτησης, καταδεικνύει ότι η παρούσα αγωγή στηρίζεται αποκλειστικά στον Νόμο του 2007. Η ενάγουσα με την έκθεση απαίτησής της, δεν επικαλείται καμιά άλλη αιτία αγωγής. Ως εκ των ανωτέρω διαπιστώσεων, δεν θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω τους ισχυρισμούς των εναγόμενων, για παραβίαση των αρχών της δίκαιης δίκης στην παρούσα υπόθεση».

Στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης

Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Δικαστηρίου, κατά την ακρόαση κατέθεσαν δέκα συνολικά μάρτυρες, πέντε για την ενάγουσα Charo Nunez και πέντε για τους εναγόμενους του καμπαρέ Roxy. Για την ενάγουσα κατέθεσαν, εκτός από την ίδια, η Υπαστυνόμος Ρίτα Σούπερμαν, επικεφαλής του Γραφείου της Αστυνομίας για Καταπολέμηση της Εμπορίας Προσώπων, η Λίντα Λάπα, αντιπρόεδρος της μη κυβερνητικής οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking και οι αστυνομικοί του ΤΑΕ Λεμεσού και Λευκωσίας αντίστοιχα, Ζωνάκης Γεωργίου και Μαρία Κωνσταντίνου.

Γράφει μεταξύ άλλων ο Δικαστής Αλέξανδρος Παναγιώτου, στο μέρος της απόφασης που αφορά την αξιολόγηση μαρτυρίας: «Η αξιολόγηση της μαρτυρίας, γίνεται με γνώμονα μεταξύ άλλων, τις γνώσεις των μαρτύρων για τα επίδικα γεγονότα, τις αντιδράσεις και τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα, καθώς και τη μνήμη, ειλικρίνεια και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων. Το έργο της αξιολόγησης, είναι το σημαντικότερο καθήκον του Δικαστηρίου, αφού πρέπει, υφαίνοντας τα λεγόμενα του κάθε μάρτυρα, τις αντιδράσεις και τη συμπεριφορά του στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, να αναδείξει το αξιόπιστο ή μη, μιας εκδοχής, υπό το πρίσμα της πείρας και της ανθρώπινης φύσης που διαθέτει. Η έννοια της εντύπωσης από τον μάρτυρα, δεν είναι σχήμα λόγου, αλλά σχετίζεται ακριβώς με το αποτέλεσμα αυτής της πολύμορφης διεργασίας του Δικαστηρίου. Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές, θα προχωρήσω στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, αφού στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, παρακολούθησα με προσοχή όλους τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον μου».

Ο Δικαστής αναφέρει στη συνέχεια ότι και οι τρεις αστυνομικοί που κατέθεσαν για την ενάγουσα και που συμμετείχαν στη διερεύνηση της υπόθεσης, δηλαδή η Ρίτα Σούπερμαν, ο Ζωνάκης Γεωργίου και η Μαρία Κωνσταντίνου, «του έκαναν καλή εντύπωση». Προσθέτει ότι «και οι τρεις ήταν ειλικρινείς, αναφέροντας ότι αυτά που κατέθεσαν αναφορικά με το τι συνέβαινε στο καμπαρέ Roxy, τα γνώριζαν από αφηγήσεις της ενάγουσας, χωρίς οι ίδιοι να έχουν προσωπική γνώση. Τα ίδια ισχύουν και για τη μάρτυρα Λίντα Λάπα. Μου έκανε καλή εντύπωση αναφερόμενη στην επαφή που είχε με την ενάγουσα, μετά που αυτή έφυγε από το καμπαρέ Roxy. Όμως και αυτή η μάρτυρας, δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει τι ακριβώς συνέβαινε στο καμπαρέ, γιατί όλα όσα ανέφερε στο Δικαστήριο, ήταν εξ ακοής, λόγω του ότι τα πληροφορήθηκε από την ενάγουσα, χωρίς να έχει προσωπική γνώση. Ακόμα και οι τοποθετήσεις των πιο πάνω μαρτύρων για τη ψυχολογική της κατάσταση, δεν μπορούν από μόνες τους να αποδείξουν ότι όντως αυτά που τους ανέφερε, ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η μαρτυρία των τριών αστυνομικών και της Λίντας Λάπα, γίνεται αποδεκτή, πλην των τοποθετήσεών τους, για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες η ενάγουσα έφτασε στην Κύπρο, αλλά και για τις συνθήκες εργοδότησής της, στο καμπαρέ Roxy».

«Παρακολούθησα πολύ προσεκτικά την ενάγουσα»…

«Η ενάγουσα Charitin Baez Nunez, ήταν η πιο βασική μάρτυρας για την απόδειξη των ισχυρισμών της αγωγής, αφού ήταν η μόνη που είχε προσωπική γνώση για τις συνθήκες άφιξης της στην Κύπρο, αλλά και της εργοδότησής της, στο υπό κρίση καμπαρέ», σημειώνεται στην απόφαση του Δικαστή. «Λόγω της σπουδαιότητας της μαρτυρίας της, παρακολούθησα πολύ προσεκτικά την ενάγουσα, ενώ κατέθετε ενώπιον του Δικαστηρίου, εστιάζοντας κυρίως στις αντιδράσεις της κατά την αντεξέταση και γενικότερα στον τρόπο με τον οποίο απαντούσε τις ερωτήσεις που της τέθηκαν. Από την αρχή πρέπει να αναφέρω ότι η ενάγουσα, δεν μου έκανε καθόλου καλή εντύπωση από το εδώλιο. Η μαρτυρία της ήταν γεμάτη από αντιφάσεις, όχι μόνο σε επιμέρους ζητήματα, αλλά και σε ουσιαστικές πτυχές των γεγονότων, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να δώσει μια ενιαία εκδοχή για τα περιστατικά που περιβάλλουν την απαίτησή της. Επί του προκειμένου, υποστηρίχθηκε από τον συνήγορο της ενάγουσας, ότι δεν έχουν κατατεθεί ως τεκμήριο, τα πρακτικά του Κακουργιοδικείου, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η αντιπαραβολή αντιφατικών δηλώσεων της ενάγουσας στην ποινική δίκη, σε σχέση με το τι κατέθεσε στην παρούσα αγωγή. Είναι γεγονός ότι με ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου, μετά από ένσταση του συνηγόρου της ενάγουσας, δεν κατατέθηκαν τα πρακτικά του Κακουργιοδικείου ως τεκμήριο, δεδομένης της θέσης της Πρωτοκολλητού, ότι δεν μπορούσε να πιστοποιήσει την αυθεντικότητά τους. Διαφεύγει όμως της προσοχής, ότι μεγάλο μέρος των όσων κατέθεσε η ενάγουσα στην ποινική δίκη, αναφέρονται με λεπτομέρεια στην ίδια την απόφαση του Κακουργιοδικείου ημ. 28 Μαϊου 2010, με την οποία αθωώθηκαν οι εναγόμενοι και η οποία κατατέθηκε στην παρούσα διαδικασία, ως τεκμήριο. Υπενθυμίζω εδώ ότι οποιεσδήποτε αναφορές της ενάγουσας στη μαρτυρία της στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, συνιστούν αποδεκτή μαρτυρία στην παρούσα διαδικασία, ως εξωδικαστικές δηλώσεις της. Μπορούν δε, να αξιολογηθούν από το Δικαστήριο σε συνδυασμό με την υπόλοιπη μαρτυρία, προκειμένου να κριθεί η αξιοπιστία της ενάγουσας».

 «Ήξερε ότι στην Κύπρο, θα εργαζόταν σε καμπαρέ»

Σύμφωνα με την απόφαση Α. Παναγιώτου, «αντιφάσεις στη μαρτυρία της ενάγουσας, δεν εντοπίζονται μόνο σε σχέση με το τι ανέφερε στο Κακουργιοδικείο. Στη μαρτυρία της στην παρούσα διαδικασία, υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων, αλλά και μη πειστικών αναφορών, οι οποίες κρίνονται ως καθοριστικές, στην κρίση της αξιοπιστίας της. Τα στοιχεία και τα τεκμήρια, καταδεικνύουν ότι η ενάγουσα ήξερε ότι ερχόμενη στην Κύπρο, θα εργαζόταν σε καμπαρέ ως καλλιτέχνιδα-χορεύτρια και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Το ίδιο ισχύει και για τη θέση της, για το κατά πόσον ήξερε να χειρίζεται ηλεκτρονικό υπολογιστή. Παρουσίασε τον άντρα που την έφερε σε επαφή με τη Brenda ως πελάτη που προθυμοποιήθηκε να τη βοηθήσει να δραπετεύσει από το καμπαρέ. Πήγε μαζί του σε club, όπου του σύστησε τη Brenda. Παρόλα αυτά δεν θυμόταν το όνομά του και αρνήθηκε ότι ήταν ερωτικός της σύντροφος, για να παραδεχθεί στη συνέχεια στην αντεξέταση, ότι έκανε σεξ δυο φορές με αυτό τον άνδρα, ισχυριζόμενη ότι δεν μπορούσε να πράξει διαφορετικά, αφού ήταν πελάτης του καμπαρέ. Χωρίς όμως να δώσει μια λογική εξήγηση, γιατί έκανε χωρίς τη θέλησή της σεξ με ένα άνθρωπο που σκοπός του ήταν να τη βοηθήσει και όχι να την εκμεταλλευτεί σεξουαλικά. Επιπλέον δεν ήταν καθόλου πειστική, ως προς τη θέση της ότι πρόθεσή της, ήταν να μεταβεί στην Ισπανία. Περαιτέρω, δεν εξήγησε γιατί δεν κατήγγειλε τη συμπεριφορά των εναγόμενων, οι οποίοι την εκπόρνευσαν από την επόμενη μέρα που έφτασε στην Κύπρο. Είχε πολλές ευκαιρίες να το κάνει, τόσο με την επίσκεψή της στο Τμήμα Μετανάστευσης, όσο  και στην εξέταση από τον γιατρό, που έγινε για σκοπούς εξασφάλισης άδειας παραμονής και εργασίας. Όλες οι πιο πάνω αντιφάσεις, είναι τέτοιας μορφής που πλήττουν καίρια την αξιοπιστία της ενάγουσας. Ανεξαρτήτως τούτου, η γενικότερη εντύπωση που μου έκανε η ενάγουσα, είναι ότι η μαρτυρία της αποσκοπούσε κυρίως στο να ενισχύσει τη δική της θέση για τα γεγονότα, παρά το να πει την αλήθεια στο Δικαστήριο. Γεγονός παραμένει ότι η ενάγουσα δεν κατάφερε να δώσει μια λογικοφανή και πειστική εκδοχή για τα γεγονότα που επικαλείται, τόσο ως προς τις συνθήκες άφιξής της στην Κύπρο, όσο και αναφορικά με τους ισχυρισμούς της για εκπόρνευσή της από τους εναγόμενους. Για τους πιο πάνω λόγους, η μαρτυρία της απορρίπτεται στο σύνολό της ως αναξιόπιστη».

«Καλή εντύπωση» από Κουζούπη, Μακρή και Castillo

Όπως αναφέρει μεταξύ άλλων ο Δικαστής, «η μάρτυρας υπεράσπισης Μαρία Κουζούπη, μου έκανε καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα, ήταν πλήρως κατατοπιστική ως προς τις προϋποθέσεις παροχής άδειας εισόδου και εργασίας σε καμπαρέ, αναφορικά με καλλιτέχνιδες από τρίτες χώρες, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και η μαρτυρία της κρίνεται στο σύνολό της ως αξιόπιστη. H μάρτυρας υπεράσπισης Glenny Castillo, μου έκανε καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα, οι απαντήσεις της ήταν άμεσες και αυθόρμητες, χωρίς σε κανένα σημείο να δώσει οιεσδήποτε ενδείξεις προσχεδιασμού της μαρτυρίας της, η οποία γίνεται αποδεκτή στο σύνολό της ως αξιόπιστη. Η μαρτυρία της Πρωτοκολλητού Άντρη Μακρή, δεν βοήθησε στην επίλυση των επίδικων θεμάτων, αφού δεν κατέθεσε τα πρακτικά του Κακουργιοδικείου. Ανεξαρτήτως τούτου, μου έκανε πολύ καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα και ήταν ειλικρινής, αναφέροντας ότι δεν εντοπίζονται τα πρωτότυπα πρακτικά στο φάκελο που τηρεί και παρά τις προσπάθειές της, δεν έχουν ανευρεθεί. Η μαρτυρία της, γίνεται στο σύνολό της αποδεκτή ως αξιόπιστη».

«Αναξιόπιστες» οι μαρτυρίες των σερβιτόρων

«Ο μάρτυρας υπεράσπισης Παύλος Χατζημακρής, δεν μου έκανε καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα», αναφέρεται στην απόφαση και προστίθεται: «Ισχυρίστηκε ότι το καμπαρέ, δεν εξέδιδε τις καλλιτέχνιδες του και ότι οι κοπέλες από τον Άγιο Δομίνικο, έψαχναν πελάτες για σεξ από μόνες τους. Δεν ανέφερε όμως, γιατί αφού το γεγονός αυτό ήταν σε γνώση του, δεν πληροφόρησε σχετικά τον ιδιοκτήτη προκειμένου να λάβουν μέτρα. Πέραν τούτου, καθ’ όλη τη διάρκεια της αντεξέτασής του, απέφευγε γενικά να απαντήσει, ή απαντούσε κάποιες φορές με έντονο και προκλητικό τρόπο. Αναφέρω ενδεικτικά ότι δεν θυμόταν την ημερομηνία του γάμου του με την εναγόμενη Glenny Castillo, ούτε και ποια από τις κοπέλες από τον Άγιο Δομίνικο, ήταν η κουμπάρα του. Η εντύπωση που μου έκανε, ήταν ότι δεν είπε την αλήθεια στο Δικαστήριο και ως εκ τούτου η μαρτυρία του απορρίπτεται ως αναξιόπιστη. Ο μάρτυρας υπεράσπισης Αντουάν Μπαλάν δεν μου έκανε καλή εντύπωση από το εδώλιο του μάρτυρα. Όλη η κυρίως εξέτασή του, αποτελούσε στην ουσία επιχειρηματολογία για την αξιοπιστία της ενάγουσας, αντί να αναφερθεί σε γεγονότα που συνιστούν την υπεράσπιση των εναγόμενων. Η γενικότερη εντύπωση που μου έκανε, είναι ότι δεν είπε την αλήθεια στο Δικαστήριο και ως εκ τούτου, η μαρτυρία του απορρίπτεται στο σύνολο της ως αναξιόπιστη».

«Αντικειμενικότητα, ένα μακρινό ιδεώδες»…

«Αξιότιμε κύριε Δικαστά, η οργάνωση μας μελέτησε με προσοχή την απόφαση σας στην υπόθεση της Charitin Altagracia Baez Nunez και δεν θα εκπλαγείτε αν σας πω ότι αυτή, μας προκάλεσε απογοήτευση, αγανάκτηση και θυμό», αναφέρει σε ανοικτή επιστολή 23ης Ιανουαρίου 2018, η Επίτιμη Πρόεδρος του Cyprus Stop Trafficking Ανδρούλα Χριστοφίδου Henriques, προς τον Αλέξανδρο Παναγιώτου. «Ιδιαίτερα δε, στο ότι σταθήκατε σε επουσιώδεις αντιφάσεις της ενάγουσας, ακολουθώντας την εύκολη πεπατημένη του Κακουργιοδικείου και δεν φαίνεται να πήρατε την ουσία του τι εστί εμπορία προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση. Έκπληξη, επίσης, μας προκάλεσε το ότι κρίνατε αξιόπιστη μάρτυρα, μια υπάλληλο του Roxy και αναξιόπιστους τους άλλους δύο υπαλλήλους. Στην ουσία και οι τρεις έλεγαν το ίδιο, δηλαδή ότι η ενάγουσα έλεγε ψέματα. Και διερωτώμαι, πώς η ενάγουσα έλεγε ψέματα, ενώ η κυρία Ρίτα Σούπερμαν, επικεφαλής του Γραφείου Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων της Αστυνομίας και ο αστυνομικός Ζωνάκης Γεωργίου, δήλωσαν ρητώς ότι η Charitin ήταν αναγνωρισμένο θύμα εμπορίας προσώπων.  Δεν ξέρω ποιες είναι οι γνώσεις σας σχετικά με το διεθνώς οργανωμένο έγκλημα που λέγεται εμπορία προσώπων και για τα διάφορα κυκλώματα που το αποτελούν. Τι μπορούμε να σκεφτούμε για την απόφαση αυτή;  Λόγω του επαγγέλματος μου – ήμουν κάποτε Καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης στην Ελβετία – πιστεύω ότι η αντικειμενικότητα, είναι ένα ιδεώδες πολύ μακρινό από τις ανθρώπινες ικανότητες και ότι η κρίση και οι αποφάσεις μας, έχουν βαθιές ρίζες στο υποσυνείδητο και στις προηγούμενες εμπειρίες μας. Να πούμε άραγε ότι στην Κύπρο, υπάρχουν δύο δικαιοσύνες, μία για τον υπόκοσμο και τους διακινητές και μια για τα θύματα εμπορίας προσώπων; Άραγε η δικαιοσύνη είναι όντως «τυφλή», όπως την παρουσιάζουν, ή βλέπει ό,τι θέλει; Αυτά για προβληματισμό σας».

Αγωγές κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας

Περαιτέρω η κυρία Henriques, μιλώντας στην «24», παρατήρησε ότι «δεν έχει καμιά δικαιοδοσία το Δικαστήριο να αποφανθεί αν ένα πρόσωπο είναι θύμα εμπορίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης, ή όχι. Ο Νόμος καθορίζει καθαρά ότι αρμόδια Αρχή για την αναγνώριση των θυμάτων, είναι η Αστυνομία. Δυστυχώς, ο Δικαστής έμεινε δέσμιος της απόφασης του Κακουργιοδικείου, παρόλο που στην αντεξέταση της Ρίτας Σούπερμαν από τον Νάσο Παναγιώτου, που επικαλέσθηκε επίσης την αθωωτική απόφαση του Κακουργιοδικείου για τους εναγόμενους, ο Δικαστής παρενέβη και είπε ότι αυτό, δεν έχει καμιά σχέση. Είναι αδιανόητο να συνδέεται η αναγνώριση του θύματος, με την πορεία της ποινικής υπόθεσης και την καταδίκη των κατηγορουμένων. Αυτό είναι κατακριτέο, ιδιαίτερα από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Να παρατηρήσω τέλος, ότι με αυτή την απόφαση, τα θύματα εμπορίας, πιθανόν να αποθαρρύνονται να κινούν αγωγές κατά προσώπων, αλλά από την άλλη, να ενθαρρύνονται να κινούν αγωγές κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας, για αποζημιώσεις, που έχουν επίσης δικαίωμα να κάνουν».

Η Υπαστυνόμος Ρίτα Σούπερμαν με τους δημοσιογράφους Μάριο Δημητρίου και Ξένια Γεωργίου, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στην πρώτη δικάσιμο της αστικής αγωγής για το καμπαρέ Roxy, στις 2 Ιουνίου 2016, όταν είχε καταθέσει ως πρώτη μάρτυρας στην υπόθεση.

H Charo Nunez με τον Πρόεδρο του Cyprus Stop Trafficking, Νεόφυτο Νεοφύτου, στην αποχαιρετιστήρια εκδήλωση του Cyprus Stop Trafficking προς τιμή της, στις 15 Φεβρουαρίου 2017.

Οι δύο αντίπαλοι δικηγόροι της αστικής αγωγής, Νάσος Παναγιώτου και Χάρης Σταυράκης και δύο από τους εναγόμενους, στο προαύλιο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.

Φωτό: Από αριστερά, η Charo Nunez, η Ανδρούλα Χριστοφίδου Henriques και η Λίντα Λάπα, στελέχη της μη κυβερνητικής οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking, στις 17 Φεβρουαρίου 2017 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, λίγα λεπτά μετά την αντεξέταση της κοπέλας από τον δικηγόρο των εναγόμενων, Νάσο Παναγιώτου.