Μια σπουδαία πορεία, μια καριέρα που σε εμπνέει και με ένα ανταγωνιστικό και πλούσιο βιογραφικό. Χρήστος Ιακώβου Λεμεσιανός ετών 51. Σπούδασε Ιστορία και Διεθνείς Σχέσεις. Ειδικεύθηκε στη Γεωπολιτική και στην ανάλυση συγκρούσεων στην Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο. Το ερευνητικό του έργο περιλαμβάνει επιστημονική αρθρογραφία για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και τις γεωπολιτικές αλλαγές. Διετέλεσε διευθυντής του Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών του Υπουργείου Άμυνας της Κύπρου. Από το 2008 είναι διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών. Στην περίοδο 2016 – 2018 ήταν σχολιαστής στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού MEGA – TVONE.
Είναι ένας άνθρωπος που το «στοίχημα» για ένα καλύτερο μέλλον αυτού του τόπου αποτελεί προτεραιότητα. Η εξέλιξη και η καταξίωση, ενός ανθρώπου που πηγάζει μέσα από το πείσμα και την επιμονή. Ποια τα κίνητρα της απόφασης του να κατέλθει ως υποψήφιος ευρωβουλευτής με την ΕΔΕΚ, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, οι γεωπολιτικές αλλαγές, αλλά και οι προτεραιότητες του στην ενδεχόμενη εκλογή του είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα που θέσαμε ενώπιον του, στο πλαίσιο ενός πολύ ενδιαφέρον διαλόγου.
Πώς πήρατε την απόφαση να κατέλθετε ως υποψήφιος ευρωβουλευτής στις επικείμενες εκλογές του Μάη;
Στην απόφασή μου να κατέλθω στις επικείμενες Ευρωεκλογές, ως αριστίνδην υποψήφιος με την ΕΔΕΚ, κυρίαρχο κίνητρο έπαιξε το ενδιαφέρον μου για την ευρωπαϊκή εμβάθυνση και ολοκλήρωση, καθώς επίσης και η επίδραση που ασκεί αυτή η διαδικασία τόσο στην καθημερινότητά μας όσο και στις προσπάθειες που καταβάλλουμε για λύση του εθνικού μας προβλήματος. Αναμφίβολα, η ευρωπαϊκή μεταμόρφωση επηρέασε, επηρεάζει και θα συνεχίζει να επηρεάζει την ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου και αυτό πάντοτε μού προκαλούσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η συμμετοχή σε αυτή τη διαδικασία είναι για μένα μια κορυφαία πρόκληση για τη ζωή μου.
Πολλά τα φλέγοντα θέματα της επικαιρότητας τα οποία «αγγίζουν» σε μεγάλο βαθμό και τις εξελίξεις του Κυπριακού. Θα ήθελα το σχόλιο σας.
Πιστεύω ότι ένα είναι το φλέγον θέμα που επηρεάζει τις εξελίξεις στο Κυπριακό, και αυτό είναι το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε στις συνομιλίες στο Κραν Μοντανά το 2017. Η εμμονή της Τουρκίας στο μέιζον θέμα της ασφάλειας, όπως αποκρυσταλλώθηκε στις τελευταίες συνομιλίες καταδεικνύει και τις αναλλοίωτες ηγεμονικές της αξιώσεις στην Κύπρο μετά τη λύση. Βεβαίως μας ανησυχεί το ενδεχόμενο τουρκοποίησης των κατεχομένων, αλλά περισσότερο μας ανησυχεί μία κακή λύση να μην τουρκοποιήσει και τις ελεύθερες περιοχές. Αν Τουρκία δεν βιάζεται για καλή λύση, δεν σημαίνει ότι εμείς θα βιαζόμαστε για κακή λύση, για λύση εθνικής αυτοκτονίας. Θέλουμε λύση δίκαιη και βιώσιμη και όχι την όποια λύση, την οποία να επιβάλλει ο ρεαλισμός των τουρκικών όπλων. Θέλουμε λύση δίκαιη και βιώσιμη αλλά όχι λύση που να δίδει ρόλο στην Τουρκία μετά τη λύση. Θέλουμε δίκαιη και βιώσιμη λύση και όχι λύση που αντί για επιστροφή στην κατεχόμενη γη μας θα δίδει την ευκαιρία σε λίγους να αποκτήσουν εξοχικά στο τουρκικό συνιστών κρατίδιο.
Ποια πολιτική θεωρείτε ότι μπορεί να υλοποιήσει μια σημαντική αλλαγή ικανή να οδηγήσει την χώρα μας σε καλύτερα επίπεδα στο κοινωνικό τομέα;
Θεωρώ ότι για να υλοποιηθούν κοινωνικές κατακτήσεις θα πρέπει να υπάρχει μία δομημένη πολιτική που να στηρίζεται σε ηθικές αξίες όπως η αλληλεγγύη και η ισότητα. Υποστηρίζω μία πολιτική που προάγει την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, δημιουργεί όμως και θεσμούς ελέγχου της αγοράς με στόχο την μείωση των ανισοτήτων που δημιουργούνται από τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Στο πλαίσιο υλοποίησης αυτού του στόχου θεωρώ ότι το κράτος μπορεί να συμβάλει ασκώντας ρυθμιστικό και ελεγκτικό ρόλο.
Ασχολείστε ερευνητικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και τις γεωπολιτικές αλλαγές. Πιστεύετε ότι έρχονται μεγάλες πολιτικές αλλαγές δεδομένων των εξελίξεων που μπορεί να επηρεάσουν την χώρα μας;
Ο γεωπολιτικός χώρος της Κύπρου βρίσκεται σε διαδικασία αλλαγών. Αυτό το μεταβατικό στάδιο θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας στην περιοχή. Η ακύρωση του στρατηγικού άξονα Τουρκίας – Ισραήλ καθώς επίσης και ο εντοπισμός υποθαλασσίου πλούτου στην Ανατολική Μεσόγειο άλλαξαν άρδην τη γεωπολιτική της περιοχής. Η συγκυρία αυτή επέτρεψε τη γεωστρατηγική σύγκλιση Ελλάδος, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου για τη δημιουργία του ενιαίου ενεργειακού χώρου με άμεση προτεραιότητα τη δημιουργία περιβάλλοντος ασφαλείας, το οποίο θα διασφαλίζει τα ενεργειακά συμφέροντα των κρατών αυτών. Επιπλέον, αυτή η συνεργασία ενισχύεται από τις ΗΠΑ. Αυτή η εξέλιξη, κατά τη γνώμη μου, είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχει η Κυπριακή Δημοκρατία από της ίδρυσής της και εντεύθεν και θα επηρεάσει καθοριστικά την γεωπολιτική θέση της χώρας μας στην περιοχή.
Προκλητικές δηλώσεις διαβάζουμε συχνά από τον Ταγίπ Ερτογάν που εκφράζουν επιθετικά τον αλυτρωτισμό τους σε βάρος της Κύπρου. Θεωρείται ότι είναι απλά ένα «επικοινωνιακό» παιγνίδι του Σουλτάνου;
Οι συχνές και πυκνές προκλητικές δηλώσεις που κάνει ο Ερτογάν τα τελευταία χρόνια εναντίον της Κύπρου δεν είναι εξάρσεις για εσωτερική κατανάλωση αλλά εγγράφονται στη λογική της ηγεμονικής πολιτικής της Τουρκίας έναντι της Κύπρου. Το 1974 η Τουρκία μέσω της χρήσης στρατιωτικής βίας επέβαλε γεωγραφικό διαχωρισμό με την ταυτόχρονη μετακίνηση των πληθυσμών. Έκτοτε, η Τουρκία ακολουθεί συστηματικά την εξής καταναγκαστική στρατηγική:
α) ισχυροποιεί τη θέση της δημιουργώντας νομικά ερείσματα, όπως πχ. η προσπάθεια νομιμοποίησης της παρουσίας της στην Κύπρο, είτε με την αναγνώριση του ψευδοκράτους είτε με τη δημιουργία τουρκοκυπριακού κρατιδίου στο βορρά, το οποίο θέλει να ελέγχει και μετά τη λύση μέσω του ελέγχου της τουρκοκυπριακής πολιτικής ελίτ.
β) Αποδυναμώνει την Κυπριακή Δημοκρατία υποσκάπτοντας τα νομικά της ερείσματα, όπως είναι η διαρκής αμφισβήτηση που θέτει η Άγκυρα τόσο κατά την νομιμότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και κατά των επιλογών της να ασκήσει κατά καιρούς το νόμιμο δικαίωμα της για την άμυνα της χώρας.
γ) Εξαναγκάζει την Κύπρο σε υποχωρήσεις υπό την απειλή πολέμου, όπως πχ. η κρίση στο θέμα των S300, όπου κατάφερε να επιβάλει την βούληση της στην τελική απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας με την απειλή χρήσης βίας).
δ) μέσω του ψυχολογικού πολέμου έχει καταφέρει να επιβάλει την αντίληψη στην ελληνική πλευρά ότι το κόστος από ένα πόλεμο θα είναι μικρό για την Τουρκία επειδή ο αμυνόμενος δεν είναι σε θέση να προβάλει ουσιαστική αντίσταση, όπως π.χ. Ελλάδα και Κύπρος που απέτυχαν μετά το 1974 να δημιουργήσουν ένα ισχυρό δόγμα αποτρεπτικής στρατηγικής έναντι της τουρκικής επιθετικότητας.
Ποια λύση θεωρείται ως ποιο συμφέρουσα για τη χώρα και τους πολίτες ως Κίνημα;
Όταν θα συζητήσουμε τη συμφέρουσα λύση για το εθνικό μας θέμα θα πρέπει να λάβουμε υπόψη της εξής θεωρητική αρχή: Οι επιλογές ενός λιγότερο ισχυρού κράτους στις σχέσεις του με τα ισχυρότερα κράτη δεν περιορίζονται μόνον μεταξύ υποταγής/υποτέλειας και ρήξης/απομόνωσης. Το ζήτημα που τίθεται για μία λιγότερο ισχυρή χώρα στις σχέσεις της με τις ισχυρές είναι το πως αγωνίζεται επιτυχώς για ισότιμες και ισόρροπες σχέσεις. Συνεπώς δεν μπορούμε να αποδεκτούμε μία λύση, μόνο και μόνο γιατί μας πιέζει ο χρόνος και μακροπρόθεσμα να μετατρέψουμε το κράτος σε προτεκτοράτο της Τουρκίας. Θεωρώ ότι η προσπάθεια λύσης στη βάση της διζωνικής ομοσπονδίας, δηλαδή του ευδιάκριτου γεωγραφικού διαχωρισμού, έφθασε στα όρια της και θα πρέπει να αναζητηθεί λύση σε άλλη βάση, που είναι το ενιαίο κράτος. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο αξιών και ο ευρωπαϊκός κοινοτικός πολιτισμός μας προσφέρουν μία βάση υλοποίησης μίας νέας στρατηγικής στο Κυπριακό.
Ποιες θα είναι οι προτεραιότητες σας σε περίπτωση που βρεθείτε στα έδρανα της ευρωβουλής;
Κατ’ αρχάς μία από τις πρώτες προτεραιότητές μου σε περίπτωση εκλογής μου στο Ευρωκοινοβούλιο είναι η προώθηση των συμφερόντων του Κράτους μας, με επίκεντρο την επίλυση του εθνικού μας θέματος. Περαιτέρω, θα ήθελα να ασχοληθώ με τα θέματα του άμεσου ενδιαφέροντός μου που είναι η διασφάλιση της συνεκτικότητας των στόχων της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, η προώθηση της σταθερότητας και της ευημερίας στις μη ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες και τέλος με ενδιαφέρει η συνεργασία της ΕΕ με παγκόσμιους εταίρους, όπως οι ΗΠΑ και η Ρωσία, για τα μεγάλα διεθνή ζητήματα, όπως είναι η διαχείριση κρίσεων και η ενεργειακή πολιτική.
Της Νικολέτας Χρήστου