Εκλογές στις ΗΠΑ: Πόσο θα αλλάξει ο κόσμος αν εκλεγεί ο Τραμπ…

Κάτι περισσότερο από μία εβδομάδα απομένει μέχρι να ανοίξουν οι κάλπες για την εκλογή προέδρου στις ΗΠΑ. Ηδη περισσότερα από 22 εκατομμύρια Αμερικανοί, ανάμεσά τους και ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, έχουν πράξει το εθνικό τους καθήκον επιστολικά, και μένει να φανεί πόσοι από τους συνολικά 224 εκατομμύρια έχοντες δικαίωμα ψήφου θα το εκπληρώσουν επίσης, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στα πολιτικά χρονικά της χώρας, ένα κεφάλαιο που για πρώτη φορά στον 21ο αιώνα επηρεάζει τόσο πολύ και τόσο άμεσα και τον υπόλοιπο πλανήτη.

Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί, Ντόναλντ Τραμπ και Κάμαλα Χάρις, έχουν προσεγγίσει με πολύ διαφορετικό τρόπο τους πολίτες, έχουν με βεβαιότητα σημαντικές διαφορές στις πολιτικές και θα δώσουν μέχρι την τελευταία στιγμή μάχη για να βρεθούν στο Οβάλ Γραφείο. Εάν υπάρχει σήμερα κάτι δεδομένο και ξεκάθαρο στις προεδρικές εκλογές που θα γίνουν την 5η Νοεμβρίου, αυτό είναι πως πρόκειται για τις πλέον πολωμένες των τελευταίων δεκαετιών, αλλά και για τις πιο κρίσιμες των επόμενων ετών, καθώς οι αποφάσεις που θα κληθεί να πάρει ο νέος ή η νέα -πέρα από κάθε αμφιβολία- ένοικος του Λευκού Οίκου εκτός από δύσκολες πιθανότατα θα είναι και οδυνηρές.

Καθοριστικό γεγονός

Συνολικά, οι αμερικανικές εκλογές θα είναι καθοριστικό γεγονός για την παγκόσμια οικονομία και τη γεωπολιτική σκηνή, ειδικά με τα δύο πολεμικά μέτωπα της Μέσης Ανατολής και της Ουκρανίας να φλέγονται. Η Κάμαλα Χάρις δείχνει στο διπλωματικό πεδίο να ακολουθεί την πεπατημένη του πολύπειρου στα διπλωματικά Τζο Μπάιντεν. Μία εκλογή Χάρις όμως ίσως να μην είναι το ιδανικό σενάριο για τον Μπένζαμιν Νετανιάχου, καθώς είναι ξεκάθαρο πως για την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ ο άμαχος παλαιστινιακός πληθυσμός υπάρχει στο κάδρο και πάνω του εδράζεται ένα σχήμα πιθανών νέων κυρώσεων προς το Τελ Αβίβ. Για το Κίεβο είναι δεδομένο ότι η εκλογή Χάρις θα είναι μία συνέχεια της αμερικανικής στήριξης ενάντια στη Ρωσία και δεν θα ασκηθούν ασύμμετρες πιέσεις προκειμένου η Ουκρανία να οδηγηθεί σε ένα τραπέζι διαπραγμάτευσης από το οποίο έχει περισσότερα να χάσει από το να κερδίσει παρά τις θυσίες στα πεδία – και όχι μόνο των τριών τελευταίων ετών.

Σε περίπτωση εκλογής Τραμπ πολλοί υποστηρίζουν πως θα έχουμε μία επανάληψη της τετραετίας 2016-2020. Ομως αξίζει να λεχθεί πως ούτε ο Τραμπ είναι ίδιος, όχι τουλάχιστον αυτός που δημόσια εμφανίζεται, ούτε και ο κόσμος. Τα δύο ανοιχτά πολεμικά μέτωπα δεν είναι μία υπόθεση που μπορεί να λυθεί με μία επίσκεψη στο Κίεβο και μία στο Τελ Αβίβ. Ο νέος ή η νέα πρόεδρος των ΗΠΑ εκτός από τα διπλωματικά μέτωπα θα κληρονομήσει και τα κόστη. Και μπορεί να φαντάζει εύκολο σήμερα το θα «τελειώσω τους πολέμους», αλλά το άνοιγμα της αμερικανικής οικονομίας σε αυτούς ακριβώς τους πολέμους είναι τεράστιο και πολύ δύσκολα διαχειρίσιμο με τρόπο δογματικό.

Δεδομένο θα πρέπει να θεωρείται επίσης πως σε περίπτωση εκλογής Τραμπ το τουρκικό lobbing στην Ουάσινγκτον θα έρθει και πάλι δυναμικά στο προσκήνιο. Ο Τραμπ όμως είναι ένας «business wise» πρόεδρος και δεν θα ανακαλέσει καμία από τις υπάρχουσες συμφωνίες προμήθειας πολεμικού εξοπλισμού. Το ζήτημα για την Αθήνα είναι πως δεν θα σταθεί εμπόδιο στην επιστροφή της Τουρκίας στην αγορά F-35 – ειδικά με τον Μπομπ Μενέντεζ υπόδικο.

Εμπορική πολιτική

Το Economist Intelligence Unit (EIU) εκτιμά πως το εκλογικό αποτέλεσμα θα είναι οριακό και στην περίπτωση ανάδειξης του Τραμπ θα υπάρξουν σαρωτικές αλλαγές από την εμπορική πολιτική μέχρι και τον τομέα της εθνικής ασφάλειας, οι οποίες θα προκαλέσουν διεθνείς τριγμούς.

Στο πεδίο της ασφάλειας, το EIU αναμένει ότι μία κυβέρνηση Τραμπ θα επιδιώξει να αλλάξει τις ισορροπίες με βασικούς αμυντικούς εταίρους, βάζοντας νέους όρους. Ειδικότερα, προβλέπει ότι θα ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στους εταίρους να προβούν σε υψηλότερες οικονομικές και υλικές συνεισφορές.

Οι δέκα χώρες που θα επηρεαστούν περισσότερο από την ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα, είναι το Μεξικό, η Κόστα Ρίκα, η Γερμανία, η Δομινικανή Δημοκρατία, ο Παναμάς, η Κίνα, η Ιαπωνία, το Ελ Σαλβαδόρ, το Βιετνάμ και η Ονδούρα. Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις αναφορικά με την επιρροή που θα έχει μία πιθανή εκλογή Τραμπ, αλλά όχι και η Τουρκία.

Στην παραπάνω λίστα πρέπει να σταθούμε κυρίως στη Γερμανία, καθώς η κορυφαία οικονομία της Ευρώπης πέρα από το ότι δεν είναι μικρό μέγεθος αποτελεί και το βαρόμετρο για την οικονομία συνολικά της ηπείρου, αλλά και της Ενωσης των «27». Εάν ο Τραμπ εκλεγεί και εφαρμόσει το οικονομικό του πρόγραμμα -έχει αποδείξει πως ειδικά στην οικονομία κάθε άλλο από ανακόλουθος είναι-, τότε το πλήγμα για το Βερολίνο θα είναι μεγαλύτερο από αυτό που έχει υποστεί η Γερμανία από το 2022 και τη ρήξη με τη Ρωσία.

Η καταστροφή των αγωγών Nord Stream και η διακοπή στην εισαγωγή φθηνής ενέργειας -αερίου- από τη Μόσχα σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις από την πανδημία έχουν φέρει τη γερμανική «ατμομηχανή» σε δύσκολη κατάσταση. Ενδεικτικά, τα τελευταία δύο χρόνια είναι η μοναδική οικονομία σε επίπεδο G7 που δεν εμφανίζει θετικό πρόσημο στην ανάπτυξη παρά το επενδυτικό κλίμα και την «έκρηξη» παραγωγής και εξαγωγών που έφερε η μετά COVID εποχή. Εάν σε αυτή την κατάσταση έρθει να αθροιστεί μία νέα οικονομική «αναποδιά» από τον καλύτερο «πελάτη» της χώρας εξαγωγικά, είναι δεδομένο πως θα υπάρξει σημαντικό πρόβλημα σε ένα οικονομικό σύστημα και μία κοινωνία για την οποία η λέξη «πληθωρισμός» είναι ακόμη και στο λεξικό συνώνυμο της «καταστροφής».

90 ημέρες που θύμισαν Watergate

Η παρούσα τελική ευθεία για τις κάλπες πάντως πριν από τρεις μήνες κάθε άλλο παρά δεδομένη ήταν. Αλλωστε οι αλλαγές που συντελέστηκαν τον περασμένο Ιούλιο χαρακτηρίζονται από πολιτικούς αναλυτές στις ΗΠΑ οι σημαντικότερες και οι πλέον κομβικές στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Μέσα σε κλίμα βαθιάς κοινωνικής πόλωσης όλα τα τελευταία χρόνια, η αμερικανική κοινωνία βρέθηκε από τη μία να παρακολουθεί σε ζωντανή μετάδοση έναν πρώην πρόεδρο της χώρας να δέχεται πυρά ενόπλου κατά τη διάρκεια ομιλίας του στη Πενσυλβάνια και το αντίπαλον δέος να προχωρά σε αλλαγή «μπροστάρη» κρίνοντας πως ο Τζο Μπάιντεν δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στα «πυρά» που στόχευαν την ηλικία και την ικανότητά του να ανταποκριθεί στα εξαιρετικά απαιτητικά καθήκοντα που απορρέουν από την ίδια τη θέση.

Ετσι, ο μεν Ντόναλντ Τραμπ βρέθηκε με ένα επιπόλαιο τραύμα στο αυτί να απολαμβάνει μεγάλες διαφορές στις δημοσκοπήσεις, την ίδια ώρα όμως η στρατηγική από την πλευρά των Δημοκρατικών, με το χρίσμα να περνά στην Κάμαλα Χάρις, τον ανάγκαζε να αλλάξει και ο ίδιος μία στρατηγική που μέχρι τότε απέδιδε. Οι τελευταίες 90 ημέρες σε πολιτικά γεγονότα μπορεί να πει κανείς πως έχουν ομοιότητες σε πυκνότητα με τον Αύγουστο του 1974 και την παραίτηση του τότε προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον υπό το βάρος των αποκαλύψεων του σκανδάλου Watergate – και μάλιστα χωρίς αυτό να είναι υπερβολή. Αλλαγές όμως έχουν καταγραφεί -και μάλιστα σημαντικές- και στα ενδότερα των δύο μεγαλύτερων πολιτικών πόλων της Αμερικανικής Δημοκρατίας.

Η Κάμαλα Χάρις και το επιτελείο της αποφάσισαν να πάρουν κάποιες δύσκολες αποφάσεις και να απομακρυνθούν από τις πολιτικές του Τζο Μπάιντεν που με τη στάση, την παρουσία και την υπογραφή της αντιπροέδρου η Χάρις στήριξε και υπερασπίστηκε. Στον αντίποδα, ο Τραμπ αποφάσισε και ο ίδιος να χαράξει έναν νέο δρόμο, στον οποίο έχει αφήσει το επιτελείο του να τρέχει μία καμπάνια με ξεκάθαρη στόχευση και πρόσημο, την ώρα που ο ίδιος εμφανίζεται να ακολουθεί τη δική του αποκλειστικά -γνωστή σε τόνο και ύφος- τακτική. Στις δύο προηγούμενες απόπειρες -μία επιτυχημένη και μία αποτυχημένη- για την προεδρία ο λόγος του Τραμπ ήταν απαίτηση και ολόκληρος ο επικοινωνιακός μηχανισμός των Ρεπουμπλικάνων είχε συσπειρωθεί πίσω από τα «θέλω» του 45ου προέδρου των ΗΠΑ.

usa__2_

Η μάχη της οικονομίας

Η στροφή της Χάρις και τα ρίσκα του Τραμπ

Παρά τις αλλαγές και τα εξόχως πυκνά γεγονότα, Κάμαλα Χάρις και Ντόναλντ Τραμπ συγκρούονται πολιτικά και προσωπικά σε έναν αγώνα που περιέχει μεταξύ όλων των άλλων και μάχη προγραμμάτων και χαρακτήρων. Το πρόγραμμα της Χάρις και αυτό του Τραμπ δημιουργούν όμως περισσότερη σύγχυση, ειδικά στους αναποφάσιστους, από αυτή που τα επιτελεία των δύο κομμάτων θα επιθυμούσαν, κι αυτό γιατί η Χάρις δεν δίστασε να αφομοιώσει και να τροποποιήσει πολιτικές ειδικά στον τομέα της οικονομίας, τις οποίες «διαφημίζουν» εδώ και καιρό οι Ρεπουμπλικάνοι, και ο Τραμπ δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να απευθυνθεί ακόμη και σε κοινωνικές ομάδες, όπως η LGBTQ κοινότητα, στις οποίες τα ποσοστά δημοτικότητάς του θα μπορούσαν να είναι ακόμη και με αρνητικό πρόσημο – εάν υπήρχε τέτοια κλίμακα μέτρησης.

Το γεγονός πως κυρίως ο Τραμπ αποφάσισε αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή να εμφανίσει μία πτυχή του εαυτού του που δεν γνωρίζαμε παρά τη διαχρονική υπερέκθεσή του στη δημοσιότητα, αυτή της προσαρμοστικότητας, δείχνει και το μέγεθος όσων διακυβεύονται. Τα προγράμματα του «ελέφαντα» και του «γαϊδουριού» είναι, όπως συνηθίζεται στις προεδρικές εκλογές, μακροσκελή και πολυσέλιδα. Οι ΗΠΑ είναι η χώρα του «μεγάλου» και αυτό σε μία κοινωνία που έχει φτάσει στο σημείο σήμερα να απαιτεί απαντήσεις από το πολιτικό της προσωπικό δεν είναι και πολύ βοηθητικό. Τα βασικά δεδομένα και στα τρία πάντως προγράμματα είναι εφικτό να συμπτυχθούν σε τρεις κυρίως τομείς, όσες και οι βασικές ανησυχίες της πλειοψηφίας της αμερικανικής κοινωνίας: οικονομία, μεταναστευτικό, ανοιχτά πολεμικά μέτωπα.

Το μέτωπο της οικονομίας

Η οικονομία είναι μία διαχρονική-παραδοσιακή ανησυχία για κάθε Αμερικανό πολίτη. Οι ΗΠΑ δεν είναι τυχαία άλλωστε η ισχυρότερη οικονομία στον πλανήτη. Για τους πολίτες των ΗΠΑ ο πληθωρισμός, η ακρίβεια στα βασικά αγαθά διαβίωσης και η ανεργία είναι λέξεις που είναι συνώνυμες του προβλήματος. Αντίστοιχα για τις επιχειρήσεις, τα υψηλά επιτόκια δανεισμού, η άνοδος στις τιμές των πρώτων υλών, η μεγάλη φορολογία και η αύξηση της κρατικής ανάμειξης στον ιδιωτικό τομέα ισοδυναμούν με κακούς δείκτες αποδοτικότητας, απολύσεις και ευμετάβλητους χρηματιστηριακούς δείκτες. Οχι, όλα τα παραπάνω δεν συμβαίνουν σήμερα ή στο διάστημα μετά την πανδημία στις ΗΠΑ, αλλά είναι δεδομένο πως υπάρχουν ζητήματα που απαιτούν απαντήσεις.

Η στροφή της Χάρις

Στον οικονομικό τομέα η Κάμαλα Χάρις και το επιτελείο της, ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα της 5ης Νοεμβρίου, κατέβαλαν σημαντική προσπάθεια. Οι Δημοκρατικοί αντιλήφθηκαν πως είναι αδύνατο να «πιάσουν» τον Τραμπ εάν δεν είχαν αντίλογο στην οικονομία και για να συμβεί αυτό δεν δίστασαν να αποστασιοποιηθούν από τις πολιτικές του ανθρώπου που θα είναι πρόεδρος μέχρι και τις αρχές Ιανουαρίου. Το στίγμα η Κάμαλα Χάρις το έδωσε από την ομιλία της στο συνέδριο του κόμματος τον περασμένο Αύγουστο, όταν και ξεκαθάρισε πως η αλλαγή πρέπει να ξεκινήσει από τα σημεία στα οποία οι Δημοκρατικοί «χωλαίνουν» – και μάλιστα επί μακρόν.

Στην εκστρατεία της έδωσε έμφαση σε τέσσερις δαπάνες που, εκτός από τη βενζίνη, απασχολούν τους Αμερικανούς.

Η πρώτη δαπάνη αφορά τα τρόφιμα, και ιδιαίτερα το ψωμί και το κρέας, των οποίων οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 50% τα τρία τελευταία χρόνια. Η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ έχει δεσμευτεί να καταπολεμήσει την αισχροκέρδεια. «Ο ανταγωνισμός είναι ο πνεύμονας της οικονομίας», αναφέρει διαρκώς σε ομιλίες και συνεντεύξεις της, και υπογραμμίζει πως «περισσότερος ανταγωνισμός σημαίνει χαμηλότερες τιμές», καθησυχάζοντας τις «ευαίσθητες» αγορές.

Η δεύτερη δαπάνη αφορά την υγεία. Εδώ, η Χάρις και ο Τζο Μπάιντεν επέβαλαν ήδη μείωση κατά 50% έως 75% στις τιμές των φαρμάκων που είναι απαραίτητα στους ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Αν εκλεγεί πρόεδρος, η Χάρις προτίθεται και να διαγράψει το ιατρικό χρέος των Αμερικανών που δεν μπόρεσαν να πληρώσουν την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη, μία από τις ελάχιστες δεσμεύσεις όμως που έχει δώσει αναφορικά με την οικονομία την οποία δεν έχει καταφέρει επαρκώς να στηρίξει και να δώσει στοιχεία για το από πού θα βρεθούν τα συγκεκριμένα κεφάλαια.

Η τρίτη δαπάνη αφορά το κόστος στέγασης, που εκτοξεύτηκε και στις ΗΠΑ λόγω του πληθωρισμού και της ανόδου των τιμών στα ακίνητα. Η Χάρις έχει προτείνει ένα πρόγραμμα κατασκευής σπιτιών με βοήθεια 25.000 δολαρίων σε όσους κάνουν εγκαίρως αίτηση. Το συγκεκριμένο μέτρο έχει αποφέρει καρπούς ειδικά στις κρίσιμες πολιτείες που δίνουν τα τελευταία 12 χρόνια πρόεδρο, οι οποίες αντιμετωπίζουν πολύ σημαντικό ζήτημα στέγασης.

Η τέταρτη αφορά τα παιδιά. Η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ θέλει να βοηθήσει τις οικογένειες με νεογέννητα. Στόχος της Χάρις με τα μέτρα στήριξης προς οικογένειες με νεογέννητα είναι ένας τεράστιος αριθμός Αμερικανών. Με βάση τα στοιχεία που δίνουν οι Δημοκρατικοί, τα συγκεκριμένα μέτρα στήριξης αφορούν περισσότερους από 100 εκατομμύρια πολίτες.

Για να τεκμηριώσει και να παρουσιάσει μία κοστολογημένη πρόταση στις ΗΠΑ η Χάρις έχει δεσμευτεί πως θα μειωθούν και τα ελλείμματα του κράτους που σήμερα βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ, ενώ έχει τονίσει δημόσια πως δεν θα αυξηθεί η φορολογία για όσα νοικοκυριά έχουν εισοδήματα μέχρι 400.000 δολάρια τον χρόνο. Αυτό αυτόματα φέρνει στο προσκήνιο ό,τι υπάρχει οικονομικά από τη μεσαία τάξη και επάνω στις ΗΠΑ, με τα μεγάλα κεφάλαια να εμφανίζονται διστακτικά στο να στηρίξουν την υποψήφια των Δημοκρατικών, αλλά τις επιχειρήσεις να υποστηρίζουν με πρωτοφανή ζέση την καμπάνια της δίνοντας σχεδόν 1 δισ. δολάρια σε χορηγίες μέσα σε τρεις μήνες.

Το ποσό είναι τεράστιο, ειδικά εάν αναλογιστεί κάποιος πως ο Μπαράκ Ομπάμα το 2012, έχοντας ένα πρωτοφανές υποστηρικτικό ρεύμα στο πλευρό του, σε καμπάνια ενός έτους συγκέντρωσε κάτι περισσότερο από 750 εκατ. δολάρια. Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση φορολογίας που θα μπορέσει να στηρίξει το οικονομικό πρόγραμμα της Χάρις αγγίζει το 40% εάν υλοποιήσει όλες τις δεσμεύσεις, ποσοστό που και φαντάζει και είναι τρομακτικό.

usa

Με ρίσκο και bitcoin το πρόγραμμα Τραμπ

Ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει να επεκτείνει σχεδόν όλες τις διατάξεις του νόμου για τις φορολογικές περικοπές του 2017, ένα από τα «διαμάντια» όπως έχει ο ίδιος χαρακτηρίσει τον συγκεκριμένο νόμο, της πρώτης θητείας του. Το κόστος θα αυξηθεί περαιτέρω εάν εφαρμόσει μια σειρά άλλων μέτρων, όπως η κατάργηση του ανώτατου ορίου των 10.000 δολαρίων στις ομοσπονδιακές και τοπικές φορολογικές εκπτώσεις και η αποκατάσταση της ικανότητας των εταιρειών να αφαιρούν αμέσως τις επενδύσεις σε εξοπλισμό και έρευνα, όπως προτείνει στα οικονομικά του σχέδια. Συνολικά, αυτό θα κόστιζε σχεδόν 5,4 τρισ. δολάρια υπογραμμίζουν οικονομικοί αναλυτές, σημειώνοντας πως είναι μία κίνηση με σημαντικό κίνδυνο και ρίσκο.

Ο επικεφαλής των Συντηρητικών υποσχέθηκε επίσης να τερματίσει τους φόρους στα φιλοδωρήματα, στις υπερωρίες και στα επιδόματα κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και να μειώσει τον εταιρικό φορολογικό συντελεστή στο 15% για τις εγχώριες βιομηχανίες. Αυτά τα μέτρα θα μειώσουν τα έσοδα κατά 3,8 τρισ. δολάρια. Στη λίστα Τραμπ περιλαμβάνονται επίσης αυξημένες δαπάνες για την ενίσχυση του στρατού, την ασφάλεια των συνόρων και την απέλαση μη παράτυπων μεταναστών, τη θέσπιση μεταρρυθμίσεων στέγασης και την παροχή περισσότερης υποστήριξης για υγειονομική περίθαλψη, μακροχρόνια περίθαλψη και φροντίδα.

Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα πει ότι οι νέοι δασμοί που θέλει να επιβάλει -10% ή 20% σε κάθε ξένη εισαγωγή που έρχεται στις ΗΠΑ, καθώς και δασμοί άνω του 60% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές- θα χρηματοδοτούσαν τις παροχές που υπόσχεται. Εσχάτως μάλιστα -ίσως και επηρεασμένος από τον στενότερο σύμμαχο και χορηγό του, Ελον Μασκ- έφερε στο προσκήνιο και τα κρυπτονομίσματα, υπογραμμίζοντας πως «δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και να πολεμήσουμε το μέλλον. Οι ΗΠΑ θα είναι, εάν εκλεγώ, η κορυφαία σε κρυπτονομίσματα χώρα στον κόσμο». Το άνοιγμα σε αυτή την αγορά από έναν υποψήφιο πρόεδρο, εάν έχουν βάση οι δηλώσεις του, δεδομένα θα φέρει κλυδωνισμούς στο τραπεζικό σύστημα της χώρας.