Εν αναμονή κρίσιμων αποφάσεων από το Κοινοβούλιο!

Του Παναγιώτη Χατζηαποστόλου

Σύμφωνα με την πρόταση, η οποία συζητήθηκε και προχθές κατά την έκτακτη συνεδρία της επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, ως Αρχή Εξυγίανσης καθορίζεται ο Διοικητής της ΚΤ, ο Υπουργός Οικονομικών και η Γενική Ελέγκτρια.

Σε ότι αφορά το θέμα της Γενικής Ελέγκτριας, η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα Πέτρου Κληρίδη, ξεκαθαρίζει πως η Γενική Ελέγκτρια δεν μπορεί να εμπλακεί στην Αρχή Εξυγίανσης γιατί όπως σημείωσε δεν συνάδει με τις αρμοδιότητές της ενώ το προσωπικό δεν έχει την απαιτούμενη εμπειρογνωμοσύνη.


Διαβάστε επίσης: Εικόνες απείρου κάλλους στη Βουλή


Εισηγείται πως σε περίπτωση ανάμιξης τρίτου θεσμού στην Αρχή Εξυγίανσης, να είναι η εποπτική αρχή στο χρηματοπιστωτικό τομέα.

Στην έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, αποτυπώνεται η διαφωνία του Πανίκου Δημητριάδη ο οποίος κάλεσε τη Βουλή να διαβουλευτεί με την Τρόικα αφού υπάρχει κίνδυνος για το πρόγραμμα διάσωσης της Κύπρου, εξαιτίας του γεγονότος ότι ο νόμος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του μνημονίου.

Νωρίτερα σήμερα ωστόσο συμπεριέλαβαν και την πρόεδρο της επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για την τροποποίηση του νόμου για την Αρχή Εξυγίανσης. Η κ. Καλογηρου σε δηλώσεις της στο ΡΙΚ, δήλωσε ότι δεν είναι ενήμερη και πως θα περιμένει την γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.

Η εξέλιξη αυτή ήρθε, όπως προαναφέραμε, μετά την γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ότι δεν μπορεί να συμμετέχει στην Αρχή Εξυγίανσης η Γενική Ελέγκτρια, διότι δεν είναι διοικητική αρχή, ενώ το προσωπικό δεν έχει την απαιτούμενη εμπειρογνωμοσύνη. Μάλιστα στη γνωμάτευση του εισηγήθηκε την ανάμιξη εποπτικής αρχής στο χρηματοοικονομικό τομέα.

Να θυμίσουμε εξάλλου πως κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή Οικονομικών ο Αβέρωφ Νεοφύτου απέσυρε τις δυο από τις τρεις τροπολογίες που κατέθεσε κατά την έναρξη της συνεδρίας, με τις οποίες παραχωρούνταν στους καταθέτες – πιστωτές της «κακής» Λαϊκής οι μετοχές της Τράπεζας Κύπρου που κατέχει η τελευταία, καθώς και της αφαίρεσης των δικαιωμάτων ψήφου από τη διαχειρίστρια.

Στόχος της απόσυρσης των δύο τροπολογιών είναι να αποφευχθούν οι οποιεσδήποτε νομικές εμπλοκές που τυχόν να προκύψουν.