Επαναψηφίστηκε ο νόμος για τις άδειες οδήγησης

Όπως αναφέρθηκε στην Ολομέλεια από τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και Βουλευτή του ΔΗΚΟ, Αντώνη Αντωνίου, η Επιτροπή είχε επιφυλάξεις και προβληματισμούς για τη συνταγματικότητα του δικαιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας να αναπέμψει στη Βουλή νόμο για λόγους που αναφέρονται σε διατάξεις, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στον αναπεμφθέντα νόμο.

Παρ’ όλα αυτά, είπε ο κ. Αντωνίου, εισήγηση της Επιτροπής ήταν να γίνει αποδεκτή η αναπομπή, αλλά να γίνουν κάποιες τροποποιήσεις πριν την ψήφιση του νόμου.

Υπέρ της αποδοχής της αναπομπής και της ψήφισης του σχετικού νόμου τάχθηκαν 42 Βουλευτές από τα κόμματα ΔΗΣΥ, ΑΚΕΛ, ΚΣ ΕΔΕΚ και ΔΗΚΟ, ενώ κατά τοποθετήθηκαν 6 Βουλευτές (ΕΥΡΩΚΟ, Κίνημα Οικολόγων – Περιβαλλοντιστών, Γεώργιος Γεωργίου (ΔΗΣΥ), Γιώργος Βαρνάβα (ΕΔΕΚ) και ο Βουλευτής Αμμοχώστου Ζαχαρίας Κουλίας).

Πριν την ψηφοφορία στη συνεδρία της Ολομέλειας, ο Πρόεδρος της Βουλής, Γιαννάκης Ομήρου, κάλεσε την εκτελεστική εξουσία να στέλλει εγκαίρως παρόμοια εναρμονιστικά νομοσχέδια στη Βουλή.

Με την ψήφιση του νόμου γίνεται αποδοχή του πρώτου και του δεύτερου λόγου αναπομπής, οι οποίοι αφορούν την εξουσία του Εφόρου για έκδοση προσωρινής άδειας οδήγησης για τους πολίτες της Δημοκρατίας που διαμένουν στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και τον καθορισμό του ελάχιστου χρόνου εκπαίδευσης για τον ενδιαφερόμενο για συμμετοχή σε πρακτική δοκιμασία μηχανοκίνητου οχήματος, αντίστοιχα, όπως αυτοί προτείνονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Γίνεται, επίσης, αποδοχή του τρίτου λόγου αναπομπής για τα τέλη έκδοσης των διάφορων κατηγοριών αδειών και αντιγράφων αυτών με μειωμένο το ύψος των προτεινόμενων τελών, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, κάτι με το οποίο συμφώνησε ο γενικός διευθυντής του αρμόδιου Υπουργείου.

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συγκοινωνιών, σε συνεδρία της, που πραγματοποιήθηκε στις 7 Ιουνίου 2012, επανεξέτασε το νόμο, τον οποίο ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων στις 17 Μαΐου 2012 και ο οποίος αναπέμφθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κατ’ επίκληση του άρθρου 51.1 του Συντάγματος.

Με τον αναπεμφθέντα νόμο γινόταν τροποποίηση του νόμου περί άδειας οδήγησης, έτσι ώστε να εναρμονισθεί η κυπριακή νομοθεσία με την Οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2006 για την άδεια οδήγησης.

Στην επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας προς τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, ημερομηνίας 31ης Μαΐου 2012, για την αναπομπή, αναφερόταν ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν περιέλαβε στο άρθρο 2 του βασικού νόμου τον ορισμό της “έκρυθμης κατάστασης” ούτε στο άρθρο 45 του βασικού νόμου την πρόνοια για την επαναφορά της εξουσίας του Εφόρου Μηχανοκίνητων Οχημάτων για την έκδοση προσωρινής άδειας οδήγησης για τους πολίτες της Δημοκρατίας που διαμένουν στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.

“Η εξουσία αυτή”, όπως έγραφε στην επιστολή του ο Πρόεδρος, “είχε ενσωματωθεί στον Κανονισμό 43 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Κανονισμών με την τροποποίηση που είχε επιφέρει η ΚΔΠ 375/2003”.

” Με τη θέση σε ισχύ του Ν. 94(Ι)/2001 την 1η Μαΐου 2004″, είπε ο Πρόεδρος Χριστόφιας, “ο εν λόγω Κανονισμός καταργήθηκε εκ παραδρομής και το τροποποιητικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων προέβλεπε στο άρθρο 19(β) την επαναφορά της εξουσίας αυτής του Εφόρου με λεκτικό που ήταν παρόμοιο με τον καταργηθέντα Κανονισμό”.

Σύμφωνα με την επιστολή αναπομπής του νόμου, “η θεσμοθέτηση της εξουσίας θα συμβάλει στην ασφάλεια δικαίου και στον καθορισμό διά νόμου της αρμόδιας εκδίδουσας Αρχής”.

Περαιτέρω, ο Πρόεδρος δήλωνε ότι “η Βουλή των Αντιπροσώπων εισήγαγε στο άρθρο 21 του βασικού νόμου πρόνοια, σύμφωνα με την οποία `ο ενδιαφερόμενος για συμμετοχή σε πρακτική δοκιμασία μηχανοκίνητου οχήματος θα πρέπει να έχει υποβληθεί σε τουλάχιστον δέκα ώρες εκπαίδευση οδηγών, ενώ το νομοσχέδιο που υποβλήθηκε από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων δεν περιλάμβανε οποιαδήποτε πρόνοια σε σχέση με το ζήτημα αυτό”.

“Η νέα αυτή ρύθμιση”, όπως ανέφερε ο Πρόεδρος Χριστόφιας, “δεν ανταποκρίνεται στα Παραρτήματα V και VI της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ, που καθορίζουν τον ελάχιστο χρόνο των επτά ωρών εκπαίδευσης μόνον για τις περιπτώσεις που το αυτοκίνητο και το ρυμουλκούμενό του (ως σύνολο συζευγμένων οχημάτων) υπερβαίνουν τα 3.500 κιλά ή για τις μοτοσικλέτες της κατηγορίας Α”.

“Η επιβολή της υποχρέωσης εκπαίδευσης οδηγών για δέκα ώρες για όλες τις κατηγορίες οχημάτων βαίνει πέραν του ρυθμιστικού πεδίου της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ”, σύμφωνα με την επιστολή του Προέδρου Χριστόφια.

Περαιτέρω, συνέχιζε ο Πρόεδρος, “η εφαρμογή μιας τέτοιας πρόνοιας απαιτεί τον καθορισμό του στόχου και του περιεχομένου των μαθημάτων, των προσώπων/οργανισμών που προσφέρουν την επιμόρφωση αυτή και των προϋποθέσεων λειτουργίας τους, καθώς και του τρόπου άσκησης εποπτείας επί αυτών”.

Ο τρίτος λόγος της αναπομπής αφορά τη μη ψήφιση των νέων τελών για την έκδοση των διάφορων κατηγοριών αδειών και αντιγράφων τους.

“Η ψήφιση των τελών”, δήλωνε ο Πρόεδρος, “αποτελεί προϋπόθεση για την πρακτική εφαρμογή του Νόμου, για να καταστεί εφικτή η κάλυψη του κόστους που συνεπάγεται η έκδοση της άδειας οδήγησης σε ειδική πλαστική κάρτα”.

Στο πλαίσιο της επανεξέτασης του θέματος από την Επιτροπή Συγκοινωνιών, τόσο ο Πρόεδρος αυτής όσο και τα Μέλη της επανέλαβαν τη θέση, όπως αυτή εκφράσθηκε κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου, ότι, λόγω των πιεστικών χρονοδιαγραμμάτων που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έθεσε στην Κυπριακή Δημοκρατία εξ αιτίας της καθυστέρησης στην ψήφιση της υπό αναφορά νομοθεσίας, προωθήθηκε στην Ολομέλεια του σώματος για ψήφιση μόνον το μέρος του νομοσχεδίου που αφορούσε εναρμόνιση με την προαναφερόμενη Οδηγία, ενώ τα υπόλοιπα ζητήματα, τα οποία χρήζουν ενδελεχούς μελέτης, η Επιτροπή επιφυλάχθηκε να τα συζητήσει σε μεταγενέστερη συνεδρία της το συντομότερο δυνατό.