Φάκελλος Γιωρκάτζη: Από την καταξίωση στην απομυθοποίηση

Πως η «ισχυρά» κυρία της κυπριακής οικονομίας βρέθηκε από το ζενίθ στο ναδίρ

Η Χρυστάλλα Γιωρκάτζη αποτελεί μια από τις πλέον αναγνωρίσιμες προσωπικότητες της κυπριακής πραγματικότητας. Ένα πρόσωπο που τυγχάνει άλλοτε της απόλυτης στήριξης και άλλοτε της καθολικής κατακραυγής. Η μόνη σταθερά στην ενασχόληση της με τα κοινά, είναι πως πάντα βρίσκει τρόπο να «επιβιώνει». Όπως ακριβώς φαίνεται πως γίνεται και τώρα.

Η αρχή των πάντων:

Γεννηθείσα στην Αμμόχωστο το 1956, η νυν Διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας βίωσε την αποτρόπαια τουρκική εισβολή ούσα 18 ετών.  Ήταν μάλιστα η χρονιά που ετοίμασε βαλίτσες για τις σπουδές της στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Αθήνα από όπου και έλαβε πτυχίο στα οικονομικά. Ακολούθησε η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου  στα Οικονομικά και Οικονομετρία από το Πανεπιστήμιο του Southampton στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μάλιστα δεν έμεινε μέχρι εκεί, μιας και το 1982 απέκτησε και τίτλο Μάστερ από το Πανεπιστήμιο του Chicago των Η.Π.Α.

Στο λυκαυγές της δεκαετίας του 1980, ήδη η κα Γιωρκάτζη λογιζόταν ως μια από τις ελάχιστες γυναικείες παρουσίες με τόσες μεγάλες γνώσεις της οικονομίας. Αυτός ήταν εξάλλου και ο λόγος που επί προεδρίας Σπύρου Κυπριανού διορίστηκε στο Υπ.Οικονομικών το 1981, ως  Οικονομικός Λειτουργός. Η ανέλιξη της ήταν από τότε ραγδαία, φτάνοντας στην χρονιά ορόσημο για την ίδια, το 1998 όταν και της ανατέθηκε το αξίωμα της Γενικής Ελέγκτριας του κράτους από τον τότε Πρόεδρο Γλ.Κληρίδη. Σε μια Κύπρο που θεωρείτο ως ανδροκρατούμενη, η επιτυχία αυτή της κας Γιωρκάτζη θεωρήθηκε τότε νίκη έναντι των στερεοτύπων.

Το μεγάλο άλμα:

Η οικονομική κρίση του 2013 είχε συμπαρασύρει όλο το κυπριακό οικοδόμημα στα εξ ων συνετέθη. Το κράτος έμοιαζε ανήμπορο να διαχειριστεί τις νέες πραγματικότητες μετά το κούρεμα καταθέσεων και την υπαγωγή του στο μηχανισμό στήριξης. Μέσα στον γενικότερο αναβρασμό, ο τότε Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, Πανίκος Δημητριάδης, υποβάλει την παραίτηση του τον Μάρτιο του 2014, δυο μόλις χρόνια μετά τον διορισμό του από τον Δ.Χριστόφια. Ο ίδιος με δηλώσεις του την περίοδο εκείνη αποδίδει τους λόγους της απόφασης του σε δυσκολία συνεργασίας με το Διοικητικό Συμβούλιο της Κεντρικής Τράπεζας, επικαλούμενος ταυτόχρονα προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους.

Η πραγματικότητα όμως φαίνεται να ήταν εντελώς διαφορετική. Η κριτική που του ασκήθηκε από την κυβέρνηση για τους χειρισμούς του στο θέμα της Λαϊκής Τράπεζας κατά το έτος 2012 ήταν εντονότατη, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που του απέδωσαν μέχρι και πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτό που κατ’ουσίαν φαίνεται να ίσχυε ήταν η αδυναμία σύμπραξης του κ.Δημητριάδη με τον Ν.Αναστασιάδη.

Τα σενάρια διαδοχής του ήταν πάρα πολλά, αλλά όπως ορίζει ο κανονισμός, ο θεσμός του Διοικητού της Κεντρ.Τράπεζας ως ανεξάρτητος, απαιτεί το διορισμό αποκλειστικά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το όνομα της μέχρι τότε Γενικής Ελέγκτριας έπαιζε δυνατά στα δημοσιογραφικά στέκια, με τις πληροφορίες να αναφέρουν την εμπιστοσύνη που απολάμβανε η κα Γιωρκάτζη από τον Ν.Αναστασιάδη ως άτομο ικανό και δυναμικό, με τις απαραίτητες πάντα γνώσεις επί οικονομικών θεμάτων να τη συνοδεύουν.

Τα σενάρια σε κάθε περίπτωση επιβεβαιώθηκαν πανηγυρικά, όταν και στις 11 Απριλίου του 2014, η Χ.Γιωρκάτζη ανέλαβε με πάσα επισημότητα α καθήκοντα της ως Διοικητού της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. Στις πρώτες τις επίσημες τοποθετήσεις μάλιστα, προέταξε τη συνεργασία ως απαραίτητο συστατικό της ηρεμίας, και επιτυχίας στο δύσκολο έργο που αναλάμβανε.

Η κρίση του συμβολαίου και το ασυμβίβαστο:

Η αλήθεια είναι πως ως Γενική Ελέγκτρια η κα Γιωρκάτζη παρουσίαζε ένα εκ διαμέτρου αντίθετο προφίλ από το διάδοχο της Ο.Μιχαηλίδη. Διατηρούσε πάντοτε χαμηλούς τόνους, απέφευγε τις δημόσιες και από αέρος αντιπαραθέσεις, ως επίσης απείχε από τις τοποθετήσεις επί των θεμάτων που εξέταζε. Αυτό που την έκανε να ξεχωρίσει στα χρόνια εκείνα, είναι η αποκάλυψη των σκανδάλων και η έκθεση των παθογενειών ενός διαβρωμένου πολιτικού συστήματος στην Κύπρο. Αλλά αυτό γινόταν κατά βάση σε ετήσια βάση και όταν παρέδιδε τις εκθέσεις της στον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κατά τις νενομισμένες ετήσιες συναντήσεις τους.

Τόσο ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, όσο και η κοινή γνώμη περίμεναν, πως η κα Γιωρκάτζη θα λειτουργούσε κατά τον ίδιο άμεμπτο τρόπο και στα νέα της καθήκοντα. Παρόλα αυτά, δεν άργησε να ξεσπάσει η πρώτη κρίση, η οποία μάλιστα ήταν και εκκωφαντική. Αφορμή το συμβόλαιο που η ίδια υπέγραψε, αλλά και κατά πως φαίνεται, αυτοβούλως τροποποίησε.

Το όλο θέμα με την τροποποίηση του συμβολαίου, έφτασε μέχρι και την επιτροπή θεσμών της Βουλής, εμπλέκοντας ταυτόχρονα, την Διοικητή της Κεντρ.Τράπεζας, τον Γεν.Εισαγγελέα, αλλά και τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σε παρουσία της ενώπιον της επιτροπής, η κα Γιωρκάτζη δήλωσε μάλιστα πως εκείνη προχώρησε στην τροποποίηση του συμβολαίου της χωρίς να ενημερώσει εκ των προτέρων τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Κατά την τοποθέτηση της μάλιστα, προσπάθησε να εμπλέξει και το Προεδρικό, τονίζοντας χαρακτηριστικά πως όταν απέστειλε δια χειρός το τροποποιημένο συμβόλαιο, επεσήμανε την διαφοροποίηση σε χειρόγραφο σημείωμα, ένα σημείωμα το οποίο δεν έχει διευκρινιστεί κατά πόσο υφίσταται ή όχι.

Προς τι αποσκοπούσε όμως η μονομερής αλλαγή του συμβολαίου της κας Γιωρκάτζη; Όπως αποδείχθηκε εκ των υστερών, το δικηγορικό γραφείο του πρώην συζύγου της, είχε αναλάβει τη νομική εκπροσώπηση του πρώην προέδρου της Λαϊκής Τράπεζας Ανδρέα Βγενόπουλου στη διαμάχη εναντίον του κράτους. Στο συγκεκριμένο γραφείο, την περίοδο εκείνη εργοδοτείτο και η θυγατέρα της Διοικητού. Καθίστατο ολοφάνερο πως ετίθετο άμεσα θέμα ασυμβίβαστου στη συγκεκριμένη περίπτωση, και η Επιτροπή Θεσμών εξέταζε το κατά πόσο η τροποποίηση του συμβολαίου, αποσκοπούσε ακριβώς στο να παρακάμψει το συγκεκριμένο νομικό κώλυμα. Ήταν πλέον θέμα αρχής.

Η ρήξη με Αναστασιάδη:

Οργίλη ήταν η αντίδραση του ίδιου το Προέδρου της Δημοκρατίας μπροστά στις καταιγιστικές αυτές εξελίξεις, φτάνοντας στο σημείο μάλιστα μέσω γραπτής του δήλωσης στις 31 Οκτωβρίου 2014, να καταγγέλλει τη Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας για εξαπάτησή του και για ασυμβίβαστο και άνοιγε την πόρτα εξόδου της από το αξίωμά της.

Το όλο ζήτημα μονοπώλησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης μέχρι και το 2015. Χαρακτηριστική η δήλωση του τότε Κυβ.Εκπροσώπου Ν.Χριστοδουλίδη προς δημοσιογράφους  στις 15 Μαρτίου 2015, που ανακοίνωνε ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης θα ζητήσει από τον Γενικό Εισαγγελέα να εξετάσει τα δεδομένα για να ενεργοποιήσει τις συνταγματικές πρόνοιες για απομάκρυνση της κ. Γιωρκάτζη. «Ενημέρωσε ήδη σχετικά και τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι», όπως δήλωσε. Αξίζει να σημειωθεί πως η διάρκεια του συμβολαίου του Διοικητή της Κεντρικής είναι πενταετής, και δεν είναι αιρετός από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το όλο ζήτημα ήταν ήδη πολύ περίπλοκο.

Ο ίδιος ο κ.Αναστασιάδης έφτασε στο σημείο μέσω γραπτής του δήλωσης να τοποθετηθεί για το συγκεκριμένο ζήτημα. Η κ. Γιωρκάτζη, σημειώνεται στην δήλωση Αναστασιάδη, επέστρεψε στον διευθυντή του Γραφείου του το συμβόλαιο, «χωρίς οποιαδήποτε αναφορά περί αφαίρεσης διατάξεων, που άπτοντο του ασυμβίβαστου εκτέλεσης συγκεκριμένων καθηκόντων από συμφέροντα εξ αίματος συγγενών της». Ήταν πλέον ολοφάνερο πως δεν το γυαλί είχε πλέον ραγίσει οριστικά για ανάμεσα σε Πρόεδρο και Διοικητή. Η κρίση στην Κύπρο βάθαινε ακόμη περισσότερο.

Η ηχηρή απουσία στην κρίση του Συνεργατισμού:

Και ενώ για κάποιο λόγο το ζήτημα με το ασυμβίβαστο κόπασε αναίμακτα όπως τόσα και τόσα στον τόπο μας, ήρθε η κρίση στον Συνεργατισμό να επαναφέρει μνήμες 2014. Από την προεκλογική κιόλας περίοδο διαχεόταν στην κοινωνία  σενάρια περί κρίσης που θα ξεσπούσε στον Συνεργατισμό τους αμέσως επόμενους μήνες. Η προσπάθεια της κυβέρνησης και συγκεκριμένα του Υπουργού Οικονομικών Χ.Γεωργιάδη να παρουσιαστεί καθησυχαστικός, λειτούργησε ως ένα σημείο κατευναστικά, αλλά όπως έδειξε η πορεία των πραγμάτων, η αλήθεια δεν ήταν ακριβώς τέτοια.

Η εξαγορά ης Συνεργατικής από την Ελληνική Τράπεζας, και οι εγγυήσεις που η τελευταία αξίωνε από το κράτος για να ολοκληρώσει τη συμφωνία, απαιτούσαν νομοθετική ρύθμιση. Ο τόπος εισερχόταν σε μια νέα περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας, και οι καταθέτες κατέκλυζαν τα υποκαταστήματα των τραπεζών για να μαζέψουν τις καταθέσεις τους. Το σκηνικό ήταν ήδη τρομακτικό, και αυτό που ήταν επίσης έκδηλο ,ήταν η ηχηρή απουσία της Κεντρικής Τράπεζας από το προσκήνιο. Κατά την προσφιλή της τακτική, η κας Γιωρκάτζη παρέμενε άφαντη, ενώ για πολλούς, η παρουσία της στα τεκταινόμενα ενδεχομένως να άλλαζε και το ρου της ιστορίας.  Η ανεξάρτητη εποπτική αρχή του χρηματοπιστωτικού συστήματος, απουσίαζε προκλητικά από την καινοφανή κρίση που ξέσπασε στον τόπο.

Μόλις στις 16 Ιουλίου αποφάσισε μέσω συνέντευξης της δώσει σημεία ζωής, σε μια προσπάθεια να παρουσιαστεί ως καταδιωκόμενη και υποσκαπτόμενη. «Αυτό στην ουσία που ενοχλεί αυτούς που ανήκουν στο οργανωμένο κύκλωμα υπόσκαψης μου, είναι το ότι ξέρω πολλά για πολλούς» μια δήλωση που την επόμενη μέρα προσπάθησε να ανασκευάσει αισθανόμενη τους τριγμούς που είχε ήδη προκαλέσει. Προσπάθησε περαιτέρω να αντικρούσει όσους την κατηγορούσαν για ηχηρή απουσία όλο αυτό το διάστημα λέγοντας χαρακτηριστικά «ως Κεντρική Τράπεζα μέλημα μας ήταν να διασφαλίσουμε ότι θα ολοκληρωνόταν η διαδικασία χωρίς παρατράγουδα, κάτι το οποίο ευτυχώς επιτεύχθηκε».

Αυτό που έχει εξαιρετική σημασία, είναι πως τόσο το 2014 με το θέμα του ασυμβίβαστου, όσο και σήμερα με το Συνεργατισμό, η κα Γιωρκάτζη όταν βρίσκεται υπό «επίθεση» ανασύρει το χαρτί των επεμβάσεων στο έργο της και την μεθοδευμένη υπόσκαψη. Είναι φαίνεται ανακουφιστικό να παρουσιάζεται κάποιος ως το θύμα μιας πλεκτάνης, παρά ως μέτοχος ευθύνης σε αντιδεοντολογικές αλλά και ουσιαστικές αποφάσεις. Το μόνο σίγουρο είναι πως σε ένα χρόνο εκπνέει η ισχύς του συμβολαίου της στην Κεντρική Τράπεζα, και η ίδια φαίνεται ενήμερη πως δεν θα κληθεί για ανανέωση. Για την ίδια, φαίνεται να έχει κλείσει οριστικά ο κύκλος της αναγνώρισης και της επιβράβευσης.