ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
«Ισραηλινοί και Κύπριοι, αποτίνουμε σήμερα φόρο τιμής σε εκείνους τους Εβραίους ήρωες που φυλακίστηκαν στα βρετανικά στρατόπεδα κράτησης («κάμπους») στην Κύπρο και στους Κύπριους που τους βοήθησαν – στους Κύπριους που ήταν φάροι ανθρωπιάς και ευγένειας σε ένα σκληρό κόσμο και που συμπεριφέρθηκαν με γενναιοδωρία και ευγένεια, χωρίς να περιμένουν τίποτε ως ανταμοιβή». Αυτά είπε μεταξύ άλλων η Πρέσβειρα του Ισραήλ στη Λευκωσία Yael Ravia-Zadok, μιλώντας την περασμένη Τετάρτη (9 Νοεμβρίου 2016), σε μια ιστορική εκδήλωση, μπροστά από το Μνημείο Κυπρο-Ισραηλινής Φιλίας, στο στρατόπεδο Υπολοχαγού Βασιλείου Καποτά της Εθνικής Φρουράς, πρώην BMH (Βρετανικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο), στη Λευκωσία, όπου γεννήθηκαν εκατοντάδες Εβραιόπουλα, την τριετία 1946-49. Η τελετή αυτή, μνημονεύει την 70η επέτειο από τον Αύγουστο 1946, που οι Βρετανοί αποικιοκράτες, δημιούργησαν στις περιοχές Καράολου Αμμοχώστου και Δεκέλειας-Ξυλοτύμπου, στρατόπεδα κράτησης επιζώντων του Ολοκαυτώματος, στα οποία υποχρέωσαν να ζήσουν για τρία χρόνια έγκλειστοι 53 χιλιάδες Εβραίοι πρόσφυγες, μέχρι τον Φεβρουάριο 1949, που έκλεισαν οριστικά και επιτράπηκε από τους Βρετανούς στους τελευταίους κρατούμενους να φύγουν για το νεοσυσταθέν κράτος του Ισραήλ. Η Yael Ravia-Zadok, ανακοίνωσε ότι η Ισραηλινή πρεσβεία στη Λευκωσία, ανέλαβε από κοινού με τα Πανεπιστήμια Κύπρου και Χάϊφας, την πραγματοποίηση έρευνας για συγκέντρωση όλων των πληροφοριών σε σχέση με τη λειτουργία των βρετανικών στρατοπέδων κράτησης Εβραίων στην Κύπρο και για δημιουργία τρίγλωσσου ηλεκτρονικού αρχείου, γι’ αυτό το ιστορικό κεφάλαιο. «Κι αυτό, για να τιμήσουμε την ευγένεια του κυπριακού λαού και για να επιβεβαιώσουμε ότι οι σημερινοί νέοι της Κύπρου και του Ισραήλ, θα μάθουν για το ιστορικό αυτό κεφάλαιο και θα συνεχίσουν την κληρονομιά φιλίας μεταξύ των δύο λαών», τόνισε.
«Είμαστε μέρος της Ιστορίας»
Η εκδήλωση στο στρατόπεδο Καποτά, έγινε στην παρουσία του Υπουργού Άμυνας Χριστόφορου Φωκαϊδη και συνδιοργανώθηκε με πρωτοβουλία του Ισραηλινο-Κυπριακού Συνδέσμου Φιλίας στο Ισραήλ και της πρεσβείας της Κύπρου στο Ισραήλ και με τη στήριξη της πρεσβείας του Ισραήλ στην Κύπρο και του Υπουργείου Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην τελετή παρευρέθηκαν δεκάδες ηλικιωμένοι Ισραηλινοί, που την τριετία 1946-49, κρατήθηκαν φυλακισμένοι ή γεννήθηκαν στους «κάμπους» του Καράολου και της Δεκέλειας. Συνολικά 250 άτομα από το Ισραήλ δήλωσαν συμμετοχή σε αυτή την επίσκεψη που πραγματοποιείται σε δύο ομάδες, σε δύο διαφορετικές ημερομηνίες, για 6 μέρες η καθεμιά, αρχίζοντας από την 8η Νοεμβρίου 2016 και συνεχίζοντας την 15η Νοεμβρίου 2016.
«Για πολλούς από εσάς που γεννηθήκατε σε αυτό τον χώρο πριν 70 χρόνια, αυτό το ιστορικό κεφάλαιο είναι η προσωπική σας ιστορία», ανέφερε στην ομιλία της η Yael Ravia-Zadok. «Υπάρχει στον Ιουδαϊσμό, ένα ρητό που λέει ότι «αυτός που σώζει μια ψυχή, είναι σαν να σώζει ολόκληρο τον κόσμο». Εκείνη την τριετία 1946-49 υπήρχαν τόσοι πολλοί Κύπριοι που άπλωσαν το χέρι τους, άνοιξαν την καρδιά τους και πραγματικά έσωσαν τόσες πολλές εβραϊκές ψυχές, σώζοντας έτσι τον κόσμο! Υπάρχουν στιγμές στην Ιστορία που διδάσκονται σε ιστορικά βιβλία, αλλά σήμερα εδώ, μαζί με αυτή την υπέροχη ομάδα Ισραηλινών ηρώων που έζησαν στα στρατόπεδα κράτησης των Βρετανών στην Κύπρο, ή είναι παιδιά κρατουμένων στους βρετανικούς «κάμπους», νιώθω ότι είμαστε μέρος της Ιστορίας, ενώ αυτή γράφεται! Όλοι εμείς που είμαστε συγκεντρωμένοι σήμερα εδώ, γράφουμε ένα νέο κεφάλαιο στο βιβλίο της ζωής, το κεφάλαιο της επιστροφής του λαού των Εβραίων στη δική τους Γη του Ισραήλ. Ταυτόχρονα γράφουμε το βιβλίο της φιλίας των χωρών μας και των λαών μας. Οι σπόροι είχαν φυτευτεί τότε, εδώ…τώρα εξαρτάται από τη δική μας γενιά, να κρατήσουμε ακμαίο το δέντρο της φιλίας μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ».
Με τη δεύτερη ομάδα των Ισραηλινών πρώην κρατουμένων στους βρετανικούς «κάμπους» της Κύπρου, που φτάνουν στο νησί στις 15 Νοεμβρίου 2016, θα συναντηθεί η 27χρονη Κύπρια φοιτήτρια από το Λονδίνο, Ηλιάνα Χατζησάββα, που σπουδάζει Σύγχρονη Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Birmingham, στο πλαίσιο της διδακτορικής της διατριβής, για τη λειτουργία των βρετανικών στρατοπέδων κράτησης των Εβραίων προσφύγων την τριετία 1946-49.
Το ΑΚΕΛ στο πλάι των Εβραίων
Ο υπογράφων, συνόδευσα πρόσφατα την Ηλιάνα στη Λεμεσό, όπου πήραμε συνεντεύξεις από τον 93χρονο Νίκο Φλουρέντζο, πρώην στέλεχος του ΑΚΕΛ Αμμοχώστου, τον 90χρονο αρμενικής καταγωγής Ντιράν Κασσαπιάν και την 76χρονη Ιουλία Φουρουκλά, που μοιράστηκαν μαζί μας τις αναμνήσεις που έχουν για τους Εβραίους κρατούμενους στην Κύπρο από εκείνη τη μακρινή εποχή, μέσα από τις προσωπικές τους εμπειρίες.
«Το ΑΚΕΛ βοήθησε τους Εβραίους – όχι επίσημα, αλλά υπόγεια και κρυφά – επειδή ήταν αντιφασίστες, όπως ήταν και οι ακελιστές» μας είπε ο 93χρονος Νίκος Φλουρέντζος, γεννημένος το 1923 στον Άγιο Ηλία Καρπασίας, Δημοτικός Σύμβουλος ΑΚΕΛ Αμμοχώστου από το 1949-1964, Πρόεδρος της Νέας Σαλαμίνας απο το 1953-1973 και βουλευτής ΑΚΕΛ από το 1985-1991. Επιβεβαιώνει έτσι με τη δική του μαρτυρία, την ιστορική σχέση έμπρακτης συμπαράστασης του κόμματος αυτού, που ήταν η πιο οργανωμένη πολιτική δύναμη στο νησί εκείνη την εποχή, στους δεινοπαθούντες Εβραίους των «κάμπων» της αποικιοκρατούμενης Κύπρου. «Το 1946 που οι Εγγλέζοι δημιούργησαν τους «κάμπους» των Εβραίων», μας είπε, «ήμουν 23 χρόνων και ήταν ο χρόνος που παντρεύτηκα. Παράλληλα με τη δουλειά μου ως Εκτελεστικός Γραμματέας Ενώσεως Καταστηματαρχών Αμμοχώστου, έκανα και τον ανταποκριτή στην Αμμόχωστο, της εφημερίδας του ΑΚΕΛ, «Δημοκράτη», (θα έλεγα «πατέρα» της «Χαραυγής»), την οποία αργότερα έκλεισαν οι Εγγλέζοι. Η πρώτη μου επαφή με τους Εβραίους του Καράολου, έγινε λίγους μήνες μετά την εγκατάσταση των κρατουμένων, όταν η Βρετανική Διοίκηση προσκάλεσε στον «κάμπο», δημοσιογράφους για να τους επιδείξει το «έργο» της. Ανάμεσα σε αυτούς, θυμάμαι τον ανταποκριτή της «Ελευθερίας» μ. Ζαχαρία Κληρίδη και τον Χατζηπαυλή, ανταποκριτή του «Cyprus Mail». Προφανώς οι κρατούμενοι ήθελαν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία της παρουσίας δημοσιογράφων για να κάνουν ευρύτερα γνωστό το πρόβλημά τους κι έτσι τη μέρα και την ώρα της επίσκεψής μας, έκαναν διαδήλωση διαμαρτυρίας, με αίτημα να διαλυθεί το στρατόπεδο και να τους επιτραπεί να πάνε στην Παλαιστίνη. Μια νεαρή κρατούμενη ήρθε κοντά μου και μου έδωσε γραμμένη σε μικρό κομμάτι χαρτί, την ταχυδρομική της διεύθυνση και με παρακάλεσε να στείλω γράμμα στους δικούς της, ότι ειναι καλά στον Καράολο. Την είδαν οι άλλοι κρατούμενοι, με πλησίασαν και γέμισαν κολλούδες οι τσέπες μου, για να ειδοποιήσω τους συγγενείς τους. Καθώς φεύγαμε απο το στρατόπεδο, οι διαδηλωτές έπεσαν πάνω στην πύλη του στρατοπέδου, αποτελούμενη από χοντρές δοκούς και την έριξαν κάτω. Όμως απέξω, υπήρχε άγημα της Αστυνομίας και τη στιγμή που οι κρατούμενοι έριξαν την πύλη, οι αστυνομικοί πυροβόλησαν με τα μαρτίνια τους, πάνω απο τα κεφάλια τους. Πέσαμε κάτω, με τις σφαίρες να σφυρίζουν πάνω απ’ τα κεφάλια μας, ενώ οι διαδηλωτές έκαναν πίσω και σε λίγο τερμάτισαν την εκδήλωση».
Οι νύχτες στον Λάξη
Την προσωπική του μαρτυρία για το πώς, άνθρωποι του ΑΚΕΛ βοήθησαν κρατούμενους Εβραίους να δραπετεύσουν απο τον Καράολο, μας έδωσε επίσης ο Νίκος Φλουρέντζος. «Κάποιοι Εβραίοι έσκαψαν σήραγγες που έβγαιναν έξω απο το στρατόπεδο και στην έξοδο, τους παραλάμβαναν άνθρωποι του ΑΚΕΛ με τους οποίους ήταν συνεννοημένοι και τους οδηγούσαν περπατητούς, στη διάρκεια της νύχτας, στον Λάξη, 2-3 χιλιόμετρα από την Αμμοχώστο, στο περβόλι του Σάββα Γεωργίου, Δημοτικού Σύμβούλου του ΑΚΕΛ στην Αμμόχωστο. Οι Εβραίοι φυγάδες έμεναν κρυμμένοι στο περβόλι του, μέχρι την επόμενη νύχτα, οπότε πήγαινε εκεί ο Κλάθκιας, της οικογένειας Κατσαντώνη απο τη Δερύνεια, με το λεωφορείο του, απο το οποίο αφαιρούσε τις μαξιλάρες και τους έβαζε χύμα στο λεωφορείο. Τους μετέφερε παραθαλάσσια, νότια του Βαρωσιού προς τη Δερύνεια, στην τοποθεσία Κουτσάπεννα, μεταξύ Δερύνειας και Αμμοχώστου. Εκεί ερχόταν ένα καϊκι ιστιοφόρο, προς το οποίο οι κρατούμενοι έστελναν μηνύματα με κλεφτοφάναρα, που στη συνέχεια τους παραλάμβανε και τους μετέφερε στο Ισραήλ».
Η Γιούλα και η Σαρίτα
Έξι χρόνων ήταν η συγγραφέας Ιουλία (Γιούλα) Φουρουκλά απο τον Άγιο Λουκά Αμμοχώστου, όταν το 1946 ανεγέρθηκε απο τους Βρετανούς ο «κάμπος» του Καράολου, περίπου ένα χιλιόμετρο απο το σπίτι της και θυμάται να περνά απέξω κάποιες φορές, σε περιπάτους με τον παππού της, χωρίς να γνωρίζει την τραγωδία που βίωναν οι χιλιάδες κρατούμενοι πίσω απο τα συρματοπλέγματα. Θυμάται ακόμα ότι μετά το 1949 που έκλεισε ο «κάμπος», πήγαινε εκεί και έπαιζε με συνομήλικούς της, πριν ανεγερθεί βρετανικό στρατόπεδο στον τεράστιο άδειο χώρο. Έμελλε στα 12 της χρόνια, το 1952, να γνωριστεί με τη Σαρίτα, μια νεαρή Εβραία, περίπου δέκα-δεκαπέντε χρόνια μεγαλύτερή της, σύζυγο του πλούσιου Εβραίου επιχειρηματία Σάντος που ζούσε μαζί του στην Αμμόχωστο και που υπήρξε κρατούμενη του «κάμπου» του Καράολου. (Τόσο η Σαρίτα, όσο και ο Σάντος, έχουν πια πεθάνει). Ο Σάντος είχε εγκατασταθεί στην Κύπρο πριν απο τον πόλεμο, είχε μεγάλο περιβόλι εσπεριδοειδών και επισκεπτόταν συχνά τον Καράολο, προσφέροντας δωρεάν πορτοκάλια και άλλα φρούτα, στους κρατούμενους. Μετά που η Σαρίτα εξέφρασε στη Διοίκηση του Καράολου, την επιθυμία της να μείνει στην Κύπρο να εργαστεί, αντί να σταλεί στην Παλαιστίνη, ο Σάντος προθυμοποιήθηκε να τη βοηθήσει και την πήρε στο σπίτι του στην Αμμόχωστο. Περίπου 6-7 χρόνια αργότερα και αφού είχαν ερωτευτεί ο ένας τον άλλο, παντρεύτηκαν. «Κοντά στη Σαρίτα, έμαθα να μιλώ αγγλικά, καλούς τρόπους και με βοήθησε να πάω στο Γυμνάσιο», μας είπε η κυρία Φουρουκλά. Η μικρή, ευαίσθητη και ρομαντική Γιούλα, βρήκε κοντά στη Σαρίτα, που είχε ζήσει τη φρίκη του Ολοκαυτώματος και είχε επιβιώσει του χιτλερικού στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Άουσβιτς, μια δεύτερη μητρική αγάπη. Συνδέθηκε μαζί της με μια δυνατή και παντοτινή φιλία, καρπός της οποίας είναι το συγκλονιστικό μυθιστόρημά της του 2010, «Άουσβιτς, στα φτερά των πεταλούδων», που όπως μας είπε, το έγραψε μετά που επισκέφθηκε στην Πολωνία, το Άουσβιτς, μαζί με τη Σαρίτα. «Εμπνεύστηκα», μας είπε, «τον τίτλο του βιβλίου μου, απο το γεγονός ότι σε ένα τοίχο του Άουσβιτς, μικρές έγκλειστες Εβραιοπούλες, όπως η Σαρίτα, είχαν ζωγραφίσει με κιμωλία πεταλούδες, πιστεύοντας ότι όταν πεθάνουν, η ψυχούλα τους θα καθήσει σε μια πεταλούδα και θα ταξιδέψει να βρει τους γονείς τους». Σε ώριμη πια ηλικία, η Ιουλία Φουρουκλά, μητέρα τεσσάρων γιων, όλων επιτυχημένων επιχειρηματιών και επιστημόνων στην Κύπρο και στο εξωτερικό, έγραψε εκτός απο το προαναφερόμενο βιβλίο, την ποιητική συλλογή «Ο ήχος της σιωπής» και τα μυθιστορήματα «Το μυστικό των γρανιτένιων βράχων» και «Οι ξεχασμένοι άγγελοι».
Στην Ιταλία και στη Ροδεσία
Η γνωριμία και η φιλία της Γιούλας και της Σαρίτας, αναπτύχθηκε κάτω απο πραγματικά μυθιστορηματικές συνθήκες, αφού η Σαρίτα είχε βρεθεί στον «κάμπο» του Καράολου, μετά που συνελήφθη από τους Βρετανούς, με άλλους Εβραίους πρόσφυγες, σε πλοίο κατευθυνόμενο απο την Ιταλία, στην Παλαιστίνη. Είχε πάει στην Ιταλία μετά το τέλος του Πολέμου για να συναντήσει τους γονείς ενός νεαρού Ιταλού, επίσης αιχμάλωτου στο Άουσβιτς, του Λουτσιάνο, με τον οποίο είχε συνδεθεί με ένα δυνατό, πλατωνικό έρωτα, στη διάρκεια του εγκλεισμού τους. Ο Λουτσιάνο είχε σκοτωθεί έξω απο το Άουσβιτς, απο γερμανικά πυρά, ενώ προσπαθούσε μαζί με τη Σαρίτα, να ξεφύγουν απο τους Γερμανούς διώκτες τους και η κοπέλα υλοποίησε την επιθυμία του να επισκεφθεί εκείνη τους γονείς του, στην πατρίδα του. Έμεινε μαζί τους μέχρι που γέννησε την κόρη της Άννα, καρπό των πειραμάτων, στα οποία υποβαλλόταν στο Άουσβιτς. Από την Ιταλία έφυγε, αφού άφησε το κοριτσάκι στους γονείς του Λουτσιάνο, που είχαν την εντύπωση ότι ήταν παιδί του γιου τους. Το 1957, στα 17 της χρόνια, η Γιούλα επισκέφθηκε μαζί με τη Σαρίτα, τους γονείς του Λουτσιάνο και την Άννα στην Ιταλία και επιστρέφοντας με πλοίο στην Κύπρο, τις περίμενε στο λιμάνι Αμμοχώστου ο Σάντος, μαζί με ένα 30χρονο φίλο και συνεργάτη του, τον Κύπριο της Ροδεσίας Ανδρέα Φουρουκλά, απο την Κερύνεια. Μερικούς μήνες μετά, η Γιούλα και ο Ανδρέας παντρεύτηκαν και έφυγαν μαζί στην Αφρική, ξεκινώντας την κοινή ζωή τους, που διήρκεσε μέχρι το 2004 και τον θάνατου εκείνου, απο καρκίνο.
Ο Γερμανός αιχμάλωτος πολέμου
Η προσωπική μαρτυρία που έδωσε στην Ηλιάνα Χατζησάββα ο αρμενικής καταγωγής 90χρονος Ντιράν Κασσαπιάν, επίσης κάτοικος Λεμεσού, γεννημένος το 1926 στη Λάρνακα απο γονείς πρόσφυγες απο τη Μερσίνα της Τουρκίας, αφορά τη γνωριμία του, όχι με Εβραίους των βρετανικών «κάμπων», αλλά με Γερμανούς αιχμάλωτους του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, που οι Βρετανοί μετέφεραν στην Κύπρο το 1946, για να κτίσουν τους κάμπους! Ο κ. Κασσαπιάν, που έχει μια καταπληκτικά ζωντανη μνήμη, αλλά και ένα σπάνιο αρχείο με φωτογραφίες, σημειώσεις, ακόμα και τιμολόγια και αεροπορικά εισιτήρια απο ταξίδια του εκείνων των χρόνων, κατατάγηκε στα 18 του για δύο χρόνια, το 1944-1946, στη Βρετανική Πολεμική Αεροπορία, όπου εργάστηκε ως «υπάλληλος γενικών καθηκόντων» (clerk general duties), υπηρετώντας στην Παλαιστίνη. Μετά την αποστράτευσή του, εργάστηκε ως «checker» στη Δεκέλεια, «με μισθό οκτώ σελίνια την ημέρα» και εκεί γνώρισε Γερμανούς αιχμάλωτους που έκτιζαν τον «κάμπο» της Ξυλοτύμπου-Δεκέλειας. Όπως μας είπε, μαζί τους εργάζονταν και Ελληνοκύπριοι εργάτες από τη Ξυλοτύμπου και την Ορμήδεια. Πρόσθεσε ότι απαγορευόταν στους υπαλλήλους των Βρετανών, να έρχονται σε επαφή με τους Εβραίους κρατουμένους και έτσι ο ίδιος δεν γνώρισε προσωπικά, οποιονδήποτε από αυτούς. «Όμως θυμάμαι έντονα», μας είπε με έκδηλη συγκίνηση και δακρυσμένος ο Ντ. Κασσαπιάν, «ένα Γερμανό αιχμάλωτο τον Ρόμπεν, ένα ωραίο και παιδί που ήξερε καλά αγγλικά και που συνομιλούσαμε συχνά. Μια μέρα, μου είπε ότι οι Εγγλέζοι απαγορεύουν στους Γερμανούς να γράψουν γράμμα στους δικούς τους και με παρακάλεσε να ταχυδρομήσω στη Γερμανία, ένα δικό του φάκελο. Μου είπε ότι δεν είχε μέσα γράμμα, ήθελε μόνο να ξέρουν οι δικοί του, τη διεύθυνσή του και ότι είναι ζωντανός. Πήρα τον φάκελο, πήγα στο ταχυδρομείο, κόλλησα πάνω, ένα γραμματόσημο για τρία γρόσια και το ταχυδρόμησα. Λίγο καιρό μετά, ο Ρόμπεν, μου είπε χαρούμενος ότι πήρε γράμμα από τη φίλη του και απο τους γονείς του. Με τον καιρό, έχασα τα ίχνη του και δεν τον ξαναείδα».