Η κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων μάλλον έχει το ίδιο αποτέλεσμα με το κάπνισμα

Επιστήμονας τονίζει πως οι συσκευασίες τους θα έπρεπε να πωλούνται με αντίστοιχες προειδοποιήσεις όπως αυτά στα πακέτα τσιγάρων

Τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα (Ultra-Processed Foods) έχουν καταλάβει πανηγυρικά τη θέση της υγιεινής διατροφής στη ρουτίνα πολλών ανθρώπων ανά τον κόσμο, παρά τις αυξανόμενες αποδείξεις για τους κινδύνους που ενέχουν.

Μάλιστα, η σοβαρότητα αυτών μοιάζει να είναι τεράστια καθώς ο καθηγητής Carlos Monteiro του Πανεπιστημίου του Σάο Πάολο αναφέρει πως στις συσκευασίες των υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων πρέπει να υπάρχουν αντίστοιχες προειδοποιήσεις όπως αυτά στα πακέτα τσιγάρων.

«Τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα ολοένα και αυξάνουν την κυριαρχία τους στις διατροφές των ανθρώπων παρά τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύουν όσον αφορά την πιθανότητα εμφάνισης πολλαπλών χρόνιων ασθενειών», εξηγεί ο ίδιος μιλώντας στον Guardian.

«Εκτοπίζουν πιο υγιεινά, λιγότερο επεξεργασμένα τρόφιμα σε όλο τον κόσμο. Επίσης οδηγούν στην πανδημία της παχυσαρκίας και άλλων χρόνιων ασθενειών που σχετίζονται με τη διατροφή, όπως ο διαβήτης», συμπληρώνει.

Έως και το 80% της διατροφής

Η αυστηρή προειδοποίηση έρχεται εν μέσω της ραγδαίας αύξησης της παγκόσμιας κατανάλωσης UPF, όπως δημητριακά, μπάρες πρωτεΐνης, ανθρακούχα ποτά, έτοιμα γεύματα και fast food.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, περισσότερο από το ήμισυ της μέσης διατροφής αποτελείται πλέον από υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα.

Για ορισμένους, ιδίως για τους νεότερους, τους φτωχότερους ή τους ανθρώπους που προέρχονται από μειονεκτικές περιοχές, μια διατροφή που περιλαμβάνει έως και 80% UPF είναι τυπική.

Το σύστημα κατατάσσει τα τρόφιμα και τα ποτά σε τέσσερις ομάδες: ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα, επεξεργασμένα γαστρονομικά συστατικά, επεξεργασμένα τρόφιμα και υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα.

«Χρειάζονται εκστρατείες δημόσιας υγείας»

Ο Monteiro δήλωσε στον Guardian ότι ανησυχεί τόσο πολύ για τον αντίκτυπο που έχουν τα UPF στην ανθρώπινη υγεία, ώστε οι μελέτες και οι ανασκοπήσεις δεν αρκούν πλέον για να προειδοποιήσουν το κοινό για τους κινδύνους για την υγεία.

«Χρειάζονται εκστρατείες δημόσιας υγείας, όπως αυτές κατά του καπνού, για να περιοριστούν οι κίνδυνοι των UPF», εξηγεί.

«Οι διαφημίσεις για UPF θα πρέπει επίσης να απαγορευτούν ή να περιοριστούν σε μεγάλο βαθμό, και θα πρέπει να εισαχθούν προειδοποιήσεις στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας παρόμοιες με αυτές που χρησιμοποιούνται για τα πακέτα τσιγάρων», επισημαίνει.

Και συνεχίζει: «Η πώληση των υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων στα σχολεία και τις υγειονομικές εγκαταστάσεις θα πρέπει να απαγορευτεί και θα πρέπει να υπάρξει βαριά φορολόγησή τους, με τα έσοδα που θα προκύψουν να χρησιμοποιούνται για την επιδότηση των φρέσκων τροφίμων».

Η σύγκριση με τον καπνό

Ο Monteiro στο επερχόμενο Συνέδριο Παχυσαρκίας στο Σάο Πάολο όπου θα παραχωρήσει ομιλία έχει σκοπό να αναφέρει ότι οι κολοσσοί  τροφίμων που εμπορεύονται UPF γνωρίζουν ότι, για να είναι ανταγωνιστικά, τα προϊόντα τους πρέπει να είναι πιο βολικά, πιο προσιτά και πιο νόστιμα από τα φρεσκομαγειρεμένα γεύματα.

«Για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, αυτά τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα πρέπει να έχουν χαμηλότερο κόστος παραγωγής και να υπερκαταναλώνονται», εξηγεί.

«Τόσο ο καπνός όσο και τα UPF προκαλούν πολυάριθμες σοβαρές ασθένειες και πρόωρη θνησιμότητα. Και τα δύο είναι παθογόνα εκ κατασκευής, οπότε η αναδιαμόρφωση δεν αποτελεί λύση», προσθέτει.

«Τα χρειαζόμαστε, απλά όχι σε μεγάλες ποσότητες»

Ωστόσο, η Dr Hilda Mulrooney, αναγνώστρια σε θέματα διατροφής και υγείας στο Μητροπολιτικό Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, δήλωσε ότι η σύγκριση των UPF με τον καπνό είναι «πολύ απλοϊκή».

«Δεν υπάρχει ασφαλές τσιγάρο, οπότε η απαγόρευσή του είναι σχετικά απλή, δεδομένου ότι ο κίνδυνος για την υγεία είναι πολύ σαφής», εξηγεί.

«Ωστόσο, χρειαζόμαστε μια σειρά από θρεπτικά συστατικά, συμπεριλαμβανομένων του λίπους, της ζάχαρης και του αλατιού, και έχουν πολλαπλές λειτουργίες στα τρόφιμα. Δεν είναι τόσο εύκολο να αναδιατυπωθούν ορισμένες κατηγορίες τροφίμων για να μειωθούν και δεν είναι το ίδιο με τον καπνό, επειδή χρειαζόμαστε φαγητό, απλώς όχι στις ποσότητες που καταναλώνουμε οι περισσότεροι από εμάς», καταλήγει η Mulrooney.

πηγή: in.gr