Η τράπεζα που «έκοψε» τον Ανδρέα για λιγότερα από 15.000…

{loadposition ba_textlink}

Είναι κι αυτός ένας από τους πολλούς νέους που αναζητούν κάτι το σταθερό σε ό,τι αφορά την επαγγελματική τους καριέρα. Κάτι καλό. Κάποια δουλειά που θα τους βοηθήσει να προχωρήσουν στη ζωή τους. Όχι μια δουλειά που θα τους επιτρέπει μόνο να φυτοζωούν.

Σκέφτηκε, λοιπόν, με έναν φίλο του να ανοίξουν επιχείρηση. Ένα μικρό ουζερί σε κεντρικό δρόμο της πρωτεύουσας. Για να μην μακρηγορώ, έκαναν επιχειρηματικό πλάνο, έρευνα αγοράς, αίτημα για βοήθεια (βλ. σχέδια επιδοτήσεων) και για να κάνουν το εγχείρημά τους, απέμενε το «ΟΚ» από τον τραπεζικό οργανισμό.

«Κάναμε όλα τα απαραίτητα χαρτιά, έρευνα βιώσιμότητας κι ό,τι άλλο φανταστείς. Με το ‘ΟΚ’ της τράπεζας θα βάζαμε μπρος» μου είχε εξηγήσει.

Τελικά η τράπεζα δεν απάντησε θετικά. Θα σκέφτεστε ότι ο Ανδρέας θα ζήτησε κάποιο εξωφρενικό ποσό. Αμ δε… Το ποσό δεν υπερέβαινε τις 15.000 ευρώ. Οι δόσεις ήταν εξασφαλισμένες, αλλά η κατά τ΄ άλλα υγιής τράπεζα, δεν μπορούσε να δώσει τίποτα.

Κι ύστερα περιμένεις να κινηθεί αγορά, να υπάρξει ανάπτυξη, να αλλάξουν τα δεδομένα. Ο Ανδρέας ήξερε βάσει του επιχειρηματικού πλάνου και της μελέτης βιωσιμότητας ότι η επιχείρηση θα μπορούσε να λειτουργήσει και να ανταποκρινόταν στις υποχρεώσεις του απέναντι στην τράπεζα (βλ. δάνειο). Ήταν εξασφαλισμένο ότι θα μπορούσε να είναι συνεπής. Και ίσως να έκανε και 2-3 προσλήψεις μετά το άνοιγμα του μαγαζιού. Προσλήψεις νέων που ψάχνουν για δουλειά.

Στο τέλος έμεινε με το «όχι».

Οι τράπεζες δεν δίνουν οξυγόνο στο παζάρι και οι μικροεπιχειρήσεις πεθαίνουν από ασφυξία η μια μετά την άλλη. Ταυτόχρονα, οι νέοι προσπαθούν να δημιουργήσουν κάτι νέο που θα ανταποκρίνεται και στα νέα δεδομένα, αλλά δεν έχουν καμία απολύτως στήριξη. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση παρακολουθεί διακριτικά χωρίς να έχει λύσεις… Παθητικά συνένοχη, θα έλεγα.

(Έχει μεγάλη πλάκα αυτή η ιστορία με τα σχέδια επιχειρηματικότητας που σε επιδοτούν με το 50% κατόπιν εορτής. Σου δίνουν τα μισά χρήματα, αφού πρώτα ξοδέψεις. Με απλά λόγια, επιδοτούν όσους έχουν ρευστότητα. Όσους δεν έχουν, τους αφήνουν στη μοίρα τους)

Πάμε και στον οικογενειακό μας φίλο, τον Γιώργο. Ο οποίος ετοιμάζεται να φύγει από την Κύπρο. Έχει τρία παιδιά και εδώ και καιρό έμεινε χωρίς δουλειά. Ήδη έχει προβεί σε διευθετήσεις για να πάει στη Σαουδική Αραβία. Μόνο έτσι θα τα βγάλει πέρα… Η οικογένεια θα τον στερηθεί, ο γιος του έφηβος, τα δίδυμα 2 ετών… Δεν υπάρχει όμως επιλογή.

Την ίδια στιγμή, ακούω συνέχεια για τους αριθμούς που δείχνουν ότι πάμε καλύτερα. Κοιτάζω όμως γύρω μου και δεν βλέπω ούτε αριθμούς να μου χαμογελούν, ούτε χρήμα να ρέει, παρά μόνο κόσμο που κακοπερνάει, που δεν τα βγάζει πέρα, που εξαθλιώνεται…

*Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “24” που κυκλοφορεί κάθε Σαββατοκύριακο στα περίπτερα με 1€.