Κατσουρίδης: Δύσκολα θα κτιστούν συνεργασίες για προεδρικές

Του αναγνωρίζουν όλοι ότι είναι σε θέση να προβαίνει σε εκτιμήσεις που επιβεβαιώνονται από τα γεγονότα. Ο Νίκος Κατσουρίδης, ως παλιά καραβάνα της πολιτικής, αξιολογεί το προεδρολογικό τοπίο θέτοντας τον δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων για την προεδρική αναμέτρηση του 2023 και όλα όσα γίνονται μεταξύ των κομμάτων, βάζοντας πάνω από όλα τους πολίτες, που πλέον λειτουργούν χωρίς κομματικά δεσμά.

Το μήνυμά του είναι καθαρό, ότι στον χώρο της αντιπολίτευσης αν θέλουν και να κερδίσουν και να κυβερνήσουν αποτελεσματικά, θα πρέπει να βρουν πρώτα τις βασικές κοινές θέσεις στα θεμελιώδη προβλήματα του τόπου. Στη συνέντευξή του στον «Φ» εκτιμά ότι είναι καθοριστικό το πώς ο ψηφοφόρος εκλαμβάνει τη διαβούλευση ή την ανυπαρξία διαβούλευσης μεταξύ των κομμάτων για επιλογή προεδρικού υποψηφίου. Και επισημαίνει με νόημα πως εκεί έξω υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόροι που για δέκα και πλέον χρόνια δεν ψηφίζουν και αυτή τη φορά μια μερίδα από αυτούς θα ψηφίσει και θα καθορίσει αποτέλεσμα.

-Διανύουμε τη μακροβιότερη προεκλογική εκστρατεία -που άρχισε από την επομένη των βουλευτικών εκλογών- με πολλά σκαμπανεβάσματα, με την ονοματολογία σε πρώτο πλάνο. Ως παλιά καραβάνα της πολιτικής, ποια είναι η ανάγνωση που κάνετε;

-Το γεγονός ότι η προεκλογική των προεδρικών του 2023 άρχισε ουσιαστικά από την επόμενη μέρα των βουλευτικών του 2022 είναι αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης από μέρους των κομμάτων ότι δεν πείθουν. Ότι δεν μπορούν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να λειτουργήσουν αποτελεσματικά και πειστικά. Ούτε προς τα μέσα, στο ίδιο το δοσμένο κόμμα, ούτε προς τα έξω, προς την κοινωνία. Πολύ περισσότερο, τους είναι δύσκολο να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων τους, ακόμα και των κομματικών μελών, στις επιλογές τους.  Αυτό οδηγεί σε μια εσωτερική ανάγκη εξασφάλισης χρόνου, άρα ξεκινούν πιο νωρίς, για να πείσουν.

Από την άλλη, η αδυναμία των κομμάτων να πείσουν, η πολύ μεγάλη απαξίωση των ψηφοφόρων προς τα κόμματα, δημιούργησε τις προϋποθέσεις να εμφανιστούν περισσότερες, παρά ποτέ, υποψηφιότητες εκτός κομμάτων. Αυτή τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές έχουμε ήδη τρεις επίσημους υποψηφίους και αναμένονται τουλάχιστον άλλοι τρεις, όλοι εκτός κομμάτων. Αν προσθέσετε τώρα και τους κομματικούς υποψηφίους, ήδη υπάρχει μία τέτοια υποψηφιότητα, τότε θα έχουμε αρχές Ιουνίου, 8 -10 υποψηφίους. Αυτό θα εξαρτηθεί από το αν θα επιτευχθούν ή όχι κομματικές συνεργασίες.

-Γιατί τόσοι πολλοί υποψήφιοι;

-Το γεγονός ότι υπάρχουν τόσες πολλές υποψηφιότητες, κατά τη γνώμη μου, αυξάνει το αίσθημα αναξιοπιστίας προς το πολιτικό σύστημα, γιατί ο πολίτης διερωτάται π.χ. πώς η μικρή και ημικατεχόμενη Κύπρος έχει τόσους προεδρικούς υποψηφίους όσους και η Γαλλία περίπου.

Κατά συνέπεια, και το πρόωρο και τα πολλά ονόματα και τα σκαμπανεβάσματα στην ονοματολογία συντείνουν την αρνητική γνώμη των πολιτών για το πολιτικό σύστημα και την πολιτική ζωή και το κόστος το πληρώνουν τα κόμματα γιατί είναι οι σταθερές του πολιτικού συστήματος.

-Η θέση των αντιπολιτευομένων ότι θέλουν αλλαγή στον προεδρικό θώκο και θέση στην επόμενη διακυβέρνηση δεν στάθηκε ικανή μέχρι σήμερα να ενώσει τις δυνάμεις πέραν του ΔΗΣΥ. Τι αναμένετε σε αυτό το στάδιο που όλοι έχουν θέσει ως το σημείο ξεκαθαρίσματος ως προς το πού πάνε και με ποιόν πάνε;

-Είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθούν επί μέρους στόχοι όταν ο στρατηγικός στόχος δεν είναι ολοκληρωμένος και από μόνος του τεκμηριωμένος και εξηγούμαι: Το να λέει κάποιος ότι στόχος μου είναι η συμμετοχή στην εξουσία, χωρίς να συνοδεύεται από συγκεκριμένη εξήγηση, τι στοχεύει να πετύχει όταν θα είναι στην εξουσία, δεν λέει τίποτα. Όχι μόνο δεν πείθει αλλά μειώνει και την αξιοπιστία του πολιτικού λόγου. Το να λέγεται ότι ο στόχος μας είναι να φύγει από την εξουσία η παρούσα πολιτική παράταξη και πάλιν δεν είναι ολοκληρωμένος στρατηγικός στόχος γιατί δεν εξηγείται, τι θα γίνει όταν φύγει. Να έλθει ποιος και για ποιόν λόγο, είναι τα ερωτήματα που αυτόματα εγείρονται. Και όταν συμπληρωθεί η πρόταση, όπως έγινε, με το «να φύγουν για να επέλθει η αλλαγή», τότε θα πρέπει να εξηγήσεις με ποιους θα φέρεις την αλλαγή.

-Με διεργασίες ανορθόδοξες πρέπει να πούμε…

-Τι έγινε εδώ, τους τελευταίους μήνες; Έγινε το ανορθόδοξο. Άρχισε η ατέλειωτη ονοματολογία, οι διαβουλεύσεις μεταξύ των κομμάτων για εξεύρεση κοινού υποψηφίου, αλλά καμιά διαβούλευση, καμιά συζήτηση να διαφανεί αν υπάρχει κοινός στόχος, ποιες οι μέθοδοι και οι συγκλίσεις που καθιστούν τον στόχο υλοποιήσιμο.  Και το κυριότερο.  Δεν έλεγαν και ακόμα δεν λένε, τι θα κάνουν εφόσον πετύχουν τον στόχο. Πάνω σε ποιες συγκλίσεις θα θεμελιωθεί μια νικηφόρα συνεργασία και τι είδους αλλαγή θέλει να επιφέρει. Με δεδομένες τις μεγάλες διαφορές των αντιπολιτευόμενων κομμάτων, ορισμένα βασικά θέματα, π.χ. πτυχές του Κυπριακού, ο πολίτης θα ήθελε να δει πρώτα πως αυτές οι διαφορές να γεφυρώνονται, και έπειτα να ακούσει ονόματα.

-Στο δια ταύτα τι λέτε;

-Με ρωτάτε για το τι γίνεται τώρα. Δεν είμαι μάντης, αλλά εκτιμώ ότι δύσκολα θα κτιστούν συνεργασίες. Πρώτα απ’ όλα να σας πω, πως εγώ θεωρώ ότι στα κόμματα πέραν του ΔΗΣΥ, δεν υπάρχει συναντίληψη ως προς το ποιος είναι αντιπολίτευση και ποιος όχι. Υπάρχουν κόμματα που θεωρούν άλλα κόμματα ως συμπολίτευση. Αυτό είναι εξ αντικειμένου ένα πρόβλημα. Δεύτερον, από τακτικής άποψης τα δύο μεγάλα κόμματα της αντιπολίτευσης διαβουλεύονταν επί τρεις και πλέον μήνες μόνα τους, χωρίς να καλέσουν και τα υπόλοιπα κόμματα πέραν του ΔΗΣΥ να συμμετέχουν. Αυτό ήταν άστοχο. Με αυτά κατά νου το «τώρα» και πάλιν προσδιορίζεται, από το τι θέλουν να πετύχουν αυτή τη στιγμή. Τι εννοώ; Θέλουν άθροισμα ψήφων με την ελπίδα να πετύχουν νικηφόρο αποτέλεσμα, ή θέλουν δημιουργική συνεργασία με στόχο νικηφόρο αποτέλεσμα από τη μια, αλλά και ουσιαστικές και εποικοδομητικές προγραμματικές συγκλίσεις από την άλλη. Θέλουν απλά να κερδίσουν ή και να καταφέρουν να κυβερνήσουν αποτελεσματικά. Αν θέλουν και να κερδίσουν και να κυβερνήσουν αποτελεσματικά, τότε θα πρέπει να βρουν πρώτα τις βασικές κοινές θέσεις στα θεμελιώδη προβλήματα του τόπου. Καθόλου εύκολο γιατί ήδη έχουν καθυστερήσει.

-Οι θέσεις στο Κυπριακό έχουν ξεθωριάσει στην επικείμενη αναμέτρηση. Δεν μετρούν σίγουρα όπως στο παρελθόν. Τι κατά τη γνώμη σας θα μετρήσει στη συγκρότηση ενός μετώπου με έπαθλο την προεδρία; Και μπορούν θέσεις εκ διαμέτρου αντίθετες, που κρατούν χρόνια, όπως υπέρ ή εναντίον της ΔΔΟ να μην παίξουν καθόλου ρόλο σε μια συνεργασία;

-Το Κυπριακό, απ’ όσο θυμάμαι, πάντα ξεθωριάζει αλλά πάντα είναι εκεί. Είναι πάγια και σταθερή άποψή μου ότι το Κυπριακό είναι όπως την οικογένεια του καθενός μας. Την αμελούμε και την παραμελούμε μέσα στη δίνη της καθημερινότητας, αλλά βρίσκεται στη βάση της συνείδησής μας αλλά και στην καρδιά του υποσυνειδήτου μας. Γιατί το  Κυπριακό δεν είναι κυρίως ούτε η ΔΔΟ, ούτε οι συνομιλίες, ούτε το σχέδιο α’ ή το σχέδιο β’, ούτε τίποτε από όλα αυτά.  Το Κυπριακό είναι η ζωή μας, η επιβίωσή μας. Είναι στο DNA μας, είναι το υπέρτατο κριτήριο με το οποίο κρίνουμε τελικά και αυτή η κρίση δεν έχει να κάνει απλά και μόνο με γνώση, ενασχόληση κ.ο.κ.  Έχει να κάνει κυρίως με αυτό που μας υπαγορεύει η συνείδηση μας και το ένστικτο της επιβίωσης. Αν δεν το καταλάβουν κάποιοι, ουδέποτε θα αντιληφθούν ορισμένες αποφάσεις λαών. Στα 47 χρόνια που ασχολούμαι με τα πολιτικά πράγματα στον τόπο μας, πολλές φορές σε προεκλογικές δημοσκοπήσεις το Κυπριακό έχανε την πρωτιά ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης. Στις δημοσκοπήσεις εξόδου όμως, δηλαδή μετά που οι πολίτες ψήφιζαν, ερχόταν πρώτο. Άρα, κατά τη γνώμη μου, ναι, οι θέσεις για το Κυπριακό, π.χ.  ΔΔΟ, και τις επιμέρους πτυχές του, όπως στρατεύματα, εκ περιτροπής προεδρία κ.λπ., διαδραματίζουν σοβαρότατο ρόλο στις διαβουλεύσεις μεταξύ των κομμάτων, είτε το παραδέχονται είτε όχι.

Πέραν τούτου όμως, καθοριστικό δεν είναι τι συμβαίνει μεταξύ των κομμάτων όταν διαβουλεύονται ή δεν διαβουλεύονται επί του Κυπριακού για να κτίσουν συνεργασίες. Καθοριστικό είναι πώς προσλαμβάνει ο ψηφοφόρος και ο οπαδός του κόμματος, το μέλος του κόμματος, αυτή τη διαβούλευση ή την ανυπαρξία διαβούλευσης. Πώς είναι δυνατό να μπορείς να πείσεις τον ψηφοφόρο σου να σε ακολουθήσει σε μια κίνηση πολιτικής, όπου θα τον καλείς να συνεργαστεί ή να ψηφίσει, επιλογές που για 10 ή 15 χρόνια χαρακτήριζες καταστροφικές; Μπορείς να ελπίζεις σε κάτι τέτοιο μόνο αν προηγηθεί μια πειστική εξήγηση για τις προηγούμενες τοποθετήσεις σου. Καθόλου εύκολο.

-Εξαιρετικά δύσκολο το εγχείρημα υπό τις δοσμένες συνθήκες… 

-Το επόμενο ζητούμενο αυτή τη στιγμή για τα κόμματα είναι ο υποψήφιος που θα συνενώνει πολλούς και πολλά. Θα συνενώνει τους ψηφοφόρους όλων των συνεργαζόμενων κομμάτων σε πολύ ψηλά ποσοστά αν θέλουν να έχουν ελπίδες επιτυχίας. Να συνενώνει τα μέλη και τα στελέχη τους. Να συνενώνει ειδικά τα ηγετικά στελέχη. Το τελευταίο το υπογραμμίζω γιατί σήμερα σε σχεδόν κανένα κόμμα δεν υπάρχει η πολιτική συναντίληψη που υπήρχε παλαιότερα ή που πρέπει να υπάρχει για να μπορεί το όποιο κόμμα μετά που θα αποφασίσει, να πείσει τα μέλη και τους ψηφοφόρους του.  Και δεν μιλώ για κομματική πειθαρχία. Μιλώ, επαναλαμβάνω, για πολιτική συναντίληψη η οποία περιλαμβάνει διάφορα στοιχεία, που οδηγούν σε μια συνειδητή και άρα παραγωγική υιοθέτηση της όποιας απόφασης.

Επιπρόσθετα, ο υποψήφιος ενώ από τη μια θα πρέπει να πείθει τα μέλη, στελέχη και ψηφοφόρους των κομμάτων, θα πρέπει να πείθει και τους υπόλοιπους ψηφοφόρους ότι δεν είναι κομματικά εξαρτημένος. Γιατί υπάρχουν εκεί έξω δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόροι που για δέκα και πλέον χρόνια δεν ψηφίζουν. Αυτή τη φορά, μια μερίδα από αυτούς θα ψηφίσει και θα καθορίσει αποτέλεσμα.

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΑ ΒΡΗΚΑΝ…

–  Η προσπάθεια της αντιπολίτευσης αν και άρχισε νωρίς για συμπόρευση, έμπασε νερά με προβλεπόμενο το ναυάγιο και χωριστές πορείες… Ποια είναι η δική σας εξήγηση; 

– Συνοπτικά και όχι εξαντλητικά θα έλεγα ότι οφείλεται στα ακόλουθα: α) Ακολουθήθηκε, όπως προανάφερα, ανορθόδοξη τακτική. Δηλαδή πρώτα τα ονόματα και μετά οι θέσεις. β) Δεν κτίζονται οι συνεργασίες και οι συμμαχίες μέσα σε 3-4 μήνες. Χρειάζεται να προηγηθεί πειστική διαδρομή στα χρόνια που προηγούνται. γ) Εξ αντικειμένου οι διαφοροποιήσεις, η απόσταση που οικοδομήθηκε, στα χρόνια που παρήλθαν σε θέσεις αλλά και τακτικές, ανυψώνονται τώρα ως σοβαρό εμπόδιο.  δ) Οι ελλιπείς ως αρνητικές διαπροσωπικές σχέσεις. ε) Η δυσκολία εξεύρεσης κοινού και πειστικού στρατηγικού στόχου. στ) Οι ευρύτερες πολιτικές και ιδεολογικές αλλαγές και μετατοπίσεις που έχουν συντελεσθεί στην κυπριακή κοινωνία. ζ) Η μείωση της πολιτικής δύναμης κομμάτων, τα οποία στο παρελθόν μπορούσαν να αποτελέσουν σε συνεργασία όχημα νίκης. Είναι ορισμένα στοιχεία που εξηγούν τις δυσκολίες. Υπάρχουν φυσικά και άλλα τα οποία λόγω χώρου δεν αναφέρω αυτή τη στιγμή.

Αποφασιστικό ρόλο διαδραματίζουν οι προσωπικές επιλογές

– Το μη ξεθώριασμα θέσεων, είτε σκόπιμα είτε λόγω συγκυριών, δεν συμβάλλει στην ενίσχυση της δυσπιστίας της κοινής γνώμης έναντι πολιτικών και κομμάτων; Όλα φαίνεται να περνούν μέσα από σκοπιμότητες που υπηρετούν πρόσωπα και συμφέροντα…

-Φυσικά συμβάλλει στη δυσπιστία. Γιατί αν οι πολιτικοί φορείς, οι οποίοι ηγούνται αυτού του τόπου, προσπερνούν το πρόβλημα ζωής και θανάτου για τον τόπο, τότε για πιο άλλο θέμα να τους εμπιστευθεί ο λαός. Θέλω να είμαι ξεκάθαρος.  Δεν λέω ότι το προσπερνούν. Το θέμα όμως είναι όπως ανάφερα και πιο πάνω, τι εντύπωση δημιουργούν. Επί της ουσίας θεωρώ ότι στο τέλος–τέλος δεν το προσπερνούν και αυτό επηρεάζει αποφασιστικά την επιτυχημένη ή αποτυχημένη  προσπάθεια συνομολόγησης συνεργασιών. Την ίδια ώρα θεωρώ ότι είναι κριτήριο, θα έλεγα θεμιτό, όταν οδεύουν προς συνεργασίες τα κόμματα να σκέφτονται και το μέλλον τους. Όχι βέβαια σε σημείο που η διατήρηση της ισχύος και συνοχής τους να είναι το μόνο κριτήριο.

Από την άλλη, η κοινή λογική λέει, ότι όσον καλές θέσεις και να έχει ένα κόμμα, αν δεν διατηρηθεί ως ισχυρός οργανισμός δεν θα μπορεί να τις προωθήσει. Η απάντηση φυσικά, βρίσκεται στον συνδυασμό που εκφράζεται μέσα από την πολιτική αρχών και την ευλύγιστη τακτική. Αυτός ο στόχος υπήρξε πάντα πολύ δύσκολος.  Σήμερα όσον ποτέ άλλοτε, για λόγους αντικειμενικούς (τεκτονικές αλλαγές στην κοινωνία) αλλά και υποκειμενικούς. Είναι γεγονός ότι σήμερα όλο και περισσότερο στην πολιτική όπως και στην υπόλοιπη ζωή το προσωπικό στοιχείο, οι προσωπικές επιλογές, διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο. Κατά συνέπεια τώρα είναι αναγκαίο οι διάφορες προτάσεις και υποψήφιοι, να πείθουν ότι υπερβαίνουν το προσωπικό και το κομματικό.

Οι κομματικοί ψηφοφόροι δεν είναι πλέον ομόθυμοι

–  Στην αντίπερα όχθη είναι ο ΔΗΣΥ που άφησε πεδίο δράσης στα άλλα κόμματα από την ώρα που έχει επίσημο υποψήφιο τον πρόεδρό του και ανεπίσημο «αντάρτη» τον τέως ΥΠΕΞ… Και με έναν Αναστασιάδη που πολλοί υποστηρίζουν ότι δεν είπε ακόμη την τελευταία λέξη…

– Ο ΔΗΣΥ έχει κάνει την επιλογή του στο πρόσωπο του προέδρου του. Ως εκ τούτου έχει μια σαφή και ξεκάθαρη πρόταση, τόσον αναφορικά με τον υποψήφιο όσον και το αναμενόμενο πρόγραμμα διακυβέρνησης, το οποίο μόνο μερικώς μπορεί να αφίσταται, αν θα αφίσταται του κομματικού προγράμματος. Είναι μια επιλογή που εξ αντικειμένου προσπαθεί να πείσει για την ορθότητα των πολιτικών προτάσεων του κόμματος. Αυτό έχει τα θετικά του, π.χ.  προτείνει συνέχιση μιας πρακτικής και πολιτικών, τις οποίες το κόμμα θεωρεί ορθές και άρα προτείνει σταθερότητα, και από την άλλη τα αρνητικά του, γιατί όλα τα άλλα κόμματα στον ένα ή τον άλλο βαθμό δεν προκρίνουν αυτήν την πρακτική και αυτές τις πολιτικές. Αυτό δημιουργεί μια ιδιόμορφη κατάσταση εφόσον ο υποψήφιος του κόμματος βρεθεί στον β΄ γύρο.

Όσον αφορά τις υποψηφιότητες, θεωρώ ότι θα είναι πέραν των δύο, που θα μπορούσαν να καταταχθούν στον ίδιο πολιτικό και ιδεολογικό χώρο.  Πέραν τούτου στον ΔΗΣΥ αλλά και σε αρκετά άλλα κόμματα, οι μέχρι πριν λίγα χρόνια ομόθυμοι ψηφοφόροι τους, δεν είναι πλέον ομόθυμοι. Αρκετοί από τους ψηφοφόρους του ιδίου κόμματος, έχουν πλέον πολύ διαφορετικές θέσεις σε ουσιώδη ζητήματα του Κυπριακού και της οικονομίας, όπως και σε άλλους τομείς, από το ίδιο κόμμα.

Σε ό,τι αφορά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας φρονώ ότι το ουσιαστικό είναι η διατήρηση του θεσμικού του ρόλου, ανεξάρτητα αν έχει ή όχι, ως άτομο, προσωπικές επιλογές.

– Γνωρίζω ότι παρακολουθείτε με προσοχή τις μετρήσεις που γίνονται. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης διατηρεί σε όλες την πρωτιά, ο Αβέρωφ Νεοφύτου παρουσιάζεται να ανεβάζει στροφές και απ’ εκεί πέρα πιο χαμηλά κινούνται όλοι οι άλλοι εν δυνάμει υποψήφιοι… Ποιες οι εκτιμήσεις σας και τι εξηγήσεις δίνετε;

-Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα βρίσκεται βασικά, κατά την άποψή μου στις πολύ μεγάλες αλλαγές που επήλθαν στην κυπριακή κοινωνία σε όλους τους τομείς και επίπεδα. Να αναφέρω ενδεικτικά ορισμένες τέτοιες αλλαγές που αναπόφευκτα επηρεάζουν και την πολιτική πραγματικότητα. Ένα πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων δεν έχει πλέον βιωματική σχέση, ούτε καν ανάμνηση, από τα κατεχόμενα. Τα αλλεπάλληλα κτυπήματα της οικονομίας των τελευταίων 12-14 χρόνων, έφεραν σοβαρές μεταβολές στην κοινωνική και εισοδηματική διαστρωματοποίηση της χώρας μας, με ανάλογη μετατόπιση συμφερόντων και ενδιαφερόντων. Για παράδειγμα, η καθημερινότητα και οι πιεστικές ανάγκες που δημιουργεί, σπρώχνουν τον κόσμο να ασχολείται με τα προσωπικά θέματα επιβίωσης και τα οικογενειακά του προβλήματα, παρά με τα κοινά. Την ίδια ώρα αυτή η πίεση οδηγεί σε κάτι αντίθετο από ό,τι θα έπρεπε. Την καταφυγή του ανθρώπου, σε θέματα μέσω των οποίων ξεφεύγει από την όλη οικονομική και κοινωνική πίεση, αντί στη συμμετοχή του σε αγώνα για καλύτερη οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα.

Κοινό αποτέλεσμα η αποστασιοποίηση από την πολιτική. Η αποστασιοποίηση αυτή φυσικά συντελείται και εξαιτίας της διαρκώς αυξανόμενης απαξίωσης των πολιτικών φορέων στα μάτια των πολιτών, για σειρά λόγους που έχουν αναλυθεί πολλές φορές. Με τη σειρά τους οι πολιτικοί φορείς αντιδρούν λανθασμένα σ’ αυτό που συντελείται στην κοινωνία με το να κλείνονται στον εαυτό τους και να λειτουργούν ως μηχανισμοί για τον εαυτό τους, αντί ως μηχανισμοί οργανωμένης προώθησης των συμφερόντων και ενδιαφερόντων των κοινωνικών στρωμάτων, τα οποία εξ ορισμού εκπροσωπούν.  Τα πιο πάνω και άλλα πολλά οδηγούν όλο και περισσότερο στην ανάδειξη του ρόλου της ξεχωριστής προσωπικότητας. Την οποία μάλιστα θέλουν να είναι πολιτικοποιημένη αλλά όχι εξαρτημένη από κόμματα.  Σ’ αυτό το πολύ γενικό πλαίσιο τοποθετώ τα ευρήματα των μετρήσεων. Πέραν τούτου βέβαια, μετρούν εκείνα τα οποία ο πολίτης αναγνωρίζει στο πρόσωπο ενός υποψηφίου, όπως οι απόψεις του, ο χαρακτήρας του και οι ικανότητές του.

Όσον αφορά τις δημοσκοπικές επιδόσεις των άλλων υποψηφίων, εκείνο που είναι το χαρακτηριστικό, κατά την άποψή μου, είναι ότι τα ποσοστά που καταγράφουν μέχρι στιγμής, δεν αρκούν ώστε όταν προστεθούν μαζί με τα ποσοστά ενός και μόνο κόμματος, να οδηγούν με σιγουριά στον β’  γύρο των εκλογών. Αυτό το εύρημα κατά την κρίση μου δύσκολα ανατρέπεται. Δηλαδή ένας ανεξάρτητος υποψήφιος με τη στήριξη ενός και μόνο κόμματος δύσκολα έως πολύ δύσκολα περνά στον β’  γύρο. Επαναλαμβάνω, με βάση τα ως τώρα δεδομένα για τους διάφορους ανεξάρτητους υποψηφίους ή εν δυνάμει υποψηφίους, πλην του κ. Χριστοδουλίδη.

πηγή: Philenews