«Με θέσπιση Νομοθεσίας αντιμετωπίζει το Υπ. Γεωργίας τις Αθέμιτες Εμπορικές Πρακτικές»

Την αποφασιστικότητα του να αντιμετωπίσει δραστικά το πρόβλημα του φαινομένου των Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών (ΑθΕΠ) στην αλυσίδα εφοδιασμού αγροδιατροφικών προϊόντων απέδειξε το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος με την έρευνα που διεξήγαγε το Ινστιτούτο Γεωργικό Ερευνών (ΙΓΕ), τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν στα εγκαίνια της Παγκύπριας Αγροτικής Έκθεσης, από τον αρμόδιο Υπουργό, Κώστα Καδή, ο οποίος έστειλε μήνυμα σε όλο τον αγροτικό κόσμο ότι αντιμετωπίζονται πλέον δραστικά οι ΑθΕΠ που λειτουργούν σε βάρος τους.

Σύμφωνα με ανακοίνωση από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, ενδεικτικό της έκτασης που έχει λάβει το φαινόμενο στη χώρα μας , είναι ότι το 91,7% του συνολικού δείγματος της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων δήλωσε στην έρευνα ότι υπήρξε θύμα ΑθΕΠ την τελευταία πενταετία.

Η έρευνα κατέδειξε επίσης ότι οι αθέμιτες πρακτικές με τις σοβαρότερες επιπτώσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων είναι οι μονομερείς και αναδρομικές τροποποιήσεις συμβάσεων, οι προθεσμίες πληρωμής για ευπαθή ή άλλα γεωργικά προϊόντα διατροφής μεγαλύτερες των 30 ημερών, οι ακυρώσεις της τελευταίας στιγμής και η απόκρυψη βασικών πληροφοριών.

«Πρόκειται για ένα σοβαρό πρόβλημα για την επίλυση του οποίου θα προχωρήσουμε σε νομική ρύθμιση», σημείωσε ο Υπουργός Γεωργίας, στην ομιλία του στα εγκαίνια της Παγκύπριας Αγροτικής Έκθεσης για να προσθέσει ότι «τα αποτελέσματα της έρευνας του ΙΓΕ είναι πολύ χρήσιμα και θα ληφθούν υπόψη στη διαμόρφωση νομοσχεδίου για την αντιμετώπιση όλων των ΑθΕΠ που διαπιστώθηκε ότι λειτουργούν στη χώρα μας».

Ανέφερε, περαιτέρω, «ότι το νομοσχέδιο θα εναρμονίζεται με τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να εκδώσει την Οδηγία για ρύθμιση του θέματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο».

Καταλήγοντας σημείωσε ότι «η πρωτοβουλία του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, θέτει την Κύπρο πιο μπροστά από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, με ξεκάθαρο στόχο την άρση των συνεπειών των πρακτικών αυτών στα εισοδήματα και στα οφέλη τόσο των γεωργών όσο και των καταναλωτών».

Όπως προκύπτει από την έρευνα «το μεγαλύτερο ποσοστό του συνολικού δείγματος (67,4%) θεωρεί ότι στην εθνική νομοθεσία για τις ΑθΕΠ θα πρέπει να περιληφθεί το σύνολο της αγροδιατροφικής αλυσίδας ενώ 38% των γεωργών/κτηνοτρόφων και το 61,5% των αλιέων/ιχθυοκαλλιεργητών υποδεικνύουν την ανάγκη συμπερίληψης στην εθνική νομοθεσία για τις ΑθΕΠ τις ίδιες τις επαγγελματικές τους κατηγορίες».

Το 91,2% του συνολικού δείγματος θεωρεί ότι οι ΑθΕΠ στην αγροδιατροφική αλυσίδα δύνανται να περιοριστούν με νομοθετική ρύθμιση, ενώ 89,7% των αλιέων/ιχθυοκαλλιεργητών, προτείνουν ως λύση για τον περιορισμό των ΑθΕΠ την ενίσχυση του ρόλου των αγροτών στην εμπορία μέσω των Ομάδων Παραγωγών, των βραχέων αλυσίδων εμπορίας και των διεπαγγελματικών οργανώσεων.

Από την έρευνα προκύπτει ότι το εκτιμώμενο κόστος των ΑθΕΠ ως ποσοστό (%) του ετήσιου κύκλου εργασιών συσχετίζεται αρνητικά και στατιστικά σημαντικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών καθώς και με τον αριθμό των απασχολουμένων υποδεικνύοντας ότι οι επιχειρήσεις με μικρότερο ετήσιο κύκλο εργασιών (ή μικρότερο αριθμό εργαζομένων) τείνουν να έχουν υψηλότερο κόστος από τις ΑθΕΠ.

Το Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών, συνοψίζοντας, σημειώνει ότι τα κυριότερα συμπεράσματα και εισηγήσεις που προκύπτουν από την έρευνα είναι ότι οι Αθέμιτες Εμπορικές Πρακτικές, «αποτελούν υπαρκτό και σε κάποιες περιπτώσεις σοβαρό φαινόμενο στην κυπριακή αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, ενώ το κόστος τους αποτελεί ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό του ετήσιου κύκλου εργασιών των εμπορευόμενων».

Για τον λόγο αυτό οι ΑθΕΠ θα πρέπει να ρυθμιστούν με εθνική νομοθεσία η οποία θα διασφαλίζει τα συμφέροντα των εμπορευόμενων, θέση, με την οποία συμφωνεί η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα ενώ η εθνική νομοθεσία θα πρέπει να υιοθετεί τις συστάσεις της Πρότασης Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ΑθΕΠ, η οποία καλύπτει πλήρως τα θέματα των ΑθΕΠ που έχουν καταγραφεί στην παρούσα έρευνα.

Επιπρόσθετα, λαμβάνοντας υπόψη το εύρημα ότι ΑθΕΠ επιβάλλονται όχι μόνο από τους «μεγάλους παίχτες» (αγοραστές) αλλά και από μεμονωμένους γεωργούς / κτηνοτρόφους (οι οποίοι αποτελούν τους βασικούς προμηθευτές) προτείνεται όπως η εθνική νομοθεσία συμπεριλάβει το σύνολο των εμπορευόμενων, δηλαδή τόσο τους αγοραστές όσο και τους προμηθευτές.

Στα συμπεράσματα της έρευνας καταγράφεται και το ότι η εθνική νομοθεσία για τις ΑθΕΠ θα πρέπει να συμβάλλει στη διατήρηση μιας ανταγωνιστικής γεωργίας, να αντιμετωπίζει τη μεταβλητότητα των τιμών και των ποσοτήτων περιορίζοντας τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις ιδίως στους μικρούς αγρότες και να διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη προοπτική της προσφοράς τροφίμων προς ικανοποίηση της αυξανόμενης και διαφοροποιημένης ζήτησης.

Πηγή: ΚΥΠΕ