Παραβίαση του Άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 (δικαίωμα σε ελεύθερες εκλογές) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η υπόθεση αφορούσε το γεγονός ότι η κυπριακή νομοθεσία δεν προέβλεπε τη δυνατότητα κάλυψης βουλευτικής έδρας που κενωνόταν πριν από την έναρξη της κοινοβουλευτικής θητείας. Ο αιτών στην υπόθεση ήταν επιλαχών υποψήφιος στις βουλευτικές εκλογές του 2016, αλλά διορίστηκε όταν μια ευρωβουλευτής (σ.σ. Ελένη Θεοχάρους) αποφάσισε να μην καταλάβει τη θέση της πριν την έναρξη της κοινοβουλευτικής θητείας. Ο διορισμός του αιτούντος, ωστόσο, ακυρώθηκε το 2017, 2018 και 2020, καθώς το Εκλογοδικείο έκρινε ότι δεν υπήρχε νομικό ή συνταγματικό πλαίσιο που να επιτρέπει μια τέτοια αντικατάσταση.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός – είτε με διορισμό του επιλαχόντα είτε με διεξαγωγή αναπληρωματικών εκλογών – για την κάλυψη της συγκεκριμένης κενής έδρας, παρά το γεγονός ότι ένα τέτοιο σενάριο, δηλαδή να μην καταληφθεί η έδρα πριν από την έναρξη της θητείας, μπορούσε να προβλεφθεί. Το αποτέλεσμα ήταν η βουλευτική έδρα να παραμείνει κενή για σημαντικό χρονικό διάστημα μεταξύ της ακύρωσης του διορισμού του αιτούντος και της επανατοποθέτησής του, και το ζήτημα παρέμεινε άλυτο σχεδόν για ολόκληρη την κοινοβουλευτική περίοδο.
Η αποτυχία των αρχών να καλύψουν αποτελεσματικά αυτό το νομοθετικό κενό ή να προσφέρουν μια νόμιμη εναλλακτική λύση, είτε μέσω νομοθετικής είτε μέσω δικαστικής παρέμβασης, οδήγησε τελικά στην ακύρωση της λαϊκής βούλησης, όπως αυτή εκφράστηκε τον Μάιο του 2016.
Judgment Georgios Papadopoulos v. Cyprus – failure to resolve legislative gap concerning vacant parliamentary seathttps://t.co/jCGPazOBS1#ECHR #CEDH #ECHRpress pic.twitter.com/XzNrTGS1Uh
— ECHR CEDH (@ECHR_CEDH) October 9, 2025
Απόφαση του Δικαστηρίου
Καταρχάς, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο τρόπος διεξαγωγής των εκλογών και η μεταγενέστερη κατανομή των βουλευτικών εδρών από τον Γενικό Έφορο Εκλογών, που είναι υπεύθυνος για τη διεξαγωγή των εκλογών, δεν αμφισβητήθηκαν ούτε ακυρώθηκαν ποτέ. Επιπλέον, έκθεση του ΟΑΣΕ για τις εκλογές του 2016 είχε εκφράσει πλήρη εμπιστοσύνη στη διαδικασία και τη διοίκηση των εκλογών.
Το πρόβλημα προέκυψε αργότερα, όταν η υποψήφια που είχε εκλεγεί για την έδρα που κέρδισε το Κίνημα Αλληλεγγύη αρνήθηκε να την καταλάβει. Αυτό συνέβη επειδή δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός – είτε διορισμός του επιλαχόντα είτε διεξαγωγή αναπληρωματικών εκλογών – για την πλήρωση της έδρας που είχε νόμιμα κατανεμηθεί στο Κίνημα Αλληλεγγύη τον Μάιο του 2016, βάσει της ισχύουσας εκλογικής νομοθεσίας.
Τόσο ο αιτών όσο και οι ψηφοφόροι εγκλωβίστηκαν σε ένα νομικό αδιέξοδο.
Πράγματι, δεν υπήρχε καμία νομοθετική πρόβλεψη για τη ρύθμιση ενός σεναρίου που θα μπορούσε να είχε προβλεφθεί, για διάφορους λόγους, όπως για παράδειγμα ο θάνατος του εκλεγμένου βουλευτή πριν από την έναρξη της κοινοβουλευτικής θητείας, και όχι μόνο η άρνηση ανάληψης της θέσης.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι μια βουλευτική έδρα έμεινε κενή για μεγάλο χρονικό διάστημα, και το ζήτημα του πώς καλύπτεται σωστά μια κοινοβουλευτική έδρα παρέμεινε άλυτο σχεδόν για ολόκληρη την κοινοβουλευτική περίοδο.
Η αδυναμία των αρχών να επιλύσουν αποτελεσματικά αυτό το κενό ή να παράσχουν μια νόμιμη εναλλακτική λύση, είτε μέσω νομοθετικής είτε μέσω δικαστικής παρέμβασης, οδήγησε τελικά στην ακύρωση της λαϊκής βούλησης, όπως αυτή εκφράστηκε τον Μάιο του 2016.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παρέμβαση στα δικαιώματα του αιτούντος, η οποία δεν ήταν «νόμιμη», κατά παραβίαση του Άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 της Σύμβασης.
Δίκαιη ικανοποίηση (Άρθρο 41)
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Κύπρος πρέπει να καταβάλει στον αιτούντα το ποσό των 8.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
Πηγή: Omega Live













