Ο ένας δεν θέλει και ο  άλλος δεν μπορεί

Αναστασιάδης και Ακκιντζί μπροστά σε διλήμματα

Του Χαράλαμπου Αντωνιάδη

Η συμφωνία των Πρεσπών θα βοηθήσει και το Κυπριακό, ήταν η επωδός των δηλώσεων που έγιναν προχτές Τετάρτη, ύστερα από τη συνάντηση που είχαν στη Λευκωσία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξης Τσίπρας. Μόνο που οι δηλώσεις και τα ευχολόγια δεν είναι αρκετά για να φέρουν το ποθούμενο, που δεν είναι άλλο παρά η πρόοδος και η τελική λύση του προβλήματος. Χρειάζονται πράξεις και ενέργειες που δυστυχώς δεν παρατηρούμε να γίνονται. Αντίθετα πολλές δηλώσεις, κυρίως από πλευράς Τουρκίας και Τουρκοκυπρίων, δηλητηριάζουν και μολύνουν το περιβάλλον, σε βαθμό που διερωτάται κανείς πώς είναι δυνατό μέσα σε αυτό το κλίμα να γίνει κατορθωτή η επανέναρξη των συνομιλιών.

Ο λαός παρακολουθεί με ανησυχία την παρατεταμένη στασιμότητα. Διαπιστώνει ότι αντί να γίνονται βήματα προς τα μπρος, παρατηρείται οπισθοδρόμηση. Και διερωτάται κανείς πώς μέσα σε τέτοιο περιβάλλον θα στεφθεί με επιτυχία η αναμενόμενη επίσκεψη της εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, της γνωστής μας πια κ. Τζέιν Χο Λουτ. Μιας επίσκεψης που το πλαίσιο της οποίας φαντάζει ασφυκτικά αρνητικό, αν κρίνουμε τα όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό με τις δηλώσεις και αντιδηλώσεις εκ μέρους των ενδιαφερομένων πλευρών, που δημιουργούν ψυχροπολεμικό κλίμα. Η έκφραση, ενίοτε, βούλησης και επιθυμίας είτε από πλευράς του Προέδρου Αναστασιάδη είτε από πλευράς του Τουρκοκύπριου ηγέτη Μουσταφά Ακκιντζί, για μια νέα μεταξύ τους, συνάντηση, δεν είναι αρκετή για να αρθούν τα ολοφάνερα εμπόδια που υπάρχουν και συνεχώς τίθενται στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού.

Η επίσκεψη της κ. Λουτ πραγματοποιείται σε δοσμένες συνθήκες που σε καμιά περίπτωση δεν προδικάζουν επιτυχία. Ούτε προβλέπεται να επαληθεύσουν τις όποιες προσδοκίες των οπαδών της λύσης που με αδημονία παρακολουθούν τα τεκταινόμενα και με ανησυχία διαπιστώνουν ότι ο δρόμος προς τη λύση είναι ακόμα μακρύς.

Σε καραντίνα ο Ακκιντζί

Οι πάγιες τουρκικές θέσεις, αλλά και η αναβαθμισμένες απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Πολύ περισσότερο που τον τελευταίο καιρό διαπιστώνουμε όλο και αυξανόμενη την παρέμβαση της Άγκυρας και την ολοκάθαρη πλέον ποδηγέτηση της τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Ήδη ο Μουσταφά Ακκιντζί έχει στην ουσία τεθεί στο περιθώριο και η τουρκική κυβέρνηση προωθεί και προαλείφει ως νέο ηγέτη στα κατεχόμενα τον Κουτλού Οζερσάι. Η στάση και οι συμπεριφορές του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Τσαβούσογλου κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην υπό κατοχή περιοχή της Κύπρου, είναι ενδεικτικές για το πού το πάει η Άγκυρα. Από την άλλη ο ίδιος ο Τσαβούσογλου δεν χάνει ευκαιρία να μας καλεί να ξεχάσουμε τις συνομιλίες πριν από τον ερχόμενο Ιούνιο. Αν σ’ αυτά προστεθούν και οι κατ’ επανάληψη αδιάλλακτες δηλώσεις των άλλων Τούρκων αξιωματούχων, περιλαμβανομένου και του Προέδρου της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, τότε ο καθείς αντιλαμβάνεται ότι το να είναι αισιόδοξος αποτελεί ουτοπία. Εσχάτως μάλιστα επιστρατεύθηκε και ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ για να μας απειλεί με κάθε ευκαιρία με τη δύναμη του τουρκικού στρατού που δεν θα επιτρέψει καμιά υποχώρηση ή τετελεσμένο όπως ο ίδιος είπε, ούτε στο Αιγαίο, ούτε στην ανατολική Μεσόγειο, ούτε στην Κύπρο.

Απέμεινε μόνος του ο κ. Ακκιντζί να δηλώνει εμμονή στη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, αλλά από την άλλη ακούει την αντιπολίτευση να τον καλεί να αποσύρει τη θέση αυτή και να του υποβάλλει ότι βρίσκεται σε σύγκρουση με την Άγκυρα. Και στην πτυχή αυτή σύμφωνα με όλες τις συγκλίνουσες πληροφορίες, βρίσκεται πράγματι σε αντίθεση με την Άγκυρα αφού στην τουρκική πρωτεύουσα ακούονται εσχάτως δηλώσεις που υποστηρίζουν ότι η διζωνική ομοσπονδία έχει ξεπερασθεί. Ολοφάνερο δηλαδή ότι ο κ. Ακκιντζί και να θέλει, δεν μπορεί να διαπραγματευθεί στα σοβαρά και αποτελεσματικά μια λύση, έστω διζωνικής ομοσπονδίας που να φέρει κοντά τις δυο πλευρές.

Πόσο θέλει ο Αναστασιάδης

Στην ελληνοκυπριακή πλευρά επίσης η κατάσταση δεν είναι ρόδινη. Οι πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου Αναστασιάδη για αποκεντρωμένη ομοσπονδία, τα πυρά που δέχεται από την αντιπολίτευση ότι μίλησε σε πολλούς για λύση  δύο κρατών, αλλά και άλλες παράμετροι που μπορεί να μην έχουν άμεση σχέση με το Κυπριακό, δεν αφήνουν στον Κύπριο Πρόεδρο πολλά περιθώρια ελιγμών που θα βοηθούσαν στην επανεκκίνηση της διαδικασίας για λύση. Στο εσωτερικό ο Πρόεδρος έχει να αντιμετωπίσει πολλά και σοβαρά προβλήματα που διχάζουν και προκαλούν ανησυχίες στον λαό. Το ΓΕΣΥ, το χαλούμι, η μεταρρύθμιση στην παιδεία, το δικαστικό και η πώληση διαβατηρίων είναι μερικά μόνο, θέματα που αποσπούν την προσοχή του και τον δυσκολεύουν στη λήψη αποφάσεων. Αντίθετα πολιτικοί παρατηρητές προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι ο κ. Αναστασιάδης αναπτύσσει ρητορική με την οποία αποστασιοποιείται από πάγιες θέσεις που στο παρελθόν υποστήριζε με θέρμη, γεγονός που τον έφερναν σε σύγκρουση όχι μόνο με πολιτικούς του αντιπάλους αλλά και με ρεύματα μέσα από τον Συναγερμό. Ακόμα δεν είναι λίγοι εκείνοι που κατηγορούν τον Πρόεδρο ότι πολιτεύεται με το βλέμμα στις προεδρικές του 2023. Αν σε αυτά προστεθεί και το γεγονός ότι έχουμε ήδη εισέλθει σε προεκλογική περίοδο, τον Μάιο έχουμε Ευρωεκλογές, τότε εύκολα κανείς καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Πρόεδρος δεν έχει τη βούληση να προχωρήσει σε αποφάσεις που θεωρεί ότι τον εκθέτουν. Έτσι αναγκάζεται, όλο και με μεγαλύτερη συχνότητα τον τελευταίο καιρό να δηλώνει την ετοιμότητά του για συνάντηση με τον κ. Ακκιντζί, ακόμα και συνάντηση κοινωνικού περιεχομένου, για να καταδείξει τη βούλησή του να συμβάλει στη λύση. Τα δεδομένα όμως όπως έχουν εκτεθεί,  ελάχιστα περιθώρια αφήνουν για χαραμάδα αισιοδοξίας.

Η κάθοδος Τζέιν Χολ Λουτ

Σ’ αυτό το μολυσμένο  κλίμα αναμένεται στην Κύπρο η Αμερικανίδα Τζέιν Χολ Λουτ. Τι θα πετύχει; Δύσκολο να προβλεφθεί. Ως τώρα έγινε γνωστό ότι την ερχόμενη Κυριακή θα δει σε χωριστές συναντήσεις τόσο τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, όσο και τον Μουσταφά Ακκιντζί. Μπορεί να προβλεφθεί ότι ενδεχομένως θα τους δει περισσότερες από μια φορά. Οι πιο αισιόδοξοι προβλέπουν ότι είναι δυνατή και μια κοινή συνάντηση των τριών. Καθόλου απίθανο να πραγματοποιηθεί μια τέτοια συνάντηση. Το ζήτημα όμως είναι πόσο καρποφόρος θα αποδειχθεί. Πάντως ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Χριστοδουλίδης δήλωσε προχθές Τετάρτη στο ΡΙΚ ότι αναμένεται ότι η κ. Λουτ θα φέρει κάτι συγκεκριμένο.

Πρέπει κανείς να δει και ευρύτερα το χρονικό πλαίσιο στο οποίο έρχεται η κ. Λουτ. Η Ελλάδα δεν έχει ακόμα ξεπεράσει τη δίνη της υπογραφής της συμφωνίας των Πρεσπών. Αντέχει η ελληνική Κυβέρνηση να ωθήσει σε μια νέα συμφωνία που για κάποιους θα είναι μια κάποια υποχώρηση; Η άλλη εγγυήτρια δύναμη, η Αγγλία ελάχιστα έως καθόλου ενδιαφέρεται για το Κυπριακό, ιδιαίτερα την περίοδο αυτή που η ίδια ταλανίζεται με το περίφημο Μπρέξιτ. Πόση όρεξη, δύναμη και θέληση έχει να παρέμβει ουσιαστικά για να βοηθήσει τη διαδικασία; Η τρίτη των εγγυητριών Τουρκία, μόνο αρνητικό ρόλο παίζει διαχρονικά. Με αυτά τα δεδομένα η αποστολή Λουτ κρέμεται από μια κλωστή.  Όσο ικανή και δυναμική κι αν είναι η ίδια, δύσκολο είναι να δαμάσει τα θηρία. Κύκλοι στη Λευκωσία υποστηρίζουν ότι το μάξιμουμ που μπορεί να πετύχει είναι η κατάληξη σε ένα κοινό κείμενο για τους όρους αναφοράς, για το οποίο τόσα έχουν λεχθεί. Έστω όμως κι αν αυτό συμβεί, δεν θα είναι παρά ένα μικρό βήμα, ύστερα από τη σημαντική οπισθοδρόμηση που παρατηρήθηκε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο στο Κυπριακό. Ούτε  καθησυχάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο η δήλωση του κ. Χριστοδουλίδη, ό οποίος έσπευσε να δηλώσει, πάλι στο ΡΙΚ, ότι δεν συζητούμε τίποτε πέραν της διζωνικής ομοσπονδίας συμφωνώντας με αυτό τον τρόπο με τον κ. Ακκιντζί, τις σχετικές δηλώσεις του οποίου χαιρέτισε.

Μέσα σ’ όλο αυτό το ζοφερό κλίμα προέκυψε η επίσκεψη του Έλληνα Πρωθυπουργού στην Τουρκία και η συνάντηση που θα έχει στην Κωνσταντινούπολη στις 5 Φεβρουαρίου με τον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν. Στη συνάντηση αυτή και κατά δήλωση του κ. Τσίπρα, θα συζητηθεί και το Κυπριακό και όπως ο ίδιος είπε θα μεταφέρει θέσεις και απόψεις της Λευκωσίας στην τουρκική πλευρά. Μιλώντας όμως ρεαλιστικά, ύστερα από 44 χρόνια συνομιλιών και διαπραγματεύσεων, τι απέμεινε για να γνωρίσει η μια πλευρά για τα <θέλω> της άλλης; Πολύ περισσότερο που η Τουρκία με περισσή ιταμότητα αλωνίζει στην κυπριακή ΑΟΖ και το Αιγαίο και διατυπώνει όλο και συχνότερα απειλές κατά της Κύπρου και της Ελλάδας. Παρά το γεγονός ότι η επίσκεψη Τσίπρα στην Τουρκία θα αποτελεί το τέταρτο ταξίδι του στη χώρα, η ανταπόκριση της άλλης πλευράς δεν είναι η αναμενόμενη. Είναι ολοφάνερο ότι η Άγκυρα δεν προσφέρει τίποτε θετικό στις προσπάθειες επίτευξης προόδου στο Κυπριακό. Αντίθετα, δηλητηριάζει το κλίμα και προβάλλει συνεχώς προσκόμματα που καθιστούν.

Ο κυπριακός λαός παρακολουθεί με ανησυχία τη στασιμότητα αυτή και τη ανυπαρξία προοπτικής για λύση. Η κοινωνία της Κύπρου βαθιά διχασμένη και από τα σκάνδαλα και διαφθορά που ενδημεί στη χώρα, αλλά και με την έλλειψη πρωτοβουλιών-προσπαθειών που θα δημιουργούσαν ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο, απαιτεί από την ηγεσία του λύσεις που θα διαρρηγνύουν και θα παραμερίζουν τα αδιέξοδα. Η επίκληση του διεθνούς δικαίου, όπως έκανε προχθές στη Λευκωσία ο κ. Τσίπρας ακολουθώντας το παράδειγμα των δικών μας ηγετών που δεν χάνουν ευκαιρία να μας πουν ότι μια μέρα θα θριαμβεύσει το δίκαιο, αλλά δεν μας λένε πώς,  δεν είναι αρκετό για να φέρει αποτέλεσμα. Οι ανησυχίες από τη στασιμότητα αυξάνονται συνεχώς, ιδιαίτερα όταν ο λαός διαπιστώνει ότι η κατάσταση αυτή τροφοδοτεί ολοένα και περισσότερο φαινόμενα αποσταθεροποιητικά τόσο για την κοινωνική συνοχή, όσο και για το εθνικό μέλλον.