Η σαρωτική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ δεν είχε ως μόνη ηττημένη την Κάμαλα Χάρις. Για ακόμα μία φορά, όπως συνέβη συχνά παγκοσμίως την τελευταία εικοσαετία, οι δημοσκοπήσεις αστόχησαν θεαματικά, αφού το «ντέρμπι» για το οποίο μιλούσαν μετατράπηκε σε περίπατο για τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν κέρδισε στο νήμα, είχε μία καθαρή νίκη, την οποία λίγες δημοσκοπήσεις είδαν μέχρι την 5η Νοεμβρίου, κυριάρχησε και στα δύο νομοθετικά σώματα, ενώ το σενάριο της επανάληψης του 2016 όπου ο Τραμπ κερδίζει με περισσότερους εκλέκτορες και λιγότερες ψήφους από την αντίπαλό του, φαίνεται ότι ήταν απλώς μια προβολή του παρελθόντος στο παρόν.
Το «απρόοπτο» της αλλαγής υποψηφίου
Οι φετινές εκλογές είχαν βέβαια μια ιδιομορφία. Δεν είχαν τους ίδιους αντιπάλους από την αρχή της κούρσας για την προεδρία. Η αρχική δήλωση του Τζο Μπάιντεν ότι θα διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία, έδειξε μια αδυναμία από την πλευρά των Δημοκρατικών να νικήσουν τον Τραμπ, που έδειχνε να επιστρέφει δυναμικά. Η αλλαγή υποψήφιου μετά την παραίτηση Μπάιντεν από την κούρσα και η ανάδειξη της Κάμαλα Χάρις στη θέση της υποψήφιας δημιούργησε ένα κλίμα ευφορίας στους Δημοκρατικούς και μάλλον παγίδευσε και τους δημοσκόπους. Το ότι ένα κόμμα θεωρεί ότι έχει έναν πιο ισχυρό υποψήφιο ή ότι συγκέντρωσε ποσό ρεκόρ από τους δωρητές δεν σημαίνει ότι υπάρχει ανάλογο αποτύπωμα και στην κοινωνία.
Η αντιστροφή της ηττοπάθειας από τους Δημοκρατικούς «επιβραβεύτηκε» από τις δημοσκοπήσεις σχεδόν σε όλα τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης που κατέγραφαν από μάχη στα όρια της μίας μονάδας έως και σχετικά άνετη νίκη της υποψήφιας των Δημοκρατικών.
Η Χάρις «νικήτρια» μέχρι και την προηγούμενη της ήττας
Όπως φαίνεται στο γράφημα που δημοσίευσαν οι New York Times το προβάδισμα της Χάρις είχε παγιωθεί στις δημοσκοπήσεις από τον Σεπτέμβριο και μετά.
Την τελευταία εβδομάδα μάλιστα θα έλεγε κανείς ότι οι δημοσκοπήσεις προεξοφλούσαν νίκη Χάρις, έστω και με βραχεία κεφαλή.
Τα αποτελέσματα ήταν ανάλογα και για τις πολιτείες- κλειδιά, από τις οποίες συνήθως αναδεικνύεται ο νέος πρόεδρος. Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε και τις επτά πολιτείες, κάτι που σπανίως συμβαίνει ακόμα και για τους νικητές των εκλογών.
Η επικράτηση του Τραμπ σε όλα τα πεδία και στους εκλέκτορες και στη λαϊκή ψήφο και στις κρίσιμες πολιτείες και στα νομοθετικά σώματα ουσιαστικά δεν είχε προβλεφθεί από κανέναν, ακόμα και την προηγουμένη των εκλογών.
Λευκοί άνδρες 45-64 το δυνατό χαρτί του Τραμπ
Σύμφωνα με την κατανομή των ψήφων, όπως την κατέγραψαν τα exit poll τα δυνατό σημείο του εκ νέου προέδρου των ΗΠΑ ήταν οι άνδρες μεταξύ 45 και 64 ετών, που αποτελούν ουσιαστικά των κορμό αυτού που ονομάζεται μεσαία τάξη.
Αυτό που επίσης δεν συνέβη, αν και διατυπώθηκε ως ισχυρή υπόθεση ήταν ότι η Κάμαλα Χάρις θα συσπειρώσει σε κρίσιμο βαθμό τις γυναικείες ψήφους, κυρίως λόγω των θέσεων του ρεπουμπλικανού υποψηφίου για τις αμβλώσεις. Και μπορεί η Κάμαλα Χάρις να υπερείχε στη γυναικεία ψήφο, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό που θα της δώσει τη νίκη στις εκλογές.
Και μπορεί η Κάμαλα Χάρις να υπερείχε στη γυναικεία ψήφο, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό που θα της δώσει τη νίκη στις εκλογές. Η ισορροπημένη κατανομή των ψήφων μετά των δύο υποψηφίων και στους λατινογενείς, δείχνει επίσης ότι δεν κατάφερε να δημιουργήσει ρεύμα σ’ αυτή την κοινωνική ομάδα. Η μόνη κατηγορία όπου επικράτησε άνετα η Αμερικανίδα αντιπρόεδρος ήταν στους αφροαμερικανούς, οι οποίοι όμως αποτελούν το 13% του εκλογικού σώματος και δεν μπορούν να δώσουν αέρα νικητή σε κάποιον υποψήφιο.
Αδυναμία καταγραφής της νέας κοινωνικής πραγματικότητας
Είναι πλέον κοινός τόπος ότι πολύ συχνά οι εταιρείες που ασχολούνται με την καταγραφή των εκλογικών προθέσεων του κοινού, αδυνατούν να δουν πίσω από αυτά που μοιάζουν προφανή και να καταγράψουν μια νέα κοινωνική πραγματικότητα, που δεν μπορεί να χωρέσει σε ποσοστά και δεκαδικά στοιχεία. Ο χάρτης στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην άλλαξε δραματικά, αφού τα προπύργια παραμένουν εκεί που έχουν όλοι συνηθίσει, μια νέα κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων όμως, που νοιώθει περιθωριοποιημένη και ζητά ευκαιρίες που θα την βγάλουν από το παρασκήνιο, βρίσκει διεξόδους, που τις θεωρούν «αντισυμβατικές». Τόσο οι Δημοκρατικοί, όσο και οι δημοσκόποι, παρά το «μάθημα» του 2016, στην πρώτη επικράτηση του Τραμπ, δεν είδαν και αυτή τη φορά τη νέα κοινωνική σύνθεση των ψηφοφόρων, αδυνατώντας να πλησιάσουν έστω τα τελικά αποτελέσματα.