Ο τσακισμένος βράχος του αριστερού ρεπορτάζ

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου για τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Πασχάλη, που έγινε στις 8 Νοεμβρίου 2018 στη Δημοσιογραφική Εστία στη Λευκωσία, από τον εκδότη και ερευνητή-συγγραφέα Χρίστο Ανδρέου, δημοσιεύω αυτό το άρθρο, που έγραψα τον Αύγουστο 2008, όταν πέθανε ο Παναγιώτης Πασχάλης. Τον είχα δει δύο μήνες προηγουμένως, τον  Ιούνιο εκείνου του χρόνου, ενώ συντόνιζε την εκδήλωση μνήμης για έναν άλλο σημαντικό βετεράνο της κυπριακής δημοσιογραφίας, τον μακαρίτη Φέλιξ Γιαξή. Ο Παναγιώτης, που τους τελευταίους μήνες είχε κοπιάσει πολύ για να οργανώσει την έκθεση με τις φωτογραφίες του Γιαξή, μίλησε γι’ αυτόν με σεβασμό, με μια φωνή σπασμένη κι εξασθενημένη. Θυμάμαι ότι σκέφτηκα τότε, πως η φωνή του περιείχε εκτός από τον θάνατο του Γιαξή και τον δικό του θάνατο και ήταν μια επώδυνη σκέψη, γιατί δεν περιμένει κανείς να πεθαίνουν έτσι απλά, θεόρατοι και δυνατοί άντρες σαν αυτόν. Δεν έχω  υπόψη μου πώς ο Παναγιώτης διαχειρίστηκε τους τελευταίους μήνες, την εξέλιξη του καρκίνου, φαντάζομαι όμως ότι τον πολέμησε μέχρι την τελευταία στιγμή κι αυτό δεν θα με εξέπληττε, γνωρίζοντας το πείσμα και την επιμονή του – μια από τις ελάχιστες φορές που μου μίλησε για πολύ προσωπικό του ζήτημα, ήταν λίγο πριν φύγω για το Λονδίνο, όταν μου είπε για τη θεραπεία που ακολουθεί, με έναν τρόπο ουδέτερο,  λες και μιλούσε για τη θεραπεία που ακολουθεί κάποιος άλλος. Ξέρετε, δεν μου είναι εύκολο να γράφω γι’ αυτόν, γιατί ήταν ένας άνθρωπος που με μπέρδευε. Τον ίδιο τον συμπαθούσα, πολύ, αλλά το στιλ της δημοσιογραφίας που αντιπροσώπευε, δεν το πήγαινα καθόλου – εννοώ της στρατευμένης δημοσιογραφίας, στην υπηρεσία του Κόμματος, μιας ιδεολογικοποιημένης δημοσιογραφίας που στενεύει τους ορίζοντές της και που δεν αφήνει χώρο για την ατομική σκέψη και γι’ αυτό που εγώ θεωρώ, ελεύθερη σκέψη. Εντούτοις, η αριστερή δημοσιογραφία στην Κύπρο, έχει τη δική της πολύτιμη συμβολή στην προσέγγιση και τη φιλία με τους συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριους σε σκοτεινές εποχές εθνικιστικού μίσους και ο Παναγιώτης Πασχάλης, ήταν ένας από τους βράχους της. Πρέπει να πω ότι οι ιδεολογικές διαφορές μας, δεν μας εμπόδισαν να συνεργαστούμε πολύ καλά μέσα από την κοινή συμμετοχή μας στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Συντακτών. Οι παρεμβάσεις του ήταν πάντα ρεαλιστικές και είχαν μια τετράγωνη – και κάποτε αυταρχική – λογική, που μου έφερναν μιαν παράξενα οικεία αίσθηση μακρινής σχέσης. Αυτή την αίσθηση, την αποδίδω στη σύντομη μαρξιστική μου εφηβεία, τη νεφελώδη εκείνη εποχή που τέτοιους τύπους σαν τον Παναγιώτη, τούς είχα καθοδηγητές μου στη μαθητική οργάνωση του Κόμματος και οι οποίοι ήταν μονίμως δυσαρεστημένοι μαζί μου, γιατί ήμουν ανυπάκουος, γιατί έκανα πολλές ερωτήσεις και γιατί  ζητούσα πολλές εξηγήσεις. Δεν ξέρω αν ο Παναγιώτης ως έφηβος, υπήρξε ανυπάκουος στους δικούς του καθοδηγητές, αν έκανε πολλές ερωτήσεις και αν ζητούσε πολλές εξηγήσεις. Δεν θα με παραξένευε, αν έτσι είχαν τα πράγματα και γι’ αυτόν. Όμως εκείνος έμεινε αφοσιωμένος στο Κόμμα και στο δόγμα, βλέποντας τα πράγματα μέσα από ταμάτια του  Κόμματος και του δόγματος και υπάρχει κάποτε σε αυτή την αφοσίωση, μια αξιοπρέπεια και μια ευγένεια, που συχνά μας διαφεύγει – όταν η αφοσίωση, ως μια συνεπής υπεράσπιση θέσεων αρχών, είναι από μόνη της ένα επίτευγμα, σε ένα κόσμο που λειτουργεί με βάση μεταβαλλόμενα συμφέροντα και τους κυνικούς νόμους της ζούγκλας.

Φώτο: Ο εκδότης και συγγραφέας Χρ. Ανδρέου μιλά για τον Παναγιώτη Πασχάλη.