Πάνος Εγγλέζος, Προέδρος της ΔΟΘ: “Κατάπαυση πυρός”

Δυσκολεύομαι πραγματικά να θυμηθώ κάποιο άλλο θέμα που να έχει συζητηθεί τόσο έντονα και να έχει εγείρει τόσο εκτεταμένες αντιδράσεις στα του τομέα της Υγείας μέσα στη χρονιά που διανύουμε. Αναφέρομαι φυσικά – σε τι άλλο – στον διορισμό του ιατρού Πέτρου Αγαθαγγέλου, Προέδρου του ΠΙΣ, στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΑΥ, ο οποίος από τη στιγμή που ανακοινώθηκε έχει προκαλέσει τέτοιο μένος, ειδικά εκ μέρους κάποιων οργανισμών που εκπροσωπούνται από την ΟΣΑΚ, που με εντυπωσιάζει και με προβληματίζει βαθύτατα.

Αν και παρακολουθώ πολύ στενά τις εξελίξεις που διαμείβονται στην Υγεία, και ειδικότερα σε ό,τι αφορά το ΓεΣΥ, οι δημόσιες παρεμβάσεις μου όλα αυτά τα χρόνια είναι, ομολογουμένως, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Έχοντας αφιερώσει πάνω από μισό αιώνα της ζωής μου στον εθελοντισμό και τις προσπάθειες για την προάσπιση των δικαιωμάτων των ασθενών και, ειδικότερα, για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των συνανθρώπων μου με θαλασσαιμία και σπάνιες παθήσεις στην Κύπρο αλλά και παγκόσμια, δηλώνω και είμαι, φύσει και θέσει, υπέρμαχος του ΓεΣΥ και πιστεύω ακράδαντα οτι το Σύστημα έχει έρθει για να μείνει. Και θα μείνει. Τόσο η κυβέρνηση, οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου, οι κοινωνικοί εταίροι, αλλά η πλειονότητα των Κυπρίων πολιτών το στηρίζουν άλλωστε έμπρακτα.

Κανένας, όσο φανατικά πολέμιός του κι αν είναι ή θεωρείται οτι είναι, δε μπορεί να το εκμηδενίσει ή να αλλάξει τη φιλοσοφία του και αναρωτιέμαι ειλικρινά αν αξίζει να σπαταλάμε τόση φαιά ουσία πάνω στην επίθεση που έχει σωρρηδόν εξαπολυθεί απέναντι στο συγκεκριμένο πρόσωπο.

Ο Πέτρος Αγαθαγγέλου είναι ένας εκ των 13 που θα συναπαρτίζουν το Συμβούλιο του ΟΑΥ και το οποίο, ως συλλογικό όργανο, δε δύναται και δεν πρόκειται να λάβει αποφάσεις στη βάση του τι εισηγείται ένα μόνο μέλος του, ερήμην των υπολοίπων.

Είναι καλύτερο, άραγε, το εν λόγω Συμβούλιο να μην πλαισιώνεται ούτε από έναν τέτοιο επιστημονα, με αναμφισβήτητη επιστημοσύνη και γνώση, όπως συμβαίνει κατά κόρον σε αντίστοιχους φορείς υπεύθυνους για την εφαρμογή συστημάτων υγείας άλλων ευρωπαϊκών χωρών ως αποδεδειγμένη καλή πρακτική;

Και, εν κατακλείδι, άσχετα από το αν ένα πρόσωπο αποτελεί την καλύτερη ή όχι επιλογή για την πλήρωση μιας δεδομένης θέσης, που κατά τη γνώμη μου το αποτελεί, γιατί θα πρέπει πάντοτε να δαιμονοποιούμε την αντίθετη ή διαφορετική άποψη που αυτό εκφέρει, ειδικά αν διαθέτει εμπεριστατωμένη γνώση επί του αντικειμένου της Υγείας;

Δεν είναι η πολυφωνία ζωτικό και αναπόσπαστο συστατικό των συλλογικών οργάνων διοίκησης, ώστε να διευρύνουν το πεδίο της οπτικής τους και να οδηγηθούν στη λήψη βέλτιστων, τεκμηριωμένων αποφάσεων; Μην ξεχνάμε οτι το Συμβούλιο του ΟΑΥ δεν έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα, αλλά είναι εκτελεστικό όργανο και η απουσία επιστημοσύνης από αυτό συνιστά σοβαρό έλλειμμα. Αν απαιτείται δε να τροποποιηθεί ο σχετικός νόμος για να συμπεριλάβει μια τέτοια πρόνοια, ας τροποποιηθεί.

Οι αδυναμίες  και τα κενά που πλήττουν τον τομέα της Υγείας και ο πόνος που  συνεπάγονται για τους πάσχοντες είναι αυτό που πρέπει να μας απασχολεί,  διότι τα ανοικτά μέτωπα του ΓεΣΥ είναι πολλά και κρίσιμα.

Είναι εκκωφαντικά ηχηρή η απουσία ενός φορέα επιφορτισμένου με τον έλεγχο και την αξιολόγηση της ποιότητας όλων των υπηρεσιών και παρόχων υγείας, εν μέσω των σημαντικών κενών και προβλημάτων που έχουν ήδη εντοπιστεί στη λειτουργία του Συστήματος Υγείας. Εξ ου και χρειάζεται, κατά την άποψή μου, να προωθηθεί άμεσα η υλοποίηση ενός ανεξάρτητου Ινστιτούτου Κλινικής Αριστείας που είμαι βεβαιος οτι θα συμβάλει καταλυτικά προς αυτή την κατεύθυνση.

Τα νευραλγικής σημασίας δημόσια νοσηλευτήρια και η πολυσυζητημένη, αλλά ανεκπλήρωτη έως σήμερα, αυτονόμησή τους συνιστούν επίσης μια τεράστια πρόκληση για τον ΟΚΥπΥ, εφόσον πάσχουν αποδεδειγμένα σε διοικητικό, οργανωτικό και οικονομικό επίπεδο και δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις συνθήκες ανταγωνισμού που έχουν δημιουργήσει τα νέα δεδομένα του τομέα της Υγείας.

Παρά τις προσπάθειες, σοβαρά οργανωτικά προβλήματα και ανεπίλυτες εκκρεμότητες με άμεσες συνέπειες για την υγεία των ασθενών, κυρίως των χρόνιων πασχόντων, υφίστανται και στα Τμήματα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών, ενώ προβληματική είναι η κατάσταση που δημιουργείται για πολλούς ασθενείς μετεγχειρητικά, λόγω της μη δυνατότητας παραμονής τους στο νοσηλευτήριο για το απαιτούμενο διάστημα και της ταυτόχρονης απουσίας ειδικών κέντρων αποκατάστασης που θα μπορούσαν να αναλάβουν τη φροντίδα τους, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουν οι ίδιοι σε επιπρόσθετα, προσωπικά έξοδα για να καταστεί αυτή δυνατή.

Είναι επείγουσα ανάγκη, συνεπώς, να τεθεί προς ψήφιση το Νομοσχέδιο για τα Κέντρα Αποκαταστασης, το οποίο για άγνωστους λόγους έχει καθυστερήσει δραματικά.

Για να καταφέρουμε να δώσουμε περαιτέρω ώθηση στο ΓεΣΥ, να άρουμε τα κακώς κείμενα που το δυναμιτίζουν και να εξασφαλίσουμε οτι οι υπηρεσίες που παρέχει σε όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες είναι όντως υψηλής ποιότητας, οι διαρκείς κακοφωνίες και αντεγκλήσεις κάθε άλλο παρά ωφελούν. Ας αφιερώσουμε επιτέλους τον χρόνο και την ενέργειά μας πάνω στα ζητήματα που είναι πραγματικά κρίσιμα για το μέλλον της υγείας του τόπου μας και ας αξιοποιήσουμε στο έπακρο την εμπειρογνωμοσύνη και τις ικανότητες του νέου μέλους του ΔΣ του ΟΑΥ.

*Πάνος Εγγλέζος

Πρόεδρος Διεθνούς Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ)