Σκότωσε με τσεκούρι τον σχιζοφρενή γιο του, για να τον «λυτρώσει» – Απόστολος Κοσμάς: Ο πατροκτόνος που έκανε δικαστές, ενόρκους και δημοσιογράφους να δακρύσουν (Εικόνες)

7 Ιουλίου 1996: Το οικογενειακό δράμα, που ζούσε η οικογένεια του Απόστολου Κοσμά, θα λάβει τέλος με τραγικό τρόπο… Ο 54χρονος μηχανολόγος και επιχειρηματίας σκοτώνει με τσεκούρι τον πρωτότοκο γιο του, για να τον «λυτρώσει».

Τί τον οδήγησε όμως σε αυτήν την αποτρόπαια πράξη;

Η ήρεμη οικογενειακή ζωή
Ο Απόστολος Κοσμάς ζούσε με τη γυναίκα Ελευθερία και τους τρεις τους γιους, Βαγγέλη, Κωνσταντίνο και Σταύρο στην Κηφισιά. Η ζωή όλων κυλούσε φυσιολογικά μέχρι τη στιγμή που ο μεγαλύτερος γιος Βαγγέλης άρχισε να συμπεριφέρεται «περίεργα». Το μυαλό όλων αρχικά πήγε στις «εκρήξεις» της εφηβείας, με τους γιατρούς να κάνουν λόγο για «έντονη εφηβεία», όμως η κατάσταση ολοένα και χειροτέρευε..

Το δράμα της οικογένειας
Λίγα χρόνια αργότερα έρχονται αντιμέτωποι με την σκληρή πραγματικότητα, όταν ο Βαγγέλης θα «εκμυστηρευτεί» στον πατέρα του πως ένας γείτονάς τους μπαίνει στο μυαλό του και του υπαγορεύει τι να κάνει. «Το κεφάλι μου πονάει» παραπονιέται. «Θα τον σκοτώσω!». Ο πατέρας του σαστίζει. Η κατάσταση έχει βγει εκτός ελέγχου.

Τον Αύγουστο του 1989 οι γιατροί συνιστούν για πρώτη φορά την εισαγωγή του Βαγγέλη σε ψυχιατρείο. Σύμφωνα με τη διάγνωσή τους έπασχε από σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου, με ανεξέλεγκτη επιθετικότητα. Όντως, ο νεαρός θα οδηγηθεί ”Γαλήνη”, όπου ο πατέρας του θα δει να τον πιάνουν τέσσερις – πέντε άνθρωποι, να τον δένουν και τον κλείνουν σε ένα υπόγειο, μιας και επρόκειτο για βαριά περίπτωση. Η εικόνα αυτή θα τον στιγματίσει για πάντα.

Στο υπόγειο ο Βαγγέλης έμεινε κλεισμένος για ένα μήνα, όμως ο πατέρας του δεν άντεξε. Υπογράφει τα απαραίτητα χαρτιά και τον παίρνει πάλι σπίτι υπ’ ευθύνη του. Με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή η κατάστασή του Βαγγέλη ήταν σταθερή.

Αντίστροφη μέτρηση
Το 1995 ξεκινάει η αντίστροφη μέτρηση για όλους.. Ο Βαγγέλης σταματάει να παίρνει τα φάρμακά του, τα οποία μέχρι τότε του τα έβαζαν μέσα σε χυμούς και στο φαγητό του και για να μην καταλάβει τίποτα.

Ο Βαγγέλης ζητάει χρήματα για αγορά όπλα, ενώ ο γιατρός του συστήνει εκ νέου εγκλεισμό του. Η Αστυνομία λέει πως είναι επικίνδυνος, όμως ο πατέρας του δεν αντέχει να δει το γιο του να ξανακλείνεται σε ψυχιατρείο. Ο ίδιος θα πει στην απολογία του «Του είχα υποσχεθεί του παιδιού μου ότι δεν θα το έκλεινα ποτέ ξανά σε ίδρυμα. Με είχε πιστέψει το αγόρι μου, γιατί με αγαπούσε πολύ». Πιστεύει ότι θα πάει καλύτερα, ενώ προσπαθεί και τον βάζει σε διάφορες δουλειές γνωστών μου, προκειμένου να ξεχνιέται. Φεύγει από όλες και η κατάσταση του συνεχίζει να χειροτερεύει, φτάνοντας στο σημείο να χτυπάει η μητέρα του, ενώ αγόραζε και χασίς.

Αποφασίζουν τότε να τον πάνε στο Αιγινήτειο, αλλά δε γίνεται. Παρά την επιμονή των ειδικών, αλλά και της Αστυνομίας, οι γονείς αποφάσισαν για ακόμα μια φορά να τον κρατήσουν στο σπίτι.

Η μοιραία ημέρα
Σάββατο 6 Ιουλίου 1996. Ο Βαγγέλης βρίσκεται σε κρίση. Απευθύνεται στον πατέρα του, δίνοντάς του ρητή παραγγελία: «Αν μέχρι να γυρίσω δεν μου έχεις βρει λεφτά για όπλα, θα σε σκοτώσω». Ο Απόστολος Κοσμάς πηγαίνει στην Αστυνομία, προκειμένου να μεταφερθεί το παιδί του σε ψυχιατρείο με το ζόρι, όμως ο διοικητής απουσίαζε. Γυρίζει σπίτι πανικοβλημένος και μετά από λίγο ακούει τον Βαγγέλη να επιστρέφει…

Το αποτρόπαιο έγκλημα και η σύλληψη
Πρέπει κάτι να κάνει και τότε οδηγείται στο αποτρόπαιο έγκλημα. Στις 7 Ιουλίου 1996 σκοτώνει με τσεκούρι τον Βαγγέλη στον ύπνο του, χτυπώντας τον στο κεφάλι. Στη συνέχεια τυλίγει το πτώμα του παιδιού του με την κουκούλα του αυτοκινήτου, το φόρτωνει στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου και κατευθύνεται στο εξοχικό της οικογένειας στον Κάλαμο. Εκεί, πετάει το πτώμα σε ένα λάκκο οικοδομής και του βάζει φωτιά.

Το πρωί της επόμενης ημέρας, ο 54χρονος ξαναπήγε στο σημείο και τεμάχισε με πριόνι το μισοκαμένο πτώμα σε 11 κομμάτια.

Γυρίζει σπίτι του και το επόμενο πρωί πηγαίνει πάλι στον Κάλαμο. Εκεί τεμαχίζει με πριόνι, ό,τι έχει απομείνει από το απανθρακωμένο πτώμα του γιου του και στη συνέχεια τοποθετεί τα μέλη σε σακούλες, προκειμένου να τα εξαφανίσει..

Εκείνη την ώρα, η Αστυνομία τον συλλαμβάνει επ’ αυτοφώρω. Ο ίδιος παραδέχθηκε αμέσως το έγκλημα, που διέπραξε. «Το έκανα γιατί δεν άντεχα να βλέπω την υπόλοιπη οικογένεια να βασανίζεται» ήταν τα πρώτα λόγια που είπε στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν.

Ο 54χρονος παιδοκτόνος κρίθηκε προφυλακιστέος στις 10 Ιουλίου και οδηγήθηκε στη φυλακή μετά την ολοκλήρωση της απολογίας του. Ο Απόστολος Κοσμάς λίγο μετά την απολογία του, ψέλλισε μπροστά στις κάμερες: «Χειρότερο κακό από αυτό που με βρήκε δεν μπορεί να συμβεί. Επιθυμώ μέσα από τη φυλακή να βοηθήσω, όσο μπορώ τα παιδιά μου και μετά να με βάλουν σ’ ένα μνήμα δίπλα στο παιδί μου, να ‘μαστε αγκαλιασμένοι για πάντα».

Η γυναίκα του, Ελευθερία, η οποία μια μέρα πριν έθαψε το παιδί της συμπαραστεκόταν στο σύζυγό της και έλεγε «Βιώνω μια τραγωδία, είπε. Χρειάζεται ένας νέος τραγωδός για να αποδώσει το δράμα μου. Ελάτε για μια στιγμή στη θέση μου και να με καταλάβετε, τι περνώ».

Η δίκη του παιδοκτόνου, που «συγκίνησε» τους πάντες
Η δίκη του Απόστολου Κοσμά δεν ήταν σαν τις άλλες. Το έγκλημα, που διέπραξε ήταν σε κάθε περίπτωση φρικτό, κι όμως στην περίπτωση του Απόστολου Κοσμά, υπήρξε, συμπόνοια, συγκίνηση και επιείκεια. Στο πλευρό του η γυναίκα του και τα δυο του παιδιά, τον στήριξαν από την αρχή, μέχρι το τέλος, ενώ όλοι οι μάρτυρες κατέθεσαν υπέρ του.

Η δίκη διήρκησε τρεις ημέρες. Την πρώτη ημέρα κατέθεσε ο μεσαίος γιος της οικογένειας, Κωνσταντίνος, ο οποίος έλειπε για σπουδές στην Αγγλία. «Ήμουν η σανίδα σωτηρίας για το αδελφάκι μου. Δεν ήταν ο πατέρας μου που έκανε όλα αυτά. Ο πατέρας σήκωνε το βαρύτερο φορτίο».

Την ίδια μέρα κατέθεσε και ο μικρότερος γιος της οικογένειας, ο 20χρονος, τότε, Σταύρος. Κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του βάζει τα κλάματα, ενώ λέει: «Ο πατέρας μου ήταν το πρότυπό μου. Προσπαθούσα να του μοιάσω. Σε όλα». Στην ερώτηση των δικαστών εάν ο ίδιος, ζώντας μέσα σε αυτό το σπίτι, φοβόταν, απάντησε: «Κατάλαβα ότι έπρεπε μόνος μου να προστατεύσω τον εαυτό μου. Κλείδωνα την πόρτα μου και άφηνα τα παντζούρια ανοιχτά. Δεν έφταιγε ο αδελφός μου. Η αρρώστια του μόνο».

Σειρά να καταθέσουν είχαν και κάποιοι άλλοι συγγενείς, οι οποίοι έκαναν λόγο για έναν «άριστο οικογενειάρχη». «Δεν είμαστε εδώ για να υπερασπίσουμε τον δολοφόνο, αλλά τον άριστο οικογενειάρχη, τον σύζυγο, τον πατέρα. Και των άλλων παιδιών. Πάνω απ’ όλα,όμως, του Βαγγέλη».

Την επόμενη ημέρα στο βήμα ανεβαίνει η σύζυγος του δράστη, Ελευθερία Κοσμά. Η κατάθεση της γυναίκας, που θρηνούσε για το παιδί της, όμως στήριζε και τον άντρα της ήταν συγκλονιστική. «Τώρα που αντέχω ακόμη, τώρα που δεν θα σωριαστώ… Έχω άλλα δύο παιδιά. Ο τραυματισμός τους είναι σοβαρός. Ας μη γίνει θανάσιμος. Ακούω τη φωνή του Βαγγέλη μου. Μου λέει “να βοηθήσεις τον μπαμπά”. Δείτε το ως ανθρώπινο. Κι ας μοιάζει απάνθρωπο. Το παιδί μου είχε μια ζωή γεμάτη αγάπη. Το τέλος του δεν δείχνει αγάπη. Αυτό με τυραννάει».

Ο ίδιος ο παιδοκτόνος, καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης έκλαιγε συνεχώς και αναρωτιόταν πως μπόρεσε να κάνει ένα τέτοιο έγκλημα. Είχε χαρακτηριστικά πει: «Θα είχα αυτοκτονήσει, αλλά το μικρό μου το παιδί, ο Σταύρος μου, το κακόμοιρο μου είπε μια μέρα: ”Πατέρα, κοιμάμαι και ξυπνώ κάθε πρωί γιατί ξέρω ότι υπάρχεις!”».

Η «συγκλονιστική» απολογία
Η απολογία του «λύγισε» ακόμη και τους σκληρούς ανθρώπους. Κατά τη διάρκεια της διέκοπτε συνεχώς, αφού δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει.

«Σκοπός μου ήταν να φτιάξω μια σωστή οικογένεια». Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την απολογία του, ενώ συνέχισε: «Είχα αδυναμία στο παιδάκι μου. Ηταν ο πρωτότοκος. Ήταν έξυπνος, χαρισματικός. Στα 15 του χρόνια εκδήλωσε τα πρώτα συμπτώματα. “Περνάει έντονη εφηβεία” είπαν οι γιατροί. Ισως κι εμείς να το ζορίσαμε. Σχολείο, γερμανικά, αγγλικά, πιάνο… Πέντε χρόνια μετά. Ημουν μόνος στο σπίτι. Έρχεται το παλικάρι μου και μου λέει ότι ένας γείτονάς μας μπαίνει στο μυαλό του και του υπαγορεύει τι να κάνει. Το κεφάλι μου πονάει, παραπονιέται. Θα τον σκοτώσω».

Συνεχίζει περιγράγοντας το δράμα της οικογένειας. Αύγουστος του 1989. «Για πρώτη φορά μας συνιστούν εισαγωγή σε ψυχιατρείο. Τον πάμε στην κλινική Γαλήνη… Είδα να τον πιάνουν τέσσερις – πέντε μαζί. Τον δένουν και τον κλείνουν σε ένα υπόγειο για ένα μήνα. Ήταν βαριά περίπτωση. Το παιδάκι μου μου ζητάει να βγει. Δεν αντέχει άλλο εκεί μέσα. Δεν αντέχω κι εγώ. Υπογράφω. Τον παίρνω στο σπίτι. Υπ’ ευθύνη μου. Πάμε σε γιατρό. Βρίσκουμε τη σωστή φαρμακευτική αγωγή. Είναι καλά».

Καθ’ όλη τη διάρκεια της απολογίας του ο Απόστολος Κοσμάς έκλαιγε και σκούπιζε το πρόσωπό του με το μαντήλι του.

Αναφέρεται στο 1995 οπότε και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση: «Θα μας σκότωνε. Αρχίζει να μου ζητάει χρήματα για όπλα. Ο γιατρός λέει να τον βάλουμε μέσα. Για δεύτερη φορά. Παίρνουμε εισαγγελική εντολή. Η Αστυνομία φοβάται. “Είναι επικίνδυνος”, μας λένε, “Πρέπει να έλθουν τα ΕΚΑΜ”. – ”Όχι τα ΕΚΑΜ. Όχι το παιδάκι μας”… Παίρνει τις σταγόνες του. Είναι καλύτερα. Δεν ήθελα να τον κλείσω σε ψυχιατρείο. Δεν το άντεχα».

Οι δικαστές του θέτουν ερωτήσεις. «Μας πώς ήταν καλύτερα; Αφού ήταν τρελός!». Εκείνος απαντά με ειλικρίνεια: «Ελπίζαμε…» Και συνεχίζει: «Τον βάζω σε διάφορες δουλειές γνωστών μου. Φεύγει. Αγοράζει χασίς. Χειροτερεύει. Χτυπούσε τη μητέρα του. Αποφασίζουμε να τον πάμε στο Αιγινήτειο. Δεν γίνεται. Ο γιατρός φοβάται για τη ζωή του. Μέχρι να βρω μια λύση, αποφασίζω να τον στείλω διακοπές στη Μύκονο. Και αν σκοτώσει κανέναν; Θα είχαμε ηθική ευθύνη».

Ο Απόστολος Κοσμάς κατά τη διάρκεια της απολογίας του είναι σαν να ξαναζεί όλα τα γεγονότα… Και φτάνει στη μοιραία ημέρα.. Είναι μόνος στο σπίτι. Ο Βαγγέλης του δηλώνει ξεκάθαρα: «Αν μέχρι να γυρίσω δεν μου έχεις βρει λεφτά για όπλα, θα σε σκοτώσω!».

Πάει στην Αστυνομία. Ο διοικητής λείπει. Γυρίζει σπίτι. Είναι πανικοβλημένος. Ακούει τον Βαγγέλη να επιστρέφει. «Τρέχω στο σαλόνι. Με φωνάζει, με γυρίζει πίσω και… σας παρακαλώ, τα υπόλοιπα διαβάστε τα μόνοι σας».

Διακόπτει την απολογία του. Δεν μπορεί να σταματήσει να κλαίει… Σταματάει για να πάρει τα χάπια για την καρδιά του, μιας και είναι καρδιακός. Προσπαθεί να συνεχίσει, αλλά είναι αδύνατον.. «Σας παρακαλώ. Δικάστε με 100 χρόνια. Δεν με νοιάζει. Μη με στενοχωρείτε άλλο, όμως. Διαβάστετα από τα χαρτιά σας. Δεν μπορώ».

Η δίκη διακόπτεται για λίγο και στο πλευρό του τρέχει ανήσυχη η γυναίκα του. Μετά από λίγο, ξαναξεκινάει η δίκη κι εκείνος, καθιστός πια, μιας και δε τον βαστούν τα πόδια του, συνεχίζει την απολογία του: «Πώς μπόρεσα να σκοτώσω το παιδί μου; Είμαι εγκληματίας; Μήπως είμαι τρελός; Καλύτερα να είχα αυτοκτονήσει…Αν βγω από τη φυλακή, θα βοηθήσω τα παιδάκια που έχουν την ίδια αρρώστια με τον Βαγγέλη μου».

Το ακροατήριο παγώνει. Δικαστές, ένορκοι, δημοσιογράφοι. Όλοι «λυγίζουν» μπροστά στο δράμα αυτού του πατέρα που αναγκάστηκε να σκοτώσει το παιδί του, που λάτρευε.
Ακόμα και ο εισαγγελέας, κατά τη διάρκεια της αγόρευσής του υπερασπίστηκε τον κατηγορούμενο: «Ποιος είμαι εγώ που θα κάνω τον τιμητή; Δεν έχω δικαίωμα να απευθύνω κατηγορίες ηθικής φύσεως. Βρεθείτε στη θέση αυτού του τραγικά άτυχου πατέρα. Η αγάπη, πάντως, δεν σκοτώνει. Ας τον κρίνει ο Θεός ή η κοινωνία. Λύση, όμως, υπήρχε. Ο εγκλεισμός. Αλλά, ο κατηγορούμενος ήταν δέσμιος των αντιλήψεών του. Παγιδεύτηκε. Εγκλωβίστηκε. Φοβόταν τον κοινωνικό στιγματισμό».

Η ετυμηγορία του δικαστηρίου
Το δικαστήριο δεν καταδίκασε τον κατηγορούμενο σε ισόβια, όπως πιθανώς να ήταν αναμενόμενο για έναν παιδοκτόνο.

Η απόφαση του δικαστηρίου είναι 18 χρόνια κάθειρξη. Η υπεράσπιση ζητεί μείωση της ποινής. Οι δικαστές αποσύρονται και μετά από λίγο επανέρχονται με νέα απόφαση. Στον Απόστολο Κοσμά επιβλήθηκε νέα ποινή. 15 χρόνια κάθειρξη και 6 μήνες φυλάκιση.

Ο ίδιος, με χαμηλωμένο το βλέμμα, πριν οδηγηθεί στο κελί του, ζητάει από τους δικαστές μια χάρη. Να του επιτρέψουν να πάει στον τάφο του παιδιού του.. «Δώστε μου μια άδεια. Να πάω κι εγώ στον τάφο του παιδιού μου. Να κλάψω. Δεν έχω πάει ποτέ…».

Το τέλος μιας τραγωδίας
Ο Απόστολος Κοσμάς δεν πρόλαβε να βγει από τη φυλακή και να κάνει πράξη την υπόσχεση που είχε δώσει.

Πέθανε από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου στις 1 Οκτωβρίου 1998, την ώρα του προαυλισμού στην Α’ Πτέρυγα των Δικαστικών Φυλακών Κορυδαλλού.

Έτσι, γράφτηκε το τέλος μιας οικογενειακής τραγωδίας που συγκλόνισε τότε την κοινή γνώμη κι εξακολουθεί να συζητείται ακόμη και σήμερα.

——————————–

Με πληροφορίες από: tovima.gr, eglimawordpress.com, news247.gr, athensmagazine.gr, rizospastis.gr