Στα ύψη οι τιμές βασικών φθαρτών, φωνάζουν οι καταναλωτές

Την ώρα που οι τιμές βασικών ζαρζαβατικών όπως οι ντομάτες και τα αγγουράκια εκτοξεύθηκαν στα τρία ή και σχεδόν τέσσερα ευρώ, ο αγροτικός κόσμος στα Κοκκινοχώρια και εκπρόσωποι του, προσπαθούν να δώσουν τη δική τους εκδοχή για το φαινόμενο. Δεχόμενοι, ασφαλώς, για μια ακόμη φορά τις επικρίσεις και τα έντονα σχόλια των καταναλωτών. 

Καταρχήν, τονίζουν το φαινόμενο της αύξησης των τιμών των ζαρζαβατικών κατά τον Αύγουστο παρατηρείται σχεδόν κάθε χρόνο και οφείλεται στις πολύ υψηλές θερμοκρασίες και τον καύσωνα που συνήθως παρατηρούνται τον μήνα αυτό. Με αποτέλεσμα η παραγωγή των φυτών να μειώνεται κατακόρυφα και οι τιμές να ανεβαίνουν. Για παράδειγμα, σε συγκεκριμένο Σύνδεσμο Παραγωγών που βρέθηκε χθες το πρωί ο «Φ», ενώ οι γεωργοί μέλη φύτεψαν 12.000 ρίζες αγγουριά για παραγωγή αυτή την περίοδο, εντούτοις υπήρχαν λιγότερα από δέκα κιβώτια αγγουράκια, με τη ζήτηση να ήταν περίπου στο δεκαπλάσιο.

Ωστόσο, μας τόνισαν εμφαντικά οι υπεύθυνοι, αυτή η μεγάλη στενότητα δεν είναι ο αποκλειστικός λόγος και πάλι που οι καταναλωτές αγοράζουν τα ζαρζαβατικά στις τιμές που τα αγοράζουν τις τελευταίες μέρες. Επιδεικνύοντας μας τιμολόγια της χθεσινής μέρας, από τα οποία αφαιρέθηκε απλώς το λογότυπο της εταιρείας για ευνόητους λόγους, μας είπαν ότι κατά τη χθεσινή μέρα ο Σύνδεσμος διέθεσε: Αγγουράκια προς €2,30. Ντομάτες φοινικωτές προς €1,70. Πιπεριές πράσινες προς €1,50. Καρπούζια προς €0,50 το κιλό και λευκά κραμπιά προς €0,80.  Τα προϊόντα μας επεξηγήθηκε, παραλαμβάνονται από φορτηγά που ανήκουν στους μεσιτέμπορους και τα οποία στελεχώνονται από έναν τουλάχιστον υπάλληλο. Εργασία που διαρκεί κάποιες ώρες. Ακολούθως, τα φθαρτά μεταφέρονται σε χώρο του μεσιτέμπορα όπου θα ετοιμαστούν οι διάφορες παραγγελίες για να γίνουν διανομή σε φρουταρίες, υπεραγορές, μανάβικα κ.λπ.

Όλα αυτά τα έξοδα των μεσιτεμπόρων, υποστηρίζουν οι εκπρόσωποι των παραγωγών, φορτηγά, συσκευασία παραγγελιών και παράδοση, προστίθενται στην αρχική τιμή του κάθε προϊόντος, ανεβάζοντας την τουλάχιστον από 20 ως 30 σεντ το κιλό.

Στη συνέχεια, υπογράμμισαν οι παραγωγοί, η τιμή εξαρτάται πλέον από τον τελικό παραλήπτη. Τη φρουταρία, την υπεραγορά, το μανάβικο. Αυτοί θα επωμιστούν και τη ζημιά από το ένα κιλό ή και περισσότερο του προϊόντος που θα χαθεί πλέον στην πορεία, μέχρι που να φτάσει στο καρότσι του καταναλωτή. Δηλαδή, το ένα καρπούζι που θα σπάσει. Τα μερικά αγγουράκια που θα καταναλώσουν μικροί και μεγάλοι καταναλωτές κ.λπ. Το κάθε σημείο λιανικής πώλησης φρούτων και λαχανικών, μας τόνισαν οι παραγωγοί έχει τη δική του πολιτική για τη διαμόρφωση της τελικής λιανικής τιμής πώλησης ενός γεωργικού προϊόντος. Π.χ. υπάρχει η υπεραγορά που λέει «εγώ χρεώνω ποσοστό κέρδους 30% επί της τιμής που αγόρασα από το μεσιτέμπορα, βρέξει χιονίσει». Υπάρχει όμως και η φρουταρία που λέει «εγώ χρεώνω 20%». Αλλά υπάρχει και η υπεραγορά που λέει «εγώ όταν ένα αγροτικό προϊόν είναι πολύ ακριβό, ρίχνω το ποσοστό κέρδους, για να συγκρατήσω κάπως την τιμή, προς όφελος των πελατών μου».

«Μην πυροβολείτε μόνο τον αγροτικό κόσμο»

Επομένως, τονίζουν οι παραγωγοί, σε τελευταία ανάλυση, την τελική τιμή ενός γεωργικού προϊόντος την καθορίζουν τρεις παράγοντες που προαναφέρονται, ένας εκ των οποίων είναι οι αγρότες που παράγουν με αφθονία ή με στενότητα, ανάλογα και με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν. Ωστόσο, στην τιμή που καθορίζουν οι ίδιοι με βάση το κόστος τους ότι θα πουλήσουν ένα προϊόν, προστίθεται στην πορεία το κόστος της μεσιτεμπορίας, αλλά και του σημείου λιανικής πώλησης, από όπου θα το αγοράσει ο καταναλωτής. Με όλα αυτά τα δεδομένα, καταλήγουν οι παραγωγοί, ο καταναλωτής καλείται να σταθμίζει τα δεδομένα που ισχύουν στην Κύπρο γύρω από το θέμα της εμπορίας των αγροτικών προϊόντων, αποφεύγοντας να στρέφει τα πυρά του και να πυροβολεί σε εποχές ακρίβειας, μόνο τον αγροτικό κόσμο.

Philenews