Τάσος Δημητριάδης: Σταδιοδρομία στους δρόμους της προδοσίας και της εγκατάλειψης (Βίντεο- Φωτος)

Πρόσφυγας από την Νεάπολη Λευκωσίας. Εργάζεται 26 χρόνια στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1 Κύπρου ως εικονολήπτης και από αυτή την επαγγελματική του θέση  έχει καταγράψει το μεγαλύτερο μέρος από την Νεότερη Ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο λόγος για τον Αναστάσιο (Τάσο) Δημητριάδη.

Οι επαγγελματικοί μας δρόμοι δεν συναντήθηκαν ποτέ. Όλοι μας όμως στο δημοσιογραφικό «παζάρι» γνωριζόμαστε. Ένας σωστός επαγγελματίας, με χιούμορ, με ένα ιδιαίτερο στυλ έχει καταφέρει να αγαπηθεί από όλους τους συναδέλφους που έχει συνεργαστεί. Αφορμή για το τηλεφώνημα μου στον Τάσο ήταν η προβολή του ντοκιμαντέρ «ΑΚΟΥ ΤΗ ΦΩΝΗ ΜΟΥ».

Από το 1993 -19944 (λόγο της ιδιότητα του ως κινηματογραφιστής) με άδεια τότε από το καθεστώς Ντενκτάς επέτρεπαν σε ορισμένους να μεταβαίνουν στα κατεχόμενα. «Ο πόθος μου να επισκεφθώ το σπίτι μου τότε ήταν μεγάλος», μου λέει στο τηλέφωνο.

Τον βάζω στην διαδικασία να ξετυλίξει το κουβάρι της ζωής του εκείνη την περίοδο: «Το πρώτο μου ρεπορτάζ στα κατεχόμενα  ήταν ένα συνέδριο FORUM της ΠΕΟ με τουρκοκυπριακές συντεχνίες κοντά στην Νεάπολη δηλαδή κοντά στο σπίτι μου. Αντιλαμβάνεσαι Νικολέτα ότι από το μυαλό μου πέρασαν όλες οι αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια και η σκέψη μου ήταν πως να τους ξεφύγω για να πάω να δω το σπίτι μου. Η λογική όμως νίκησε ευτυχώς και δεν έκανα κάτι που να μην επιτρεπόταν και να μου δημιουργήσει πρόβλημα. Ζήτησα τότε από αυτόν που ήταν υπεύθυνος για τα συνεργεία αν γινόταν να με πάει στο σπίτι μου. Η απάντηση του ήταν αρνητική, όμως αυτή μου η πράξη κέρδισε την εμπιστοσύνη του. Μέσα από τις επόμενες αποστολές στα κατεχόμενα, γίναμε φίλοι και αφού κατάλαβε ότι δεν θα του δημιουργούσα πρόβλημα αν έβλεπα το σπίτι που μεγάλωσε, μια μέρα κανόνισε και με πήρε να το δω…»

Μια παύση στην φωνή του ήταν αρκετή για να καταλάβω τι ένιωθε… «Όχι μόνο είδα το σπίτι μου, αλλά έκανα και ρεπορτάζ καταγράφοντας τις αναμνήσεις και τα σχόλια της κυρίας που έμενε εκεί, όπου το σπίτι της ήταν στην Λάρνακα, δηλαδή και αυτή πρόσφυγας».

Αποστολές στα Κατεχόμενα…

Οι αποστολές στα κατεχόμενα, την τότε εποχή μου έδωσαν το προτέρημα έναντί των άλλων συναδέλφων μου για να μπορέσω να καταγράψω με την κάμερα όλα μα όλα τα κατεχόμενα χωριά και Πόλεις της Κύπρου. Σιγά – σιγά έφτιαξα ένα οδοιπορικό από την Μόρφου (Λιμνίτη) μέχρι τον Απόστολο Ανδρέα.

Το μεγάλο όνειρο γίνεται πραγματικότητα

«Ένα μέρος που μέχρι το 1996 δεν μπορέσαν να καταγράψω, ήταν η κλειστή πόλη της Αμμοχώστου. Έφτασε όμως η μέρα, που και αυτό το όνειρο μου έγινε πραγματικότητα.

Τον διακόπτω και ετοιμάζομαι να κάνω μια ερώτηση: «Μην μπεις στο κόπο μου λέει ξέρω τι θα με ρωτήσεις και δεν θα σου απαντήσω μ’ όλη την αγάπη που σου έχω και τα τόσα χρόνια που σε ξέρω, πως κατάφερα να μπω μέσα στην πόλη».

Θα προσπαθήσω όμως με λόγια να σου μεταφέρω το πως ένοιωσα και τι κατέγραψε η ψυχή μου.

Η παρουσία μου στους δρόμους της κλειστής είχε συντροφιά , ενώ ήταν έρημη η πόλη, εγώ άκουγα φωνές, άκουγα μια πόλη η οποία ήταν λες και λειτουργούσε κανονικά. Είχα μείνει έκπληκτος από τα κτίσματα, από την ανάπτυξη και συνειδητοποίησα ότι αυτή η πόλη ήταν τότε 40 χρόνια μπροστά. Έβλεπα πράγματα που ακόμα στην ελεύθερη Κύπρο ακόμα δεν είχαν γίνει. Για παράδειγμα είδα ότι είχε αποχετευτικό, είδα ξενοδοχεία πολυώροφα με αρχιτεκτονική που δεν έβλεπα τότε στις τουριστικές περιοχές της ελεύθερης Κύπρου.

Από τότε άρχισα να μαθαίνω πράγματα για αυτή την πόλη. Την Ιστορία της, ποιος ήταν ο ρόλος της στην οικονομία της Κύπρου, τα προϊόντα που παράγονταν στην γύρω περιοχή. Άρχισα να μαζεύω  βίντεο προ του 1974.

Και εδώ προκύπτει το αρχείο…

Ναι είναι για την μόνη πόλη που μπορεί  κάποιος να βρει οπτικό υλικό «πηγαίνοντας»  για πάρα πολλά χρόνια πίσω στο χρόνο. Σιγά – σιγά μάζεψα ένα μεγάλο αρχείο από φωτογραφίες και βίντεο.

Σε κάποια στιγμή ένοιωσα την υποχρέωση ότι  όλο αυτό το αρχείο που είχα θα έπρεπε να το μοιραστώ με τον κόσμο. Με αυτούς που έζησαν εκεί, αλλά και με αυτούς που δεν ήξεραν τι ήταν η Αμμόχωστος.

Με την πάροδο του χρόνου, κατάλαβα ότι αυτό που έκανα, δεν ήταν μόνο υποχρέωση αλλά και διδακτικό έργο για την νέα γενιά που δεν έζησε αυτές τις εποχές .

Το επόμενο βήμα…το ντοκιμαντέρ και η αφορμή της «γέννησης της»

Μετά από  όλη μου την διατριβή  για την Αμμόχωστο και αρκετά χρόνια στο επάγγελμα μου ως εικονολήπτης, διαπίστωσα με την παρουσία μου στις διάφορες εκδηλώσεις για την επέτειο της κατάληψης της Αμμοχώστου, ότι όλα αυτά τα χρόνια όλοι οι άλλοι (Ξένοι βουλευτές, καθηγητές ξενών πανεπιστημίων, συγγραφείς και πολλοί άλλοι) μιλούσανε για την Αμμόχωστο και ποτέ δεν δόθηκε το βήμα σε κανένα κάτοικο. Ποτέ δεν ακούσαμε ένα Αμμοχωστιανό να μας μιλήσει για την πόλη του. Ποτέ δεν ακούσαμε τον πόθο, τα θέλω, τις αναμνήσεις των κατοίκων από τους ίδιους.

Έτσι λοιπόν σκέφτηκα ότι ήταν καιρός να δώσω εγώ την ευκαιρία σε κατοίκους, να μας πουν αυτά που τόσα χρόνια είχαν μέσα τους, και δεν τους άφηναν κάποιοι να μας τα πουν .

Αποφάσισα ότι έπρεπε να κάνω κάτι για όλους αυτούς. Ξεκίνησα για να δημιουργήσω ένα Ντοκιμαντέρ όπου θα είχα πρωταγωνιστές, απλούς ανθρώπους με αληθινά αισθήματα, με δυνατές αναμνήσεις από την τότε εποχή, και πόθο για επιστροφή.  Δεν ήθελα να αναφερθώ σε γεγονότα της εισβολής, γιατί αυτά έχουν χιλιοειπωθεί από πολλούς. Το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς δεν περιγράφεται με λόγια Νικολέτα μου…ότι και να σου πω θα φαίνεται λίγο.

Είναι ακριβώς αυτό που ήθελα, γεμάτο συναίσθημα, σε συναρπάζει, και αυτός που βλέπει το ντοκιμαντέρ ταυτίζετε με αυτούς που εξομολογούνται μπροστά στην κάμερα, χωρίς ταμπού και σκοπιμότητες, και ακούν αυτά που και οι ίδιοι θέλουν να πουν, ίσως και καλύτερα, αλλά δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να το κάνουν.

Ο Τίτλος του Ντοκιμαντέρ φυσικά δεν μπορούσε να ήταν άλλος από…. ΑΚΟΥ ΤΗ ΦΩΝΗ ΜΟΥ

Έχουν γίνει μέχρι τώρα 3 προβολές του Ντοκιμαντέρ. Μια στη Λεμεσό στην παραλία του Ναυτικού Ομίλου Αμμοχώστου και όταν λέμε στην παραλία εννοούμε οι καρέκλες και η σκηνή ήταν πάνω στην άμμο . Έγινε μια προβολή στην Λάρνακα στην παραλία του Κ.Ο.Τ. Η τελευταία του Αυγούστου έγινε στην Δερυνεια ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ στις 14 Αυγούστου που ήταν η ημέρα όπου καταλήφθηκε η πόλη της Αμμοχώστου.

Όλες οι προβολές είχαν επιτυχία και από προσέλευση κόσμου αλλά και από πολύ θετικά σχόλια από τους παρευρισκόμενους. Η Προτροπή όλων ήταν να μην μείνει μέχρι εδώ, αλλά να ταξιδεύσει σαν πρεσβευτής του κάθε πρόσφυγα όσο πιο μακριά γίνετε.

Ξέρω πόσο αγαπάς την Αμμόχωστο…μου λέει. Αλλά έχεις γεννηθεί μετά την εισβολή και πρόσφυγας δεν είσαι για μπορείς να αντιληφθείς στον υπέρτατο βαθμό – τον ξεριζωμό αυτών των ανθρώπων. Το ξέρεις ότι τόσα χρόνια μετά σε κάθε επίσκεψη μου στην Αμμόχωστο την σκέψη μου πάντα βασανίζει  ένα μεγάλο ερώτημα;

Πως θα ήταν η Αμμόχωστος σήμερα αν δεν έμενε κλειστή τόσα χρόνια. Πως θα ήταν αν ακολουθούσε τους ρυθμούς ανάπτυξης που είχαν αρχίσει από την δεκαετία του 70;

Και πάντα  φεύγω από την Αμμόχωστο με συνοδηγό μου, ένα ΜΕΓΑΛΟ ΓΙΑΤΙ;

Πολιτική άποψη θα μπορούσες να εκφράσεις δημόσια;

Παγκόσμια αδικία,  (στο ανθρωπιστικό δίκαιο αν υπάρχει τέτοιο), διότι ενώ υπάρχουν ψηφίσματα για επιστροφή της πόλης στους νόμιμους κατοίκους,  από το συμβούλιο ασφαλείας και τα Ηνωμένα Έθνη, εδώ και 40 τόσα χρόνια δεν μπόρεσαν ούτε και αυτοί, να υλοποιήσουν τις αποφάσεις που πήραν με τα ψηφίσματα τους.

Η φωτογραφία με την βαλίτσα στο ξενοδοχείο και ο…ιδιοκτήτης

Ξέρεις τι; Αυτό που με έχει συγκλονίσει δεν είναι ούτε οι καταστροφές ούτε τα κτίρια αλλά μια απλή εικόνα που αντίκρισα σ’ ένα από τα σπίτια που είναι μέσα στην κλειστή πόλη. Είχα προσέξει κατά την περιδιάβαση μου γύρο από την πόλη  ότι σ’ ένα παράθυρό ενός σπιτιού, να βρίσκετε σφηνωμένη μισή προς τα έξω  μια βαλίτσα με διάφορα προσωπικά αντικείμενα. Για αρκετά χρόνια με βασάνιζαν διάφορα σενάρια βάση αυτής της βαλίτσας. Πάντα διερωτώμουν αν η βαλίτσα έμεινε εκεί κατά την διάρκεια διαφυγής του ιδιοκτήτη, που επειδή ήταν βιαστικός την άφησε έτσι και έτρεξε, διότι μήπως οι τούρκοι είχαν φτάσει στο σπίτι του.

Ένα άλλο σενάριο ήταν μήπως κάποιος πήγε για να κλέψει, και κατά την φυγή του έγινε αντιληπτός και  αναγκάστηκε να την αφήσει έτσι σφηνωμένη στο παράθυρο. Αυτά και άλλα πολλά σενάρια περνούσαν από την σκέψη μου για αρκετά χρόνια. Μέχρι που πήγα μια μέρα και έβγαλα φωτογραφία το σπίτι και την βαλίτσας και άρχισα να αναζητώ τον ιδιοκτήτη από το Φατσοβιβλίο. Σε λίγο καιρό οι πληροφορίες που πήρα, με οδήγησαν σε  αρνητικό αποτέλεσμα. Δηλαδή να μην μπορέσω ποτέ μου να μάθω την ιστορία αυτής της βαλίτσας, διότι ο ιδιοκτήτης της είχε «φύγει» λίγα χρόνια πριν .

Ιστορίες έχω ακούσει πάρα πολλές, από Αμμοχωστιανούς φίλους, που έκανα λόγο της ενασχόλησης και της έρευνας που κάνω για αυτή την πόλη. Από την έρευνα που έκανα για την κατάληψη της πόλης τον Αύγουστο του 1974,είμαι σε θέση να σου πω ότι: Η Αμμόχωστος δεν παραδόθηκε εγκαταλελειμμένη…αλλά προδομένη.

 

Της Νικολέτας Χρήστου