Της Αλεξίας Καφετζή
Η ιστορία της κοινωνίας από την εποχή της κατάρρευσης του πρωτόγονου συστήματος είναι η ιστορία μιας συνεχούς πάλης μεταξύ των τάξεων. «Ελεύθεροι και δούλοι, πατρίκιος και πληβείος, βαρόνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με μια λέξη καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονται σε ακατάπαυστη αντίθεση μεταξύ τους, έκαναν αδιάκοπο αγώνα, πότε σκεπασμένο, πότε ανοικτό, έναν αγώνα που τελείωνε κάθε φορά με τον επαναστατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της κοινωνίας ή με την από κοινού καταστροφή των τάξεων που αγωνίζονταν» -έτσι είχαν χαρακτηρίσει οι Μαρξ και Ένγκελς στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» τις βασικές μορφές ταξικής πάλης πριν την εμφάνιση του καπιταλισμού. Η εποχή του καπιταλισμού απλώς συνοδεύτηκε με την περαιτέρω όξυνση της ταξικής πάλης.
Γιατί όμως υπάρχει η ταξική πάλη; Είναι άραγε ιστορικά αναπόφευκτη; Οι αστοί ιστορικοί και κοινωνιολόγοι επαναλαμβάνουν ομαδικά ότι η ταξική πάλη είναι αποτέλεσμα «παρανόησης», «αμοιβαίας μη κατανόησης» των τάξεων ή και ανικανότητας της πολιτικής των ιθύνοντων κύκλων της κοινωνίας, ή ακόμα και «υποκίνηση κακόβουλων στοιχείων» κ.ο.κ. Αρκετοί από αυτούς συμβουλεύουν να ευρίσκονται εκείνες οι κοινωνικές και ηθικές αξίες, οι οποίες θα ήταν ικανές να συμφιλιώνουν τις εχθρευόμενες τάξεις. Η έκφραση όμως της ελπίδας ότι τάχατες θα μπορούσαν να συνενωθούν τάξεις με ανειρήνευτα, ανταγωνιστικά συμφέροντα με τη βοήθεια κάποιων «άριστων» ιδεών ή ηθικών αξιών, σημαίνει ότι το όλο ζήτημα προσεγγίζεται λανθασμένα και ιδεαλιστικά.
Η ταξική πάλη εμφανίζεται και είναι προϊόν των αντίθετων θέσεων μέσα στην κοινωνία και των αντικρουόμενων συμφερόντων των διάφορων τάξεων.
Τι σημαίνει όμως ταξικά συμφέροντα και από τι προσδιορίζονται; Συνήθως λέγεται ότι το ταξικό ενδιαφέρον καθορίζεται από τη συνείδηση των μελών της δεδομένης τάξης. Ένας τέτοιος όμως ισχυρισμός δεν είναι ορθός. Η εργατική τάξη της μιας ή της άλλης καπιταλιστικής χώρας μπορεί για την ώρα να μην αντιλαμβάνεται τα θεμελιακά συμφέροντά της και να περιορίζεται μόνο στην πάλη για κάποια συμφέροντα (π.χ. για μισθολογικές αυξήσεις, για περιορισμό των ωρών εργασίας κ.λπ.). Με αυτό φυσικά και δεν εξυπακούεται ότι τα θεμελιακά ταξικά συμφέροντα δεν υπάρχουν.
Σύμφωνα με τον διάλογο, το ταξικό συμφέρον προσδιορίζεται όχι από τη συνείδηση μιας τάξης, αλλά από τη θέση και το ρόλο της δεδομένης τάξης μέσα στο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής. Επειδή λοιπόν η εργατική τάξη δεν έχει ιδιόκτητα μέσα παραγωγής και υπόκειται στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, τότε εκ της αντικειμενικής της θέσης είναι υπέρ της κατάργησης του καπιταλισμού και γι’ αυτό αποτελεί μια επαναστατική τάξη.
Ανταγωνιστικές μπορούν να είναι και οι σχέσεις όχι μόνο μεταξύ αντιτιθέμενων τάξεων εντός ενός κοινωνικο-οικονομικού συστήματος, αλλά και μεταξύ τάξεων διαφορετικών συστημάτων που αντικαθιστά το ένα το άλλο. Τέτοιες π.χ. ήταν οι σχέσεις μεταξύ της αστικής τάξης και των φεουδαρχών την εποχή που οι μέθοδοι εκμετάλλευσης της αστικής τάξης συγκρούσθηκαν με τα φεουδαρχικά πρότυπα. Επειδή όμως και η μια και η άλλη ήταν εκμεταλλεύτριες τάξεις, μπορούσαν σε κάποιο στάδιο να συνεργαστούν. Στην οικονομία μιας σειράς χωρών οι φεουδαρχικές μέθοδοι εκμετάλλευσης συγχωνεύτηκαν με τις καπιταλιστικές, ενώ στη σφαίρα της πολιτικής η αστική τάξη και οι τσιφλικάδες συνήθως συνενώνουν δυνάμεις, ιδιαίτερα όταν έχουν να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη αντίσταση των λαϊκών μαζών με επικεφαλής την εργατική τάξη.
Εφ’ όσον τα αντιτιθέμενα συμφέροντα των τάξεων αποτελούν τη βάση αντιπαράθεσης και της πάλης μεταξύ τους, τότε η σύμπτωση συμφερόντων διάφορων τάξεων δημιουργούν δυνατότητες για κοινές δράσεις. Σε συνθήκες καπιταλισμού υπάρχει η αντικειμενική προϋπόθεση για από κοινού δράσεις της εργατικής τάξης, της αγροτιάς, της μικροαστικής τάξης, της κύριας μάζας της διανόησης και των υπαλλήλων ενάντια στα μονοπώλια και τις πολυεθνικές εταιρείες. Στη συνεργασία αυτών των τάξεων και ομάδων η εργατική τάξη ως η πιο επαναστατική, οργανωμένη και συσπειρωμένη δύναμη διαδραματίζει τον σημαντικότερο ρόλο.