Το χαμένο, μαύρο μας κομμάτι

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Ίσως κάποιοι να συγκράτησαν αυτά που έγραψα επανειλημμένα. Και όχι μόνο μια φορά το χρόνο, με αφορμή την 21η του Μάρτη, παγκόσμια επέτειο της μεγάλης σφαγής στη Νότιο Αφρική του φυλετικού μίσους.

Για την αλαζονεία του ρατσιστή που προέρχεται από την αποξένωση από τον ίδιο τον εαυτό του.

Για τον άνθρωπο που αρνείται και καταπιέζει κάθε θετικό συναίσθημα, όπως ακριβώς κάνει με όσους γύρω του είναι διαφορετικοί.

Που μισεί ό,τι του είναι άγνωστο και ξένο, άνθρωπο ή σκέψη. Που μισεί καθετί που του θυμίζει τις ήττες ή τις αποτυχίες του.

Που δεν θέλει να μάθει, δεν θέλει να πάει παρακάτω.

Πηγαίνοντας να βρω κάποιους άγνωστους ξένους στις θλιβερές τους κάμαρες, πηγαίνω μάλλον να βρω εμένα.

Κουβέντιασα πολύ συχνά με Αφρικανούς αιτητές  ασύλου, κάθισα και άκουσα με τις ώρες τα προβλήματα φοβισμένων Ασιατών μεταναστών.

Η οικεία αίσθηση της αλληλεγγύης είναι πολύ προσωπική, γιατί έρχεται από τα έγκατα της παιδικής μου ηλικίας, εκεί όπου κατοικούν οι αδυναμίες και οι φόβοι μου.

Ναι, οι ξένοι μετανάστες είναι το ευάλωτο κομμάτι της κοινωνίας, αλλά αντιπροσωπεύουν και το ευάλωτο κομμάτι της ψυχής μας, της δικής μου και της δικής σου, το χαμένο κάτω από μεταγενέστερες προσθέσεις απατηλών εντυπώσεων, όπως είναι η κατάσταση που αποκαλείται επαγγελματική επιτυχία και αναγνώριση.

Έτσι προσπαθώντας να προσεγγίσω και να κατανοήσω  αυτούς τους ταλαιπωρημένους αλλοδαπούς,  προσπαθώ να προσεγγίσω και να κατανοήσω τον παλιό και πάντα οδυνηρό εσωτερικό πόνο. Τον δικό μου και τον δικό σου.

Το ότι δεν έχω μαύρο δέρμα, δεν με κάνει καλύτερο από εκείνους που το έχουν.

Δεν με απαλλάσσει και δεν μας απαλλάσσει από τις ανεπάρκειές μας, ούτε μας κάνει κατόχους της απόλυτης αλήθειας.

Νομίζω είναι καλό να είμαστε σε επαφή με τις ανεπάρκειές μας. Με το μαύρο κομμάτι μέσα μας.

Αυτό που έχουμε καταχωνιασμένο και κρυμμένο. Αυτό που δεν έχει πατρίδα, ούτε υπηκοότητα, ούτε περιουσία, αυτό που είναι σαν τους Κονγκολέζους, τους Σενεγαλέζους και τους Νιγηριανούς με τα θολά βλέμματα που κάθε πρωί συρρέουν στον κυκλικό κόμβο της Τρικούπη στη Λευκωσία ελπίζοντας να προκύψει κάποια έκτακτη δουλειά για τη μέρα.

Έγραφα γι’ αυτό για πολύ καιρό, νιώθοντας ότι οι αναγνώστες  μοιράζονταν μαζί μου κάτι δικό τους, σημαντικό.

Αγγίζοντας ξανά τις ίδιες εικόνες και συναισθήματα, δεν έχω τέτοια αίσθηση. Καθόλου.

Χάθηκε η μαγεία σε κάτι άσχημο.

Σε φωνές και ουρλιαχτά εναντίον των ξένων.

Που μας κάνουν ξένους μεταξύ μας.