Το ΓεΣΥ αγνοεί επιδεικτικά τον παιδικό διαβήτη

Πριν από περίπου δύο χρόνια, ξεκίνησε στην Κύπρο μία από τις μεγαλύτερες αλλαγές που έχουν γίνει εδώ και δεκαετίες στον τομέα της υγείας. Ένας τομέας που πριν από την πανδημία ήταν στο περιθώριο, η κυβέρνηση αποφάσισε να του δώσει πνοή μέσα από τη δημιουργία ενός Γενικού Συστήματος Υγείας. Στόχος του ΓεΣΥ είναι να προσφέρει δωρεάν ή με ελάχιστη πληρωμή υπηρεσίες υγείας σε όλο τον πληθυσμό, αλλά και να αναβαθμίσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες, δημιουργώντας ένα κλίμα υγιούς ανταγωνισμού ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Την ίδια στιγμή, το σύστημα θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες που να αφορούν τη χαρτογράφηση του Κύπριου ασθενή, κάτι στο οποίο υστερούμε σε σημαντικό βαθμό. Αυτό φαίνεται μέσα από την απάντηση που έδωσε προ ολίγων ημερών ο υπουργός Υγείας Μιχάλης Χατζηπαντέλας σε ερώτηση του βουλευτή Ηλία Μυριάνθους σχετικά με το πόσα περιστατικά παιδικού διαβήτη έχουν εντοπιστεί στην Κύπρο τα τελευταία τρία χρόνια. Ο κ. Χατζηπαντέλας απάντησε λέγοντας ότι, στο παρόν στάδιο, στη χώρα μας δεν υπάρχει εθνικό αρχείο διαβήτη. Σχεδόν για καμία χρόνια πάθηση δεν υπάρχει αρχείο που να εντοπίζει πόσοι ακριβώς πολίτες πάσχουν από αυτήν, και ο διαβήτης φαίνεται πως δεν έχει το… προνόμιο.

Μόνο για ενήλικες

Κάθε χρόνο στην Κύπρο εντοπίζονται περίπου 300 έως και 400 παιδιά και έφηβοι που πάσχουν από παιδικό διαβήτη. Το 95% αυτών είναι διαβητικοί τύπου 1, γι’ αυτό και αυτή η μορφή ονομάζεται νεανικός διαβήτης. Πρόκειται για μία από τις ασθένειες που καλπάζει τα τελευταία χρόνια σ’ αυτές τις ηλικίες, σύμφωνα με τον διαβητολόγο δρα Σωτήρη Γιάγκου, ενώ ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 είναι μία χρόνια ασθένεια του μεταβολισμού και ανήκει στις λεγόμενες αυτοάνοσες ασθένειες. Το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται στα βήτα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη. Όπως εξήγησε ο δρ Γιάγκου, ο λόγος αυτής της αντίδρασης του ανοσοποιητικού συστήματος δεν είναι γνωστός, είναι μόνο σαφές ότι η γενετική φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο, μιας και τα παιδιά ενός γονιού με διαβήτη τύπου 1 είναι δύο φορές πιο πιθανό να αρρωστήσουν. Εάν και οι δύο γονείς έχουν διαβήτη τύπου 1, τότε η πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη είναι αυξημένη κατά 25%. Η αυξημένη συχνότητα εμφάνισης του διαβήτη τύπου 1 στους εφήβους υποδηλώνει ότι υπάρχουν και άλλες αιτίες, όπως η παχυσαρκία, η μεγαλύτερη ηλικία κατά την οποία γεννούν οι γυναίκες και διάφορα άλλα. Δυστυχώς στην Κύπρο, επειδή δεν υπάρχει αρχείο που να καταγράφει τα περιστατικά παιδικού διαβήτη, ούτε υπάρχουν πουθενά καταγεγραμμένα δεδομένα ως προς τα αίτια του διαβήτη, η χώρα μας υστερεί στο θέμα της πρόληψης. Αξίζει, ωστόσο, να αναφερθεί ότι και στους ενήλικες υπάρχουν κενά ως προς τα δεδομένα που έχει στη διάθεσή του το Υπουργείο Υγείας, μιας και η καταγραφή περιστατικών άρχισε πριν από περίπου 4 χρόνια και ακόμη δεν έχει επεκταθεί σε όλα τα δημόσια νοσηλευτήρια. Η συλλογή και η ηλεκτρονική καταχώριση δεδομένων για τον διαβήτη σε ενήλικες ξεκίνησε από το Κέντρο Αναφοράς Διαβήτη στο Νέο Νοσοκομείο Λάρνακας στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Προγράμματος EUBIROD και επεκτάθηκε στο Νοσοκομείο Αμμοχώστου, στα εξωτερικά ιατρεία του Παλαιού Νοσοκομείου Λάρνακας και στο Αγροτικό Κέντρο Κοφίνου, με το Υπουργείο Υγείας να αναγνωρίζει τη σημασία της δημιουργίας εθνικού αρχείου που θα περιλαμβάνει καταγραφές παιδικού και ενήλικου διαβήτη.

Επενδύουν, αλλά…

Όπως υποστήριξε ο κ. Χατζηπαντέλας, το Υπουργείο Υγείας επενδύει στην πρόληψη στοχεύοντας στην προαγωγή της υγείας σε πολύ μικρές ηλικίες, καθώς σε συνεργασία με άλλα υπουργεία και αρμόδιους φορείς προωθείται η εκμάθηση υγιεινού τρόπου ζωής και η εισαγωγή συμπεριφοράς που να προάγει την υγεία. Ανάμεσα σ’ αυτά είναι η προώθηση κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών, η προώθηση της μεσογειακής διατροφής, της άσκησης και η καταπολέμηση της παχυσαρκίας. Ωστόσο, τα μέτρα που λαμβάνονται δεν είναι αρκετά για να καταπολεμήσουν το φαινόμενο, με τους επιστήμονες να επισημαίνουν ότι για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μία ασθένεια θα πρέπει να γίνεται λεπτομερής καταγραφή και ανάλυση των δεδομένων που προκύπτουν από τα κρούσματα, κάτι που δεν μπορεί να γίνει αν δεν υπάρχει αρχείο για την κάθε νόσο.

Βελτίωση ποιότητας ζωής

Το καλύτερο βέβαια θα ήταν να υπάρξει ένα αρχείο στο οποίο να καταγράφονται όλοι οι χρόνιοι ασθενείς, ενήλικες και ανήλικοι, μιας και αμφότεροι ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες. Πρόκειται για ένα από τα διαχρονικά αιτήματα των οργανωμένων ασθενών, το οποίο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ εξαιτίας της πανδημίας. Λόγω του κορωνοϊού, για να επιβιώσει ένα σύστημα υγείας είναι απαραίτητο να υπάρχει ένα καλά σχεδιασμένο σύστημα πληροφορικής, έτσι ώστε οι όποιες αποφάσεις να στηρίζονται σε δεδομένα, συστηματικά τεκμηριωμένα. Άλλωστε, ο σχεδιασμός για τη δημόσια υγεία από τα Κέντρα Λήψης Αποφάσεων οφείλει να βασίζεται σε αποτελεσματικά συστήματα πληροφόρησης με βάση τις ανάγκες του πληθυσμού. Αυτά τα συστήματα πληροφοριών έχουν αναδειχθεί πλέον ως το βασικότερο εργαλείο για τη δημόσια υγεία με τη συνεχή καταγραφή των περιστατικών, με στόχο την παρακολούθηση της υγείας ώστε να παρέχει ανατροφοδότηση σχετικά με την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων. Στην περίπτωση του κορωνοϊού, τα μέτρα και οι περιορισμοί που αποφασίζει κάθε φορά η κυβέρνηση προκύπτουν κατά βάση από τα δεδομένα που συλλέγουν οι επιδημιολόγοι και η ομάδα ιχνηλάτησης, ούτως ώστε οι όποιες παρεμβάσεις γίνονται να έχουν αποτέλεσμα. Αυτό θα πρέπει να γίνεται και στις περιπτώσεις άλλων ασθενειών, οι οποίες ταλαιπωρούν σημαντικό μέρος του πληθυσμού μας. Δεν είναι μόνο ο παιδικός διαβήτης, είναι και ο καρκίνος, και άλλες πολλές ασθενείς τις οποίες η κυβέρνηση αγνοεί. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υστερούμε στο θέμα της πρόληψης αλλά και της ενημέρωσης για αυτοάνοσα νοσήματα. Είναι απαράδεκτο σε μια χώρα όπου καταγράφονται κάθε χρόνο πάνω από 3.000 περιστατικά καρκίνου, μόνο σε ενήλικες, να συζητάμε ακόμα για το αν και πότε θα δημιουργηθεί κέντρο για τον καρκίνο, ενώ υπάρχουν και άλλες ασθένειες, όπως για παράδειγμα οι ρευματοπάθειες, στις οποίες δεν ξέρουμε τι μας γίνεται, αφού δεν υπάρχουν δεδομένα για το πόσα νέα περιστατικά εντοπίζονται κάθε χρόνο. Είναι ωραίο λοιπόν να λέμε ότι έχουμε ΓεΣΥ, αλλά πρέπει να μπορεί ο ΟΑΥ και το Υπουργείο Υγείας να το χρησιμοποιούν σωστά ούτως ώστε να συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του Κύπριου πολίτη.

πηγή: ΠΟΛΙΤΗΣ