To λεξικό των κυπριακών γηπέδων!

Το πρωτάθλημα είναι έτοιμο για να ανοίξει τις πύλες του στους απανταχού ποδοσφιρόφιλους και όσο κι αν γκρινιάζουν μερικοί πάλι στα ίδια καθίσματα πλαι-πλαι θα βρεθούμε και τις ίδιες μαλ… εεε κουβέντες θα λέμε. Το ποδόσφαιρο έχει το δικό του λεξικό και μέσα στα γήπεδα μαθαίνεις γλώσσα και καλλιεργείς το πνεύμα σου! Λέμε τώρα…

Αναλυτικά το λεξικό των γηπέδων:

Α
Αχάπαρος (ο): Συνηθισμένο επίθετο το οποίο κοσμεί παίκτες, προπονητές και διαιτητές και σημαίνει ότι κάποιος δεν έχει ιδέα για αυτό που κάνει. Για παράδειγμα οι διαιτητές στην Κύπρο είναι αχάπαροι ότι κι αν κάνουν σύμφωνα με τους φιλάθλους.

Β
Βοηθός (ο): Από λάινσμαν, έγινε επόπτης και μετά βοηθός. Ή πλάγιος, ή πλαϊνός. Εμείς, βέβαια, επιμένουμε στο επόπτης (εξηγούμε παρακάτω) κι αφήνουμε τους σχολιαστές να υπογραμμίζουν ότι το οφ-σάιντ δεν το καταλόγισε ο βοηθός, που βρισκόταν ακριβώς στην ευθεία (και είχε φάει και ψαράκι).

Βίδωσε (τον): Έκφραση που χρησιμοποιείται όταν ένας αμυντικός βιδώσει, δηλαδή εξαφανίσει το αστέρι της αντίπαλης ομάδας από το γήπεδο λόγω της καλής του απόδοσης.

Γ
Γκολάρα (η): Παλαιόθεν έκφραση για ένα υπέροχο γκολ. Γενικώς ένα γκολ που θα θυμόμαστε για καιρό, λέγοντας: “Θυμάσαι τη γκολάρα που σου είχε φορμάρει ο Τσεντεμέντες;” Παράγωγο: Το γκολάκι “στο πέταξε το γκολάκι, ο Χαλιαμπάλιας”.

Δ
Διαιτητής (ο): Σε γηπεδική διάλεκτο και ο διατητής (αυτή η παλιοχαμούρα), δηλαδή ο άρχοντας του αγώνα, που ακούει αγόγγυστα τα μπινελίκια όλων όσων βρίσκονται στο γήπεδο. Αλησμόνητη φράση: “Και οι διαιτηταί άνθρωποι είναι, κάνουν σφάλματα”, που θα έλεγαν και στην δεκαετία του 70.

Ε
Εεεεε (επιφώνημα): Συνηθισμένη έκφραση των οπαδών, η οποία επαναλαμβάνεται ανά τακτά διαστήματα στον αγώνα με σκοπό να κερδίσουν και 1-2 σφυρίγματα παραπάνω.

Ζ
Ζώον (το):  Σκεφτείτε τι θα πείτε σε αυτόν που δεν έπαιξε το ματσάκι άσο ημίχρονο, διπλό τελικό: “Καλά εσύ είσαι ζώον”.

Η
Ήρωας (ο): Αυτός που θα βάλει γκολ στο 90′. Ο τερματοφύλακας που έπιασε πέναλτι, ο σέντερ-μπακ που παίζει με ματωμένο κεφάλι, ο προπονητής που ξεπέρασε όλες τις δυσκολίες. Ηρωικοί οπαδοί: Πέντε-έξι ταλαίπωροι που έχουν ταξιδέψει για το ματς στην Ισλανδία και με -28 βαθμούς φωνάζουν ημίγυμνοι σε μια γωνία του γηπέδου.

Θ
Θεός (ο): Ο παίκτης που θα σκοράρει στο 90’, ο πρόεδρος που θα φέρει τον παικταρά από Βραζιλία και εμβληματικές φυσιογνωμίες για κάθε ομάδα.

Ι
Ιστορία (η): Μεγάλη για κάθε ομάδα. “Εμείς ρε έχουμε ιστορία” απαντάς στην καζούρα. Αν, πάντως, κάποιος σε πρήζει συνεχώς του εξηγείς αλλιώς: “Καλά ρε φίλε τι ιστορία είσαι εσύ;”.

Κ
Κοράκι (το): Ο διαιτητής, ασχέτως αν έχει αλλάξει το χρώμα της φανέλας (κίτρινο, ροζαλί, κλπ, κλπ) εμείς θυμόμαστε ότι φοράνε μαύρα. Άρα κοράκια (και πολύ τους είναι). “Τι σφύριξε το κοράκι ρε; Θα μας τρελάνει;”.

Κακαουσκιά (η):  Χαρακτηριστική περίπτωση φίλου σας, που όταν τον παίρνετε μαζί σας στο γήπεδο η ομάδα σας χάνει από χέρι. Συμβαίνει, μάλιστα, να χάνετε όταν βλέπετε ματσάκι και στην τηλεόραση.

Κούπα (η): Αλλιώς κατσαρόλι. Το Κύπελλο, το τρόπαιο, αυτό που σηκώνεις στο τέλος και όλοι ζηλεύουν. Από τις πολλές κούπες, γνωστό ότι παθαίνεις υπερκούπωση.

Λ
Λούζερ (ο): Αυτός που χάνει και το έχει στο αίμα του. ‘Οταν μια στις τόσες κερδίζει, φυσικά λέτε με νόημα: “Τι λες ρε λούζερ;”.

Μ
Μπαλάκι (το): Χαιδευτικό το γκολ. Ένα το μπαλάκι, πέντε τα μπαλάκια, γενικώς τα έχετε φάει και προσπαθείτε να τα χωνέψετε…

Μηχανάκι (το): Χαρακτηρισμός για έναν ποδοσφαιριστή που τρέχει συνέχεια. Το αντίθετο του Επιτάφιου. Ειδικά όταν πρόκειται για αμυντικό χαφ, ταιριάζει απόλυτα. Διότι ένα τερματοφύλακα μηχανάκι τι να τον κάνεις;

Μούχτιν: Τα εισιτήρια χρόνο με τον χρόνο ακριβαίνουν και όλο και κάπου θα ακούσεις την χιλιοειπωμένη ατάκα “ο μούχτης επέθανε”, δηλαδή τίποτα δεν είναι δωρεάν πλέον…

Ν
Ναός (ο): Το γήπεδο της ομάδας σας. Μπορεί να είναι ετοιμόρροπο (μπορεί να έχει γκρεμιστεί) μπορεί να είναι υπερσύγχρονο, μπορεί, μπορεί. Δεν παύει να είναι ο Ναός. Προσοχή, καμιά σχέση με το “εκκλησία το γήπεδο” που σημαίνει ότι δεν ακούστηκε κιχ…

Ξ
Ξερόλας (ο): Ο δημοσιογραφίσκος που μιλάει για τα χάλια της ομάδας σου και τα ξέρει όλα… νομίζει δηλαδή.

Ο
Οφσαιντ (ο): Η λέξη που εδώ και χρόνια προσπαθείτε να εξηγήσετε στην φίλη σας τι σημαίνει αλλά μάταια… Το οφσάιντ (αγγ.: offside) ή στα ελληνικά «εκτός πεδιάς» είναι ο 11ος κανονισμός στο ποδόσφαιρο που έχει ως σκοπό να περιορίσει το πόσο μπροστά μπορούν να βρεθούν οι παίκτες της επιτιθέμενης ομάδας όταν επηρεάζουν τη φάση που εξελίσσεται στο παιχνίδι. Με απλά λόγια, ο κανονισμός ορίζει ότι ένας παίκτης δεν μπορεί να αποκτήσει πλεονέκτημα περιμένοντας κοντά στο τέρμα του αντιπάλου, έχοντας μόνο τον τερματοφύλακα μεταξύ του ιδίου και του τέρματος (στη συνηθισμένη περίπτωση που ο τερματοφύλακας είναι όντως ο τελευταίος αμυνόμενος παίκτης).

Ουστ (επιφώνημα): Αντιπάθεια. Δεν θέλετε να βλέπετε τον προπονητή, τον διαιτητή, την αντίπαλη ομάδα. Λέτε απλά ουστ. Μην το πουν για σας μόνο…

Π
Παράγκα (η): Το “παρασκήνιο” εκεί που “μαγειρεύονται” οι διαιτησίες. Δεν υπάρχει βέβαια. Πιστεύετε εσείς, σοβαροί άνθρωποι, τέτοια πράγματα; Παπαπαπα…

Παλτό (το): Περιμένετε τον παικταρά που θα είναι κράμα μεταξύ Μέσι και Ρονάλντο και έρχεται ένας Αμπαλίδης. Κι επειδή θα τον φάτε, θέλετε δεν θέλετε, τον χειμώνα φοριέται ως παλτό.

Ρ
 Ρουφιάνος (ο αλήτης, δημοσιογράφος): Μη τα ξαναλέμε, αν και οι δημοσιογράφοι χαρακτηρίζουν έτσι τους ποδοσφαιριστές που “ξερνούν” τα πάντα: “Ας είναι καλά ο ρουφιάνος μου, τα είπε όλα και έχουμε ρεπορτάζ…”.

Σ
Στημένο (το, τα): Τι λέτε τώρα, σοβαροί άνθρωποι. Πιστεύετε σε τέτοια πράγματα;

Σιγουράκι (το): Έκφραση του στοιχήματος για στημένα συνήθως ματς, τα οποία ποτέ δεν συμβαίνουν στην χώρα μας. Το ‘πσιξες, το ‘πιασες!

Τ
Τακουνιά (η): Το τακουνάκι. Χτύπημα με το πίσω μέρος του ποδιού. Θεαματική ενέργεια.

Υ
Υδραυλικός (ο): Ποδοσφαιριστής που κάνει υδραυλικές ντρίπλες. Περνάει, όποιον βρίσκει μπροστά του, είτε έχει χώρο, είτε (κυρίως) δεν έχει. Γνωστοί υδραυλικοί παίκτες: Νάτσο Σκόκο, Κώστας Μαλέκος…

Φ
Φάκελος (ο): Αυτά τα κίτρινα και τα κόκκινα πακέτα που στέλνει η UEFA κάθε τρεις και λίγο άνευ λόγου…

Χ
Χασογκόλης (ο): Αθεράπευτος κυνηγός που χάνει γκολ από το μισό μέτρο. Ανεπίδεκτος μαθήσεως. Δηλαδή “εγώ να μουν στην θέση του θα είχα βάλει τρία γκολ” κι ας είστε 120 κιλά και δε μπορείτε να πάρετε τα πόδια σας.

Ψ
Ψόφος (ο): Η ομάδα σας χάνει από μια ομαδούλα της σειράς και ένας εξυπνάκιας πέφτει συνέχεια στο έδαφος και άνει καθυστερήσεις. Πρώτη αντίδραση στην κερκίδα: «Ψόφοοοοο ρε!»

Ψαλίδι (το): Απογείωση ποδοσφαιριστή που ανάποδα με το τέρμα κάνει ψαλίδι τα πόδια του και σουτάρει στην αντίπαλη εστία. Υποκοριστικό: Ψαλιδάκι.

Ψαράκι (το): Οριζοντίωση ποδοσφαιριστή για κεφαλιά. Γκολάρα δηλαδή, είτε φάει το χορτάρι, είτε όχι. Σημασία έχει να το φάει ο αντίπαλος…

Ω
Ωχ (επιφώνημα): Η ομάδα σας προηγείται και ο αντίπαλος σας έχει βάλει στο τέρμα και σφυροκοπά. «Ωχ το φάγαμε» σιγοψυθιρίζεται…

Πηγή: Balla.com.cy