Διερευνητική: “Κακό” ιστορικό έχει η Uniastrum


Εγγραφείτε στο Newsletter του 24Η και οι σημαντικότερες ειδήσεις της ημέρας θα έρχονται στο e-mail σας

Ακολουθήστε μας στο facebook και στο twitter


Η κ. Θεοφίλου στις 4 Σεπτεμβρίου 2009 υπέβαλε έκθεση σχετικά με το αίτημα της Τράπεζας Κύπρου για έγκριση της εξαγοράς του 80% της ρωσικής τράπεζας.

Η κ. Θεοφίλου είχε ετοιμάσει έκθεση στην οποία κατέγραφε τα θετικά και αρνητικά στοιχεία της Uniastrum, βάσει στοιχείων που είχαν υποβληθεί στην Κεντρική Τράπεζα από την Τράπεζα Κύπρου.
Σε διάφορα σημεία της κατάθεσής της η Αλεξάνδρα Θεοφίλου αναφέρθηκε σε πρακτικές που ακολουθούνταν από τη Uniastrum, οι οποίες εμπεριείχαν κινδύνους, αναφέροντας πάντως ότι η Τράπεζα Κύπρου είχε φροντίσει να εισαχθούν στις συμφωνίες που είχαν υπογραφεί ασφαλιστικές δικλείδες για να προστατευθεί από τους κινδύνους αυτούς.

Χαρακτήρισε τη Uniastrum ως μια τράπεζα «με κακό ιστορικό η οποία απ’ ό,τι φαίνεται δεν ακολουθούσε διαδικασίες συνετής τραπεζικής πρακτικής» και συμφώνησε με παρατήρηση του Προέδρου της Επιτροπής Γεώργιου Πική ότι υπήρχαν σημαντικές ατέλειες στη λειτουργία της Uniastrum και ότι «τα αρνητικά της στοιχεία ήταν πολύ περισσότερα από τα θετικά».
Στην έκθεση που είχε ετοιμάσει, αποσπάσματα της οποίας κλήθηκε να σχολιάσει σε όλη τη διάρκεια της κατάθεσής της στην Ερευνητική, η κ. Θεοφίλου κατέγραφε ότι η Uniastrum προέβαινε πριν από το 2007 σε μη καταγεγραμμένες πληρωμές προς υπαλλήλους της σε μετρητά. «Δεν συμμορφώνονταν με τις φορολογικές τους υποχρεώσεις που είναι ένα σημαντικό αρνητικό στοιχείο, το οποίο μετά ανέτρεψαν», ανέφερε στην Ερευνητική.

Επίσης, στην έκθεση χαρακτήριζε ως προβληματική τη συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ της Τράπεζας Κύπρου και των δύο βασικών μετόχων της Uniastrum που παρέμειναν στην προεδρία της Τράπεζας.
Ανέφερε ότι στα έσοδα της Τράπεζας περιλαμβάνονταν μη επαναλαμβανόμενα έσοδα, όπως για παράδειγμα κέρδη της τάξης των 47,5 εκ. ευρώ που είχαν προέλθει από πώληση μετοχών ενδεχομένως σε συνδεδεμένα πρόσωπα, ότι υπήρχαν συσσωρευμένα δάνεια σε στελέχη και συνδεδεμένα πρόσωπα και ότι δεν ακολουθείτο συνετή τραπεζική πρακτική αναφορικά με δανειοδοτήσεις πελατών.

Όπως εξήγησε στην Ερευνητική, δεν ήταν καθήκον της να υποβάλει οποιαδήποτε εισήγηση σε σχέση με την εξαγορά. «Οι όροι εντολής που είχα ήταν να ετοιμάσω μια έκθεση με την οποία να θέσω ενώπιον της διεύθυνσης όλα τα θετικά και αρνητικά στοιχεία που προκύπτουν σε σχέση με αυτή την εξαγορά με βάση την πληροφόρηση που είχαμε ενώπιον μας τη δεδομένη στιγμή. Δεν εμπίπτει στα καθήκοντα των λειτουργών να προβαίνουν σε οποιεσδήποτε εισηγήσεις σε σχέση με εξαγορές. Είναι ξεκάθαρα αποφάσεις της διεύθυνσης το πώς προχωρούμε σε σχέση με τις εξαγορές. Πιστεύω ότι κατέγραψα όσο πιο αντικειμενικά μπορούσα τα θετικά και αρνητικά στοιχεία. Τα αρνητικά στοιχεία που μου προκάλεσαν έντονο προβληματισμό τα συνόψισα στην εισαγωγή και τα κατέγραψα με σκούρο χρώμα για να τα υποδείξω στη διεύθυνση, ανέφερα κάποιες από τις ασφαλιστικές δικλείδες τις οποίες όπως μας πληροφόρησε η Τράπεζα είχε σκοπό να εισαγάγει για να προστατευθεί από αυτούς τους κινδύνους και δεν είχα οποιαδήποτε εμπλοκή ή ανάμειξη στο τι έγινε μετά την υποβολή αυτής της έκθεσης», είπε.
Η Αλεξάνδρα Θεοφίλου ανέφερε ότι η τιμή εξαγοράς της Uniastrum ήταν 371 εκ. ευρώ και «σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλε η Τράπεζα Κύπρου το τίμημα αυτό συγκρινόταν ευνοϊκά σε σχέση με άλλες εξαγορές που είχαν διενεργηθεί την τότε περίοδο στη Ρωσία και οι σύμβουλοι της Τράπεζας είχαν την άποψη ότι η τιμή ήταν λογική».

Ανέφερε ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους η Τράπεζα Κύπρου ήθελε να προχωρήσει με την εξαγορά, ήταν επειδή η Ρωσία είναι μια αγορά με χαμηλή τραπεζική διείσδυση, οπότε παρουσίαζε πολλές προοπτικές.
Απαντώντας σε ερώτηση είπε ότι στην έκθεσή της λάμβανε υπόψη την τελευταία έκθεση των Moody’s για τη Uniastrum που έφερε ημερομηνία 27 Ιουνίου 2008, στην οποία ο οίκος αξιολόγησης επιβεβαίωνε τις προηγούμενες αξιολογήσεις του σε σχέση με την ευρωστία της Uniastrum και τις βραχυπρόθεσμες καταθέσεις, ενώ ετίθετο σε επαναξιολόγηση το rating των μακροπρόθεσμών καταθέσεων της Uniastrum με σκοπό την πιθανή αναβάθμιση λόγω της εξαγοράς από την Τράπεζα Κύπρου.

Είπε ότι στην έκθεση που ετοίμασε είχε καταγράψει όλα τα θετικά και αρνητικά στοιχεία που επικαλούνταν οι Moody’s στην έκθεσή τους, και γενικότερα το σκεπτικό τους για την αξιολόγηση της Uniastrum