Ξεφεύγει πάλι το κρατικό μισθολόγιο

Της Αλεξίας Καφετζή

Εδώ και δεκαετίες το μόνιμο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο τόπος ήταν το κρατικό μισθολόγιο. Οι δαπάνες  για την κρατική μηχανή δεν άφηναν περιθώρια να διοχετευθούν πόροι στην ανάπτυξη ή να ασκηθεί πιο αποτελεσματική κοινωνική πολιτική. Δεκάδες φορές με διάφορες ευκαιρίες όλοι επισήμαναν το γεγονός ότι το κρατικό μισθολόγιο είχε διογκωθεί υπέρμετρα, έλεγαν για τους υπεράριθμους δημόσιους υπαλλήλους, για τα εξωφρενικά προνόμια που είχαν. Ήρθε η κρίση του 2013 και εσπευσμένα προχώρησαν στη λήψη μέτρων, με μειώσεις μισθών και άλλων ωφελημάτων, μορατόριουμ στην πρόσληψη υπαλλήλων και άλλα που συνέβαλαν να περιοριστεί κάπως το πρόβλημα.

Φαίνεται όμως ότι κρίση εκείνη και το καμπανάκι που κτύπησε τότε δεν μας συνέτισε. Έτσι τα τελευταία χρόνια ξεχάσαμε το 2013 και παρατηρείται και πάλι μια ασυδοσία σε αυξήσεις, προσλήψεις, δημιουργία νέων θέσεων και θεσμών που επιβαρύνουν και πάλι το κρατικό μισθολόγιο σε επικίνδυνο βαθμό. Ξεχάστηκαν οι υπεράριθμοι δημόσιοι υπάλληλοι και το λίπος που έπρεπε να αποκοπεί. Ξεχάστηκαν οι ψηλοί μισθοί και τα προκλητικά προνόμια των κρατικών υπαλλήλων και αρχίζουμε και πάλι να ικανοποιούμε αιτήματα και να προχωρούμε σε αχρείαστη δημιουργία θέσεων και θεσμών που δεν έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη ή την εξυπηρέτηση του πολίτη. Υφυπουργεία, σύμβουλοι, νεοφανείς θεσμοί, παροχή αυξήσεων και άλλων ωφελημάτων και να που φτάσαμε πάλι στο σημείο να μιλούμε για υπέρμετρη διόγκωση του κρατικού μισθολογίου.

Ήδη με επίσημα στοιχεία διαπιστώνεται ότι κάθε χρόνο διογκώνεται το κρατικό μισθολόγιο και μέσα σε μια δεκαετία θα αυξηθεί κατά 12% λόγω της καταβολής της ΑΤΑ, των προσαυξήσεων αλλά και της πλήρωσης αρκετών κενών θέσεων. Από €2,5 δισ., που δαπανήθηκαν για μισθούς και συντάξεις το 2010, το ποσό αναμένεται να φθάσει τα €2,88 δισ. το 2020. Τα συγκρίσιμα στοιχεία σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, από το 2008 μέχρι και το 2022, δείχνουν ότι σε διάστημα 14 ετών το κρατικό μισθολόγιο θα αυξηθεί κατά €900 εκατ.

Το καμπανάκι για τους κινδύνους που μας απειλούν αν συνεχιστεί η πορεία αυτή, κρούει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, ο πρόεδρος του οποίου Δημήτρης Γεωργιάδης, επισημαίνει μεν ότι θα είναι διαχειρίσιμο  το άμεσο κόστος για το κράτος, σε περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο δικαιώσει τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους για τις αποκοπές των μισθών και το πάγωμα των προσαυξήσεων, αλλά:

Προειδοποιεί πως εάν το Ανώτατο Δικαστήριο επικυρώσει την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου το οποίο έκρινε ως αντισυνταγματικούς τους νόμους που αφορούσαν στο πάγωμα των προσαυξήσεων, τη μείωση των απολαβών δημόσιων υπαλλήλων και την καταβολή 3% εισφοράς στο σχέδιο σύνταξης, θα επιταχυνθεί ο ρυθμός αύξησης του κρατικού μισθολογίου. Προ ημερών, το υπουργείο Οικονομικών είχε αναφέρει πως από μια τέτοια εξέλιξη η συνολική δημοσιονομική επίπτωση θα ανέλθει στα 844 εκατ. ευρώ μέχρι το 2023.

Μάλιστα στην έκθεση Δημοσιονομικών Κινδύνων που συνόδευαν τους προϋπολογισμούς του 2020, αναφέρεται πως οι αποφάσεις του δικαστηρίου για το κούρεμα των μισθών των εργαζομένων στο δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα θεωρούνται ο μεγαλύτερος και πιο άμεσος δυνητικός δημοσιονομικός κίνδυνος που μπορεί να κλονίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα. Οι εξοικονομήσεις για το κράτος από τις μειώσεις των απολαβών και συντάξεων για το έτος 2018 ανήλθαν στα €256,6 εκατ., ενώ το αντίστοιχο ποσό για το 2017 ανήλθε στα €265,3 εκατ. Πάντως, εντός Οκτωβρίου, το Ανώτατο Δικαστήριο αναμένεται να ανακοινώσει την απόφασή του επί της έφεσης που άσκησε η Κυβέρνηση.

Το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει πολλά σενάρια για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις που θα προκύψουν στα δημόσια οικονομικά. Μάλιστα, σε περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο δικαιώσει τους δημόσιους υπαλλήλους και η απόφαση έχει αναδρομική ισχύ ή εάν προσφύγουν στη δικαιοσύνη και άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι, τότε οι κίνδυνοι αυξάνονται. Ο πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου είπε πως όλα αυτά θα επιταχύνουν περαιτέρω τον ρυθμό αύξησης του κρατικού μισθολογίου, κάτι που θα δημιουργήσει μελλοντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους. «Θα είναι πιο ψηλό το κρατικό μισθολόγιο εάν προσφύγουν στο δικαστήριο περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ τα προβλήματα θα είναι μεγαλύτερα», πρόσθεσε. Ήδη, σημείωσε, η αύξηση του μισθολογίου είναι πιο ψηλή από τα έσοδα.

Θα επιβαρυνθούν ακόμη περισσότερο, αν το Ανώτατο Δικαστήριο επικυρώσει την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, το οποίο έκρινε ως αντισυνταγματικούς τους νόμους που αφορούσαν στο πάγωμα των προσαυξήσεων, τη μείωση των απολαβών δημόσιων υπαλλήλων και την καταβολή 3% εισφοράς στο σχέδιο σύνταξης. Το υπουργείο Οικονομικών είχε αναφέρει πως η συνολική δημοσιονομική επίπτωση θα ανέλθει στα 844 εκατ. ευρώ μέχρι το 2023. Οι διαχρονικές υποδείξεις και επισημάνσεις των Βρυξελλών και διεθνών οίκων αξιολόγησης είναι η ανάγκη συγκράτησης και μείωσης του μισθολογικού κόστους στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το κόστος για τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων για το 2019 αυξήθηκε γύρω στο 5% λόγω της συμφωνίας πλαίσιο που προβλέπει σταδιακή αποκατάσταση των μισθών μέχρι το 2023 και επαναφορά της ΑΤΑ με βάση συμφωνημένη φόρμουλα μεταξύ Κυβέρνησης και συντεχνιών.

Ως προς την ανάλυση των στοιχείων, το 2008 οι πραγματικές δαπάνες προσωπικού ήταν €2,19 δισ. Το 2009 αυξήθηκαν στα €2,39 δισ. και το 2010 ήταν €2,5 δισ. Το 2011, όταν άρχισε να γίνεται πιο έντονη η δημοσιονομική κρίση, οι πραγματικές δαπάνες για το κρατικό μισθολόγιο ήταν €2,62 δισ. και το 2012 αυξήθηκαν στα €2,73 δισ.

Τον Δεκέμβριο του 2012, η Βουλή ενέκρινε, κατά πλειοψηφία, μνημονιακό νομοσχέδιο με βάση το οποίο άλλαζε ο τρόπος υπολογισμού των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των εργαζομένων στο Δημόσιο. Το 2013, με την Κύπρο να είναι σε πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, το κρατικό μισθολόγιο συρρικνώθηκε στα €2,60 δισ., το 2014 στα €2,56 δισ., το 2015 στα €2,39 δισ. και το 2016 στα €2,32 δισ.

Μετά από τέσσερα χρόνια συρρίκνωσης των δαπανών για μισθούς λόγω και του μνημονίου, τα επόμενα χρόνια το κόστος συντήρησης της κρατικής μηχανής θα αρχίσει πάλιν να ανεβαίνει. Το 2017 το μισθολόγιο επιβαρύνεται με την πρόσληψη 3 χιλ. οπλιτών και ανέρχεται στα €2,36 δισ.

Το 2018 οι απολαβές προσωπικού αυξήθηκαν κατά €101,9 εκατ., ήτοι 4,3%, και ανήλθαν στα €2,45 δισ. Για το 2019, τα τελευταία στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας δείχνουν πως οι απολαβές του προσωπικού στον δημόσιο τομέα αυξήθηκαν κατά €232,5 εκατ. (11,2%) και ανήλθαν στα €2,3 δισ., σε σύγκριση με €2,07 δισ. το 2018. Τα στοιχεία αφορούν την περίοδο Ιανουάριος – Νοέμβριος.

Οι αυξήσεις αυτές δεν είναι άσχετες με την αύξηση των ατόμων που εργοδοτεί η Κυβέρνηση. Με τη διαφοροποίηση ότι μειώνονται οι μόνιμοι και αυξάνεται το έκτακτο προσωπικό της δημόσιας υπηρεσίας, στο σύνολο, έχουμε όλο μεγαλύτερους αριθμούς που στελεχώνουν την κρατική μηχανή. Τα τελευταία επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι πέρσι τον Φεβρουάριο το εργατικό δυναμικό της κυβέρνησης αυξήθηκε κατά 460 άτομα (0,9%) σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2018 και έφτασε τα 52.009 άτομα.

Στο μόνιμο προσωπικό παρατηρείται μείωση κατά 566 άτομα (-1,6%), φθάνοντας τις 35.118 από 35.684 τον αντίστοιχο  μήνα του 2018. Στο έκτακτο προσωπικό παρατηρείται αύξηση (6,5%) φθάνοντας τις 16.891 σε σχέση με 15.865 άτομα το Φεβρουάριο του 2018.

Βάσει των στοιχείων, σε όλες τις κατηγορίες προσωπικού, εκτός στο Ωρομίσθιο Προσωπικό, υπάρχει αύξηση σε σχέση με το Φεβρουάριο του 2018 με τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση να παρατηρείται στο προσωπικό της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (1,8%) και πιο συγκεκριμένα στο έκτακτο προσωπικό με ποσοστό 12,8%.