Λιλλήκας: Ζητά έρευνα από ΜΟΚΑΣ για την υπόθεση των 50 εκ.


Διαβάστε επίσης, “Λ. Χριστοφόρου: Έκκληση να βρεθεί λύση με τους πρατηριούχους” και “Πολιτικός αναβρασμός για την βιωσιμότητα του χρέους”.


Κάνοντας λόγο για απαράδεκτες πρακτικές των τραπεζών που έχουν ως αποτέλεσμα την οικονομική αφαίμαξη των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ο κ. Λιλλήκας πρότεινε τον έλεγχο των τραπεζικών εργασιών με νομοθετική ρύθμιση έτσι ώστε το κυμαινόμενο επιτόκιο που θα προβλέπεται στις συμφωνίες να καθορίζεται με αποδεκτούς τρόπους, π.χ. το Euribor ή το Libor, και το περιθώριο που επιβάλλεται επιπλέον αυτού να είναι σταθερό. Δεδομένου ότι τα πιο πάνω καθορίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο με προβλεπτές οικονομικές συνθήκες, δεν θα εναπόκειται πλέον η αυξομείωση του επιτοκίου στην πλήρη αυθαιρεσία των Τραπεζών, ανέφερε.

Είπε ακόμη πως δεν θα επιτρέπεται η επιβολή τόκων υπερημερίας από τις τράπεζες για μοναδικό λόγο ότι ο χρεώστης αδυνατεί να ανταποκριθεί στις δόσεις του δανείου του, εκτός εάν αποδειχθεί ότι ο τόκος αυτός είναι ίσος προς την πραγματική ζημιά που υφίσταται η Τράπεζα λόγω της μη έγκαιρης αποπληρωμής. Σε αντίθετη περίπτωση, η πρόνοια για επιβολή τόκων υπερημερίας θα θεωρείται ποινική ρήτρα. Το βάρος απόδειξης των πιο πάνω θα το φέρει η Τράπεζα.

Ακόμη, ανέφερε, θα απαγορεύεται η μονομερής τροποποίηση από τις Τράπεζες των όρων ενός δανείου, κατά τρόπο που να προκαλείται ζημιά στον οφειλέτη ή να προκαλούνται νέα βάρη σε αυτόν. Σε περίπτωση τέτοιας τροποποίησης, η Τράπεζα θα πρέπει να ειδοποιεί προσωπικά τον Οφειλέτη, και δεν θα αρκεί η απλή ανακοίνωση στον Τύπο. Μετά τη λήψη τέτοιας ειδοποίησης, ο Οφειλέτης θα έχει το δικαίωμα εντός καθορισμένου χρόνου να αρνηθεί τη συνέχιση της μεταξύ των συμφωνίας. Σε τέτοια περίπτωση, θα παρέχεται χρονικό περιθώριο που θα καθοριστεί δια Νόμου στον Οφειλέτη (για αποπληρωμή του δανείου με τους αρχικούς όρους.

Εξάλλου θα απαγορεύεται η περαιτέρω επιβάρυνση του χρεώστη είτε με αύξηση του επιτοκίου, είτε με οποιεσδήποτε περαιτέρω χρεώσεις πάσης φύσεως, εκτός αν εμπίπτουν στα όσα προαναφέρονται ενώ θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή η νομοθεσία περί Καταχρηστικών Ρητρών σε Καταναλωτικές Συμβάσεις που ψηφίστηκε από το 1996, αλλά στην πράξη δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή, οι επιβαρυντικές για τον οφειλέτη ενέργειες των τραπεζών θα απαγορεύονται και δεν θα ισχύουν και δεν θα ισχύουν ιδιαίτερα οι μονομερείς και χωρίς τη σύμπραξη ή την αποδοχή του οφειλέτη τροποποιήσεις των υφιστάμενων όρων των δανείων, είτε μέσω της αύξησης των επιτοκίων, είτε του τερματισμού και καταγγελίες των δανείων.

Ακόμη, όπως ανέφερε, επειδή ο θεσμός του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών που θα εξέταζε κατά πόσο μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική, απέτυχε, θα συστήσουμε με νόμο Επιτροπή Άρσης Καταχρηστικών Προνοιών η οποία θα εξετάζει τις τραπεζικές συμβάσεις χωρίς οικονομική επιβάρυνση του Πολίτη.

Οι προτάσεις αυτές αποσκοπούν στην προστασία των πολιτών και των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων απέναντι στις καταχρήσεις των Τραπεζών, οι οποίες κάνουν υπερκέρδη σε βάρος των οφειλετών», είπε και πρόσθεσε πως οι νομοθετικές αυτές ρυθμίσεις συνάδουν με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και δεν παραβιάζουν καμιά αρχή του υγιούς ανταγωνισμού.

Ερωτηθείς σε σχέση με την υπόθεση που είδε το φως της δημοσιότητας για συναλλαγή $50,000,000 από το δικηγορικό γραφείο Νίκο Αναστασιάδη και τη δήλωση του κ. Αναστασιάδη ότι αυτή η υπόθεση διέρρευσε από το επιτελείο Λιλλήκα, ο κ. Λιλλήκας είπε πως τον εκπλήττει «που επιμένει ο κ. Αναστασιάδης σε έναν ανυπόστατο ισχυρισμό». Πρόσθεσε πως αφού ο κ. Αναστασιάδης επιμένει, θα πρέπει της όλης υπόθεσης να επιληφθεί η Μονάδα Οικονομικού Εγκλήματος για να υπάρξει διαφάνεια και να μην μένουν σκιές για τον οποιονδήποτε. Είπε εξάλλου πως του προκαλεί εντύπωση πως αυτή η υπόθεση ξεκίνησε το 2004 και η αλληλογραφία της τράπεζας που δημοσιεύτηκε στο διαδίκτυο ήταν του 2006 και ότι μια απλή οικονομική συναλλαγή χρειάστηκε πέραν των δύο χρόνων για να ολοκληρωθεί.

Πηγή ΚΥΠΕ