ΔΚΤ: ”Η Τρ. Κύπρου μας έλεγε ότι δεν χρειάζεται κρατική βοήθεια”

 


Εγγραφείτε στο Newsletter του 24Η και οι σημαντικότερες ειδήσεις της ημέρας θα έρχονται στο e-mail σας 

Ακολουθήστε μας στο facebook και στο twitter 


Σας καλωσορίζω στην παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεσης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ) για το έτος 2012.

Κατά τη διάρκεια του 2012 είχαμε πολλές σημαντικές εξελίξεις – κυρίως αρνητικές και πρωτόγνωρες – για την κυπριακή οικονομία. Η οικονομική κρίση, με επίκεντρο το τραπεζικό σύστημα βάθυνε και επεκτάθηκε. Η ανεργία αυξήθηκε σημαντικά, αρκετές επιχειρήσεις χρεοκόπησαν και πολλές άλλες αντιμετώπισαν μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Οι προοπτικές για το 2013, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, παραμένουν δυσοίωνες.

Όμως, είναι σημαντικό να τονίσω ότι παρά τις δύσκολες αποφάσεις που έχουν ληφθεί για την κυπριακή οικονομία και κατ’ επέκταση τους πολίτες, υπάρχει μια άλλη, πιο θετική όψη. Το γεγονός ότι σήμερα η κυπριακή οικονομία βρίσκεται κάτω από την προστασία του Προγράμματος Στήριξης της ΕΕ και του ΔΝΤ σημαίνει ότι έχουν αποφευχθεί καταστροφικά σενάρια, όπως για παράδειγμα η κατάρρευση συστημικών τραπεζών και η άτακτη χρεωκοπία του κυπριακού κράτους, τα οποία αν πραγματοποιούνταν θα οδηγούσαν σε ανυπολόγιστες αρνητικές επιπτώσεις.

Συγκεκριμένα, αποφύγαμε την εκκαθάριση (liquidation) των επηρεαζόμενων τραπεζών, μια ενέργεια που θα έπληττε όχι μόνον το σύνολο των καταθέσεων αλλά και τους δανειολήπτες, οι οποίοι θα εξαναγκάζονταν σε άμεση εξόφληση όλων τους των δανείων. Αντιλαμβάνεστε τις επιπτώσεις που θα δημιουργούνταν για την πραγματική οικονομία από την υλοποίηση τέτοιων σεναρίων.

Σίγουρα, αυτό που έγινε ήταν πολύ επώδυνο για πολλούς καταθέτες, ιδιαίτερα αυτούς που δεν είχαν δάνεια, αφού τα δάνεια συμψηφίστηκαν ή θα συμψηφιστούν. Το 96%, όμως, των καταθετών δεν έχει επηρεαστεί.

Στην Τράπεζα Κύπρου, όπου έχει ήδη γίνει η μετατροπή του 37,5% των ανασφάλιστων καταθέσεων σε μετοχές, το 70% της αξίας των καταθέσεων που επηρεάσθηκαν αφορούσε κάτοικους εξωτερικού, αφήνοντας έτσι τα κυπριακά νοικοκυριά και επιχειρήσεις ανεπηρέαστα σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι, ίσως, αναμενόταν.

Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού μας συστήματος δεν επιβαρύνει τις μελλοντικές γενιές με ένα δυσβάστακτο δημόσιο χρέος θα βοηθήσει έτσι ώστε να αποφευχθούν επιπρόσθετα μέτρα λιτότητας στο μέλλον.

Επανερχόμενος στην κυπριακή οικονομία, ο πληθωρισμός, με βάση τον εγχώριο δείκτη τιμών καταναλωτή, κατέγραψε σημαντική επιβράδυνση το 2012 στο 2,4%, από το 3,3% το 2011, αντανακλώντας τον αρνητικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης και ιδιαίτερα τις υποτονικές συνθήκες κυρίως στο λιανικό εμπόριο.

Η οικονομική δραστηριότητα κατά το 2012 κατέγραψε σοβαρή συρρίκνωση της τάξεως του 2,4%, κυρίως λόγω της μείωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων. Από την πλευρά της προσφοράς, η μείωση αυτή του ΑΕΠ αντικατοπτρίστηκε πρωτίστως στη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στον κατασκευαστικό κλάδο και τη μεταποίηση, την ίδια στιγμή που και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες άρχισαν να καταγράφουν ισχνή μεγέθυνση. 

Η αύξηση της ανεργίας και η απαιτούμενη δημοσιονομική εξυγίανση που επηρέασαν αρνητικά το διαθέσιμο εισόδημα, καθώς και η εντεινόμενη αβεβαιότητα ως προς τη σύναψη προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Κύπρου κατά τη διάρκεια του υπό ανασκόπηση έτους, επίσης, επέφεραν βαρύ πλήγμα στην οικονομική δραστηριότητα.

Η συνακόλουθη με τις προαναφερθείσες εξελίξεις αύξηση της ανεργίας σε ιστορικά ψηλά επίπεδα, από το 8,9% το τέταρτο τρίμηνο του 2011 στο 12,7% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012 βάσει της έρευνας εργατικού δυναμικού, αποτελεί αναμφίβολα μια από τις πιο δραματικές πτυχές της κρίσης που διέρχεται η κυπριακή οικονομία.

Παρά τη βελτίωση που καταγράφηκε στο εμπορικό ισοζύγιο λόγω της αδύναμης εγχώριας ζήτησης αλλά και της μείωσης της ροπής για εισαγωγές προϊόντων γενικότερα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κυρίως λόγω της αρνητικής επίδρασης που είχε στο λογαριασμό εισοδημάτων η επιδείνωση των εργασιών των κυπριακών τραπεζών στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Η σταθεροποίηση της κατάστασης στο λογαριασμό εισοδημάτων κατά το τρέχον έτος, σε συνάρτηση με την περαιτέρω μείωση των εισαγωγών,  αναμένεται να συμβάλουν στη σημαντική μείωση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. 

Όσον αφορά το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σημαντικά από τα μέσα του 2011, κυρίως λόγω των αυξημένων προβλέψεων για τα δανειακά χαρτοφυλάκια στην Ελλάδα και την Κύπρο, καθώς και των απωλειών από την απομείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους. 

Οι συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας από τους διεθνείς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης και οι αντίστοιχες υποβαθμίσεις των κυπριακών τραπεζών δημιούργησαν ιδιαίτερο πρόβλημα ρευστότητας στη Λαϊκή Τράπεζα έτσι ώστε από τον Οκτώβριο του 2011 να αιτηθεί στην ΚΤΚ για παροχή επείγουσας ρευστότητας (ELA).

Να θυμίσω, επίσης, ότι στις αρχές του 2012 είχε επικρατήσει η λανθασμένη, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, εντύπωση ότι οι δύο μεγάλες κυπριακές τράπεζες είχαν τη δυνατότητα να εξεύρουν ιδιωτικά κεφάλαια για την ανακεφαλαιοποίηση τους ή να πωλήσουν με κέρδος μέρος των περιουσιακών τους στοιχείων μέχρι τις 30 Ιουνίου 2012.

Στις αρχές Μαΐου 2012, όταν ανέλαβα τα καθήκοντα του Διοικητή της ΚΤΚ, η τότε Διοίκηση της Λαϊκής παραδέχθηκε ότι χρειαζόταν κρατική στήριξη, δεδομένης της αποτυχίας προσέλκυσης ιδιωτών επενδυτών, πιέζοντας το κράτος να γίνει ανάδοχος (underwriter) με την έκδοση νέου κεφαλαίου της τράπεζας, ποσού €1,8 δισ. ευρώ. Με τη διαδικασία αυτή, ουσιαστικά, κρατικοποιήθηκε η Λαϊκή Τράπεζα, με την κυβέρνηση να αποκτά το 84% του μετοχικού κεφαλαίου της, με την έγκριση της Βουλής των Αντιπροσώπων. Εμείς στηρίξαμε τη θέση αυτή, έτσι ώστε η τράπεζα να μην καταρρεύσει με όλες τις συνακόλουθες επιπτώσεις για το τραπεζικό σύστημα και το κράτος, έχοντας υποδείξει γραπτώς στο Υπουργείο Οικονομικών ότι το ELA βρισκόταν ήδη σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα. Η αβεβαιότητα για την τράπεζα συνέχισε όπως και η δυνατότητα της κυβέρνησης να τη στηρίξει, μέχρι και την ημέρα που επήλθε η καταρχήν συμφωνία με την Τρόικα για το χρηματοπιστωτικό τομέα στις 18 Νοεμβρίου 2012. Δεν θα αναφερθώ περαιτέρω στο θέμα αυτό, σας παραπέμπω στην Ανακοίνωση της ΚΤΚ, στις 30 Μαρτίου 2013, όπου γίνεται εκτενής επεξήγηση για το πώς αυξήθηκε η παροχή έκτακτης ρευστότητας στη Λαϊκή Τράπεζα.

Η Τράπεζα Κύπρου μας διαβεβαίωνε μέχρι και τα μέσα Ιουνίου ότι δε θα χρειασθεί κρατική στήριξη και ότι ήταν θέμα λίγου χρόνου να εκποιήσουν κάποια στοιχεία ενεργητικού μέχρι το τέλος Ιουνίου για να ικανοποιήσουν τον κεφαλαιακό δείκτη που απαιτούσε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. Τα δεδομένα, όμως, άλλαξαν αμέσως μετά τη Γενική Συνέλευση της τράπεζας και η τότε Διοίκηση της τράπεζας μας πληροφόρησε ότι με βάση προκαταρκτικούς υπολογισμούς της, χρειαζόταν στήριξη της τάξεως των €500 εκ. 

Οι συνθήκες αυτές, σε συνδυασμό με την αδυναμία του κράτους να προσφέρει οικονομική στήριξη στις τράπεζες, υποχρέωσαν την προηγούμενη κυβέρνηση να υποβάλει αίτηση για οικονομική στήριξη στο Μηχανισμό Στήριξης της ΕΕ και το ΔΝΤ περί τα τέλη Ιουνίου του 2012.  Τα υπόλοιπα είναι γνωστά και δεν θα ήθελα να τα επαναλάβω, παρά μόνο να υπενθυμίσω ότι η ΚΤΚ συνέβαλε θετικά στην καταρχήν συμφωνία με την Τρόικα, μεταξύ άλλων, πετυχαίνοντας πρώτη την καταρχήν  συμφωνία για το τραπεζικό σύστημα και επισημαίνοντας συνεχώς την ανάγκη άμεσης υπογραφής του Μνημονίου, ούτως ώστε να προχωρήσει η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το συντομότερο δυνατό.

Η τελική συμφωνία για το Μνημόνιο δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί πριν την συμπλήρωση του ανεξάρτητου διαγνωστικού ελέγχου των χαρτοφυλακίων των κυπριακών τραπεζών από το διεθνή οίκο Pimco, με τον οποίο θα προσδιορίζονταν οι κεφαλαιακές ανάγκες των κυπριακών τραπεζών, όρος που προβλεπόταν στο Μνημόνιο. Το πόρισμα Pimco κατατέθηκε την 1η Ιανουαρίου 2013 ενώ η χώρα βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο και ως εκ τούτου η Τρόικα διέκοψε τη διαπραγμάτευση με τις κυπριακές Αρχές μέχρι τις αρχές Μαρτίου 2013.

Να υπενθυμίσω ότι τα δεδομένα που είχαμε ενώπιον μας, με βάση το αρχικό Μνημόνιο Συναντίληψης του Νοεμβρίου 2012, ήταν ότι θα λαμβάναμε €10 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μας. Η ΚΤΚ είχε προετοιμάσει λύσεις αναδιάρθρωσης για το χρηματοπιστωτικό τομέα στη βάση αυτών των δεδομένων. Θυμίζω ότι το ποσό οικονομικής στήριξης από το Μνημόνιο Συναντίληψης ήταν €17 δισ., τον περασμένο Νοέμβριο.

Κατά τη συνεδρίαση του Eurogroup στις 15 Μαρτίου, οι Υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης ενημέρωσαν την κυβέρνηση ότι η συνολική χρηματοδότηση θα περιορίζετο σε μόνο €10 δισ. για το κράτος και ότι τα χρήματα αυτά δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση της Λαϊκής ή της Τράπεζας Κύπρου, ανατρέποντας τα μέχρι τότε δεδομένα και σχεδιασμούς.

Η τελική πολιτική απόφαση του Eurogroup στις 25 Μαρτίου 2013, περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, τη λήψη μέτρων εξυγίανσης στις  δύο μεγάλες τράπεζες, με βάση τις πρόνοιες του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων Νόμου, ο οποίος ψηφίστηκε από την Βουλή των Αντιπροσώπων με τη διαδικασία του κατεπείγοντος στις 22 Μαρτίου 2013. Τα μέτρα αφορούν, μεταξύ άλλων, την πώληση των ελληνικών εργασιών των κυπριακών τραπεζών, το διαχωρισμό της Λαϊκής Τράπεζας σε «καλή» και «κακή» τράπεζα και τη συγχώνευση της «καλής» Λαϊκής με την Τράπεζα Κύπρου, καθώς και την αναγκαστική μετατροπή μέρους των ανασφάλιστων καταθέσεων της Τράπεζας Κύπρου σε μετοχές. Τα μέτρα εξυγίανσης που έχουν ληφθεί στόχευαν στην αποφυγή χρεοκοπίας των τραπεζών και την ολική προστασία των ασφαλισμένων καταθέσεων μέχρι €100.000 καθώς και ορισμένων άλλων κατηγοριών ανασφάλιστων καταθέσεων π.χ. δήμους, κοινοτικά συμβούλια, γενική κυβέρνηση.

Αναγνωρίζουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην Κύπρο είναι πρωτόγνωρες για οποιοδήποτε τραπεζικό σύστημα, έχουν αναμφίβολα επηρεάσει σημαντικά τους ανασφάλιστους καταθέτες των τραπεζών, την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα τον τομέα των διεθνών δραστηριοτήτων. Η ΚΤΚ υλοποίησε τις αποφάσεις του Eurogroup με εύτακτο τρόπο και σε ασφυκτικά χρονικά περιθώρια. Γι΄αυτό επιτρέψετε μου στο σημείο αυτό, να εκφράσω για ακόμα μια φορά τις ειλικρινείς μου ευχαριστίες στο προσωπικό της ΚΤΚ που άοκνα, με υποδειγματικό ζήλο και υπευθυνότητα, εργάστηκαν νυχθημερόν και έφεραν σε πέρας τα δύσκολα αυτά καθήκοντα, εις βάρος της προσωπικής και οικογενειακής τους ζωής. Χωρίς τη συμβολή τους δεν θα μπορούσαμε να ανταποκριθούμε αποτελεσματικά στον κρίσιμο ρόλο που αναλάβαμε για τη διάσωση του τραπεζικού συστήματος και κατ’ επέκταση της κυπριακής οικονομίας.

Εκ των πραγμάτων, δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή για την Κεντρική Τράπεζα από το να συνεχίσει να εργάζεται, στη βάση των πολιτικών αποφάσεων που λήφθηκαν στο Eurogroup, για την ολοκλήρωση της εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών ούτως ώστε να επιτευχθεί η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος και να διασφαλιστεί η απαιτούμενη χρηματοοικονομική σταθερότητα το συντομότερο δυνατό.

Η πρόσφατη συμφωνία, λοιπόν, μεταξύ Κύπρου και Τρόικας για το Μνημόνιο Συναντίληψης και η  επικύρωση της από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τα κοινοβούλια άλλων χωρών της Ευρωζώνης οριοθετεί το πλαίσιο εντός του οποίου θα επιτευχθεί η απαιτούμενη προσαρμογή του τραπεζικού συστήματος και της κυπριακής οικονομίας, ενώ ταυτόχρονα θέτει τις βάσεις για απάμβλυνση της αβεβαιότητας που επικρατεί τον τελευταίο καιρό, ιδιαίτερα μετά τον αποκλεισμό της Κύπρου από τις αγορές το Μάιο του 2011.  Ήδη, ένα πολύ θετικό αποτέλεσμα της επικύρωσης του Μνημονίου Συναντίληψης αποτελεί και η πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ για αποδοχή των ομολόγων της Κυπριακής Δημοκρατίας ως αποδεκτή εξασφάλιση για πράξεις νομισματικής πολιτικής.

Η σημερινή κατάσταση την οποία καλούμαστε να διαχειριστούμε, όπως είναι αντιληπτό από όλους μας, δεν προέκυψε σε μια νύκτα. Ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς χρόνιων λαθών και παραλείψεων, όπως για παράδειγμα, ο υπερ-διπλασιασμός του μεγέθους του τραπεζικού συστήματος κατά την περίοδο 2006-2011, η αλόγιστη επέκταση των τραπεζών στο εξωτερικό με τρόπο που δημιούργησε δυνητική υποχρέωση στο κράτος, οι τεράστιες επενδύσεις σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, οι χαλαρώσεις στη χορήγηση δανείων τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό που συχνά παρουσίαζαν αδυναμίες στην αξιολόγηση τους, όπως προκύπτει και από την έκθεση της Pimco. Ωστόσο, δεν είμαι εδώ για να επιρρίψω ευθύνες. Στο σημείο αυτό, επιτρέψετε μου να προβώ στην ακόλουθη διαπίστωση, την οποία θεωρώ πολύ σημαντική: Αν η ΚΤΚ δεν στήριζε τις δύο μεγάλες τράπεζες με την αναγκαία ρευστότητα, τότε αυτές θα οδηγούνταν σε άτακτη χρεωκοπία και εκκαθάριση, ενεργοποιώντας άμεσα το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων, τα κεφάλαια του οποίου, όπως είναι γνωστό, δεν θα επαρκούσαν με αποτέλεσμα η υποχρέωση αποπληρωμής των ασφαλισμένων καταθέσεων να οδηγούσε το ίδιο το κυπριακό κράτος σε άτακτη χρεωκοπία με καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα μας, όπως έχω υποδείξει και στην αρχή της ομιλίας μου. Παρά την έντονη κριτική, επισημαίνω ότι το ELA διαδραμάτισε (και συνεχίζει να διαδραματίζει) σταθεροποιητικό ρόλο, επιτρέποντας την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων για το κυπριακό μνημόνιο.

Να προσθέσω, επίσης, ότι η ΚΤΚ λειτουργώντας ως Αρχή Εξυγίανσης υλοποίησε με εύτακτο τρόπο και με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης αυτά τα οποία η κυβέρνηση συμφώνησε στο Eurogroup δηλαδή, επαναλαμβάνω, την πώληση των ελληνικών υποκαταστημάτων, το διαχωρισμό της Λαϊκής Τράπεζας σε «καλή» και «κακή» τράπεζα και τη συγχώνευση της «καλής» Λαϊκής με την Τράπεζα Κύπρου.

Αναφορικά τώρα με τα ελεγμένα οικονομικά αποτελέσματα για το 2012 τα οποία αποτελούν μέρος της Ετήσιας Έκθεσης, σημειώνω ότι η ΚΤΚ, ενισχύοντας τον κρατικό προϋπολογισμό, έχει μεταφέρει  ποσοστό 80% του καθαρού κέρδους της στη Δημοκρατία όπως καθορίζεται στους περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμους.  Το ποσό το οποίο έχει ήδη μεταφερθεί στις 26 Μαρτίου 2013 στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας ανέρχεται σε €89 εκατ. από το συνολικό καθαρό κέρδος, σε σύγκριση με €13,2 εκατ. το 2011. Θα πρέπει, παράλληλα, να σημειωθεί ότι, πριν τον καθορισμό του καθαρού κέρδους της ΚΤΚ για το 2012, ποσό ύψους €185 εκατ. το οποίο προέρχεται από τους τόκους της παροχής έκτακτης βοήθειας ρευστότητας στη Λαϊκή, και   δεδομένου ότι οι κίνδυνοι που συνοδεύουν την παροχή έκτακτης βοήθειας ρευστότητας βαραίνουν τον ισολογισμό της ΚΤΚ, για την όσο το δυνατό μεγαλύτερη διασφάλιση της οικονομικής ανεξαρτησίας της Τράπεζας,  με απόφαση του ΔΣ, έχει μεταφερθεί σε λογαριασμό πρόβλεψης έναντι κινδύνων της αγοράς.

Καταληκτικά, πιστεύω ότι παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν, η αποφασιστική εφαρμογή των μέτρων του Μνημονίου, ανεξαρτήτως των βραχυπρόθεσμων αρνητικών επιπτώσεων τους, αποτελεί μονόδρομο προκειμένου η χώρα μας να επιστρέψει σε τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης με υγιή δημόσια οικονομικά και χρηματοπιστωτική σταθερότητα. 

ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ