Ελπίδα για θετικό αποτέλεσμα στη συνάντηση Αναστασιάδη–Ακκιντζί-ΓΓ ΟΗΕ εκφράζει το ΚΕΒΕ

Σε χαιρετισμό του στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Λάρνακας, που πραγματοποιήθηκε χθες βράδυ στις εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου UCLAN Cyprus στην Πύλα, ο Πρόεδρος του ΚΕΒΕ Φειδίας Πηλείδης ανέφερε ότι «προσδοκία και ελπίδα μας είναι όπως η σημαντική συνάντηση που θα έχουν σε λίγες μέρες στη Νέα Υόρκη, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΟΗΕ, έχει θετικό αποτέλεσμα ώστε να δρομολογηθούν οι εξελίξεις για οριστική επίλυση του Κυπριακού. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι ξένοι παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο στο Κυπριακό θα ασκήσουν τις απαιτούμενες πιέσεις πάνω στην Άγκυρα ώστε επιτέλους να συγκατανέψει σε μια βιώσιμη και λειτουργική λύση στο εθνικό θέμα».

Σημειώνοντας ότι το ΚΕΒΕ «από την πρώτη στιγμή στήριξε τις συνομιλίες, στέκει δίπλα στον ΠτΔ και υποστηρίζει την προσπάθεια του για επίλυση του προβλήματος μας”, είπε πως “Δεν έχουμε αυταπάτες ούτε είμαστε υπεραισιόδοξοι».

Οι ευρύτερες γεωστρατηγικές και πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις στη περιοχή μας, είπε, “ευνοούν μια συνολική διευθέτηση του Κυπριακού. Πιστεύουμε ότι μια σωστή λύση στο Κυπριακό θα δημιουργήσει πολύ θετικό κλίμα και στον ευρύτερο οικονομικό τομέα της Κύπρου».

Στο χαιρετισμό του ο κ. Πηλείδης αναφέρθηκε στην οικονομία της Κύπρου και είπε ότι «μετά από τρία χρόνια βαθιάς κρίσης η Κύπρος κατάφερε να περιορίσει το δημόσιο χρέος και να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα. Βασικοί τομείς της οικονομίας όπως ο τουρισμός, η κτηματαγορά, το λιανικό και χονδρικό εμπόριο και οι υπηρεσίες, αντιδρούν θετικά και σημειώνουν αξιόλογα αποτελέσματα, ενώ άλλα προβλήματα που προκλήθηκαν από την πολύχρονη οικονομική κρίση» όπως η ανεργία, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης της αγοράς και η μειωμένη ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα παραμένουν άλυτα.

Πρόσθεσε ακόμα ότι «το ΚΕΒΕ θα εξακολουθήσει να επιμένει στη συνέχιση της συγκρατημένης δημοσιονομικής πολιτικής ώστε να μην επανέλθουν οι κίνδυνοι που παρ’ ολίγο να μας οδηγήσουν σε χρεωκοπία. Δεν πρόκειται όμως να αποδεχθούμε αυξήσεις μισθών στο δημόσιο τομέα που είναι πέραν των δυνατοτήτων και των αντοχών της οικονομίας». Παράλληλα απηύθυνε δημόσια έκκληση προς το συνδικαλιστικό κίνημα να επιδείξει μεγαλύτερη υπευθυνότητα στη διεκδίκηση αιτημάτων.

Αναφερόμενος στην ανάπτυξη της Λάρνακας, ο κ. Πηλείδης είπε πως «ο σχεδιασμός νέων έργων υποδομής και η περαιτέρω ανάπτυξη του παραλιακού μετώπου, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μεγαλύτερη ανάπτυξη της πόλης».

Στην ομιλία του ο Πρόεδρος του ΕΒΕΛ Όθωνας Θεοδούλου είπε ότι «το ΚΕΒΕ και γενικά όλα τα Επιμελητήρια, κρατώντας υπεύθυνη στάση καθ’ όλη τη διάρκεια Μακροοικονομικού Προγράμματος Προσαρμογής, στήριξαν την πολιτική θέση που εκφραζόταν κυρίως από την Κυβέρνηση και ειδικότερα από τον Υπουργό Οικονομικών, ότι ο πιο σίγουρος και γρήγορος τρόπος να βγούμε από το Μνημόνιο ήταν να το εφαρμόσουμε πιστά, κάτι που έγινε κατορθωτό».

Ο Πρόεδρος του ΕΒΕΛ αναφέρθηκε στη μετακίνηση των εγκαταστάσεων πετρελαιοειδών και υγραερίου από το παραλιακό μέτωπο και είπε ότι «σήμερα βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση στο συγκεκριμένο θέμα, γιατί από τη μια οι εταιρείες έχουν συγκατανεύσει και καμιά δεν αρνείται τη μετακίνηση, ενώ από την άλλη το αρμόδιο Υπουργείο παραχώρησε γη στο Βασιλικό τόσο για τα υγρά καύσιμα όσο και το υγραέριο».

Σημείωσε ότι «η μετακίνηση των εγκαταστάσεων και η σωστή ανάπλαση του χώρου δίνει μια νέα προοπτική για την αστική Λάρνακα που ξεφεύγει πλέον από τα στενά τοπικά και εθνικά πλαίσια και αποκτά ευρύτερη περιφερειακή σημασία, αφού βρισκόμαστε ενώπιον ενός αναπτυξιακού και πολεοδομικού μοντέλου δεδομένου ότι οι ιδιοκτήτες μιας μεγάλης σε έκταση γης που περιλαμβάνει 2,5 σχεδόν χιλιόμετρα ακτογραμμής και 350,000 τ.μ εμβαδόν, συμφώνησαν να μοιραστούν τους κινδύνους και τα οφέλη και να την προσφέρουν για ενιαίο πολεοδομικό σχεδιασμό και ανάπτυξη».

Για το μεγάλο έργο της ενιαίας ανάπτυξης λιμανιού και μαρίνας Λάρνακας ο Πρόεδρος του ΕΒΕΛ είπε πως «το συγκεκριμένο θέμα πάει χρόνια πίσω και έγινε κατ’ επανάληψη αντικείμενο αντιδικίας μεταξύ κυβερνητικών και τοπικών παραγόντων και μεταξύ των ιδίων των Λαρνακέων, μιας αντιδικίας διαφόρου εντάσεως και τόνου που ξεκίνησε πολύ πριν από την τελική απόφαση κατασκευής του στη δεκαετία του 60 και φθάνει μέχρι σήμερα. Το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να μας απασχολήσει είναι κατά πόσο είναι σωστό να καταργήσουμε ένα λιμάνι, που παρ΄ όλες τις αδυναμίες του έφθασε στο παρελθόν να διακινεί μέχρι και 250,000 εμπορευματοκιβώτια και διακινεί σήμερα 1,300,00 τόνους γενικού φορτίου».

Πηγή: ΚΥΠΕ