Εξαιρετικά δύσκολη η εξεύρεση δανεισμού της Δημοκρατίας λόγω των κυπριακών τραπεζών

Του Παναγιώτη Χατζηαποστόλου

Πρόβλημα ρευστότητας της Δημοκρατίας
Όπως αναφέρει, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των οίκων αξιολόγησης, οι υποβαθμίσεις της κυπριακής οικονομίας κατά το 2012, οφείλονταν στις αυξανόμενες εκτιμήσεις των αναγκών του τραπεζικού τομέα και στην πιθανότητα μεταφοράς των εν λόγω αναγκών στο δημοσιονομικό ισοζύγιο, καθώς επίσης στην καθυστέρηση επίτευξης συμφωνίας με την Τρόικα και στη θεσμική αναποτελεσματικότητα διακυβέρνησης στην Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση του Γραφείου Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΓΔΔΧ) για το 2012, το 57% των ετήσιων αναγκών του Κράτους ικανοποιήθηκε μέσω βραχυπρόθεσμου δανεισμού, ενώ η μέση σταθμική απόδοση των μηνιαίων Γραμματίων Δημοσίου, τα οποία κατά το 2012 αποτέλεσαν τον κυριότερο όγκο βραχυπρόθεσμου δανεισμού, ανήλθε σε 4,79%. Με την απώλεια της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Δημοκρατίας τον Ιούνιο 2012, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έπαψε να αποδέχεται τα κυπριακά ομόλογα ως εξασφαλίσεις των κυπριακών τραπεζών για σκοπούς άντλησης ρευστότητας, με αποτέλεσμα οι εκδόσεις κρατικού δανεισμού να γίνουν κυρίως με απευθείας διαπραγματεύσεις με τους επενδυτές αντί μέσω δημοπρασίας και τα Γραμμάτια Δημοσίου να αγοραστούν από ημικρατικούς οργανισμούς και τα ταμεία προνοίας τους αντί από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είναι οι φυσικοί επενδυτές βραχυπρόθεσμων προϊόντων.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών απαντώντας εκ μέρους του Υπουργού Οικονομικών, ανέφερε ότι οι υποβαθμίσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας οφείλονταν, κατά κύριο λόγο, στην κατάσταση του τραπεζικού συστήματος.


Διαβάστε επίσης

Η έκθεση της Γενικής Ελέγκτριας για το 2012

Γεν. Ελέγκτρια: “Έλλειψη συντονισμού- Υψηλό δημόσιο χρέος – Δραματικές καθυστερήσεις”

Αύξηση στα καθυστερημένα έσοδα του κράτους εντοπίζει η Γενική Ελέγκτρια


Επιπτώσεις στο Δημόσιο Χρέος
Με την ολοκλήρωση του σχεδίου αναδιάρθρωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα και την ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Κύπρου με τη συμμετοχή των καταθετών, αναφέρει στην έκθεση της η κ. Γιωρκάτζη, η Κυπριακή Δημοκρατία απέφυγε την άμεση επιβάρυνση του Δημόσιου Χρέους με ολόκληρο το ποσό της διάσωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ωστόσο δεν διασφαλίστηκε επαρκώς η βιωσιμότητα του Δημόσιου Χρέους μετά τη λήξη του προγράμματος το 2016.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής  του δημοσίου χρέους, όπως παρουσιάζεται στην Ετήσια Έκθεση του ΓΔΔΧ για το 2012, οι μεγαλύτερες μεσοπρόθεσμες αποπληρωμές χρέους αφορούσαν στο Ρωσικό δάνειο (€2,6 δις το 2016) πριν την αναδιάρθρωση του το Σεπτέμβριο 2013 και στο χρεόγραφο της Λαϊκής Τράπεζας (€2,2 δις το 2017) πριν τη μεταφορά του τον Ιούνιο του 2013 στην Τράπεζα Κύπρου. Σημειώνεται ότι οι δυο αυτές αποπληρωμές αυτές δεν περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής και συνεπώς μετά τη λήξη του προγράμματος και σε περίπτωση που το χρέος αυτό δεν ανανεωθεί, θα πρέπει να εξασφαλιστεί χρηματοδότηση από τις αγορές ή με σύναψη ενός νέου διμερούς δανείου για την αποπληρωμή τους.Ενίσχυση ρευστότητας χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Με βάση απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, σύμφωνα με την οποία οι Ευρωπαϊκές τράπεζες, αναφέρει η Ελέγκτρια, θα έπρεπε να ενισχύσουν το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας υψίστης ποιότητας  (CoreTier 1) στο 9% μέχρι τον Ιούνιο  2012,  η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) λαμβάνοντας υπόψη μια σειρά από σενάρια, είχε καταδείξει ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες της Λαϊκής Τράπεζας ανέρχονταν σε €1,971 δις και της Τράπεζας Κύπρου σε €1,56 δις. Για τη χρηματοδότηση της κεφαλαιακής ενίσχυσης, οι τράπεζες έπρεπε πρωτίστως να χρησιμοποιήσουν ιδιωτικούς κεφαλαιακούς πόρους και εφόσον χρειαζόταν, οι εθνικές κυβερνήσεις θα έπρεπε να παρείχαν σχετική στήριξη και, σε περίπτωση που αυτή δεν μπορούσε να παρασχεθεί, η ανακεφαλαιοποίηση θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί μέσω δανείου από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ΕΜΣ).

Για υλοποίηση της πάνω απόφασης και ύστερα από εισήγηση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ), με επιστολή του Διοικητή της ΚΤΚ ημερ. 15.5.2012 προς τον Υπουργό Οικονομικών, καθώς και επιπρόσθετες εκτιμήσεις που δόθηκαν από την ΚΤΚ, με επιστολή του Διοικητή της ΚΤΚ προς τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με κοινοποίηση στον Υπουργό Οικονομικών, για αποκατάσταση της κερδοφορίας της τράπεζας μετά το 2013 και υπολογιζόμενα συνολικά λειτουργικά κέρδη ύψους €3,2 δις για τα έτη 2012-2016, η Κυπριακή Δημοκρατία, τον Ιούνιο 2012, ανέλαβε τα αδιάθετα δικαιώματα προτίμησης της έκδοσης κεφαλαίου της τράπεζας, τα οποία καλύφθηκαν με την έκδοση κυβερνητικού χρεογράφου ύψους €1,9 δις, και στη συνέχεια διατέθηκαν προς τη Δημοκρατία μετοχές της ύψους €1,8 δις, ικανοποιώντας με αυτό τον τρόπο τις απαιτήσεις της ΕΑΤ. Σημειώνεται ωστόσο ότι, τον Φεβρουάριο 2012 είχε μεσολαβήσει η απομείωση («κούρεμα») των ελληνικών ομολόγων (PSI), από το οποίο η Λαϊκή Τράπεζα είχε καταγράψει επιπρόσθετες ζημιές απομείωσης €2,3 δις, ενώ με την αναθεώρηση των προβλέψεων επισφαλειών στο δανειακό της χαρτοφυλάκιο, κατέγραψε επιπρόσθετες ζημιές ύψους 0,5 δις., ποσά τα οποία δεν είχαν περιληφθεί στους υπολογισμούς της ΕΑΤ.Οι εγγυήσεις στα ομόλογα Αναφορά γίνεται και για τις εγγυήσεις που έδωσε η Κυπριακή Δημοκρατία σε δύο ομόλογα της Λαϊκής Τράπεζας ποσού €500 εκ. έκαστο με τα οποία η τράπεζα άντλησε επιπλέον ποσό ύψους €700 εκ. Η συμφωνία για διάθεση των κυβερνητικών εγγυήσεων προνοούσε την καταβολή προμήθειας 1,4% (€7 εκ. ετησίως) για το πρώτο ομόλογο και 1,35% (€6,75 εκ.) για το δεύτερο, καταβλητέα ανά εξάμηνο, από την τράπεζα προς το Κράτος. Με την εφαρμογή του 3ου διατάγματος εξυγίανσης της Λαϊκής Τράπεζας από την ΚΤΚ ημερ. 30.7.2013, τα ομόλογα αυτά μεταφέρθηκαν στην Τράπεζα Κύπρου χωρίς να καταβληθεί οποιοδήποτε ποσό της εγγύησης από μέρους του Κράτους. 
Όσον αφορά στην καταβολή της προμήθειας για παραχώρηση κυβερνητικών εγγυήσεων στα ομόλογα της Λαϊκής Τράπεζας, διαπιστώθηκε από την έρευνα της Ελεγκτικής Υπηρείας, ότι η δόση για το πρώτο εξάμηνο καταβλήθηκε από τη Λαϊκή Τράπεζα τον Ιανουάριο 2013 με καθυστέρηση 2 μηνών, ενώ η δόση για το δεύτερο εξάμηνο καταβλήθηκε από τη Τράπεζα Κύπρου, μετά τη μεταφορά του ομολόγου, τον Αύγουστο 2013 επίσης με καθυστέρηση 2 μηνών.Παρά τα πιο πάνω μέτρα στήριξης της Λαϊκής Τράπεζας που λήφθηκαν από τη Κυπριακή Δημοκρατία, δηλαδή την επιβάρυνση του δημόσιου χρέους με χρεόγραφο ονομαστικής αξίας €1,9 δις που αποτελεί ποσοστό 12,3% του συνολικού δημόσιου χρέους, καθώς και τις κυβερνητικές εγγυήσεις ύψους €1 δις που δόθηκαν κατά τη διάρκεια του 2012, τα προβλήματα ρευστότητας της τράπεζας επιδεινώθηκαν, αντί να αντιμετωπιστούν, με αποτέλεσμα η Λαϊκή Τράπεζα να καταρρεύσει και η επένδυση του Κράτους σε μετοχές της τράπεζας να απομειωθεί πλήρως. Ταυτόχρονα, το χρεόγραφο το οποίο εκδόθηκε για αγορά των μετοχών μεταφέρθηκε στην Τράπεζα Κύπρου χωρίς την παροχή οποιωνδήποτε νέων μετοχών της τράπεζας προς το Κράτος ή οποιουδήποτε άλλου αντιτίμου, ενώ ταυτόχρονα δεν έγινε καμιά σχετική διευθέτηση για αποπληρωμή του χρεογράφου στα πλαίσια της συμφωνίας με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ΕΜΣ).Όπως προκύπτει από τον έλεγχο, η επένδυση του Κράτους στο μετοχικό κεφάλαιο της Λαϊκής Τράπεζας με ποσό €1,8 δις έγινε μετά από σχετική εισήγηση της ΚΤΚ, όπως αναφέρεται πιο πάνω, και παρά το γεγονός ότι η Κυβέρνηση ήταν σε θέση να γνωρίζει, μέσω επιστολής του Διοικητή της ΚΤΚ προς τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι η ΚΤΚ είχε ζητήσει από τη Λαϊκή Τράπεζα να καλύψει έλλειμμα κεφαλαίου ύψους €3,1 δις. Συνεπώς, το ποσό των €1,8 δις που δόθηκε από το Κράτος δεν διασφάλιζε την άμεση βιωσιμότητα της Λαϊκής Τράπεζας, αλλά ικανοποιούσε μόνο τις ανάγκες της άσκησης της ΕΑΤ όπως αυτές υπολογίστηκαν το 2011, και στην οποία δεν είχαν ληφθεί υπόψη οι πραγματικές ζημιές που αναγνώρισε η Λαϊκή Τράπεζα στις 30.4.2012 σε σχέση με τις οικονομικές καταστάσεις για το 2011, ύψους €2,3 δις, από την απομείωση («κούρεμα») των ελληνικών ομολόγων.