Φρένο στους επιτήδειους να βάλει το ΥΠΕΣ

Καλύτερα να περάσουν στα χέρια Ελληνοκυπρίων οι περιουσίες νόμιμα και με αγορά

  • Καρκίνωμα οι Τ/κ περιουσίες – Το κράτος θα καλεστεί να πληρώσει δις σε
    αποζημιώσεις
  • Ανίκανος ο κηδεμόνας να διαχειριστεί το μέγα αυτό πρόβλημα.

Της Αλεξίας Καφετζή

Αν υπάρχουν δυο-τρία ζητήματα ή πτυχές του Κυπριακού που αποτελούν τη λυδία λίθο για τη λύση του προβλήματος, η μια είναι το περιουσιακό. Το περιουσιακό στις ελεύθερες περιοχές και το περιουσιακό στα κατεχόμενα. Οι περιουσίες των Ελληνοκυπρίων κι εκείνες των Τουρκοκυπρίων οι οποίες ύστερα από 45 χρόνια παραμένουν έρμαιο στις ορέξεις επιτήδειων και στις δυο πλευρές της μοιρασμένης πατρίδας μας.

Ιδιαίτερα στις ελεύθερες περιοχές τα ακίνητα που άφησαν οι Τουρκοκύπριοι έχουν πέσει σε χέρια επιτηδείων οι οποίοι κερδοσκοπούν σε βάρος των ιδιοκτητών αλλά και σε βάρος του κυπριακού κράτους.

Τη στιγμή που όλοι γνωρίζουν ότι οποιαδήποτε και αν είναι η κατάληξη του Κυπριακού και αφού είναι πασιφανές ότι οι περιουσίες στην τεράστια πλειοψηφία τους δεν μπορούν να αποδοθούν στους ιδιοκτήτες τους, οι τελευταίοι θα διεκδικήσουν τεράστια ποσά. Ποσά που πρέπει να καλύπτουν και την αξία των περιουσιών και την απώλεια χρήσης για τόσα χρόνια.

Ως εκ τούτου το κράτος θα έχει τον βραχνά να εξεύρει τα απαιτούμενα κονδύλια που μόνο με ένα νέο μνημόνιο θα είναι σε θέση να καλύψει. Κι όμως τη λύση και ανέξοδα μάλιστα για το δημόσιο την προσφέρει η ζωή και οι πραγματικότητες. Δεν είναι άλλη παρά η χαλάρωση των περιορισμών που από την επομένη της εισβολής έχουν επιβληθεί στις πωλήσεις τουρκοκυπριακών περιουσιών σε Ελληνοκυπρίους. Ήταν ένα μέτρο που μπορεί κανείς να αντιληφθεί τη σκοπιμότητά του τα πρώτα εκείνα δύσκολα χρόνια, αλλά δεν έχουν κανένα νόημα σήμερα.

Με τις πραγματικότητες που έχουν διαμορφωθεί με το πέρασμα του χρόνου διαφαίνεται ότι η πολιτική των περιορισμών και των εμποδίων στην πώληση των τουρκοκυπριακών περιουσιών, αντιστρατεύονται το ολιγότερο, τα συμφέροντα του κράτους. Εχθρική πράξη μπορεί να χαρακτηριστεί η παρεμπόδιση τέτοιων εμπορικών πράξεων, οι οποίες απαλλάσσουν το κράτος από μελλοντικές υποχρεώσεις δισεκατομμυρίων, ενώ από την άλλη φρενάρει τον τομέα των επενδύσεων και κατά ακολουθία της οικονομικής ανάπτυξης που τόση ανάγκη έχει ο τόπος.

Ποιος μπορεί να διαφωνήσει ότι όσο πιο πολλά ακίνητα πουληθούν και διευθετηθεί το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς με ιδιωτικές συμφωνίες, τόσο  πιο πολύ απλοποιείται το ακανθώδες αυτό πρόβλημα που εκτός από την τεράστια οικονομική διάσταση έχει και αντίστοιχη πολιτική. Άλλωστε οι Τούρκοι δεν είναι βλάκες που χρόνια τώρα έχουν επιχειρούν να αγοράσουν όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος των ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα. Ως εκ τούτου μόνο κοντόφθαλμοι και πολιτικά αδιάβαστοι επιμένουν να κρατούν σε ομηρία ένα πλούτο που μπορούσε να αξιοποιηθεί με ιδιωτικά επαναλαμβάνουμε κεφάλαια και να προσδώσουν ώθηση στην οικονομία του τόπου.

Γιατί δεν αίρονται οι περιορισμοί στις πωλήσεις τουρκοκυπριακών περιουσιών; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οικονομικά συμφέροντα που αγγίζουν και πολιτικά πρόσωπα αντιμάχονται μια τέτοια εξέλιξη. Όταν υπάρχει η παραδοχή ότι οι τουρκοκυπριακές περιουσίες δεν αποδίδουν στο κράτος, δεν έχουν διατεθεί σε πρόσφυγες, αλλά τυγχάνουν άγριας εκμετάλλευσης από τυχοδιώκτες που αξιοποιώντας τις διαπλοκές και διασυνδέσεις τους με κόμματα, πολιτικά πρόσωπα και το βαθύ κράτος θησαυρίζουν επί δεκαετίες τότε πρέπει να ψάξει κανείς να βρει το γιατί. Και το γιατί δεν είναι άλλο παρά το χρήμα που ρέει άφθονο, αδήλωτο και το μοιράζονται  αυτοί που διαχειρίζονται τις τουρκοκυπριακές περιουσίες με εκείνους που επιτρέπουν την συντήρηση αυτής της κατάστασης. Και μιλούμε ευθέως για μίζες που καταλήγουν σε τσέπες κάποιων αλλά και στα ταμεία κομμάτων ή άλλων φορέων που επηρεάζουν αποφάσεις στα θέματα αυτά.

Τα γεγονότα είναι εκεί και βοούν ενώ όσοι είναι κοντά στα κέντρα λήψης απόφασης έχουν να διηγηθούν από μια τέτοια ιστορία. Όμως το κράτος διαχρονικά κλείνει τα μάτια στην κατάσταση αυτή και γίνεται συνένοχο σε ένα απαράδεκτο φαινόμενο που αγγίζει τα όρια της προδοσίας.

Κι ενώ υπάρχει αυτή η αφύσικη και προκλητική κατάσταση, με το κράτος να μη θέλει ή να μη μπορεί να την αντιμετωπίσει με τον κίνδυνο στο προσεχές μέλλον να είναι υποχρεωμένο να καταβάλει όπως πιο πάνω αναφέραμε δισεκατομμύρια ευρώ σαν αποζημιώσεις, προβάλλει το τεράστιο ενδιαφέρον από επενδυτές που θέλουν να αγοράσουν τις τουρκοκυπριακές περιουσίες προς ανάπτυξη. Όμως συναντούν παράλογα προσκόμματα, προσκρούουν σε γραφειοκρατικές διαδικασίες και έχουν να παρακάμψουν τις παρεμβάσεις της ΚΥΠ που με τις άνευ ουσίας και παραπλανητικές εκθέσεις της, παρεμποδίζει τέτοιες εμπορικές πράξεις. Όλα αυτά τα εμπόδια που προβάλλονται κρίνονται από τα δικαστήρια της Κυπριακής Δημοκρατίας, τις πιο πολλές φορές παράνομα με αποτέλεσμα από τα ταμεία του κράτους να εκρέουν εκατομμύρια για να καλυφθούν οι αποζημιώσεις που επιδικάζει η δικαιοσύνη. Χρειάζεται λοιπόν θάρρος και διορατικότητα για να δουν οι αρμόδιοι την πραγματικότητα κατάματα και να πάρουν τις αποφάσεις εκείνες που θα απαλλάξουν το κράτος από ένα βραχνά και συνάμα θα βοηθήσουν στην οικονομική άνοδο.

Να μη ξεχνούμε ότι το κράτος έχει να αντιμετωπίσει και το θέμα των αποζημιώσεων σε Ελληνοκυπρίους που άφησαν τις περιουσίες τους στα κατεχόμενα. Το θέμα επανέρχεται κατά καιρούς, αλλά και εδώ υπάρχει η αδυναμία του κράτους να προχωρήσει σε λύσεις.

Έτσι πολλοί είναι οι πρόσφυγες που προσφεύγουν στην τουρκική επιτροπή αποζημιώσεων που συστάθηκε στη βάση απόφασης του ευρωπαϊκού δικαστηρίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων ΕΔΑΔ.

Παρά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για διευθέτηση των θεμάτων αυτών στην ουσία τίποτε δεν έχει γίνει. Έτσι η μόνη διαθέσιμη οδός σήμερα για διεκδίκηση τέτοιων αποζημιώσεων από τους Ελληνοκύπριους ιδιοκτήτες είναι η προσφυγή τους στην τουρκική επιτροπή. Όμως αυτό που συμβαίνει σε τέτοια περίπτωση είναι ότι οι ιδιοκτήτες αποδέχονται τις εξευτελιστικά χαμηλές τιμές που τους προσφέρονται και μάλιστα με εγκατάλειψη του τίτλου της περιουσίας των προς όφελος της «ΤΔΒΚ».