Κυπριακή εταιρεία η πέτρα του σκανδάλου διαφθοράς από την Πρώτη Οικογένεια της Δημοκρατίας του Κονγκό – Τι δείχνουν τα δικαστικά έγγραφα

The Trump International Hotel at 1 Central Park West in New York, US, on Thursday, Feb. 22, 2024. New York Attorney General Letitia James said she's ready to seize former President Trump's buildings and other assets if he can't pay the penalty imposed on him and his companies in the state's civil fraud case, reports Axios. Photographer: Stephanie Keith/Bloomberg via Getty Images

Οι αρχές των ΗΠΑ επιδιώκουν να κατασχέσουν ένα διαμέρισμα 7,1 εκατομμυρίων δολαρίων στο Μανχάταν στο πλαίσιο μιας έρευνας για διαφθορά στην πρώτη οικογένεια της Δημοκρατίας του Κονγκό, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα.

Σε μια καταγγελία κατάσχεσης που υποβλήθηκε τον Μάρτιο, οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς ισχυρίζονται ότι «τα κεφάλαια που υπεξαιρέθηκαν από τα κρατικά ταμεία» χρησιμοποιήθηκαν για την αγορά του πολυτελούς διαμερίσματος στο Trump International Hotel & Tower για τη χρήση της Claudia Lemboumba Sassou Nguesso, της κόρης του  προέδρου της Κεντρικής Αφρικής, τον οποίο «βαραίνουν» μακροχρόνια σκάνδαλα.

Η καταγγελία περιγράφει πώς ένας δίκτυο «εικονικών εταιρειών (shell companies)», που ανήκε στη Sassou Nguesso, φέρεται να χρησιμοποιήθηκε για τη διοχέτευση εκατομμυρίων δολαρίων από τη Δημοκρατία του Κονγκό, με μερικά από τα χρήματα να επενδύονται στο διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων με θέα στο Central Park. Οι εισαγγελείς λένε ότι το ακίνητο παραμένει ακατοίκητο από τότε που αγοράστηκε το 2014.

Στο επίκεντρο της υπόθεσης βρίσκεται η «Sebrit Ltd.», μια κυπριακή εταιρεία που σύμφωνα με τους εισαγγελείς ανατέθηκε σε υπεργολαβία για την εκτέλεση ενός έργου γεωλογικής χαρτογράφησης έναντι 19,5 εκατομμυρίων δολαρίων. Τα χρήματα για τα δημόσια έργα φέρεται να αφαιρέθηκαν από το ταμείο του Κονγκό μέσω «ψευδών» συμβάσεων και υπεράκτιων οντοτήτων προτού περίπου το ένα τρίτο χρησιμοποιηθεί για την αγορά του διαμερίσματος για τον «προσωπικό πλουτισμό» της Sassou Nguesso, ισχυρίζονται οι εισαγγελείς.

Ένα έγγραφο σύστασης που έλαβε η ICIJ δείχνει ότι η «Sebrit» ιδρύθηκε ως «εταιρεία επενδύσεων». Δεν δηλώνει ότι η επιχείρηση θα μπορούσε να εκτελέσει τα καθήκοντα που περιγράφονται στη σύμβασή της.

Ο Χοσέ Βέιγκα, ένας Πορτογάλος επιχειρηματίας που περιγράφεται ως «μεσάζων» του προέδρου του Κονγκό, κατηγορείται ότι έπαιξε βασικό ρόλο στο σχέδιο, το οποίο αποκαλύφθηκε το 2019 από την ΜΚΟ Global Witness. Η κατασκευαστική εταιρεία «Commisimpex» άσκησε αγωγή κατά της Δημοκρατίας του Κονγκό αμέσως μετά, αλλά η υπόθεση έκτοτε έχει σταματήσει.

Τα Pandora Papers της ICIJ αποκάλυψαν ότι η οικογένεια Sassou Nguesso δεν είναι άγνωστη στη χρήση υπεράκτιων οντοτήτων για την «αναδρομολόγηση» χρημάτων. Τα αρχεία που διέρρευσαν έδειξαν ότι ο πρόεδρος Denis Sassou Nguesso, ο οποίος ήρθε στην εξουσία μέσω στρατιωτικού πραξικοπήματος το 1997, βρισκόταν πίσω από μια εταιρεία των Βρετανικών Παρθένων Νήσων που έλεγχε σε μεγάλο βαθμό τα δικαιώματα στα ορυχεία διαμαντιών της Δημοκρατίας του Κονγκό.

Η Global Witness ανέφερε επίσης ότι ο γιος του προέδρου, Denis-Christel Sassou Nguesso, λεηλάτησε 50 εκατομμύρια δολάρια σε κρατικούς πόρους μέσω διογκωμένων συμβολαίων με την κυβέρνηση του Κονγκό. Οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς κατέθεσαν ειδοποίηση κατάσχεσης το 2020 για ένα διαμέρισμα με το οποίο συνδεόταν στο Biscayne Bay της Φλόριντα. Και τα δύο παιδιά έχουν υπηρετήσει κατά καιρούς ως μέλη του κοινοβουλίου υπό την κυριαρχία του πατέρα τους.

Ο Ian Gary, εκτελεστικός διευθυντής του Συνασπισμού «Financial Accountability and Corporate Transparency», είπε ότι το διαμέρισμα Trump International ήταν μόνο το τελευταίο παράδειγμα φερόμενων «εγκληματιών ή οικογενειών δικτατόρων» που χρησιμοποιούν ανώνυμες εικονικές εταιρείες για να αγοράσουν ακίνητα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Είναι μια ατυχής υπενθύμιση του κενού που έχουμε στο καθεστώς μας κατά του ξεπλύματος χρήματος», είπε ο Gary.

Τον περασμένο μήνα, οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς προσπάθησαν να κατασχέσουν δύο διαμερίσματα στη Νέα Υόρκη, που φέρεται να αγόρασε ο πρώην πρωθυπουργός της Μογγολίας Sükhbaatarin Batbold χρησιμοποιώντας παράνομα κεφάλαια. Ο Batbold έχει αντιμετωπίσει μηνύσεις σε τρεις ηπείρους για ισχυρισμούς ότι απέκτησε τον πλούτο του μέσω μίζες από συμφωνίες εξόρυξης.

Σε αντίθεση με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ο κλάδος των ακινήτων έχει εξαιρεθεί από τις απαιτήσεις κατά του ξεπλύματος χρήματος για δεκαετίες.

«Στις ΗΠΑ, δεν υπάρχει καμία απαίτηση να κάνετε ερωτήσεις όταν συμβαίνει μια συναλλαγή ακινήτων με όλα τα μετρητά ή να αναφέρετε ύποπτη δραστηριότητα», είπε ο Gary.

Τον Φεβρουάριο, η μονάδα οικονομικών εγκλημάτων του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, FinCEN, πρότεινε ένα σχέδιο για την ενίσχυση της εποπτείας των αγορών ακινήτων που είναι ευάλωτες σε παράνομες οικονομικές ροές. Ο προτεινόμενος κανόνας θα απαιτούσε από τους επαγγελματίες ακινήτων να επισημαίνουν συναλλαγές «υψηλού κινδύνου» που αφορούν καταπιστεύματα και άλλες μυστικές οντότητες, παρόμοιες με αναφορές ύποπτων δραστηριοτήτων που υποβάλλονται από τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Ο Γκάρι είπε ότι ο Συνασπισμός FACT υποστηρίζει την πρόταση, η οποία επικεντρώνεται σε οικιστικά ακίνητα, αλλά πιστεύει ότι θα πρέπει να επεκταθεί και στα εμπορικά ακίνητα.