Ναι στους κυνηγούς όχι σε δενδροφύτευση

Την ώρα που η Κυβέρνηση παρά τους περιορισμούς, επέτρεψε στους κυνηγούς να ασκούν το χόμπι του, αρνήθηκε σε ομάδες εθελοντών  να προχωρήσουν σε δενδροφυτεύσεις. Όπως καταγγέλλεται, από τον περασμένο Δεκέμβρη ομάδες δενδροφύτευσης από όλες τις επαρχίες, βλέποντας την πορεία της κατάστασης με την πανδημία,  έστειλαν έστειλαν επιστολή στο Υπουργείο Υγείας και στο Τμήμα Δασών, ζητώντας άδεια για να προβούν σε δενδροφυτεύσεις, αλλά η απάντηση ήταν αρνητική.

Σε ανάρτησή του στο διαδίκτυο, εκ μέρους των ομάδων ο Ορέστης Μάτσας γράφει με απογοήτευση:

«Θέλαμε, λέει, να μας δοθεί ειδική άδεια για να πραγματοποιούμε εθελοντικές δεντροφυτεύσεις, για να μη χαθεί ολόκληρη η φετινή φυτευτική περίοδος (Οκτώβριος 2020 – Μάρτιος 2021). Σκεφτόμασταν πως θα ήταν πολύ κρίμα 20,000 δέντρα που είχαμε φυτέψει πέρυσι σε όλες τις επαρχίες, να μη διπλασιαστούν εξαιτίας μιας υγειονομικής κατάστασης, που πρακτικά δε συσχετίζεται με τη δραστηριότητα μιας δεντροφύτευσης. Η στάση μας ήταν τόσο υποτακτική, που θα δεχόμασταν όποιες προϋποθέσεις κι αν μας έθεταν, ακόμα και σε εξαιρετικά μικρό κύκλο ατόμων, με ατομικά εργαλεία ο καθένας, με μάσκες, με αποστάσεις. Οτιδήποτε. Δε βρήκαμε αφορμή την πανδημία για να αράξουμε στον καναπέ μας. Έτσι κι αλλιώς τούτην την μάστιγα της κοινωνικής αναγνώρισης, το παράσημο του εθελοντή, την είχαμε καπαρωμένη, δε θα μας έλεγε κανείς τίποτα. Το κίνητρο ήταν και είναι να φυτέψουμε. Κι ας μην είναι για τις αυλές μας, αλλά για να πρασινίσουμε λίγο τις πόλεις, που τις έχουν πνίξει στο τσιμέντο. Κι ας μην είναι για την πάρτι μας, αλλά για το κράτος και τους ευρωπαϊκούς του στόχους. Κι ας μην είναι για τη χώρα μας αλλά για τον πλανήτη. Κι ας μην είναι για εμάς αλλά για τις επόμενες γενιές.

Η απόρριψη ήρθε πολύ σύντομα με ένα τυπικό e-mail που έκανε επίκληση στο διάταγμα του Υπουργού Υγείας (ημ. 10/12) και στις εισηγήσεις της Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής. Παρόλο που στο μυαλό μου, αυτό που ζητούσαμε, μπορούσε να δουλέψει με 1002 τρόπους, η αλήθεια είναι πως μια ενοχή μίκραινε κάθε φορά τα επιχειρήματά μας, στο μυαλό μου. Ήταν η ενοχή της συναίσθησης. Της συναίσθησης για την κρισιμότητα των υγειονομικών στιγμών, των δυσκολιών που υφίσταται μια ολόκληρη κοινωνία και της πρακτικής δυσκολίας να διαχειριστεί και να συντονίσει όλα αυτά ένας κεντρικός φορέας, το κράτος,.

Η κυβέρνηση φρόντισε και πάλι, πολύ σύντομα, να μου υπενθυμίσει πόσο κοινωνικά ανάπηρος είμαι για την Κύπρο του 2020. Όχι όμως της κοινωνίας που ονειρεύομαι εγώ να ζήσω, αλλά της κοινωνίας που συντηρεί το κράτος με περισσό θράσος εδώ και δεκαετίες. Των πελατειακών σχέσεων, των κακομαθημένων πολιτών, του τραμπ(ουκ)ισμού και των -εκτός ορίων- νταήδων. Ναι, μιλώ για τις σχέσεις κυβερνήσεων (και κομμάτων) με τους κυνηγούς. Πόσο πιο χαμηλά μπορεί να πέσει η αξιοπρέπεια ενός Υπουργού, ενός κράτους. Άνθρωποι με νόμιμη οπλοκατοχή, βγαίνουν ανοιχτά και απειλούν για πόλεμο αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους, κι όχι απλώς δεν παραπέμπονται στη δικαιοσύνη, αλλά ικανοποιούνται και τα αιτήματά τους. Μόνο και η υποψία πως ευτελίζονται θεσμοί και επιστημονικές ομάδες, για ψηφοθηρικούς λόγους, μου προκαλεί εμετό. Η ιδέα πως σήμερα ο μόνος τρόπος να επισκεφθείς το φυσικό περιβάλλον, είναι να κουβαλάς μαζί σου ένα εργαλείο που αφαιρεί ζωές πλασμάτων, αναδεικνύει το μέγεθος της στρεβλής ηθικής που έχετε δημιουργήσει για την επαφή μας με τη φύση.

Κι όλα αυτά γιατί; Για να ικανοποιηθεί το τεράστιο ΕΓΩ, χιλιάδων κυνηγών. Μιας δραστηριότητας της οποίας η μοναδική προϋπόθεση είναι να προκληθεί πόνος ή θάνατος σε πλάσματα της φύσης. Μιας δραστηριότητας της οποίας ο μοναδικός συσχετισμός με τον άνθρωπο είναι να αναζωπυρώνει τα πρωτόγονα ένστικτα που ανέπτυξε ο Homo Sapiens για να παραμείνει στη τροφική αλυσίδα, από την οποία οι σύγχρονες ανθρώπινες κοινωνίες έχουν αποχωρήσει εδώ κι εκατοντάδες χρόνια.

Είτε χόμπι, είτε άθλημα (γελώ για να μην κλάψω) το πείτε, αυτό είναι το κυνήγι.

Είτε κυβέρνηση, είτε παρωδία το πείτε, αυτό είναι το κράτος μας».