Προβληματική η εκπροσώπηση των ανήλικων αιτητών ασύλου

Η  Επίτροπος Λήδα Κουρσουμπά διαπιστώνει σύγκρουση συμφερόντων, θεσμική ανεπάρκεια, αλλά και «επαγγελματική εξουθένωση λειτουργών από ανυπέρβλητο φόρτο εργασίας»

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

«Η θεσμική (νομοθετική και διοικητική) ρύθμιση της εκπροσώπησης των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών, όσον αφορά την πρόσβασή τους σε συνθήκες υποδοχής – σε επίπεδο διοικητικών και δικαστικών διαδικασιών – και η θεσμική ρύθμιση της εκπροσώπησης σε σχέση με τις διαδικασίες εξέτασης του αιτήματός τους για άσυλο – σε επίπεδο διοικητικών διαδικασιών – είναι ανεπαρκής και προβληματική καθότι, οι προαναφερθείσες πρόνοιες δεν διασφαλίζουν το σύνολο των δικαιωμάτων των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών ασύλου όπως αυτά κατοχυρώνονται, τόσο από τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες όσο και από τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού», αποκαλύπτει η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Λήδα Κουρσουμπά, στην Έκθεση της αναφορικά με την εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών ασύλου, που δημοσιοποίησε στις 25 Φεβρουαρίου 2019. Η Έκθεση στηρίζεται σε διερεύνηση που πραγματοποιήθηκε την περίοδο 2015 μέχρι Σεπτέμβριο 2018 και αναδεικνύει μεταξύ άλλων, την τεράστια σημασία της εκτίμησης της ηλικίας των νεαρών αιτητών ασύλου από τις κρατικές Αρχές και του γενικότερου χειρισμού των υποθέσεών τους, που αν δεν γίνει με σεβασμό στα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματά τους,  μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες, ακόμα και για την ίδια τη ζωή τους, όπως αναφέρεται στη συνέχεια του ρεπορτάζ.  Σύμφωνα με την αποκαλυπτική  Έκθεση της Λήδας Κουρσουμπά, «η εκτίμηση της ηλικίας έχει βαρύνουσα και καθοριστική σημασία στη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών, καθότι, το αποτέλεσμα της εκτίμησης, καθορίζει τελεσίδικα και αμετάκλητα, τον μετέπειτα χειρισμό τους από τις αρμόδιες Αρχές, και την πρόσβασή τους ή μη, σε ειδικά δικαιώματα». Επισημαίνουμε ότι μέσα στην υπό διερεύνηση περίοδο της Έκθεσης (2015-2018), συνέβη ένα τραγικό περιστατικό που ο υπογράφων κάλυψα δημοσιογραφικά για την «24» και αφορά την αυτοκτονία του 18χρονου Σομαλού αιτητή ασύλου Mohamed Dahir στις 29 Αυγούστου 2017 στη Λάρνακα, που είχε έρθει στην Κύπρο ενάμισι χρόνο προηγουμένως ως ασυνόδευτος ανήλικος – με την αυτοχειρία του να συνδέεται άμεσα με τα ευρήματα της παρούσας Έκθεσης της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού. Σημειώνουμε ότι ο θάνατος του νεαρού Σομαλού, αποδόθηκε από τη μη κυβερνητική οργάνωση υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ), «στις πολιτικές της Κυπριακής Δημοκρατίας, που σπρώχνουν πρόσφυγες στην αυτοκτονία». Ο νεαρός είχε κάνει το 2016 αίτηση για οικογενειακή επανένωση με συγγενείς του στην Αγγλία, που μπλοκαρίστηκε από τις αρμόδιες Αρχές στην Κύπρο, οι οποίες, σύμφωνα με τους συγγενείς του, έκριναν λανθασμένα ότι είχε κλείσει τα 18 και είχε ενηλικιωθεί, ενώ στην πραγματικότητα ήταν 17 χρόνων (γεννήθηκε το 1999). Στη βάση αυτή, εκδιώχθηκε από τον κρατικό, εφηβικό ξενώνα όπου φιλοξενείτο μέχρι λίγους μήνες πριν την αυτοκτονία του, ενώ απορρίφθηκε και το αίτημά του για παροχή πολιτικού ασύλου, με αποτέλεσμα να βιώσει την όλη κατάσταση ως ένα τραυματικό, ψυχολογικό πλήγμα, που τον οδήγησε στην αυτοκτονία, όπως μας είπαν φίλοι του, στο πλαίσιο του ρεπορτάζ μας.

Όταν είναι λανθασμένη η εκτίμηση ηλικίας

«Δεδομένης της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης, παρατηρείται, τα τελευταία χρόνια στην Κύπρο, συνεχής ροή ασυνόδευτων παιδιών, τα οποία στην πλειοψηφία τους προέρχονται κυρίως από τη Συρία και τη Σομαλία», αναφέρεται στην Έκθεση της Επιτρόπου και προστίθεται ότι με βάση στατιστικά δεδομένα της Υπηρεσίας Ασύλου, αφίχθηκαν στην Κύπρο το 2016, 216, το 2017, 224 και το 2018 (Ιανουάριο – Οκτώβριο) 192 ασυνόδευτα παιδιά αιτητές ασύλου. Σε σχέση με την εκτίμηση της ηλικίας τους, τονίζεται στην Έκθεση ότι «σε περίπτωση που η διαδικασία εκτίμησης της ηλικίας καταλήξει ότι το άτομο είναι παιδί, αυτό διατηρεί όλα τα ειδικά δικαιώματα και τις παροχές που προβλέπονται από το κράτος για τους ασυνόδευτους ανήλικους αιτητές ασύλου εν γένει, ενώ σε περίπτωση που εκτιμηθεί ως ενήλικο, τότε τερματίζονται αμέσως τα ειδικά δικαιώματα και η προστασία που ελάμβανε. Σε περίπτωση που μια τέτοια εκτίμηση είναι λανθασμένη, ο ανήλικος τότε εκτίθεται σε πολλαπλούς κινδύνους όπως τη φτώχεια, την κράτηση, την εκμετάλλευση και τη κακοποίηση αλλά και την παραβίαση των ειδικών του δικαιωμάτων στο πλαίσιο της εξέτασης του αιτήματός του για άσυλο. Επομένως, η αποτελεσματική εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών από την πρώτη στιγμή που αυτοκαθορίζονται ως ανήλικοι και έρχονται αντιμέτωποι με τις Αρχές, είναι καθοριστικής σημασίας για την προστασία τους, από νομικής απόψεως, σε σχέση με παραλείψεις, παρατυπίες, παρανομίες που ενδεχομένως να προκύψουν όχι μόνο κατά τη διαδικασία εκτίμησης της ηλικίας, αλλά σε όλα τα στάδια της μεταχείρισής τους, από τις αρμόδιες Αρχές. Επιπρόσθετα, η ομαλή, σταδιακή μετάβαση, των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών στην ενηλικίωση και η στήριξη των αιτητών στην ανεξαρτητοποίηση, συνεισφέρει σημαντικά στην προσαρμογή τους στις απαιτήσεις της ενήλικης ζωής, καθώς και στην ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία».

Σύγκρουση συμφερόντων στη νομοθετική ρύθμιση

«Περαιτέρω, το συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο, δεν πληροί τα πλείστα πρότυπα ποιοτικής νομικής συνδρομής όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί στη σχετική μελέτη του Συμβουλίου της Ευρώπης», προστίθεται στην Έκθεση, που συνεχίζει με τα εξής: «H νομοθετική ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία ο ρόλος του κηδεμόνα/εκπροσώπου ανατέθηκε στον Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ΔΥΚΕ), είναι ιδιαίτερα προβληματική διότι ενυπάρχει εκ του νόμου και εκ των πραγμάτων σύγκρουση συμφερόντων, με τα συμφέροντα του ασυνόδευτου ανηλίκου, κάτι που δεν επιτρέπεται από τις Οδηγίες, δεδομένου ότι ο ΔΥΚΕ αποτελεί κρατική, κατά τα άλλα Αρχή, η οποία εφαρμόζει κρατική πολιτική. Συγκεκριμένα, ο ΔΥΚΕ αποτελεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, την κρατική Αρχή με αρμοδιότητα να παρέχει πρόσβαση σε όλους τους αιτητές ασύλου, περιλαμβανομένων των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών, σε συνθήκες υποδοχής καθώς, επίσης, και να απορρίπτει ή διακόπτει την παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής. Από την άλλη, έχει ως κηδεμόνας, την υποχρέωση να διασφαλίζει τα δικαιώματα και το συμφέρον των ασυνόδευτων ανηλίκων. Η σύγκρουση προκύπτει σε περίπτωση παραβιάσεων, εκ μέρους των ΥΚΕ σε σχέση με αποφάσεις που αφορούν την παροχή στους ασυνόδευτους ανήλικους αιτητές σε συνθήκες υποδοχής, ενόψει του ότι, ο ΔΥΚΕ θα πρέπει να ενεργήσει ταυτόχρονα ως αρμόδια κρατική Αρχή, αλλά και ως κηδεμόνας για να διασφαλίσει τα δικαιώματα των ανηλίκων. Ακόμη μεγαλύτερη σύγκρουση ενυπάρχει σε τυχόν αποφάσεις αποκλεισμού ασυνόδευτων ανηλίκων από τις ειδικές συνθήκες υποδοχής, λόγω διαδικασιών εκτίμησης της ηλικίας τους στη βάση των οποίων οι κρατικές Aρχές αποφασίζουν ότι κάποιος δεν είναι ανήλικος, απόφαση που ακολουθείται από τον ΔΥΚΕ ως κρατική Αρχή, χωρίς να υφίσταται δυνατότητα του ασυνόδευτου ανήλικου να προσβάλει μια τέτοια απόφαση εάν την κρίνει λανθασμένη, αφού παύει αυτόματα η κηδεμονία/εκπροσώπηση εκ μέρους του ΔΥΚΕ. Επιπρόσθετα, σε ότι αφορά ειδικότερα, τη νομική εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων στις διοικητικές διαδικασίες εξέτασης του αιτήματός τους για άσυλο, από τον ΔΥΚΕ, σύμφωνα και με παλαιότερη θέση της Επιτρόπου, αυτή δεν είναι δυνατό να γίνεται από τον ΔΥΚΕ ή λειτουργό του αφού αφενός, δεν είναι νομικά καταρτισμένοι και εξειδικευμένοι για νομική εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων και αφετέρου, όπως προαναφέρθηκε, η θέση τους ως κρατικοί λειτουργοί, εμπεριέχει από τη φύση της, σύγκρουση συμφερόντων. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι οι Λειτουργοί Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΛΚΥ) ανήκουν σε άλλη Υπηρεσία από την Υπηρεσία Ασύλου ή την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, δεν παύουν να είναι κρατικοί λειτουργοί και, ως εκ τούτου, να είναι ταγμένοι πρωταρχικά στη διασφάλιση των συμφερόντων του κράτους, παρά των ασυνόδευτων παιδιών αιτητών ασύλου».

Νομική εκπροσώπηση, μόνο από δικηγόρους

Η Έκθεση αναφέρει ακόμα ότι «υπό το πρίσμα των υποχρεώσεων της Δημοκρατίας όπως απορρέουν από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, η Επίτροπος εκτιμά ότι η νομοθετική ρύθμιση για το θέμα, είναι προβληματική για επιπρόσθετους λόγους και σημαντικότεροι από αυτούς είναι οι εξής:

*Δεν είναι σαφές το πλαίσιο εκπροσώπησης σε σχέση με την πρόσβαση στις συνθήκες υποδοχής καθώς και τα επίπεδά τους, όπως απαιτείται από την Οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής, τόσο σε σχέση με το διοικητικό, όσο σε σχέση με το δικαστικό επίπεδο.

*Σε σχέση με τη νομική εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων ενώπιον δικαστικής Αρχής, αυτή περιορίζεται μόνο σε σχέση με τις διαδικασίες εξέτασης αιτήσεων ασύλου και δεν επεκτείνεται στις συνθήκες υποδοχής.

*Η επιβολή υποχρέωσης στον ΔΥΚΕ να διασφαλίζει τη νομική εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών ενώπιον δικαστηρίων, από την Επίτροπο, σύμφωνα με τον περί Προσφύγων Νόμο και τον αναφερόμενο Διαδικαστικό Κανονισμό, δεν κατοχυρώνει τα δικαιώματα των ασυνόδευτων παιδιών σύμφωνα με τις Οδηγίες. Ένας από τους λόγους, αφορά το ότι δεν περιλαμβάνει προσφυγές σε σχέση με τις συνθήκες υποδοχής και τα επίπεδά τους. Στο πλαίσιο του εν λόγω Νόμου, εξακολουθεί να μην καθορίζεται ρητά το δικαίωμα των ασυνόδευτων παιδιών σε νομική εκπροσώπηση. Όσον αφορά το κατά πόσον, η εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων αφορά νομική εκπροσώπηση, παρά το γεγονός ότι αυτό, δεν αναφέρεται ρητά στις Οδηγίες, λαμβάνοντας όμως υπόψη το σύνολο των διατάξεων των Οδηγιών και τους τομείς στους οποίους τα ασυνόδευτα παιδιά έχουν δικαίωμα εκπροσώπησης, η Επίτροπος έχει την άποψη, ότι πρόκειται περί νομικής ουσιαστικά εκπροσώπησης, ακόμα και στο στάδιο των διοικητικών διαδικασιών, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την εκπροσώπηση στο πλαίσιο των διαδικασιών εξέτασης της αίτησης για άσυλο. Δεδομένων των πιο πάνω, η Επίτροπος έχει την άποψη ότι, με βάση τις πραγματικότητες που υφίστανται στην Κύπρο και το σύστημα νομικής εκπροσώπησης, για οποιαδήποτε υπόθεση, όπως καθορίζεται από τον περί Δικηγόρων Νόμο, μόνο δικηγόροι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Δικηγόρων που ασκούν το επάγγελμα, μπορούν να παρέχουν νομική εκπροσώπηση στους ασυνόδευτους ανήλικους. Οι θέσεις της Επιτρόπου για τη νομική φύση της εκπροσώπησης των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών και της σύγκρουσης συμφερόντων που ενυπάρχει με την ανάθεση του ρόλου του εκπροσώπου στο ΔΥΚΕ, υιοθετήθηκαν και από τον Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, Nils Muižnieks. Η Επίτροπος εντόπισε σοβαρές παραβιάσεις της νομικής εκπροσώπησης στα πλαίσια της διαδικασίας εκτίμησης της ηλικίας που εφαρμόζεται για τους ασυνόδευτους ανήλικους αιτητές. Στα πλαίσια της διαδικασίας εκτίμησης της ηλικίας, ο ρόλος του νομικού εκπροσώπου είναι να παρέχει συμβουλές σχετικά με τα νομικά ζητήματα που συνδέονται με τη διαδικασία και, επομένως, πρέπει να είναι ξεχωριστός από τον ρόλο του κηδεμόνα. Το γεγονός ότι ο ρόλος του κηδεμόνα και ο ρόλος του νομικού εκπροσώπου ασκούνται ταυτόχρονα από το Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και, επομένως, ασκούνται από το ίδιο κάθε φορά πρόσωπο και συγκεκριμένα από την αρμόδια ΛΚΥ για τα ασυνόδευτα παιδιά έκαστης επαρχίας, παραβιάζει τις εγγυήσεις της διαδικασίας εκτίμησης της ηλικίας που αφορούν τον κηδεμόνα, το νομικό εκπρόσωπο και της προϋπόθεσης για ανεξαρτησία μεταξύ τους».

Ο «παράταιρος» ρόλος των Υπηρεσιών Ευημερίας

«Παρ’ όλες τις θεσμικές ανεπάρκειες του συστήματος της νομικής εκπροσώπησης των ασυνόδευτων ανηλίκων, η Επίτροπος αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, προκειμένου να ανταποκριθούν στο συγκεκριμένο, παράταιρο των αρμοδιοτήτων τους ρόλο, που τους επιβλήθηκε», επισημαίνεται στην Έκθεση. Περαιτέρω, η Επίτροπος εκτιμά ότι «οι ΥΚΕ ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στο επίπεδο της πρωταρχικής ενημέρωσης των ασυνόδευτων ανηλίκων που αφορά τα γενικά δικαιώματα και τις γενικές απαιτήσεις που περιλαμβάνουν οι διαδικασίες ασύλου και Δουβλίνου. Προκύπτουν όμως, σοβαρές ανεπάρκειες και προβλήματα στην μετέπειτα ανταπόκριση των ΥΚΕ σε ό,τι αφορά και την εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών στο στάδιο των διοικητικών διαδικασιών, σε σχέση με την εξέταση των αίτησεών τους. Συγκεκριμένα, η Επίτροπος θεωρεί ότι οι Λειτουργοί Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας δεν είναι σε θέση, ενόψει του ότι δεν έχουν νομική κατάρτιση, να ανταποκρίνονται σε όλα όσα, οι εν λόγω διαδικασίες αιτήσεων, απαιτούν π. χ. να χειρίζονται σύνθετες αιτήσεις Δουβλίνου, να δίνουν εξατομικευμένες νομικές εξηγήσεις ή/και νομικές συμβουλές για πτυχές που αφορούν τις αιτήσεις τους, αλλά ούτε και να τους προστατεύουν νομικά από παρατυπίες στα πλαίσια των διαδικασιών ή/και των συνεντεύξεων. Να σημειωθεί ότι, οι πολλαπλοί ρόλοι των ΥΚΕ (κηδεμόνα και εκπροσώπου) οι οποίοι ουσιαστικά ασκούνται από το ίδιο άτομο, τον αρμόδιο Λειτουργό ΥΚΕ για τους ασυνόδευτους ανηλίκους αιτητές ασύλου, σε συνδυασμό με τους μεγάλους αριθμούς και τη συνεχόμενη ροή ασυνόδευτων παιδιών, δημιουργούν ανυπέρβλητο φόρτο εργασίας στους αρμόδιους Λειτουργούς  ΥΚΕ και συντείνουν στην επαγγελματική τους εξουθένωση. Αυτά με τη σειρά τους, ενδεχομένως, να επηρεάζουν την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών προς ασυνόδευτους ανηλίκους αιτητές».

Απόψεις μη κυβερνητικών οργανώσεων

Αναφέρεται στην Έκθεση ότι «πραγματοποιήθηκε το 2016 συνάντηση Λειτουργών του Γραφείου της Επιτρόπου, με τέσσερις μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες έχουν άμεση και συχνή επαφή με ασυνόδευτους ανήλικους και οι οποίες υποβάλλουν παράπονα στο Γραφείο της Επιτρόπου, για διερεύνηση. Συγκεκριμένα, στη συνάντηση κλήθηκαν και παρευρέθηκαν η Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο (UNHCR), το Future Worlds Center, η Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ) και το Hope for Children. Κατά τη συζήτηση λήφθηκαν οι απόψεις τους σε σχέση με όλες τις πτυχές που αφορούν τη μεταχείριση των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών, όπως τα έχουν αντιληφθεί, μέσω των επαφών μαζί τους και διατυπώθηκαν απόψεις και εισηγήσεις για καλές πρακτικές. Οι απόψεις που διατυπώθηκαν, από τους εκπροσώπους των ΜΚΟ, λήφθηκαν υπόψη στην ετοιμασία της παρούσας Έκθεσης. Η πλειοψηφία των ΜΚΟ ανέφεραν προβληματικές πτυχές για τη δομή και το περιεχόμενο των συνεντεύξεων που διενεργούνται από Λειτουργούς της Υπηρεσίας Ασύλου για την εκτίμηση της ηλικίας και διατύπωσαν την άποψη ότι η νομική εκπροσώπηση που παρέχεται στους ασυνόδευτους ανήλικους αιτητές, είναι ανεπαρκής. Ειδικότερα, εντοπίζουν θέματα στην έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση/συμβουλευτική που παρέχεται σε ότι αφορά νομικές πτυχές των αιτήσεων ασύλου, την γνώση σε ότι αφορά τις διαδικασίες που αφορούν τις αιτήσεις του Δουβλίνου, στην προετοιμασία των αιτητών πριν από τις διοικητικές διαδικασίες/συνεντεύξεις και την παθητική παρουσία του εκπροσώπου κατά τις συνεντεύξεις των ασυνόδευτων αιτητών με την Υπηρεσία Ασύλου. Επιπρόσθετα, επισήμαναν την απουσία ρητής διαδικασίας μετάβασης των ασυνόδευτων ανηλίκων αιτητών στην ενηλικίωση και ότι οι ΥΚΕ τηρούν σκληρή, σε κάποιες περιπτώσεις, στάση έναντι των αιτητών, οι οποίοι μετά από διαδικασία εκτίμησης της ηλικίας, κρίνονται ως ενήλικες».

Η περίπτωση του Mohamed Dahir

«Με λύπη μας πληροφορηθήκαμε τον θάνατο του νεαρού πρόσφυγα από την Σομαλία, ο οποίος αυτοκτόνησε στις 29 Αυγούστου 2017, ουσιαστικά απελπισμένος από τους χειρισμούς των αρμόδιων αρχών σε σχέση με την υπόθεση ασύλου και τις περιστάσεις του», αναφέρεται στην ανακοίνωση που εξέδωσε η ΚΙΣΑ στις 31 Αυγούστου 2017 για τον τραγικό θάνατο του 18χρονου αιτητή ασύλου Mohamed Dahir. Ο νεαρός είχε έρθει στην Κύπρο από τη Σομαλία μέσω Τουρκίας και κατεχομένων  ενάμισι χρόνο προηγουμένως, ως ασυνόδευτος ανήλικος και είχε βρεθεί νεκρός από τους δύο συγκάτοικούς του, επίσης Σομαλούς αιτητές ασύλου Sahid Ahmed 19 χρόνων και Ibrahim Ali 18 χρόνων, αφού παραβίασαν την πόρτα του διαμερίσματος του, σε παλιά πολυκατοικία στο κέντρο της Λάρνακας, κοντά στην οδό Ερμού. Η κηδεία και η ταφή του έγινε στις 2 Σεπτεμβρίου 2017 στο τουρκοκυπριακό κοιμητήριο Λάρνακας και σε αυτήν παρευρέθηκαν η θεία του (αδελφή του πατέρα του) Sahra Mohamed και ο σύζυγός της Ali Farah, που ήρθαν στην Κύπρο γι’ αυτό το σκοπό από το Μάντσιεστερ της Αγγλίας, όπου είναι εγκατεστημένοι. Ο Mohamed φέρεται, σύμφωνα με τα ευρήματα της Αστυνομίας, να κρεμάστηκε στο δωμάτιο του διαμερίσματος του, αφού έκανε θηλιά το καλώδιο αντένας της τηλεόρασης, που πέρασε στο κουρτινόξυλο του δωματίου του.  Στην ανακοίνωση της ΚΙΣΑ, αναφέρεται ότι ο νεαρός «αρχικά διέμενε σε εφηβικό ξενώνα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στη συνέχεια, οι αρχές έκριναν πως ήταν ενήλικας και στη βάση αυτής της απόφασης, τον έδιωξαν από τον ξενώνα, σταμάτησαν την εξέταση της αίτησής του για οικογενειακή επανένωση με συγγενείς του που διαμένουν στο Ηνωμένο Βασίλειο και απέρριψαν το αίτημά του για διεθνή προστασία. Ως αποτέλεσμα, διάμενε μόνος του, χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο και χωρίς, ουσιαστικά, ελπίδες για το μέλλον του. Όπως μας έχουν αναφέρει άτομα της κοινότητάς του που τον γνώριζαν, ένιωθε απεγνωσμένος και τους έλεγε συνεχώς ότι «δεν την θέλει και δεν την αντέχει αυτή τη ζωή», αφού η λανθασμένη απόφαση των Αρχών για το θέμα της ηλικίας του, εξανέμισε τις ελπίδες του για επανένωση με την οικογένειά του στο Ηνωμένο Βασίλειο και για μια ασφαλή και αξιοπρεπή ζωή».

Σε διαμέρισμα αυτής της παλιάς πολυκατοικίας στη Λάρνακα, αυτοκτόνησε ο 18χρονος Σομαλός αιτητής ασύλου Mohamed Dahir στις 29 Αυγούστου 2017, για λόγους που σχετίζονται με τα ευρήματα της Έκθεσης της Λήδας Κουρσουμπά.

Αριστερά ο Samir Hanbe, φίλος του Mohamed και ο Sahid Ahmed, συγκάτοικος του, που δήλωσαν στην «24» ότι είχαν μεταφέρει το νεκρό σώμα του στο ασθενοφόρο, μετά την αυτοψία από τον ιατροδικαστή και τις εξετάσεις της Αστυνομίας στο διαμέρισμά του, όπου βρέθηκε νεκρός.

Φώτο: Τραγικά αποτελέσματα για παιδιά αιτητές ασύλου, μπορεί να έχει ο λανθασμένος χειρισμός των υποθέσεών τους από τις αρμόδιες κρατικές Αρχές.