Στα “μαχαίρια” ΟΗΕ-CIA – Τα βασανιστήρια των Αμερικανών αξιωματούχων

{loadposition ba_textlink} 

Διώξεις ζητά ο ΟΗΕ για τα βασανιστήρια της CIA

Ο ΟΗΕ και υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζήτησαν να ασκηθούν διώξεις εναντίον Αμερικανών αξιωματούχων μετά τη δημοσιοποίηση μιας έκθεσης της Γερουσίας για τα βασανιστήρια που χρησιμοποιούσε η CIA στη διάρκεια ανακρίσεων υπόπτων για τρομοκρατία, κάτι που το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης εκτιμά ότι δεν είναι πιθανό να συμβεί.

“Η έκθεση επιβεβαιώνει αυτό που η διεθνής κοινότητα γνώριζε”, επεσήμανε ο Μπεν Έμερσον, ο ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης αυτής από την Επιτροπή Πληροφοριών της Γερουσίας σχετικά με τις προωθημένες μεθόδους ανάκρισης που χρησιμοποιούσε η CIA μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.

“Μια πολιτική που ξεκάθαρα ενορχηστρώθηκε από τα υψηλά κλιμάκια της κυβέρνησης του (πρώην προέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Ου.) Μπους και επέτρεψε τη συστηματική διάπραξη εγκλημάτων και κατάφωρων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”, πρόσθεσε. “Τώρα έχει έρθει η ώρα να αναληφθεί δράση. Τα πρόσωπα που ευθύνονται για την εγκληματική συνωμοσία που αποκαλύφθηκε με την έκθεση πρέπει να προσαχθούν στη δικαιοσύνη και πρέπει να τιμωρηθούν ανάλογα με τη σοβαρότητα των εγκλημάτων τους”, υπογράμμισε ο Έμερσον.

“Είναι μια σκανδαλώδης έκθεση και είναι αδύνατο να την διαβάσει κανείς χωρίς να νιώσει αγανάκτηση για το γεγονός ότι η κυβέρνησή μας διέπραξε αυτά τα ειδεχθή εγκλήματα”, εκτίμησε ο Άντονι Ρομέρο, ο γενικός διευθυντής της Αμερικανικής Ένωσης Ατομικών Ελευθεριών (ACLU).

Παρόλα αυτά οποιαδήποτε δίωξη μοιάζει ελάχιστα πιθανή. Αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης που δεν κατονομάστηκε επεσήμανε ότι από το 2009 έχουν διεξαχθεί δύο έρευνες για τις κακοποιήσεις κρατούμενων, οι οποίες δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν επαρκή στοιχεία για την απαγγελία κατηγοριών. Η έκθεση της Γερουσίας δεν παρουσιάζει “καμία νέα πληροφορία” για τους ερευνητές, πρόσθεσε ο αξιωματούχος αυτός.

Σύμφωνα με οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η έκθεση της Γερουσίας αποδεικνύει ότι η CIA χρησιμοποίησε τεχνικές που παραβίαζαν επανειλημμένα τους διεθνείς κανόνες και τα πιο βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

Η ACLU κάλεσε την κυβέρνηση Ομπάμα να λάβει μέτρα “για να διασφαλίσει ότι οι ΗΠΑ δεν θα βασανίσουν ποτέ ξανά”, ορίζοντας έναν ειδικό εισαγγελέα για να ερευνήσει τις καταγγελίες και προχωρώντας σε μεταρρυθμίσεις στη CIA. Στο Κογκρέσο οι Ρεπουμπλικάνοι εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για το χρόνο που επιλέχθηκε να δοθεί στη δημοσιότητα η έκθεση αυτή, εκφράζοντας το φόβο ότι η διαφάνεια θα δώσει τροφή στους “εχθρούς” της Αμερικής και θα προκαλέσει αντίποινα, όπως έγινε μετά τις αποκαλύψεις για τις κακοποιήσεις στην ιρακινή φυλακή Αμπού Γράιμπ το 2004.

“Παρακολουθούμε στενά τους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης”, είπε ένα υψηλόβαθμος κυβερνητικός αξιωματούχος. Την ίδια ώρα οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον κόσμο έχουν τεθεί σε υψηλό συναγερμό. Οι Δημοκρατικοί κοινοβουλευτικοί υποστηρίζουν μαζικά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης, καθώς και κάποιοι Ρεπουμπλικάνοι, όπως ο γερουσιαστής Τζον Μακέιν, ο οποίος είχε υποβληθεί σε βασανιστήρια όταν αιχμαλωτίστηκε στη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ. “Μερικές φορές είναι δύσκολο να αποδεχθούμε την αλήθεια”, σχολίασε μιλώντας στη Γερουσία. “Καμιά φορά χρησιμοποιείται από τους εχθρούς μας για να μας πληγώσει. Όμως οι Αμερικανοί έχουν το δικαίωμα” να την μάθουν, υπογράμμισε ο Μακέιν.

Οι ΗΠΑ να διώξουν τους υπεύθυνους για τα βασανιστήρια, λέει ο Έμερσον

Ο Ειδικός Εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τα ανθρώπινα δικαιώματα, Μπεν Έμερσον, κάλεσε τις ΗΠΑ να φέρουν ενώπιον της δικαιοσύνης όλους όσοι έχουν ευθύνη για τα βασανιστήρια κρατουμένων από τη CIA.

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά των βασανιστηρίων και η Σύμβαση του ΟΗΕ για τις Βίαιες Εξαφανίσεις απαιτούν από τα κράτη να διώκουν πράξεις βασανιστηρίων και εξαναγκαστικής εξαφάνισης, όταν υπάρχουν επαρκή στοιχεία τα οποία παρέχουν λογική προοπτική καταδίκης.

«Τα κράτη δεν είναι ελεύθερα να διατηρούν ή να επιτρέπουν την ατιμωρησία για αυτά τα σοβαρά εγκλήματα”, δήλωσε ο κ Έμερσον.

Τονίζει παράλληλα ότι καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα κατέστησε σαφές ότι η αμερικανική κυβέρνηση αναγνωρίζει ως βασανιστήριο τον εικονικό πνιγμό, δεν υπάρχει πλέον δικαιολογία για την κάλυψη των δραστών από τη δικαιοσύνη πια.

«Ο Γενικός Εισαγγελέας των ΗΠΑ έχει νομικό καθήκον να ασκήσει ποινική δίωξη κατά των υπευθύνων», είπε.

Να σημειωθεί ότι τα βασανιστήρια είναι ένα έγκλημα οικουμενικής δικαιοδοσίας και οι δράστες μπορούν να διωχθούν από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην οποία ταξιδέψουν.

Οι τοποθετήσεις του αξιωματούχου των ΗΕ έγιναν με αφορμή τη δημοσιοποίηση της πολυσέλιδης έκθεσης της αρμόδιας Επιτροπής της Γερουσίας για τις ανακρίσεις και τα βασανιστήρια κρατουμένων από τη CIA.

«Η έκθεση της αμερικανικής Γερουσίας επιβεβαίωσε αυτό που η διεθνής κοινότητα πιστεύει από καιρό, ότι μία σαφής πολιτική ενορχηστρωνόταν σε υψηλό επίπεδο εντός της κυβέρνησης Μπους, η οποία επέτρεψε να διαπράττονται κατάφωρες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα», είπε ο Ειδικός Εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών, ζητώντας άμεση ανάληψη δράσης.

«Τα άτομα που είναι υπεύθυνα για την εγκληματική συνωμοσία που αποκαλύφθηκε στην έκθεση, πρέπει να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης και πρέπει να αντιμετωπίσουν ποινικές κυρώσεις, ανάλογες με τη σοβαρότητα των εγκλημάτων τους», είπε.

Η εκ 525 σελίδων έκθεση περιγράφει βασανιστήρια και εξαφανίσεις υπόπτων για τρομοκρατικές δραστηριότητες, στη διάρκεια της κυβέρνησης Μπους. Παρότι οι ταυτότητες των δραστών, καθώς και πολλές άλλες λεπτομέρειες έχουν αποκρυβεί στο κείμενο της έκθεσης που δόθηκε στη δημοσιότητα, είναι γνωστά στην Επιτροπή και σ’ εκείνους που προσκόμισαν τις πληροφορίες.

“Το γεγονός ότι οι πολιτικές που αποκαλύφθηκαν στην έκθεση αυτή έγιναν με οδηγίες που δόθηκε σε υψηλό επίπεδο εντός της κυβέρνησης των ΗΠΑ δεν παρέχει καμία απολύτως δικαιολογία. Πράγματι, αυτό ενισχύει την ανάγκη για απόδοση ποινικής ευθύνης», εξήγησε ο κ. Έμερσον.

Το διεθνές δίκαιο απαγορεύει τη χορήγηση ασυλίας σε δημόσιους υπαλλήλους οι οποίοι έχουν εμπλακεί σε πράξεις βασανισμού. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους πραγματικούς δράστες, αλλά και για εκείνους τους ανώτερους αξιωματούχους της κυβέρνησης των ΗΠΑ, οι οποίοι επινόησαν, σχεδίασαν και εξουσιοδότησαν τα εγκλήματα αυτά.

Σώσαμε ζωές, απαντά η CIA στην κριτική για τα βασανιστήρια

Πρώην αξιωματούχοι της CIA, η οποία κατηγορείται σε έκθεση της Γερουσίας ότι μετά την 11η Σεπτεμβρίου και επί χρόνια διέπραττε βασανιστήρια σε βάρος κρατούμενων σε μυστικές φυλακές που ήταν ύποπτοι για τρομοκρατία, προχώρησαν στην αντεπίθεση δημιουργώντας τον ιστότοπο CIAsavedlives.com (“Η CIA έσωσε ζωές”).

Αυτή η εκστρατεία δημοσίων σχέσεων, ασυνήθιστη για την υπηρεσία κατασκοπείας των ΗΠΑ, δεν έχει στόχο να αμφισβητήσει τα συμπεράσματα της έκθεσης, αλλά να δικαιολογήσει την αποτελεσματικότητα και τη νομιμότητα των προωθημένων μεθόδων ανάκρισης. Ο ιστότοπος δημιουργήθηκε “από μια ομάδα πρώην αξιωματούχων της CIA”.

Το πρόγραμμα κράτησης και ανάκρισης της CIA “είχε την πλήρη έγκριση υψηλόβαθμων αξιωματούχων του Λευκού Οίκου, του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας και του υπουργείου Δικαιοσύνης”, υποστηρίζουν οι δημιουργοί του ιστότοπου, απαντώντας στα συμπεράσματα της έκθεσης, σύμφωνα με τα οποία η υπηρεσία είπε ψέματα και έδωσε ανακριβείς πληροφορίες στους Αμερικανούς αξιωματούχους, το Κογκρέσο και την κοινή γνώμη της χώρας. “Τα έγγραφα αποδεικνύουν ότι σε μια περίοδο σοβαρών απειλών εναντίον των ΗΠΑ, το πρόγραμμα ήταν αποτελεσματικό καθώς κατάφερε να σώσει τις ζωές Αμερικανών και συμμάχων τους και να εμποδίσει μια άλλη μεγάλης κλίμακας επίθεση στο αμερικανικό έδαφος”, αναφέρει ο πρώην διευθυντής της CIA Τζορτζ Τένετ στον ιστότοπο.

Ένας σύνδεσμος οδηγεί σε ένα άρθρο που υπέγραψαν πρώην επικεφαλής της CIA στην εφημερίδα Wall Street Journal: οι πρώην διευθυντές Τζορτζ Τένετ, Πόρτερ Γκρος και Μάικλ Χέιντεν, καθώς και οι πρώην υποδιευθυντές Τζον Μακλάφλιν, Άλμπερτ Κάλαντ και Στίβεν Κέιπς. Σε αυτό επισημαίνουν ότι το πρόγραμμα επέτρεψε τη σύλληψη υψηλόβαθμων στελεχών της αλ Κάιντα, την αποτροπή επιθέσεων, αλλά και βοήθησε την υπηρεσία να μάθει πάρα πολλά για το τρομοκρατικό δίκτυο.

Χωρίς τις προωθημένες μεθόδους ανάκρισης, τα πρώην στελέχη της CIA δηλώνουν πεπεισμένα ότι ο Χάλεντ Σέιχ Μοχάμεντ δεν θα είχε ομολογήσει τις πληροφορίες που οδήγησαν στη σύλληψη του Χαμπάλι, του δράστη της επίθεσης στο Μπαλί. “Η σύλληψη αυτών των πρακτόρων της αλ Κάιντα έσωσε χιλιάδες ζωές διότι εμπόδισε τα σχέδιά τους”, γράφουν. Παράλληλα στον ιστότοπο αναφέρεται η απάντηση των Ρεπουμπλικάνων της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας. Αυτοί, με εξαίρεση μία γερουσιαστή, κατήγγειλαν την επίσημη έκθεση, την οποία συνέταξαν Δημοκρατικοί.

Πηγή: ΚΥΠΕ