Στοργή και πάθος, παιδιά και γονείς

Μια αξιομνημόνευτη διάλεξη της Κλειώς Μπουρνόβα στη Λευκωσία, για τις «σκοτεινές, καταστροφικές συμπεριφορές γονέων και ενηλίκων που έχουν ρόλο στοργής και προστασίας για το παιδί»

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Με τη διοργάνωση μιας σημαντικής δημόσιας διάλεξης με τίτλο «Η γλώσσα της στοργής και του πάθους στις σχέσεις παιδιών και γονέων» στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας στις 23 Φεβρουαρίου 2019, στo πλαίσιo ευαισθητοποίησης για την κακοποίηση των παιδιών, ξεκίνησε η  νέα συνεργασία της Κυπριακής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας και του Γαλλικού Ινστιτούτου Κύπρου. Ομιλήτρια ήταν η διακεκριμένη Ελληνίδα Κλινική Ψυχολόγος και Ψυχαναλύτρια στη Γαλλία Κλειώ Μπουρνόβα, που τόνισε ότι το θέμα της διάλεξής της, «αφενός μας συγκινεί, αφετέρου μας απωθεί γιατί φωτίζει  τις σκοτεινές, καταστροφικές συμπεριφορές γονέων και ενηλίκων που έχουν ρόλο στοργής και προστασίας για το παιδί». Όπως ανέφερε σε σύντομο χαιρετισμό του ο Ψυχίατρος/Ψυχαναλυτικός Ψυχοθεραπευτής και Πρόεδρος της Κυπριακής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας Δρ. Γιώργος Κάλβαρης, «με τη διάλεξη αυτή η κυρία Μπουρνόβα αγγίζει ένα ευαίσθητο θέμα που η συνήθης πρόσληψή του, κυρίως μέσα από τα ΜΜΕ, εξαντλείται σε έντονες έως ανατριχιαστικές αναφορές, έως περιγραφές σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης που γεννούν έντονα συναισθήματα θυμού και απέχθειας προς το θύτη και θλίψη και συμπόνια για το θύμα, κυρίως όταν αφορά παιδιά». Να αναφέρουμε ότι η Κλειώ Μπουρνόβα είναι μέλος της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Παρισίων, της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρείας και της Ψυχαναλυτικής Ομάδας Λυών, από το 1996. Είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του Γαλλικού περιοδικού Ψυχανάλυσης (Revue Française de Psychanalyse) από το 2001. Εργάστηκε σε Κέντρο έρευνας για την παραβατικότητα και τα θύματα εγκληματικότητας και επί μία εικοσαετία σε Ψυχοθεραπευτικό και Εκπαιδευτικό Κέντρο για παιδιά και οικογένειες. Διδάσκει στη Σχολή Ψυχολογίας της Λυών ως επιστημονική συνεργάτης και είναι διδακτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Ψυχανάλυση Παιδιών και Εφήβων.

Ένας σεισμός στα θεμέλια της παιδικής ψυχής

«Η σύγχυση των γλωσσών», είπε μεταξύ άλλων στη διάλεξή της η Κλειώ Μπουρνόβα, «προσδιορίζει την εκδήλωση βίας ή αποπλάνησης της παιδικότητας μέσω της αιμομικτικής σχέσης ενός γονιού ή ενήλικα μ’ ένα παιδί, τραυματίζοντάς το βαθύτατα, προκαλώντας έναν πραγματικό σεισμό στα θεμέλια της ψυχής και της περαιτέρω ανάπτυξής του. Μέσα από  την εκπαίδευση, οι πρώιμες ωμές ενορμήσεις μεταλλάσσονται κανονικά σε επιθυμία για λόγο, για γνώση, για σκέψη, για προσπάθεια, για δουλειά, για κοινωνικότητα, καλλιεργώντας έτσι αυτό που λέμε ανθρώπινος πολιτισμός. Αυτή η σχέση με το περιβάλλον, μέσα από την οποία μεγαλώνουμε, μας ανοίγει – ιδανικά –  τους δρόμους για την δυνατότητα να αγαπήσουμε πιο πολύ από το να μισήσουμε, να μεταβιβάσουμε πιο πολύ από το να προσκολληθούμε, να μεταδώσουμε πιο πολύ από το να συλλέξουμε, να δημιουργούμε πιο πολύ απ’ ότι να καταστρέφουμε. Οι έννοιες της στοργής και του πάθους προσεγγίστηκαν ετυμολογικά στην ιστορία της Ελληνικής γλώσσας και στη συνέχεια ψυχαναλυτικά, σαν αποτέλεσμα ψυχικών και κοινωνικών διαδικασιών που δομούνται σταδιακά μέσα από τη σχέση με το περιβάλλον και τον τρόπο που το αγκαλιάζει, το τρέφει, το χαϊδεύει, το αναγνωρίζει σαν δικό του και σαν αλλιώτικο, πρωτόγνωρο, τον τρόπο που το θαυμάζει και το τιμωρεί, του μιλάει ή παίζει μαζί του,  τον τρόπο τελικά που απαντάει στη φυσική, συνεχή απαίτηση του παιδιού για άμεση ικανοποίηση. Έτσι η «άγρια ζούγκλα» των ενορμήσεων και ερεθισμάτων «εξημερώνεται», ώστε οι εύφλεκτες ζώνες των αισθητηρίων να συνδέονται με τα αισθήματα και την δημιουργική  φαντασία, να γίνονται κυρίως υλικό που μας ζεσταίνει, παρά πυρκαγιά που μας καίει».

«Δεν το χωράει ο νους του»

Με διεξοδικές αναφορές στον Φρόιντ και τη σύγχρονη ψυχαναλυτική έρευνα, όπως και στις νευροεπιστήμες, η        ομιλήτρια παρουσίασε στη συνέχεια την περιγραφή αυτής της μορφής τραυματισμού από τον Σάντορ Φερέντζι, «τον ψυχαναλυτή που υπήρξε ο πρόδρομος αυτού που μελετάται και σήμερα σαν post-traumatic syndrom», όπως είπε. Και συνέχισε: «Το παράδειγμα του παιχνιδιού που καταλήγει στη σύγχυση της στοργής και του πάθους είναι αποκαλυπτικό: Ένας γονιός και το παιδί αγαπιούνται. Το παιδί παίζει τα σενάρια που φαντάζεται, όπως το να κάνει τη μαμά που φροντίζει τον μπαμπά, σενάριο που μπορεί να πάρει ερωτική μορφή, όπου το παιδί εκφράζει καλυμμένα τις φαντασιώσεις του (οιδιπόδειες, επιθυμία σαγήνης), παραμένοντας όμως πάντα στο επίπεδο της τρυφερότητας. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τον ενήλικα που έχει ψυχοπαθολογική προδιάθεση, κυρίως εάν η ισορροπία ή ο αυτοέλεγχός του έχουν διαταραχθεί από κάποιο  δυσάρεστο γεγονός, από κάποια προσωπική δυστυχία (κατάθλιψη;) ή από τη χρήση διεγερτικών ή τοξικών ουσιών. Αυτοί οι ενήλικες μπερδεύουν τα παιχνίδια των παιδιών με τις επιθυμίες ενός ώριμου σεξουαλικά ατόμου και παρασύρονται σε πράξεις που αντικαθιστούν την προστατευτική στοργή με την έκφραση του πάθους, χωρίς να σκέφτονται τις συνέπειες. Το παιδί, στη σχέση εξάρτησης με τον ενήλικα, δεν μπορεί συνήθως να διαμαρτυρηθεί, ούτε καν με τη σκέψη. Μπροστά στο κύρος, τη δύναμη, ή την αυταρχικότητα του μεγάλου, τα παιδιά μένουν άναυδα, σιωπηλά, χάνουν τα λόγια τους, αναισθητοποιώντας τη σκέψη και πολλές φορές το σώμα. Η σύγχυση γλωσσών είναι σύγχυση γενεών, η κατάρρευση της διαφοράς και της συμβολικής απόστασης,  αποπροσανατολίζει το παιδί χρονικά, αλλά και ως προς την ταυτότητά του και πλήττει την δυνατότητα συμβολοποίησης. «Δεν το χωράει ο νους του», όπως λέει η λαϊκή έκφραση».

Τα όρια και οι απαγορεύσεις

Αναφερόμενη στην αρχαία τραγωδία του Οιδίποδα του Σοφοκλή, η Κλειώ Μπουρνόβα τόνισε ότι «αυτό που αποκαλούμε «οιδιπόδειο», είναι το αντίστροφο της αιμομιξίας. Αν το παιδί ωριμάζει ψυχικά, είναι γιατί η γλώσσα της στοργής με την οποία οι γονείς απαντούν στις επιθυμίες του, εμπεριέχει τα όρια και τις απαγορεύσεις γι’ αυτούς τους ίδιους, όσον αφορά την ενήλικη σεξουαλικότητα και την επιθετική βία προς αυτό. Εμπεριέχει τη στήριξη του συμβολικού Τρίτου, του κοινωνικού νόμου και συμβολαίου και της υποσυνείδητης ηθικής που προστατεύει κι όχι της σαγηνευτικής ή εκδικητικής στάσης του «οφθαλμό αντί οφθαλμού». Η ηθική που προστατεύει, είναι το αντίστροφο του «νόμου» του μαφιόζου «προστάτη», που καταστρατηγεί τις θεμελιώδεις απαγορεύσεις για τη δική του, απόλυτα ναρκισσιστική κυριαρχία και ικανοποίηση. Ο ένας γονιός δεν γίνεται ερωτικός σύντροφος κι ο άλλος επιβιώνει των φονικών διαθέσεων του παιδιού. Κανείς από τούς δύο δεν υποκύπτει, ούτε στην παιδική σαγήνη, ούτε στις φονικές διαθέσεις που το παιδί προκαλεί επίσης στους ενήλικες. (« Με τάραξες, θα σε σκοτώσω!» ακούμε κάποιες φορές)».

Βαθιές και ανεπίστρεπτες βλάβες

«Στην παιδική φαντασία, όπως και στη συλλογική φαντασία, όπως και στο υποσυνείδητο, οι γονείς μπορεί να είναι τέρατα ή βασιλιάδες, δράκοι ή νεράιδες, λύκοι ή κοκκινοσκουφίτσες, θεοί ή δαίμονες», είπε η Κλειώ Μπουρνόβα και συνέχισε: «Η φαντασία δεν έχει όρια, η πραγματικότητα έχει. Οι γονείς δεν γίνονται στην πραγματικότητα ούτε Λάϊος ούτε Ιοκάστη, αυτά τα μυθικά πρόσωπα που αναπαριστούν για μας, χάρη στον Σοφοκλή και τον Φρόιντ, τη στάση των ναρκισσιστικών, βίαιων και αιμομικτικών γονέων, κατα-κυριαρχικών αλλά και κατα-κυριαρχούμενων από τα πάθη τους, που για διάφορους λόγους που αφορούν τη δική τους προσωπική ή δια-γενεαλογική ιστορία, δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν και να μετουσιώσουν. Οι αντιδράσεις του παιδιού στον τραυματισμό: τρόμος, παράλυση, αυτόματη υποταγή του σώματος κι ενός μέρους του ψυχισμού, αποσύνδεση των αισθήσεων και αισθημάτων, ταύτιση με τον επιτιθέμενο, διχοτόμηση του εγώ, προκαλούν βαθιές και συχνά ανεπίστρεπτες βλάβες στην πνευματική του λειτουργία, μαθησιακά προβλήματα, διαταραχές προσωπικότητας, μελαγχολικά εμφυτεύματα, απώλεια αυτοεκτίμησης, σχέσεων εμπιστοσύνης, κοινωνικότητας και δυνατότητας για μια αρμονική ενήλικη σεξουαλική ζωή, όπως και για τη δυνατότητα του να γίνει γονιός χωρίς βαθύτερες συγκρούσεις και οδύνες, έδαφος της δια-γενεαλογικής κληρονομιάς των τραυμάτων».

Η μακρόχρονη θεραπευτική σχέση

Η ομιλία ολοκληρώθηκε με την παρουσίαση περιστατικών αξιολόγησης και θεραπείας, με την Κλειώ Μπουρνόβα να επισημαίνει την ανάγκη της μακρόχρονης, τακτικής θεραπευτικής σχέσης και των ιδιαίτερων δυσκολιών που αντιμετωπίζει η θεραπεία αυτών των τραυματισμών, όπως η υποσυνείδητη απέχθεια που προκαλούν, ή η τάση να γίνεται ο θεραπευτής, ο άμεσος και αποκλειστικός «σωτήρας» του ασθενούς. Επισήμανε τέλος, «την απαραίτητη κοινωνική και θεραπευτική απάντηση για τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, αλλά με σύνεση, συνεργασία και δυνατότητα χρόνου να αναφέρονται και να τυγχάνουν επεξεργασίας οι εκάστοτε περιπτώσεις».

Μερικοί από τους παρευρισκόμενους στη διάλεξη, στην πλειοψηφία τους Ψυχολόγοι, Ψυχίατροι και φοιτητές στους αντίστοιχους  επιστημονικούς κλάδους.

Φώτο: Στον χώρο της διάλεξης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, από αριστερά η Γιάννα Ιωάννου, μέλος του Τμήματος Κοινωνικών Επιστημών και Συντονίστρια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Κλινικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, η ομιλήτρια Κλειώ Μπουρνόβα, ο Δρ. Γιώργος Κάλβαρης, Ψυχίατρος/Ψυχαναλυτικός Ψυχοθεραπευτής και Πρόεδρος της Κυπριακής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας, η Lawrence Troccaz Διευθύντρια του Γαλλικού Ινστιτούτου στην Κύπρο, η Γιαννούλα Χατζηπαναγή – Κλινική Ψυχολόγος/ Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια, η Ειρήνη Γεωργιάδη Κλινική Ψυχολόγος/Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια, η Σεμέλη Βύζακου Κλινική Ψυχολόγος/Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια και η Μάγδα Χαραλάμπους Κλινική Ψυχολόγος/Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια Παιδιών/Εφήβων – οι τέσσερις τελευταίες είναι όλες μέλη του Δ. Σ. της Κυπριακής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας.