Το 2004 «Όχι» και το 2024 «τίποτα»

Συμπληρώνονται σήμερα 20 χρόνια από το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004 για επίλυση του Κυπριακού στη βάση του σχεδίου Ανάν.

Του Μανώλη Καλατζή

Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά και μάλλον πολύ χειρότερα από το 2004. Οι διαπραγματεύσεις για επίλυση του Κυπριακού έχουν τερματιστεί από το 2017, μετά το ναυάγιο στο Κραν Μοντανά και η τουρκική πλευρά έχει αποστασιοποιηθεί πλήρως από το πλαίσιο του ΟΗΕ. Απορρίπτει κάθε συζήτηση για Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία και επιμένει σε αναγνώριση κυριαρχικής ισότητας του ψευδοκράτους και λύση δύο κρατών.

Η προσπάθεια που καταβάλλει αυτή τη περίοδο η προσωπική απεσταλμένη του ΓΓ του ΟΗΕ, Μαρία Άνχελα Ολγκίν, μέχρι στιγμής δεν έχει αποδώσει απολύτως τίποτα και δεν φαίνεται να καταφέρνει να οδηγεί σε εξεύρεση κοινού εδάφους για επανέναρξη των συνομιλιών.

Στις 24 Απριλίου του 2004 οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν το σχέδιο Ανάν με 76% ενώ οι Τουρκοκύπριοι το είχαν αποδεχθεί με ποσοστό 65%. Ωστόσο, η απόρριψη του από την μία κοινότητα σήμαινε αδυναμία εφαρμογής του, ως λύση του Κυπριακού.

Οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί είχαν επιχειρήσει μετά το δημοψήφισμα να «εγκρίνουν» το Σχέδιο Ανάν ως ψήφισμα για τη λύση του Κυπριακού, με την υιοθέτηση του από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αλλά η Ρωσία απέτρεψε αυτή την εξέλιξη ασκώντας βέτο, ικανοποιώντας απαίτηση του τότε Προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου και εξυπηρετώντας και τη δική της ατζέντα για εκκρεμότητα μιας διαμάχης μεταξύ τριών κρατών του ΝΑΤΟ. Η ελληνοκυπριακή πλευρά, μετά το 2004 είχε διαμηνύσει πως το σχέδιο Ανάν δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ως βάση λύσης, αλλά μόνο ως βάση διαπραγμάτευσης και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να επανέλθει με «διακοσμητικές αλλαγές». Ο τέως Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, παρά το ότι το 2004 ως ηγέτης του ΔΗΣΥ είχε ταχθεί υπέρ του σχεδίου, κατά τη δεκαετή διακυβέρνηση του (2013-2023), δεν έκανε καμία κίνηση προς την επαναδιαπραγμάτευση του, έχοντας καταστήσει σαφές ότι σεβόμενος την ετυμηγορία του λαού δεν θα ευνοούσε επαναφορά του Σχεδίου, αν δεν γινόντουσαν αλλαγές που θα ικανοποιούσαν την ελληνοκυπριακή πλευρά. Ο μεγάλος φόβος ήταν πάντα ότι σε περίπτωση επαναφοράς του, θα απορριπτόταν πιθανώς και πάλι και κάτι τέτοιο θα σήμαινε οριστική διχοτόμηση. Παρ’ όλα αυτά σήμερα βρισκόμαστε όσο ποτέ κοντά στην οριστική διχοτόμηση, χωρίς προοπτική νέου κύκλου διπραγματεύσεων.

Η απόρριψη του σχεδίου Ανάν από την ελληνοκυπριακή πλευρά αποτέλεσε άλλοθι για τη Τουρκία η οποία εμφανίστηκε ως η πλευρά που επιθυμεί λύση του Κυπριακού, κάτι το οποίο αξιοποιεί μέχρι σήμερα. Λίγες μέρες μετά το δημοψήφισμα του 2004 η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε πλήρες μέλος της ΕΕ με το σύνολο των εδαφών της Κύπρου και αναστολή εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου στις κατεχόμενες περιοχές. Παράλληλα η Κυπριακή Δημοκρατία διήλθε μια περίοδο διεθνών πιέσεων και απομόνωσης, η οποία θεωρήθηκε ως τιμωρία των μεγάλων δυνάμεων για την απόρριψη του σχεδίου.

Πρέπει να σημειωθεί ότι το δημοψήφισμα του 2004 ήταν το πρώτο που έγινε από το 1963, όταν δημιουργήθηκε ουσιαστικά το Κυπριακό πρόβλημα, με την προσπάθεια αλλαγής των 13 σημείων του Συντάγματος και τη Τουρκανταρσία. Στο μεσοδιάστημα, πέραν της τουρκικής εισβολής, έγιναν πολλές απόπειρες διαπραγματεύσεων, χωρίς να υπάρξει κατάληξη σε συμφωνημένη λύση. Τα πράγματα περιεπλάκησαν το 1983 όταν ανακηρύχθηκε το ψευδοκράτος, ως λεγόμενη «Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου» και αναγνωρίστηκε μόνο από τη Τουρκία.

Και ένα και δύο και πέντε Σχέδια Ανάν

Το σχέδιο Ανάν στην αρχική του μορφή παρουσιάστηκε από τον ΟΗΕ στον Πρόεδρο Γλαύκο Κληρίδη και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς στις 11 Νοεμβρίου 2002.

Τον Δεκέμβριο του 2002 οι δύο πλευρές έκαναν εισηγήσεις επί του σχεδίου και μετά από διαπραγματεύσεις με την μεσολάβηση του ΟΗΕ υπήρξε κατάληξη στη δεύτερη εκδοχή του σχεδίου στις 10 Δεκεμβρίου.

Οι διαπραγματεύσεις δεν είχαν γίνει με απευθείας επαφές αλλά με συνεχή πήγαινε – έλα των εκπροσώπων του ΟΗΕ στις ελεύθερες περιοχές και τα κατεχόμενα.

Οι προσπάθειες εντάθηκαν στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στη Κοπεγχάγη, όπου θα αποφασιζόταν η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. Σημαντικό και παρασκηνιακό ρόλο έπαιξε ο Βρετανός μεσολαβητής, Σερ Ντέιβιντ Χάνεϊ. Ο Ντενκτάς δεν μπόρεσε να πάει στη Κοπεγχάγη, καθώς λίγες μέρες νωρίτερα είχε υποβληθεί σε εγχείρηση ανοικτής καρδιάς. Ο λεγόμενος «υπουργός εξωτερικών» του ψευδοκράτους διαβουλεύτηκε με τον τότε Γενικό Εισαγγελέα Αλέκο Μαρκίδη και η διαβούλευση οδηγήθηκε σε ναυάγιο, με τη Κύπρο να εντάσσεται στην ΕΕ χωρίς να τίθεται ως προϋπόθεση η επίλυση του Κυπριακού. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η Ελλάδα (Κυβέρνηση και Βουλή) καθιστώντας σαφές ότι σε περίπτωση μη ένταξης της Κύπρου, θα τίναζε στον αέρα τη μεγάλη διεύρυνση της ΕΕ με τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης.

Το ναυάγιο των διαβουλεύσεων προκάλεσε αντιδράσεις στα κατεχόμενα, καθώς οι Τουρκοκύπριοι αντιλαμβάνονταν ότι θα βρίσκονταν εκτός ΕΕ.

Παράλληλα η Κύπρος μπαίνει σε προεκλογική περίοδο με την Γλαύκο Κληρίδη να ζητάει επανεκλογή, με δέσμευση να παραμείνει στη Προεδρία για 16 μήνες, ώστε να λυθεί το Κυπριακό. Τις εκλογές κέρδισε στις 16 Φεβρουαρίου 2003 ο Τάσσος Παπαδόπουλος με τις ψήφους του ΔΗΚΟ και του ΑΚΕΛ. Στις 26 Φεβρουαρίου επισκέπτεται τη Κύπρο ο τότε ΓΓ του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν και παρουσιάζει στις δύο πλευρές το τρίτο σχέδιο του, με κάποιες αλλαγές από το προηγούμενο. Αποφασίζεται κοινή συνάντηση στη Χάγη της Ελβετίας, στις 10 Μαρτίου 2003. Στη συνάντηση, ο Ραούφ Ντενκτάς απορρίπτει το τρίτο σχέδιο, ενώ ο Τάσσος Παπαδόπουλος το αποδέχθηκε με κάποιες ενστάσεις σε θέματα ασφάλειας και σε κενά που είχαν διαπιστωθεί, σε σχέση με την εφαρμογή της λύσης.

Στις 16 Απριλίου 2003 υπογράφεται στην Αθήνα η συνθήκη προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ. Ο ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, θέλοντας να προλάβει την πλήρη ένταξη της Κύπρου την 1η Μαίου του 2004, απαιτεί από τις δύο πλευρές να αποδεχθούν την κάλυψη των κενών με επιδιαιτησία από τον ΟΗΕ. Δηλαδή στα σημεία που δεν θα συμφωνούσαν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, να αποφασίζει τις ρυθμίσεις ο ΟΗΕ. Ο Ντενκτάς που δεχόταν έντονη πίεση στο εσωτερικό του ψευδοκράτους, με μια αιφνιδιαστική κίνηση, στις 23 Απριλίου του 2003, ανοίγει για πρώτη φορά μετά το 1974 τα οδοφράγματα και επιτρέπει την κυκλοφορία Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, μεταξύ ελευθέρων και κατεχομένων περιοχών.

Τον Δεκέμβριο του 2003, κερδίζει τις εκλογές στα κατεχόμενα ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ («πρωθυπουργός») ενώ ο Ντενκτάς παρέμεινε στη λεγόμενη «προεδρία». Ο Τάσσος Παπαδόπουλος με επιστολή στον ΓΓ του ΟΗΕ ζητάει επανάληψη των προσπαθειών για επίλυση του Κυπριακού, με στόχο τη λύση πριν από τη 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία κατά την οποία η Κύπρος θα εντασσόταν στην ΕΕ. Η κίνηση αυτή του Τάσσου Παπαδόπουλου στόχευε στην επίρριψη ευθυνών στη τουρκική πλευρά, καθώς πίστευε πως θα υπήρχε άρνηση και πάλι από τον Ντενκτάς. Η εκτίμηση του Τάσσου Παπαδόπουλου αποδείχθηκε λανθασμένη, καθώς ο Ντενκτάς σε συνάντηση που έγινε με τον ΓΓ του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, αποδέχθηκε την επιδιαιτησία και την διεξαγωγή χωριστών  δημοψηφισμάτων τον Απρίλιο του 2004. Το ίδιο αναγκάστηκε, παγιδευμένος στη δέσμευση του, να αποδεχθεί και ο Τάσσος Παπαδόπουλος.

Αμέσως μετά γίνονται νέες διαβουλεύσεις των δύο πλευρών, χωρίς να καταλήξουν σε συμφωνία έως τις 23 Μαρτίου 2003. Την επόμενη ημέρα, ο ΓΓ του ΟΗΕ καλεί στη Λουκέρνη της Ελβετίας τους ηγέτες των δύο κοινοτήτων και τους πρωθυπουργούς Ελλάδας και Τουρκίας για διαβουλεύσεις.

Στη Λουκέρνη, στις 29 Μαρτίου, ο ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, διά του εκπροσώπου του, Άλβαρο Ντε Σότο ασκεί τον επιδιαιτητικό του ρόλο και καταλήγει στο σχέδιο Ανάν (Νο 4). Ακολούθησαν προσπάθειες για αλλαγές και στις 30 Μαρτίου και ο Κόφι Ανάν παραδίδει στους Καραμανλή, Παπαδόπουλο, Ερντογάν και Ντενκτάς το κείμενο του 5ου σχεδίου και ορίζει ως ημερομηνία δημοψηφίσματος την 24 η Απριλίου 2004.

Διάγγελμα με δάκρυα Τάσσου

Ο Τάσσος Παπαδόπουλος τάχθηκε κατά της έγκρισης του Σχεδίου στο δημοψήφισμα και με το δραματικό διάγγελμα του στις 7 Απριλίου 2004, ζήτησε την απόρριψη του.

Μεταξύ άλλων, στο διάγγελμα του συναισθηματικά φορτισμένος και με δάκρυα στα μάτια ανέφερε:

«Λυπούμαι ειλικρινά, γιατί δεν μπορώ να αποδεχθώ και να υπογράψω το Σχέδιο Ανάν όπως, τελικά, διαμορφώθηκε. Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω κοινότητα χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της.

Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες,

Στις 24 Απριλίου θα τοποθετηθείτε με ένα ΝΑΙ ή ένα ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν. Θα αποφασίσετε για το παρόν και το μέλλον της Κύπρου. Για τη γενιά μας, αλλά και τις γενιές που θα έρθουν μετά από εμάς.

Έχω εμπιστοσύνη στην κρίση σας.

Είμαι βέβαιος ότι δεν σας αγγίζουν ψεύτικα διλήμματα.

Ότι δεν σας τρομάζουν απειλές για δήθεν διεθνή απομόνωση.

Ότι δεν σας πείθουν τα περί δήθεν τελευταίας ευκαιρίας.

Είμαι βέβαιος ότι εξακολουθούν να έχουν για σας νόημα οι ηθικές αρχές και αξίες του λαού μας, του πολιτισμού και του εθνικού ιστορικού μας βίου, τον οποίο θέλετε να συνεχίσουμε με ασφάλεια, δικαιοσύνη, ελευθερία και ειρήνη.

Ελληνικέ κυπριακέ λαέ,

Στη ζυγαριά του ΝΑΙ και του ΟΧΙ, πολύ βαρύτερες και πολύ πιο επαχθείς θα είναι οι συνέπειες του ΝΑΙ.

Σε καλώ να απορρίψεις το Σχέδιο Ανάν.

Σε καλώ να πεις στις 24 του Απρίλη ένα δυνατό ΟΧΙ.

Σε καλώ να υπερασπιστείς το δίκαιο, την αξιοπρέπεια και την ιστορία σου.

Με αίσθημα ευθύνης απέναντι στην Ιστορία, στο παρόν και το μέλλον της Κύπρου και του λαού μας, σε καλώ να μην υποθηκεύσεις το μέλλον στην πολιτική βούληση της Τουρκίας. Να προασπιστείς την Κυπριακή Δημοκρατία, λέγοντας ΟΧΙ στη κατάλυσή της. Να συστρατευτείς για μια νέα πιο ελπιδοφόρα πορεία επανένωσης της πατρίδας μας μέσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Καλή Ανάσταση σε όλους!».