Τουρκία και τουρκοκυπριακή πλευρά αναζητούν φόρμουλα παραμονής τουρκικών στρατευμάτων, τονίζει στο ΚΥΠΕ ο Κ. Φίλης

 

Εντούτοις, συμπληρώνει, μία συμφωνία εντός του 2016, που θα τεθεί  σε δημοψήφισμα το 2017, χωρίς να αποκλείεται η επιτυχής έκβαση, δεν είναι απλή υπόθεση. Γιατί υπάρχουν ακόμη ορισμένα σημαντικά ζητήματα σε εκκρεμότητα, το οικονομικό σκέλος της συμφωνίας βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο (κανείς δεν έχει αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, ίσως εν αναμονή μίας αρχικής συμφωνίας), αλλά και επιμονή από πλευράς Τουρκοκυπρίων και Τούρκων για εξεύρεση φόρμουλας παραμονής τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο. «Κάτι που θεωρώ ότι θα εξασθενίσει σημαντικά την προοπτική εξασφάλισης θετικής ψήφου από πλευράς Ελληνοκυπρίων σε ένα ενδεχόμενο δημοψήφισμα» τονίζει, υπενθυμίζοντας ότι η Αθήνα έχει σηκώσει ψηλά τον πήχη, διαμηνύοντας πως στηρίζει την κατάργηση (όχι τροποποίηση) των εγγυήσεων.

Θα υπάρξουν πιέσεις στην ελληνική και ελληνοκυπριακή πλευρά για τα τουρκικά στρατεύματα

Όσον αφορά συγκεκριμένα στο κεφάλαιο των εγγυήσεων και στην επιμονή αυτή για μια «φόρμουλα» παραμονής τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, ο κ. Φίλης υποστηρίζει ότι η ελληνική πλευρά δεν θεωρεί ορθό να υπάρξει κάποιου είδους συμβιβασμός στο θέμα της αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων, αλλά θα είναι δύσκολο να διατηρήσει αυτή τη θέση μέχρι τέλους, με την Άγκυρα να προλειαίνει το έδαφος για επίρριψη της ευθύνης αποτυχίας στη “μαξιμαλιστική ατζέντα” της Αθήνας, με τον διεθνή παράγοντα –πλην Ρωσίας- προσώρας να συντάσσεται με αυτή την άποψη.

Προσθέτει ότι αντιλαμβάνεται, μετά και από την πρόσφατη επίσκεψη και τις επαφές του στην Κύπρο, ότι οι Τουρκοκύπριοι το θέτουν ως sine qua non συνθήκη για όσο διάστημα «δοκιμαστεί» η όποια συμφωνία, διάστημα που όμως είναι ασαφές πως μπορεί να προσδιοριστεί χρονικά. Υπογραμμίζει, όμως, ότι η παρουσία κατοχικών στρατευμάτων, όποιος μανδύας και αν χρησιμοποιηθεί, χωρίς επί της ουσίας έγκριση από την κεντρική κυβέρνηση, δεν έχει προηγούμενο στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, ούτε υπάρχει ανάλογη περίπτωση στην ΕΕ, θυμίζοντας ότι νατοϊκά στρατεύματα υπάρχουν σε χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και η Κύπρος δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ.

Ο κ. Φίλης δηλώνει σχεδόν βέβαιος ότι θα ασκηθούν πιέσεις σε αυτήν την κατεύθυνση βασιζόμενος και στην αποστροφή των δηλώσεων Ομπάμα για την Κύπρο από την Αθήνα στις οποίες έκανε λόγο για μεταβατική φάση. «Αυθόρμητα, για να είμαι ειλικρινής, η πρώτη σκέψη που έκανα είναι ότι η μεταβατική φάση αφορά στη διατήρηση στρατευμάτων και παρουσίας της Τουρκίας με κάποιο «καπέλο» αλλά για ορισμένο διάστημα ώστε να μην απορριφθεί από την πλευρά μας» σημειώνει και προσθέτει ότι θεωρεί ότι υπήρξαν παραινέσεις προς την ελληνική πλευρά να προχωρήσουν τα πράγματα το δυνατόν γρηγορότερα, στη βάση σειράς επιχειρημάτων όπως είναι το υπάρχον καλό μομέντουμ, ο απρόβλεπτος παράγοντας Τραμπ κλπ.

«Δυστυχώς οι Αμερικανοί έχουν μια αντίληψη για το Κυπριακό αρκετά μακριά από τη δική μας» επισημαίνει εκφράζοντας αγωνία για το κατά πόσο οι αμερικανικές θέσεις συγκλίνουν με τις ελληνικές για το Κυπριακό. Και θυμίζει ότι η απερχόμενη αμερικανική ηγεσία είχε δώσει έμφαση στην επίλυση του Κυπριακού, σημειώνοντας μάλιστα ότι μέχρι πριν μερικούς μήνες για ορισμένους εκ των ιθυνόντων στην Ουάσινγκτον, μια συμφωνία για το Κυπριακό θα επισφράγιζε την εξωτερική πολιτική της 8ετίας Ομπάμα, μετά τη συμφωνία με το Ιράν, την αποκατάσταση των σχέσεων με την Κούβα και τη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή.

Ανησυχητική η οιονεί αστάθεια στην Τουρκία

Όσον αφορά στην στάση της Τουρκίας, δεδομένων και των εξελίξεων των τελευταίων μηνών στη χώρα, ο Κ. Φίλης επικεντρώνει την προσοχή του στο προσύμφωνο, πριν λίγες μέρες, μεταξύ ΑΚΡ και εθνικιστικού κόμματος για ευρύτερες συνεργασίες. Εκτιμά πως ο Ερντογάν επιχειρεί συστηματικά να προσεταιριστεί το εθνικιστικό στοιχείο για να καταφέρει την τροποποίηση του συντάγματος, διασφαλίζοντας τη μακροημέρευση του του στην εξουσία, και τη μετατροπή του συστήματος σε προεδροκεντρικό. «Αν έχουμε ενοποίηση δυνάμεων ΑΚΡ και Γκρίζων Λύκων, δυσκολεύομαι να σκεφτώ με ποιόν τρόπο θα δούμε την Τουρκία να δείχνει μια άλλη διάθεση και να βάζει νερό στο κρασί της, κάτι που είναι βασική προϋπόθεση προκειμένου να προκύψει μια βιώσιμη λύση» σημειώνει συμπληρώνοντας ότι στις θέσεις αυτές για το Κυπριακό και το Αιγαίο συμφωνεί και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.

Ο κ. Φίλης υπογραμμίζει ότι τον προβληματίζει περισσότερο η οιονεί αστάθεια, ακόμη και αποσταθεροποίηση στην οποία βρίσκεται η Τουρκία (στοχοποίηση Κούρδων και κάθε φιλελεύθερης φωνής που δημιουργούν προβλήματα στην οικονομία επί της οποίας ο Ερντογάν εδραίωσε την πολιτική κυριαρχία) και το πώς αυτή θα εκφραστεί στην εξωτερική της πολιτικής, σε Κύπρο και Αιγαίο. Όσα έχουν ακολουθήσει το αποτυχημένο πραξικόπημα όπως η διολίσθηση στον αυταρχισμό, η επίμονη αναθεωρητική προσέγγιση των διεθνών συνθηκών, τα οποία παρότι γίνονται κυρίως για εσωτερική κατανάλωση καταδεικνύουν μία ολισθηρή πορεία που μοιάζει χωρίς επιστροφή, επισημαίνει. Εντούτοις, παρατηρεί ότι ο Ερντογάν επιχειρεί να αντιστρέψει σε πλεονέκτημα την ανησυχία των Δυτικών για την πορεία της χώρας του, με τη δημιουργία συνθηκών εξευμενισμού της.

Στο ερώτημα τι σημαίνει μια μη λύση και αν συνεπάγεται εμπέδωση της διχοτόμησης του νησιού, ο κ. Φίλης θυμίζει ότι το επιχείρημα αυτό έχει ακουστεί πολλές φορές καθώς και ότι στην πολιτική για να επιτευχθούν σκοποί και σκοπιμότητες, υπάρχουν πιέσεις, εκβιασμοί και απειλές,  συμπληρώνοντας  ότι ντε φάκτο διχοτόμηση υπάρχει και σήμερα.  Κατά την γνώμη του, υπάρχουν απειλές και εκβιασμοί γιατί κάποιοι θέλουν να καταφέρουν μια λύση το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, παραδέχεται όμως ταυτόχρονα ότι τώρα «μπορεί πράγματι να έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για να δούμε κάτι τέτοιο να υλοποιείται».

«Με δεδομένο ότι το μομέντουμ μοιάζει ιδανικό, και λόγω της διάθεσης αμοιβαίου συμβιβασμού και λόγω της εμπλοκής των δύο συγκεκριμένων ηγετών καθώς όλοι σκέφτονται ότι δύσκολα θα βρεθεί κάποιος σαν τον Ακιντζί στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων και κάποιος σαν τον Πρόεδρο Αναστασιάδη που και το 2004 ήταν στη γραμμή του «ναι» από ελληνοκυπριακής πλευράς, ακούγεται λογική η σκέψη ότι αν χαθεί αυτή η ευκαιρία, η επόμενη θα αργήσει πολύ» τονίζει. Και το διάστημα που θα μεσολαβήσει είναι κρίσιμο για να ληφθούν κάποιες αποφάσεις κυρίως από πλευράς Τουρκίας, πχ μια προσάρτηση των κατεχομένων.

Στο σημείο αυτό, όμως, ο κ. Φίλης θέτει το ερώτημα γιατί η Άγκυρα να απορροφήσει το κατεχόμενο κομμάτι κατόπιν μιας μη λύσης; «Εκεί νομίζω ότι είναι το κλειδί. Μπορεί διάφορα να λέγονται, και μπορεί όντως να χαθεί μια ευκαιρία, και μπορεί όντως να έχουν ωριμάσει στο μυαλό και των δύο πλευρών απόψεις που λένε ότι αν δεν μπορούμε να τα βρούμε καλό είναι να χωρίσουμε τα τσανάκια μας, επειδή όμως ο κρίσιμος παράγοντας πέραν των δύο κοινοτήτων, ακούει στο όνομα Τουρκία, αναρωτιέμαι αν θα ήταν πιο ευνοϊκό γι αυτήν να παραμείνει το υπάρχον στάτους κβο, ή να το αλλάξει απορροφώντας το κατεχόμενο κομμάτι. Δεν είμαι σίγουρος για την απάντηση» καταλήγει. Και προσθέτει ότι η αυθόρμητη απάντησή του είναι το τωρινό στάτους κβο είναι ευνοϊκότερο για την Τουρκία από ό,τι κάτι άλλο γιατί έχει μοχλούς πίεσης απέναντι στην ελληνοκυπριακή πλευρά, χρησιμοποιεί την τουρκοκυπριακή ως όχημα προώθησης δικών της συμφερόντων, μπορεί να κάνει παραβιάσεις στα χωρικά ύδατα επικαλούμενη δήθεν συμφωνίες με την ηγεσία του ψευδοκράτους, διατηρεί τον έλεγχο μεγάλου μέρους της ακτογραμμής, κτλ. Ίσως το επόμενο διάστημα επιδιώξει να εξασφαλίσει κάποιου είδους νομική αναγνώριση του τελευταίου ή την «ταϊβανοποίηση» του, αντί να το εντάξει στους κόλπους της.

Η επαμφοτερίζουσα στάση των δυτικών καταλήγει ευνοϊκή για την Τουρκία

«Η επόμενη μέρα, όπως και η δυνατότητα λύσης, εξαρτώνται από την Τουρκία. Η αποστασιοποίηση της ελληνικής πλευράς από τις διαπραγματεύσεις, νομίζω σε συμφωνία με την ελληνοκυπριακή πλευρά, ήταν μια πολιτική ρίσκου. Από τη μία η Ελλάδα έδειξε παντοιοτρόπως ότι η Τουρκία φέρει το βάρος της ευθύνης, επιμένοντας σε αναχρονιστικά σχήματα, προϊόν συμφωνιών που η ίδια έχει παραβιάσει. Από την άλλη, αφέθηκε χώρος στην Άγκυρα να συνομιλεί με το διεθνή παράγοντα, να ανταλλάσσει απόψεις και να επιχειρηματολογεί υπέρ των θέσεών της» εκτιμά ο Κ. Φίλης. Επισημαίνει όμως ότι ούτως ή άλλως με εξαίρεση τη Ρωσία που έχει δικά της ισχυρά συμφέροντα, ο διεθνής παράγοντας, κυρίως η Δύση, θεωρεί το Κυπριακό μία παγωμένη διένεξη που δεν απειλεί με άμεση στρατιωτική σύγκρουση, αλλά πλέον οι συνθήκες ευνοούν τη διευθέτηση.

Η ανοχή, η επαμφοτερίζουσα αυτή στάση μέσα στους κύκλους των δυτικών και της ΕΕ κατατείνει, υπογραμμίζει ο Κ. Φίλης, στο να μετατρέπεται σε ευνοϊκή για την Τουρκία. «Η Τουρκία έχει καταφέρει να δημιουργήσει οπαδούς υπέρ της παραμονής  τουρκικών στρατευμάτων, και να βρίσκονται σε υψηλά αξιώματα και ευρωπαϊκών κρατών και της απερχόμενης αμερικανικής ηγεσίας» σημειώνει.

Μόνο ο ΟΗΕ μπορεί να επιβλέψει συμφωνία

Τέλος, ο κ. Φίλης εκτιμά ότι μοναδικός που θα μπορούσε να επιβλέψει την εφαρμογή ενδεχόμενης συμφωνίας στην Κύπρο είναι ο ΟΗΕ. Μηχανισμοί ομαλής μετάβασης, λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών που έχει ενταθεί λόγω των σύγχρονων ιστορικών γεγονότων αλλά και λόγω των ακραίων φωνών ένθεν κακείθεν, είναι αναγκαίοι, υποστηρίζει, ακόμη και για να διασφαλίσουν την ομαλότητα και την ασφάλεια, αν κάτι δεν πάει καλά.

«Προφανώς το ρόλο αυτής της επίβλεψης δεν μπορεί να τον αναλάβει το ΝΑΤΟ, που είναι μηχανισμός άμυνας και ασφάλειας -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- και με δεδομένο ότι η Κύπρος δεν είναι μέλος του. Η Τουρκία, από την άλλη, δεν είναι διατεθειμένη να δεχτεί τον ΟΑΣΕ, που άλλωστε μάλλον δεν θα μπορούσε να αποκτήσει τέτοιο mandate, ενώ και η αποτελεσματικότητά του κρίνεται αμφίβολη. Απομένει λοιπόν στον ΟΗΕ, παρά τη δεδομένη αδυναμία διαχείρισης και αποτροπής κρίσεων ανά τον κόσμο, εκτός εάν εφευρεθεί κάποιο άλλο σχήμα, το οποίο, όμως, θα πρέπει να μην στερείται νομιμοποίησης» καταλήγει ο κ. Φίλης.