Στο 45% η χρήση παράνομου λογισμικού στην Κύπρο καταδεικνύει η νέα έρευνα BSA

 

Η έρευνα, Seizing Opportunity Through License Compliance, διαπίστωσε ότι στην Κύπρο το ποσοστό του λογισμικού που εγκαταστάθηκε χωρίς την άδεια χρήσης αγγίζει το 45%. Σε αυτό το ποσοστό η έρευνα BSA παρατηρεί μείωση 2 μονάδων σε σχέση με ανάλογη έρευνά της που διενεργήθηκε κατά το 2013.

“Όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση, είναι εξαιρετικά σημαντικό για μια επιχείρηση να γνωρίζει το είδος του λογισμικού που είναι στο δίκτυο της εταιρείας. ” Eίπε η Victoria Α Espinel, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της BSA |The Software Alliance. “Πολλοί CIOs εταιρειών δεν γνωρίζουν την πλήρη έκταση του λογισμικού που αναπτύχθηκε στα συστήματά τους ή αν το λογισμικό είναι νόμιμο.”

Η έρευνα η οποία μελέτησε τη χρήση παράνομου λογισμικού ανάμεσα σε καταναλωτές, Διευθυντές IT και εταιρικούς χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών, ενισχύει το εύρημα ότι η χρήση του εξακολουθεί να είναι υψηλή ενώ υπογραμμίζει το γεγονός, ότι οι χρήστες όπως και οι εταιρείες πρέπει να ξέρουν ότι με αυτόν τον τρόπο, «παίζουν με τη φωτιά».

Αυτό οφείλεται στην ισχυρή σύνδεση μεταξύ κυβερνοεπιθέσεων και της χρήσης παράνομου λογισμικού. Όταν το παράνομο λογισμικό είναι σε λειτουργία, η πιθανότητα τα δεδομένα να υποστούν ζημιές από «επιθέσεις» κακόβουλών λογισμικών αυξάνεται δραματικά, ενώ το κόστος για την αντιμετώπισή τους μπορεί σε περιπτώσεις να είναι συγκλονιστικό. Το 2015 μόνο, για παράδειγμα, οι κυβερνοεπιθέσεις κόστισαν στις επιχειρήσεις πάνω από $400 δισεκατομμύρια.

Επιπλέον σημαντικά ευρήματα:

• 39% του λογισμικού που εγκαταστάθηκε σε υπολογιστές σε όλο τον κόσμο κατά το 2015 δεν έχει την κατάλληλη άδεια χρήσης. Ποσοστό που καταδεικνύει μόνο μια μέτρια μείωση από το 43% που κατέγραψε η παγκόσμια μελέτη της BSA το 2013 αντίστοιχα.
• Ακόμη και σε κρίσιμης σημασίας βιομηχανίες το ποσοστό χρήσης παράνομου λογισμικού που καταγράφηκε ήταν ιδιαίτερα ψηλό φτάνοντας το 25%. Ανάμεσα στις βιομηχανίες αυτές είναι και τραπεζικές, ασφαλιστικές, καθώς και βιομηχανίες κινητών αξιών και τίτλων.
• Οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι των εταιρειών υπολογίζουν ότι το 15% των υπαλλήλων τους ανεβάζει λογισμικό στο δίκτυο χωρίς την άδεια τους. Αυτό όμως φαίνεται να υποτιμά κατά πολύ το πρόβλημα αφού το ποσοστό των υπαλλήλων που φορτώνει με αυθαίρετο λογισμικό το δίκτυο καταγράφει ένα ποσοστό του 26%.

Παρά αυτούς τους αριθμούς, τα ευρήματα δείχνουν μια έντονη συνειδητοποίηση του προβλήματος:

• Οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι τονίζουν ότι η μεγαλύτερη τους ανησυχία είναι η απώλεια δεδομένων που μπορεί να προκύψει από την έλλειψη ασφάλειας.
• Επίσης, υπογραμμίζουν ότι η αποφυγή τέτοιου είδους περιστατικών για την επιχείρηση τους είναι ο σημαντικότερος λόγος που χρειάζονται το λογισμικό που «τρέχει» στο δίκτυο τους να είναι νόμιμο καλύπτοντας πλήρως τις άδειες.
• Στην ευρύτερη κατηγορία των υπαλλήλων εταιριών το 60% τοποθετεί το ρίσκο απώλειας δεδομένων συναφές με τη χρήση παράνομου λογισμικού και θεωρεί τη χρήση νόμιμου λογισμικού καίριο ζήτημα για την εξασφάλιση τους.

Η έκθεση προσθέτει ότι οι εταιρείες μπορούν να μετριάσουν τους κινδύνους ασφαλείας στον κυβερνοχώρο λόγω του παράνομου λογισμικού, εξασφαλίζοντας ότι όλο το λογισμικό τους έχει αγοραστεί από νόμιμες πηγές καθώς και με τη θέσπιση ενός προγράμματος in-house διαχείρισης πόρων λογισμικού (SAM). Οι οργανισμοί που αναπτύσσουν αποτελεσματικά το SAM θα ξέρουν τι είναι στο δίκτυο τους, και αν είναι νόμιμο και αδειοδοτημένο. Επίσης, θα βελτιστοποιήσουν τη χρήση του λογισμικού ώστε να ανταποκρίνεται το καλύτερο δυνατό στις απαιτήσεις της επιχειρήσεις τους. Θα έχουν στη διάθεσή τους πολιτικές και διαδικασίες που διέπουν την προμήθεια, εγκατάσταση, και την απόσυρση του λογισμικού, ενώ θα έχουν ενσωματώσει το SAM πλήρως στην επιχείρησή τους.

Τα σημαντικότερα ευρήματα την έρευνας ανά περιοχή περιλαμβάνουν:

• Η περιοχή με το υψηλότερο συνολικό ποσοστό μη αδειοδοτημένου λογισμικού είναι η Ασία με 61%, καταγράφοντας μια μονάδα μείωση σε σύγκριση με την προηγούμενη έρευνα της BSA το 2013.
• Το επόμενο υψηλότερο ποσοστό μη αδειοδοτημένου λογισμικού καταγράφηκε στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη με 58% (πτώση τριών μονάδων από το ποσοστό που καταγράφηκε το 2013), και στη συνέχεια, η Μέση Ανατολή και η Αφρική, στο 57% (με επίσης μείωση 2 μονάδων από το 2013).
• Η Βόρεια Αμερική εξακολουθεί να έχει το χαμηλότερο ποσοστό με 17%, αν και αυτό αποτελεί σημαντική εμπορική αξία των $10 δις.
• Στη Δυτική Ευρώπη το συνολικό ποσοστό μειώθηκε κατά μια μονάδα και καταγράφηκε στο 28%.

Για την ανάλυση δεδομένων των ευρημάτων της έρευνας Seizing Opportunity Through License Compliance, ανά χώρα επισκεφθείτε το: www.bsa.org/globalstudy.