Αποδιοπομπαίοι τράγοι Παμπορίδης και Δρ. Μάτσας

Οι εξελίξεις της τελευταίας βδομάδας γύρω από τον τομέα της Υγείας εκτός από βάναυση προσβολή της κοινής νοημοσύνης, καταμαρτυρούν ότι το υπέρτατο αγαθό της υγείας αποτελεί έρμαιο οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων, αλλά ταυτοχρόνως και προσωπικών φιλοδοξιών.
Μείναμε εμβρόντητοι να παρακολουθούμε τα τελευταία επεισόδια μιας κακής κωμωδίας ή τραγωδίας, στην οποία ο Πρόεδρος δεσμεύεται ότι θα αναλάβει τάχατες ο ίδιος προσωπικά να λύσει τα προβλήματα στην Υγεία και “αδειάζει” κατά τον πλέον άγαρμπο τρόπο τον υπουργό του.
Τι να σκεφτεί ο κάθε πολίτης όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας που πανηγυρικά αναλαμβάνει τα ηνία ενός σημαντικού για όλο τον πληθυσμό θέματος, ασχολείται – μεταξύ άλλων – σε σύσκεψη στο Προεδρικό με το αν μια ομάδα εργαζομένων, όποια κι αν είναι αυτή, κτυπά ή δεν κτυπά κάρτα; Ξέρετε πολλούς αρχηγούς κρατών να έχουν ασχοληθεί ποτέ με κάτι τέτοιο; Και αν έπρεπε να αναλάβει ο Πρόεδρος να λύσει αυτό το θέμα, τότε κάτι πάει πολύ λάθος σε τούτο τον τόπο σε επίπεδο διοίκησης.

Και στο Υπουργείο Υγείας ναι! Το ότι κάτι πάει λάθος, αποτελεί πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός.
Κυρία Χριστίνα Γιαννάκη, Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Υγείας, θα επανέλθω. Είσαστε απλά ανεπαρκής και επικίνδυνη!
Στην συγκεκριμένη περίπτωση «καταντήσατε» τον κ. Παμπορίδη και τον Δρ. Μάτσα αποδιοπομπαίους τράγους, λόγω των δικών σας παραλείψεων και κακών χειρισμών. Έχετε πάρει όλες τις εξουσίες στα δικά σας χέρια και έχετε αφήσει τις ευθύνες σε τρίτους, λειτουργώντας και αποφασίζοντας πάντα κατά το δοκούν.

Η αφορμή και η κόντρα
Αφορμή για να ξεσπάσει ζήτημα για το κεφάλαιο του ΓεΣΥ και ζήτημα στις σχέσεις του προεδρικού με τον Υπουργό Υγείας Γιώργο Παμπορίδη, ήταν οι δηλώσεις του Προέδρου Αναστασιάδη ότι παραπλανήθηκε στον τομέα της υγείας. Και αυτό γιατί όπως αναφέρουν πολιτικές πηγές, ενώ Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ΔΗΣΥ έλεγαν προεκλογικά πως το ιατρικό προσωπικό δεν έχει μειωθεί, τελικά διεφάνη έλλειψη προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, ο αριθμός του προσωπικού στη δημόσια υγεία, δεν προέρχεται από το υπουργείο υγείας, ούτως ώστε να τίθεται ζήτημα παραπλάνησης του προέδρου, αλλά από το υπουργείο οικονομικών.

Από την άλλη ο Υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργίαδης, μιλώντας στο κρατικό ραδιόφωνο αναφορικά με το θέμα της στελέχωσης είπε: «Ζητήσαμε τα στοιχεία του Υπουργείου Υγείας και φάνηκε ότι δεν υπήρχε καμία μείωση στη στελέχωση και ότι υπάρχει πλήρης στελέχωση στα δημόσια νοσοκομεία. Όταν αυτό αναδεύθηκε, ακούσαμε μια άλλη εξήγηση από τους διάφορους ότι αυξήθηκε η δουλειά. Οπότε ζητήσαμε τα στοιχεία και η δουλειά δεν αυξήθηκε. Τώρα ακούμε μια νέα εξήγηση ότι αν φεύγει ένας γιατρός της συγκεκριμένης ειδικότητας τότε προσλαμβάνεται άλλος γιατρός που είναι σε άλλη ειδικότητα. Και ρωτώ αν είναι έτσι, τότε δεν θα πρέπει κάποιοι να δώσουν εξηγήσεις»;
Σαφώς και κάποιοι πρέπει να δώσουν εξηγήσεις κύριε Υπουργέ. Μας εκπλήττει όμως ταυτόχρονα, τόσο η άγνοια που δηλώνετε εσείς προσωπικά όσο και η δήλωση του Προέδρου ότι… παραπλανήθηκε.

Που ζείτε κύριοι;

Δεν διαβάζετε τον τύπο καθημερινά;

Δεν ενημερώνεστε από τους άριστους των αρίστων που εσείς διορίσατε;

Δεν ακούτε τις κραυγές απόγνωσης και απελπισίας των πολιτών όσον αφορά το κεφάλαιο Υγεία σε ευρύτερο επίπεδο;
Ποιος κοροϊδεύει ποιον τελικά σε αυτό τον τόπο;

Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως πως το Προεδρικό απέρριψε αμέσως τη ψιθυρολογία που επικρατεί τις τελευταίες μέρες περί κόντρας με τον Υπουργό Υγείας, ξεκαθαρίζοντας πως δεν τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης για τον ίδιο τον Υπουργό. Κύκλοι ωστόσο του περιβάλλοντος του Υπουργού Υγείας, αναφέρουν πως ο ίδιος φέρεται να είναι ιδιαίτερα ενοχλημένος από τις τελευταίες κινήσεις του προεδρικού.
Η καχυποψία για το αν μπορεί να εφαρμοστεί Γενικό Σχέδιο Υγείας μεγεθύνεται αν αναλογιστεί κανείς πως αυτή η χώρα πέρασε από μνημόνιο. Ήρθε η Τρόικα. Μπήκαν – βγήκαν οι δανειστές, έφεραν τα πάνω – κάτω, έκαναν τομές, αλλαγές, απαίτησαν αποφάσεις που άλλες πόνεσαν και άλλες ήταν απαραίτητες, αλλά το ΓεΣΥ, δεν το άγγιξαν.

Αν δεν ήμασταν αυτοί που είμαστε, επαναστάτες του καναπέ και του πληκτρολογίου δηλαδή, θα έπρεπε όλοι μα όλοι να βρισκόμαστε προ πολλού στους δρόμους απαιτώντας ασφάλιση υγείας. Κάτι τέτοιο, δεν πρόκειται να γίνει ποτέ όμως…

Η υφιστάμενη κατάσταση χαρακτηρίζεται επιεικώς τραγική. Όχι μόνο γιατί παρατηρείται σοβαρή έλλειψη σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, αλλά και γιατί οι συνθήκες εργασίας είναι εξαιρετικά δύσκολες εξαιτίας της αύξησης των ασθενών που επισκέπτονται τα Κρατικά νοσηλευτήρια. Κατά κύριο λόγο όμως, οι τραγικές αυτές συνέπειες, είναι το αποτέλεσμα μιας προδιαγεγραμμένης πορείας που στοχεύει στην υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας και της διάλυσης των κρατικών νοσηλευτηρίων, με αιτιολογικό την δήθεν εφαρμογή ΓεΣΥ.

Η ανάγκη για λειτουργική ενίσχυση των κρατικών νοσηλευτηρίων, χρονολογείται στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και διαφαίνεται μέσα από την έκθεση του Πανεπιστημίου του Λιντς όπου γινόταν αναφορά στην ανάγκη λειτουργικής ενδυνάμωσης των νοσηλευτηρίων, έτσι που σε περίπτωση εφαρμογής Σχεδίου Υγείας να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις. Ωστόσο, από τότε μέχρι σήμερα δεν έγινε απολύτως κανένα ουσιαστικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Ανεξάρτητα με την γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, που σχετίζεται με το εργασιακό καθεστώς των δημοσίων υπαλλήλων – το οποίο επικαλούνται οι εκάστοτε κυβερνήσεις ως εμπόδιο για την παρατηρούμενη καθυστέρηση- κανένας σχεδιασμός δεν έγινε τα τελευταία 20 χρόνια από πλευράς Υπουργείου, Βουλής και κομμάτων, ώστε τα νοσηλευτήρια να μπορούν να ανεξαρτητοποιηθούν και να καταστούν ανταγωνιστικά, λειτουργικά και οικονομικά.

Συνεπώς, η κατάσταση, θα χειροτερεύει από μέρα σε μέρα και τα νοσηλευτήρια θα παραμένουν στο έλεος των συμφερόντων κάποιων, που επιθυμούν να τα βλέπουν να λειτουργούν αποδυναμωμένα.
Οι προϋποθέσεις για την στελέχωση των κλινικών, έγιναν μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ της Παγκύπριας Συντεχνίας των Κυβερνητικών Ιατρών, με την τελική απόφαση να την έχει ο τότε Υπουργός. Η στελέχωση βασιζόταν στον αριθμό των κλινών, των γιατρών που υπηρετούσαν σε κάθε κλινική και αν η κλινική βρισκόταν στο πρόγραμμα εφημερίας. Τώρα, παρατηρείται το απαράδεκτο φαινόμενο, κλινικές χωρίς κλίνες ή με 3-4 κλίνες και χωρίς προσωπικό που να εφημερεύει, να στελεχώνονται μόνο με διευθυντή ή υποδιευθυντή. Υπάρχουν ακόμη κλινικές οι οποίες στελεχώνονται μόνο από έκτακτους γιατρούς π.χ. Χειρουργική Κλινική Παραλιμνίου. Αυτή η παράδοξη στελέχωση, που παρατηρείται τα τελευταία 6-7 χρόνια, δεν έχει καμία σχέση με την απαιτούμενη σωστή δομή των κλινικών. Το κριτήριο στελέχωσης, είναι κομματικό, φιλικό, και εκκλησιαστικό. Οπότε ανάλογα, με το ποιος έχει την πιο δυνατή πρόσβαση, προωθείται σε θέση διευθυντή. Όταν προάγονται, δεν αποδέχονται μετακίνησή τους εκεί που προβλέπεται η θέση, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση πολλών τμημάτων, ιδιαίτερα της Επαρχίας.

Πέραν αυτού, οι αποφάσεις της ΕΔΥ, δυστυχώς επηρεάζονται άμεσα από κομματικές παρεμβάσεις και ιδιαίτερα από το εκάστοτε κυβερνών κόμμα. Το γεγονός αυτό αναγκάζει τους πολίτες να πληρώνουν τα σπασμένα μετά τις αποφάσεις των δικαστηρίων από προσφυγές δικαιούχων οι οποίοι δικαιώνονται εκ των υστέρων για ουσιαστικούς λόγους. Αυτό που συμβαίνει είναι απαράδεκτο και έχουμε γίνει μάρτυρες τον τελευταίο καιρό αποφάσεων δικαστηρίων που ανέτρεψαν τα πάντα και δημιούργησαν αναστάτωση στη λειτουργία του Υπουργείου Υγείας.
Το μέλλον στα κρατικά νοσηλευτήρια διαγράφεται ζοφερό, γιατί στόχος δυστυχώς όλων, είναι η διάλυσή τους. Οι κυβερνώντες δεν αντιλαμβάνονται τις δυσκολίες των καιρών, με αποτέλεσμα, τα νοσηλευτήρια να οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια σε διάλυση. Ο καθένας έχει τη δική του φιλοσοφία μέσα από την οποία προσπαθεί να επιβάλει κομματικά και ιδιωτικά συμφέροντα. Χωρίς λειτουργική ενδυνάμωση των νοσοκομείων, δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τον ιδιωτικό τομέα.

Το ότι τα νοσοκομεία αυτή τη στιγμή οδηγούνται σε διάλυση, οφείλεται και στο εργασιακό καθεστώς αφού οι πλειοψηφία των εργαζομένων είναι έκτακτοι. Οι διορισμοί γίνονται κατά απαράδεκτο τρόπο αφού τοποθετούνται στην κλίμακα Α9 άτομα που έχουν ειδικότητα ενώ θα έπρεπε να διορίζονται στην Α11(4). Η ανασφάλεια και η ανυπαρξία κινήτρων, οδηγεί τους γιατρούς στην άσκηση αμυντικής ιατρικής, η οποία εξυπηρετεί αλλότρια συμφέροντα και είναι σε βάρος των ασθενών και της οικονομίας. Γι αυτό η ΠΑΣΥΚΙ θα πρέπει να προασπίζεται τα συμφέροντα του συνόλου των γιατρών και όχι να ασχολείται με προσωπικά συμφέροντα και φιλοδοξίες μεμονωμένων γιατρών.

Απαράδεκτη είναι η προσπάθεια μείωσης της κλίμακας εισόδου των νέων γιατρών με ειδικότητα από την κλίμακα Α11 στην Α9. Χρειάστηκαν σχεδόν 30 χρόνια για να διορθωθεί η μισθολογική αδικία που επιβλήθηκε στο 1980 σε βάρος των γιατρών όταν τότε η ΠΑΣΥΔΥ δέχθηκε να μειωθεί το επίπεδο εισόδου της μισθοδοσίας των γιατρών, από την κλίμακα Α 12-ή Π14 στην κλίμακα Α11 γιατί κάποιοι μεγαλογιατροί τότε ξεπούλησαν τους νεότερους. Το σκηνικό τείνει να επαναληφθεί και δυστυχώς καμία αντίδραση δεν παρατηρείται από τους εκπροσώπους του ιατρικού κόσμου. Το χειρότερο είναι η μείωση της υπερωριακής αποζημίωσης με την υιοθέτηση της πρότασης της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, όπως οι γιατροί αμείβονται με βάση το ωρομίσθιό της κλίμακάς εισόδου και όχι το πραγματικό ωρομίσθιό τους. Αυτό, ήταν σε βάρος της πλειοψηφίας των μη αξιωματούχων γιατρών, ενώ ουσιαστικά ευνοήθηκαν οι υψηλόμισθοι. Το πρόβλημα μεγιστοποιείται γιατί η ΠΑΣΥΚΙ δίνει πίστη στις υποσχέσεις για αύξηση του κονδυλίου των υπερωριών, τη στιγμή που κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται στον προϋπολογισμό τους κράτους.

Οι έρευνες που κατά καιρούς γίνονται δυστυχώς δεν οδηγούν πουθενά γιατί όπως πολύ ορθά επεσήμανε ο Γενικός Ελεγκτής, η σχέση που υπάρχει μεταξύ, των εκάστοτε ερευνώντων λειτουργών και των κατηγορούμενων, οδηγεί ουσιαστικά στην συγκάλυψη. Υπάρχουν τα γνωστά σκάνδαλα των υπερωριών, της αγοράς εξοπλισμών και αναλώσιμων υλικών, των καταγγελιών κατά γιατρών που αφορούσαν άσκηση ιδιωτικής ιατρικής ή απρεπή συμπεριφορά, τα οποία ουδέποτε ολοκληρώθηκαν. Αυτό οφείλεται στις προσπάθειες συγκάλυψης που ξεκινούν από τον εργασιακό χώρο, το Υπουργείο, το Υπουργικό Συμβούλιο ακόμα και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Είναι γνωστή η παρέμβαση Υπουργού ο οποίος ζήτησε τον τερματισμό έρευνας που αφορούσε διασπάθιση δημοσίου χρήματος, παρά την αντίθετη γνώμη της Εισαγγελίας η οποία ζητούσε να γίνει έρευνα και για ποινικά αδικήματα.

Είναι δεδομένη η ύπαρξη κυκλωμάτων, τα οποία υποβοηθούνται τόσο από τους μηχανισμούς του Υπουργείου Υγείας αλλά και από διευθυντικά στελέχη κλινικών. Η αγορά υπηρεσιών από το ιδιωτικό τομέα, θα πρέπει να γίνεται με διαφάνεια, κάτι που δεν γίνεται. Δεν μπορεί υπηρεσίες που στοιχίζουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, να γίνονται είτε τηλεφωνικά είτε υπό μορφή κουπονιών.

Γνωρίζουν στο Υπουργείο ότι σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλουν να προχωρούν, σε ανοιχτές προσφορές. Οι οποιεσδήποτε δικαιολογίες που για χρόνια επικαλούνται, είναι απαράδεκτες και επιλήψιμες. Οι μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται οδηγούν στην εκμετάλλευση του κράτους με ανεξέλεγκτες χρεώσεις.

Το πολυασφαλιστικό σύστημα, είναι πρόσχημα για την καθυστέρηση της εφαρμογής ενός σωστού ΓεΣΥ. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι, ουσιαστικά δεν υπάρχει πουθενά στην Ευρώπη και το μόνο που εξυπηρετεί, είναι τις Ασφαλιστικές Εταιρείες οι οποίες λόγω μείωσης του κύκλου εργασιών, ψάχνουν ενίσχυση από την πίτα της Υγείας. Το μόνο εμπόδιο που υπάρχει είναι η Τρόικα η οποία ζητά την εφαρμογή ΓεΣΥ, η δε κυβέρνηση προσπαθεί να το παραπέμψει στο 2017 με την ελπίδα ότι βγαίνοντας από το πρόγραμμα της Τρόικας, δεν θα βρίσκεται πλέον υπό πίεση για την εφαρμογή ενός σωστού και βιώσιμου ΓεΣΥ.

Τα πράγματα είναι απλά. Πιο απλά δεν γίνονται. Εάν δεν αυτονομηθούν τα νοσοκομεία, δεν υπάρξει συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και δεν εφαρμοστεί ένα Γενικό Σχέδιο Υγείας, το υπέρτατο αυτό αγαθό θα παραμείνει σε επίπεδα τριτοκοσμικής χώρας με τους φορολογούμενους πολίτες να εκλιπαρούν για τα αυτονόητα, που η Πολιτεία μιας ευρωπαϊκής χώρας θα έπρεπε να προσφέρει.
Προς στιγμήν ελπίζαμε ότι η διακυβέρνηση Αναστασιάδη, θα εφαρμόσει το ΓεΣΥ -έστω και «μίνι»- για να αρχίσει επιτέλους να μπαίνει το νερό στ’ αυλάκι και οι πολίτες αυτού του τόπου να έχουν αν μη τι άλλο τα ελάχιστα που δικαιούνται για διασφάλιση της υγείας και της ζωής τους.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι για άλλη μια φορά οι ελπίδες διαψεύδονται και ο εμπαιγμός δίδει ρεσιτάλ σε μια χώρα, που ακόμα μαστίζεται από την κρίση, την ανεργία και τα μισθοδοτικά «κουρέματα». Παράγοντες, που αυτονόητα περιορίζουν τις δυνατότητες των πολιτών.
Τα δεδομένα, επιτρέπουν αμφισβήτηση των προθέσεων των κυβερνώντων ή καλύτερα του Προεδρικού, διότι τα νομοσχέδια για την εφαρμογή είναι έτοιμα από τις αρχές του χρόνου.

Το λιγότερο που θα ανέμενε κανείς θα ήταν ένα ειλικρινές ξεκαθάρισμα, που το δικαιούται άλλωστε ο πολίτης.
Θέλει ή δεν θέλει η κυβέρνηση Αναστασιάδη να εφαρμόσει το ΓεΣΥ;
Και εάν θέλει, γιατί δεν αφήνεται ο υπουργός να το προχωρήσει;
Ήταν η χρυσή ευκαιρία για μια Κύπρο απαλλαγμένη από τα σύνδρομα της δυσπραγίας, της φτώχειας και του εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στις ατελείωτες λίστες αναμονής, στις ατελείωτες ουρές ιατροφαρμακευτικής επαιτείας.