Ένας άντρας που έπεσε έξω, γενικά…

Του ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Πήρα από αναγνώστρια της στήλης, που θέλει να κρατήσει την ανωνυμία της, το ακόλουθο ηλεκτρονικό μήνυμα: «Χθες αυτοκτόνησε ένας επιχειρηματίας του κλάδου μου. Δε θα το παίξω θλιμμένη, δεν συναναστράφηκα μαζί του εκτενώς και δεν θα μου λείψει. Δεν πήγα καν στην κηδεία του, σήμερα. Οι φήμες οργιάζουν. Χρωστούσε πολλά, πιεζόταν από παντού, έπεσε έξω γενικά…δεν ξέρω ποιος είναι ο λόγος και δεν ξέρω την αιτία, ούτε και την αφορμή. Ξέρω σίγουρα όμως πως χρειάζεται μια θολή στιγμή, απόρροια μιας παρατεταμένης απελπισίας ή μεγάλη ψυχική δύναμη για να αφαιρέσεις τη ζωή σου. Δεν μπορώ να κρίνω την πράξη του, όπως ακριβώς δεν μπορώ και να τη δικαιολογήσω. Κι αν οι φήμες είναι βάσιμες; Με τις συνθήκες που επικρατούν στις μέρες μας, πιο φυσιολογικό φαίνεται να χρωστάς παντού, παρά να είσαι συνεπής στις υποχρεώσεις σου. Κάθομαι όμως εδώ και κάνω τον απολογισμό μου… σκέφτομαι τη δύναμη που έχει το χρήμα να ορίζει ζωές και να θολώνει μυαλά. Σκέφτομαι πως οι συνάνθρωποί μας υποφέρουν, δεν έχουν φαγητό, δεν μπορούν να πληρώσουν το ηλεκτρικό, δεν μπορούν να ζήσουν αξιοπρεπώς…Από την άλλη, σκέφτομαι πως άλλοι συνάνθρωποί μας, πάνε για σκι στις Άλπεις τα Χριστούγεννα…Με τρομάζει αυτή η ανισορροπία…Αναρωτιέμαι, είχε νόημα σήμερα, να πάει μια λαοθάλασσα στην κηδεία ενός απελπισμένου πλην υπερήφανου ανθρώπου; Ποιος ένιωσε τον διπλανό του τη στιγμή που πραγματικά τον χρειαζόταν; Εσύ το κάνεις; Εγώ; Πήραμε τη ζωή μας λάθος κι αλλάξαμε ζωή…».

Αγαπητή φίλη, οι σκέψεις και τα ερωτήματά σου, είναι και δικά μου…κι έτσι όπως διατυπώνονται πάνω από το νιόσκαφτο μνήμα ενός άντρα που «επέλεξε» (στο αποκορύφωμα μιας πιθανής καταθλιπτικής κρίσης), να φύγει από τον κόσμο με αυτή τη βίαιη χειρονομία κατά του εαυτού του, αποκτούν την πιο κρίσιμη σημασία. Ρωτάς: «Ποιος ένιωσε το διπλανό του τη στιγμή που πραγματικά τον χρειαζόταν; Εσύ το κάνεις; Εγώ;». Μπορεί να το κάνω κι εγώ κι εσύ, όμως δεν έχω απαντήσεις και δεν περιμένω ότι περιμένεις απαντήσεις, σε μια κατάσταση σαν αυτή όπου η αυτο-μομφή και η αίσθηση της ενοχής, είναι έντονα παρούσα. Ποιος μπορεί να κρίνει, ή από την άλλη, να δικαιολογήσει την πράξη του, απ’ τη στιγμή που δεν έζησε κανένας άλλος τη ζωή του; Μπορεί μόνο να νιώσει τον πόνο της απουσίας του. Υποθέτω ότι δεν ήθελε πραγματικά να πεθάνει, αφού, οι περισσότεροι αυτόχειρες είναι αμφιθυμικοί απέναντι στον θάνατο – τον επιδιώκουν και ταυτόχρονα θέλουν να σωθούν. Αναρωτιέσαι: «Είχε νόημα να πάει μια λαοθάλασσα στην κηδεία ενός απελπισμένου πλην υπερήφανου ανθρώπου;». Για τον ίδιο, μάλλον όχι. Τίποτα δεν είχε νόημα γι’ αυτόν, από τη στιγμή που η ιδέα του θανάτου, έγινε μέσα του πιο ελκυστική από την ιδέα της ζωής. Η υλοποίηση αυτής της ιδέας, μπορεί να είναι «μεγάλη ψυχική δύναμη»; Οι ειδικοί, τη θεωρούν μεγάλη ψυχική αδυναμία.

Γράφεις και για τη δύναμη του χρήματος. Όμως δεν νομίζω πως «είναι το χρήμα που ορίζει ζωές και θολώνει μυαλά», αλλά η στρεβλωμένη αντίληψη εκείνων που το κάνουν επίκεντρο της ζωής τους και το θεοποιούν – κι όπως ξέρεις, αυτοκτονούν κάποιοι από εκείνους «που υποφέρουν, δεν έχουν φαγητό, δε μπορούν να πληρώσουν το ηλεκτρικό», αλλά και κάποιοι από εκείνους «που πάνε για σκι στις Άλπεις τα Χριστούγεννα…».