Η ματωμένη αυταπάτη του έρωτα

Αμφιθέατρο CYTA, Λευκωσία, Κύπρος Η Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κα Ζέτα Αιμιλιανίδου παραχωρεί συνέντευξη Τύπου για την Έναρξη των Παγκόσμιων 16ημερων Δράσεων Ενάντια στη Βία. // CYTA Amphitheatre, Lefkosia, Cyprus The Minister of Labor, Welfare and Social Insurance, Ms Zeta Emilianidou, gives a Press conference for the commencement of the World’s 16-day Actions Against Violence.

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Το κείμενο αφιερώνεται στη μνήμη των 37 γυναικών που δολοφονήθηκαν από νυν ή πρώην συντρόφους τους στην Κύπρο από το 2000 μέχρι το 2019, πολύ περισσότερο γιατί κάποια  από αυτά τα εγκλήματα με απασχόλησαν ιδιαίτερα και τα σχολίασα στην προσωπική μου στήλη τα προηγούμενα χρόνια. Στην πρώτη περίπτωση του 2009, οι συνάδελφοι απέδωσαν το έγκλημα που έγινε σε χωριό κοντά στην Λευκωσία, στη «φονική ζήλεια» του θύτη απέναντι στο θύμα. Ο 32χρονος δράστης της απαγωγής και φόνου εκ προμελέτης της Ρουμάνας συζύγου του με την οποία ήταν σε διάσταση τους τελευταίους δύο μήνες πριν το έγκλημα, ομολόγησε στην Αστυνομία ότι τη στραγγάλισε με τα χέρια του και την πέταξε σε πηγάδι σε περιοχή κοντά στο χωριό του. Μάλιστα οδήγησε τους αστυνομικούς στον τόπο του εγκλήματος, όπου βρέθηκε το πτώμα της κοπέλας στον πάτο του πηγαδιού. Με βάση τα στοιχεία που η Αστυνομία  παρουσίασε στο Δικαστήριο, ο δράστης απήγαγε τη γυναίκα του και μητέρα των τριών ανήλικων παιδιών τους από το χώρο στάθμευσης καφετέριας όπου συναντήθηκαν, την οδήγησε με το αυτοκίνητό του στο χώρο του εγκλήματος, την έπνιξε με τα χέρια του σαν να ήταν κοτόπουλο ή ένα μικρό γατί – ένα από τα ευρήματα είναι ότι δεν προηγήθηκε πάλη μεταξύ τους, πιθανόν γιατί η κοπέλα ήταν πολύ τρομαγμένη ή αιφνιδιασμένη για ν’ αντιδράσει – την πέταξε στο πηγάδι κι έφυγε, προσποιούμενος τις επόμενες τέσσερις μέρες ότι δεν είχε ιδέα πού βρισκόταν το θύμα. Επρόκειτο για ένα  ξεροπήγαδο, εκεί που κατέληξαν κατά καιρούς τα πτώματα αρκετών γυναικών δολοφονημένων από τους συζύγους ή τους εραστές τους, εκεί που οι άνθρωποι της υπαίθρου πετούν συνήθως τα ψόφια ζώα τους και άλλα σκουπίδια. Το παρατηρήσατε; Τα τελευταία χρόνια οι σκουπιδότοποι είναι ο προορισμός που προτιμούν οι δολοφόνοι για τις γυναίκες θύματά τους, ιδιαίτερα όταν αυτές είναι αλλοδαπές. Μπορεί να τις έχουν ερωτευτεί, μπορεί να τις έχουν αγαπήσει, μπορεί να έζησαν μαζί τους χρόνια, μπορεί να απέκτησαν μαζί τους παιδιά, αυτό όμως δεν τους εμποδίζει μια μέρα να τις πνίξουν, να τις μαχαιρώσουν, να τις πολτοποιήσουν με τις πέτρες και να τις πετάξουν, εκεί που βαθιά μέσα τους πιστεύουν ότι «ανήκουν» – στα σκουπίδια. Η «φονική ζήλεια» είναι η δικαιολογία. Κάτω από αυτήν είναι η περιφρόνηση, το μίσος, η επιθυμία για φόνο. Έτσι η απόρριψη του θύματος στον σκουπιδότοπο, δηλώνει περισσότερο την υποτιμητική ιδέα του θύτη γι’ αυτό, και λιγότερο την πρόθεσή του να το εξαφανίσει για να μην ενοχοποιηθεί. Όμως  παρατηρώ το έγκλημα από την οπτική γωνία του άντρα-θύτη, ενώ θα ήταν πιο δίκαιο και σωστό να το δω και από την οπτική γωνία της γυναίκας-θύματος. Δεν είναι εύκολη υπόθεση – μπορώ να προσπαθήσω να καταλάβω σε ένα βαθμό έναν κακούργο του φύλου μου, όμως είναι δύσκολο να το επιχειρήσω ακόμα και για το πιο απλοϊκό και αθώο άτομο του άλλου φύλου. Τι σημαίνει να είσαι μια ξένη κοπέλα σε ένα μικρό κυπριακό χωριό με όλους τους περιορισμούς του; Με τρία ανήλικα παιδιά σε έναν προβληματικό γάμο; Με τη «φονική ζήλεια» του αποξενωμένου συζύγου σου να βαραίνει τη ζωή σου μέρα νύχτα; Απλούστατα δεν έχω ιδέα. Μόνο να υποψιαστώ, μπορώ. Οι άντρες δεν καταλαβαίνουμε τις γυναίκες. Τουλάχιστον όχι όσο μας καταλαβαίνουν αυτές. Δεν μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί τους, να σκεφτούμε τι θα κάναμε στη μια ή την άλλη περίπτωση αν ήμασταν στη θέση τους. Δεν μπορούμε να μπούμε στη θέση τους, όπως εκείνες μπαίνουν στη δική μας. Το τεράστιο κενό αυτής της αδυναμίας μας, το γεμίζει η βία και ο θυμός μας.

Η δεύτερη περίπτωση του 2011 αφορά 24χρονη Μολδαβή  που βρέθηκε πυροβολημένη στο πρόσωπο, στο στήθος και στην κοιλιά μέσα στο αυτοκίνητό της κοντά σε καλαμιώνα σε χωριό της Πάφου. Η εγκληματική συμπεριφορά και τα κίνητρα του εγκληματία, από αιώνες στο μικροσκόπιο των ψυχιάτρων, των ψυχολόγων, των κοινωνιολόγων και των εγκληματολόγων, παραμένει ακόμα ένα σκοτεινό τοπίο που συγκλονίζει – και κάποιους συναρπάζει –  με τα αποτρόπαια μυστικά του. Υπάρχει θα έλεγα, μια κοινωνική συνενοχή που «διευκολύνει» το διαταραγμένο άτομο να αρπάξει το μαχαίρι και να σφάξει, να σηκώσει το περίστροφο και να πυροβολήσει – τον εαυτό του ή, πολύ συχνότερα, το αντικείμενο του πάθους του. Ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα, ο πρωτοπόρος Βέλγος ψυχίατρος Etienne de Greef έγραψε για την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος στην εγκληματική συμπεριφορά, προσπαθώντας να διεισδύσει μέσα στην τρικυμιώδη ψυχοπαθολογία του ανθρωποκτόνου – όταν εξήγησε πώς αυτός γλιστρά εύκολα από την αγάπη στο μίσος και στην επιθυμία να σκοτώσει τον άνθρωπο που αγαπούσε, αφού για κάποιους λόγους θεωρήσει ότι δεν μπορεί πια να ασκεί απόλυτο έλεγχο πάνω στο θύμα. Η ιδέα ότι η γυναίκα είναι ιδιοκτησία του άντρα όπως άλλα «πράγματα» (π. χ. το αυτοκίνητο, το σπίτι, το χωράφι του) και η παθολογία της αρρωστημένης ζήλειας που καλλιεργεί, είναι ακόμα ζωτική αξία και αναπόσπαστο μέρος αυτής που αποκαλείται ερωτική σχέση στην Κύπρο. Για άλλη μια φορά, άλλος ένας τεράστιος μύθος στις σχέσεις αντρών και γυναικών καταρρέει μέσα στη ματωμένη αυταπάτη του έρωτα – με θύτη, όπως σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, έναν άντρα και θύμα μια γυναίκα. Ο δολοφόνος πυροβόλησε την κοπέλα στο πρόσωπο, ίσως γιατί εδώ αποτυπωνόταν η μοναδικότητα της ομορφιάς της. Την πυροβόλησε στο στήθος στοχεύοντας την καρδιά της, το όργανο της υποτιθέμενης από τον ίδιο, «προδοσίας» της. Την πυροβόλησε και στην κοιλιά για να σκοτώσει το αγέννητο μωρό της, πιθανό αμφισβητούμενο καρπό μιας «άλλης» σχέσης. Σκότωσε και το 3χρονο κοριτσάκι της – για να εξουδετερώσει τον αυτόπτη μάρτυρα που θα μπορούσε να τον ενοχοποιήσει, έγραψαν κάποιες εφημερίδες, αλλά, πιθανότερο, για να αφανίσει ό,τι αυτή αγαπούσε περισσότερο στη ζωή της. Ο δολοφόνος «έπνασε», ανακουφίστηκε μετά που του έφυγε το βάρος από την έγνοια ότι κάποιος άλλος θα του την πάρει. Ότι σε κάποιον άλλο θα μπορούσε να δοθεί και ότι δεν θα ήταν μόνο δική του. Όσο για την προοπτική της φυλακής, του φάνηκε μια μικρολεπτομέρεια μπροστά στην τεράστια εκτόνωση να έχει ξεπεράσει κάθε όριο.

Η τρίτη περίπτωση του 2013 δεν είναι φόνος, αλλά εμπρησμός. Ο νεαρός πήγε σε πρατήριο βενζίνης, γέμισε με πετρέλαιο ένα δοχείο καυσίμων και στη συνέχεια περιέλουσε το αυτοκίνητο της κοπέλας που ήταν σταθμευμένο στο γκαράζ του σπιτιού της και το έκαψε ολοσχερώς. Από την πρώτη στιγμή η κοπέλα ανέφερε το όνομά του, αφού είχαν χωρίσει πρόσφατα και εκείνος την παρακολουθούσε και την παρενοχλούσε (μέσα στο 2019 ετοιμάστηκε ειδικό νομοσχέδιο που ποινικοποιεί την παρενοχλητική παρακολούθηση – stalking), ενώ εκείνος παραδέχτηκε αμέσως στην Αστυνομία ότι ήταν ο δράστης του εμπρησμού. «Η αιτία των εμμονών του κατηγορουμένου ήταν η αποτυχημένη σχέση με την κοπέλα που είχε τελειώσει και δεν είχε κατορθώσει να συμβιβαστεί με την ιδέα της απόρριψης», ανέφερε στην απόφασή της η Δικαστής Νάταλη Ταλαρίδου καταδικάζοντας τον νεαρό σε 14μηνη φυλάκιση. Είπε και κάτι άλλο σημαντικό η Δικαστής: «Η συμπεριφορά του κατηγορούμενου ήταν αψυχολόγητη, όποια και να ήταν η συναισθηματική φόρτιση και ο κλονισμός που ένιωθε. Πράγματι παρουσιάζει αυτοκαταστροφική και επικίνδυνη συμπεριφορά, η οποία δύναται να θέσει σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Ο κατηγορούμενος είχε επίγνωση των πράξεών του και διέπραξε το έγκλημα σκόπιμα, για να κάνει κακό στην παραπονούμενη, αναλογιζόμενος ότι με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να αποκαταστήσει τον χαμένο ανδρισμό του, εξαιτίας της απόρριψης». Toν χαμένο ανδρισμό του εξαιτίας της απόρριψης; Έτσι ακριβώς! Και πώς μπορούσε να ήταν αλλιώς; Ο ψυχολόγος Βασίλης Χριστοδούλου μου είπε ότι «στην κυπριακή κοινωνία αρχίσαμε εδώ και πολύ καιρό να μην ανεχόμαστε το «όχι» σαν απάντηση σε διάφορα προσωπικά θέματα»…

Σκέφτομαι ότι η οξεία παρόρμηση που έσπρωξε τον δράστη στον εμπρησμό και στις ιδέες θανάτου, είναι το τίμημα της ανασφάλειας του έρωτα και κάθε ανασφάλειας που δεν αντέχει με τίποτε το «όχι» και που κάθε «όχι» το θεωρεί σαν ένα βίαιο ευνουχισμό. Ένα μπιτόνι με πετρέλαιο ή ένα όπλο στο χέρι, εξισορροπεί το κομμένο όργανο στο μυαλό του…

Φώτο: Από το βήμα της εκδήλωσης του ΣΠΑΒΟ (25 Νοεμβρίου 2019)  στο πλαίσιο της Δράσης Ενάντια στη Βία Κατά των Γυναικών, ένα μήνυμα στους νέους άντρες δημοσιογράφους της Κύπρου να ενδιαφερθούν περισσότερο για το κρίσιμο ζήτημα της ισότητας ανδρών και γυναικών και της υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.