Η μεγάλη νύχτα του Μανώλη Γλέζου

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Κρίσιμη θεωρείται η κατάσταση της υγείας του 97χρονου Μανώλη Γλέζου τιμημένου ήρωα της Εθνικής Αντίστασης, δημοσιογράφου, συγγραφέα και πολιτικού της Αριστεράς που μεταφέρθηκε χθες 21 Νοέμβρη 2019 στην Εντατική Μονάδα του Νοσοκομείου ΝΙΜΤΣ της Αθήνας με σοβαρά αναπνευστικά και νευρολογικά προβλήματα. Η περίπτωση του ανθρώπου αυτού που στα 18 του χρόνια μέσα στη σκοτεινιά της Χιτλερικής Κατοχής της Αθήνας κατέβασε τη ναζιστική σημαία από τον βράχο της Ακρόπολης με απασχόλησε ιδιαίτερα όταν τον Φεβρουάριο 2007 ήρθε στη Λευκωσία για να παρουσιάσει το δίτομο βιβλίο του για την Εθνική Αντίσταση 1940-1945. Διερωτήθηκα τότε πώς καταφέρνει κάποιος σαν τον Μανώλη Γλέζο να  κουβαλά το βάρος αυτού του πρώϊμου ηρωϊσμού για πολλές δεκαετίες και να διατηρεί σωστή την κρίση του και καθαρό το μυαλό του, διανύοντας έκτοτε μια σταθερή πολιτική πορεία και μια ισχυρή πνευματική παρουσία στη δημόσια ζωή της Ελλάδας; Το νομίζετε εύκολο αυτό; Δεν νομίζω να είναι. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος τον αποκάλεσε «άνθρωπο που τολμά να γράψει ιστορία», ενώ ο τότε Πρόεδρος της Βουλής Δημήτρης Χριστόφιας είπε μεταξύ άλλων: «Ο Μανώλης Γλέζος δεν θέλει ιδιαίτερη παρουσίαση, ειδικά στους ανθρώπους της δικής μας γενιάς, αλλά ακόμα και των νεότερων. Με το όνομά του στα χείλη και με το κατόρθωμά του – αυτό της υποστολής της μισητής σβάστικας από το βράχο της Ακρόπολης – μαζί με το συναγωνιστή και φίλο του Απόστολο (Λάκη) Σάντα – κρεμασμένο στην καρδιά μας μεγαλώσαμε. Μεγαλώσαμε αντάμα με τα ηθικά, πολιτικά, ιδεολογικά μηνύματα που εξέπεμπε αυτή η ηρωϊκή πράξη, η οποία έλαβε χώρα στις πρώτες μέρες της ναζιστικής κατοχής της Αθήνας, τη νύχτα της 30ης προς την 31η Μαϊου 1941. Ήταν αυτή, μια πράξη που σάλπισε την έναρξη της αντίστασης και του ξεσηκωμού του ελληνικού λαού στη ναζιστική κατοχή, ενός ξεσηκωμού που έγραψε απαράμιλλες σελίδες υπέροχου ηρωϊσμού, που άφησε άφωνη ολόκληρη την Ευρώπη». Ωραία και μεγάλα λόγια, έτσι; Περιγράφουν σίγουρα ένα κομμάτι της αλήθειας – αυτό που αναφέρεται στην ίδια την πράξη αυτοθυσίας και όχι στο «ιδεολογικό» της μήνυμα, που είναι θέμα ερμηνείας. Αναρωτήθηκα όμως, μήπως πολλοί ήρωες πεθαίνουν επί τόπου από έναν ενδόμυχο φόβο ότι δεν θα μπορούν να χειριστούν μελλοντικά τον ηρωϊσμό τους, όπως αντανακλάται στον θαυμασμό των άλλων. Δεν βαριέται άραγε ένας επιζών ήρωας, να ακούει τόσα χρόνια, αυτά τα ωραία και μεγάλα λόγια για τον εαυτό του; Πώς αντέχει τόσο καιρό να κρίνεται για την αξεπέραστη χειρονομία μιας νύχτας και ό,τι κάνει μετά, να θεωρείται περίπου ασήμαντο και ξεπερασμένο; Πώς χειρίζεται μιαν εφηβική έμπνευση που του έφερε την αθανασία και πώς μπορεί να ζει και να γερνά, μέσα στην αθανασία του;.