Η Sophie Scholl και οι έξι προκηρύξεις

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Τη νεαρή Γερμανίδα φοιτήτρια Sophie Scholl, τον αδελφό της Hans και τα άλλα μέλη της αντι-χιτλερικής οργάνωσης «Λευκό Ρόδο», που τον Φεβρουάριο 1943 πλήρωσαν με τη ζωή τους, τη δράση τους κατά του ναζιστικού καθεστώτος, ενώ αυτό συνέχιζε τη βιομηχανική εξολόθρευση του Εβραϊκού λαού της Ευρώπης στα στρατόπεδα θανάτου, σκέφτηκα αυτή τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος. Για να θυμηθούμε όσοι ξεχάσαμε και να μάθουμε όσοι δεν ξέρουμε, ότι μέσα στον παροξυσμό του ρατσιστικού μίσους, υπήρξε αυτή η μικρή όαση πολιτισμού και ευγένειας, καθώς τα αδέλφια Scholls και οι φίλοι τους, είναι οι Γερμανοί της «άλλης» Γερμανίας των ποιητών και των φιλοσόφων, σε αντίθεση με τη Γερμανία που στράφηκε στη βαρβαρότητα, όπως έγραψε ο συγγραφέας Richard Hansen, στο βιβλίο του «A Noble Treason» (1979).

Η Sophie και ο αδελφός της Hans ήταν δύο πολύ υποσχόμενοι φοιτητές στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου στη Ναζιστική Γερμανία το 1942. Εκείνη ήταν 21 χρονών και σπούδαζε Βιολογία και Φιλοσοφία και εκείνος ήταν 23 χρονών και σπούδαζε Ιατρική. Μεγάλωναν σε μια οικογένεια ευσεβών Λουθηρανών και ένα στοιχείο της εναντίωσής τους στον Ναζισμό, ήταν η χριστιανική τους πεποίθηση ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι και άξιοι σεβασμού και ότι κανένας δεν έχει δικαίωμα να τους αντιμετωπίζει με θρησκευτική ή ρατσιστική προκατάληψη. Οι γονείς τους και ιδιαίτερα ο πατέρας τους Robert Scholl, είχαν συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση των αντι-ναζιστικών τους αντιλήψεων, ενισχυμένων ακόμα περισσότερο στη διάρκεια τής χωρίς προηγούμενο αιματοχυσίας του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου που είχε προκαλέσει το Τρίτο Ράιχ. Μάλιστα ο πατέρας τους, εκείνη τη χρονιά, το 1942, είχε φυλακιστεί για σύντομο διάστημα από τους Ναζί, γιατί είχε πει στη γραμματέα του (που τον κάρφωσε στην Γκεστάπο), ότι «ο Χίτλερ ήταν καταραμένος, ότι οδηγούσε τη Γερμανία στην καταστροφή και ότι αν ο πόλεμος δεν τερματιζόταν γρήγορα, οι Ρώσοι θα έμπαιναν στο Βερολίνο» (Σ.Σ. πράγμα που έγινε έτσι ακριβώς, τρία χρόνια αργότερα). Τα δύο νεαρά αδέλφια, συνειδητοποιώντας ότι ο πατέρας τους είχε δίκιο, αποφάσισαν να αγωνιστούν μυστικά και με ειρηνικό τρόπο, με παθητική αντίσταση, προτρέποντας τους συμπατριώτες τους να εξεγερθούν κατά των ναζιστών φονιάδων. Μαζί με λιγοστούς συμφοιτητές τους που μοιράζονταν μαζί τους τις ίδιες πολιτικές ιδέες, αλλά και την ίδια αγάπη για τον πολιτισμό, την τέχνη, τη μουσική, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, τη θεολογία και τον αθλητισμό, δημιούργησαν την παράνομη αντιστασιακή οργάνωση «Λευκό Ρόδο», την πρώτη και μοναδική αντι-ναζιστική κίνηση που προερχόταν από απλούς Γερμανούς πολίτες, μέσα στη Γερμανία του χιτλερισμού. Ο πυρήνας της ομάδας συμπληρωνόταν από τους φοιτητές Christoph Probst, Alexander Schorell, Willi Graf και τον καθηγητή τους Kurt Huber, που τους δίδασκε Ψυχολογία και Φιλοσοφία. Για πολλούς μήνες, από το καλοκαίρι του 1942 μέχρι τον Φεβρουάριο 1943, τα αδέλφια Sophie και Hans Scholl και οι τέσσερις προαναφερθέντες, τρέλαναν κυριολεκτικά το ναζιστικό καθεστώς με τις έξι αντι-ναζιστικές προκηρύξεις που τύπωσαν και διένειμαν κρυφά στο Μόναχο (αλλά και που ταχυδρομούσαν σε όλη τη Γερμανία και την Αυστρία).

Όταν άρχισαν οι μαζικές απελάσεις και η εξολόθρευση Εβραίων το 1942, αποφάσισαν ότι ήταν καιρός για δράση. Αγόρασαν μια γραφομηχανή και μια μηχανή για αντίγραφα και ο Hans με τον Alex έγραψαν την πρώτη προκήρυξη, με τα ακόλουθα, μεταξύ άλλων: «Τίποτα δεν είναι πιο ανάξιο για ένα έθνος, από το να επιτρέπει στον εαυτό του να κυβερνάται χωρίς αντίλογο, από μια κλίκα που απευθύνεται στα χαμηλότερα ένστικτα… ο Δυτικός πολιτισμός πρέπει ν’ αμυνθεί εναντίον του φασισμού και να κάνει παθητική αντίσταση, πριν ο τελευταίος νεαρός άντρας χύσει το αίμα του σε κάποιο πεδίο μάχης».

Η δεύτερη προκήρυξη έγραφε: «Από τότε που κατακτήθηκε η Πολωνία, 300 χιλιάδες Εβραίοι δολοφονήθηκαν – πρόκειται για ένα έγκλημα κατά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας… οι Γερμανοί απλώς ενθαρρύνουν τους φασίστες εγκληματίες, αν σιωπούν μπροστά σε τέτοιες πράξεις».

Η τρίτη προκήρυξη απαιτούσε «σαμποτάζ σε στρατιωτικά εργοστάσια, εφημερίδες, δημόσιες εκδηλώσεις του Εθνικο-Σοσιαλιστικού Κόμματος» και εναντίωση «στην πνευματική σκλαβιά των ναζιστών».

Στην τέταρτη προκήρυξη έγραψαν ότι «για τον Χίτλερ και τους πιστούς του, καμιά τιμωρία δεν είναι ανάλογη των εγκλημάτων τους».

Η πέμπτη προκήρυξη διακήρυττε ότι «ο Χίτλερ οδηγεί τον γερμανικό λαό στην άβυσσο και ο λαός τον ακολουθεί τυφλά στην καταστροφή», ενώ προσέβλεπε σε μια «νέα Ευρώπη» μετά τον πόλεμο.

Η έκτη προκήρυξη, γραμμένη από τον καθηγητή Kurt Huber, καλούσε τους πολίτες «ν’ αγωνιστούμε εναντίον της πολιτικής σκλαβιάς και του κόμματος που κρατά σφραγισμένο το στόμα μας. Βγείτε επιτέλους έξω από τα σεμινάρια προπαγάνδας που κάνουν οι δεκανείς και οι λοχίες των SS και οι γλείφτες του κόμματος!».

Τόσο τα φυλλάδια, όσο και τα συνθήματα που έγραφαν στους τοίχους κτιρίων του Μονάχου «Κάτω ο Χίτλερ!», «Χίτλερ δολοφόνε!», «Ελευθερία!», προκάλεσαν μια φρενίτιδα λυσσασμένης οργής στους ναζιστές, που ξεχύθηκαν σε όλη την πόλη για να ανακαλύψουν τους «προδότες». Η αντιστασιακή δράση του «Λευκού Ρόδου» διακόπηκε για ένα διάστημα όταν ο Hans και οι φίλοι του αναγκάστηκαν να καταταγούν στον στρατό και στάληκαν προσωρινά στο Ανατολικό Μέτωπο να πολεμήσουν εναντίον των Ρώσων. Τελικά, στις 18 Φεβρουαρίου 1943, η Sophie και ο Hans Scholl συνελήφθησαν από τη φοβερή Γκεστάπο, μετά που τους είδε -και τους κατέδωσε- ο ναζιστής επιστάτης του Πανεπιστημίου του Μονάχου να διανέμουν αντι-ναζιστικά φυλλάδια στον πανεπιστημιακό χώρο. Σύντομα συνελήφθη και ο Christoph Probst και οι τρεις κατηγορήθηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο για «προδοσία» – εκτελέστηκαν με αποκεφαλισμό(!) τέσσερις μέρες αργότερα, μετά την παρωδία μιας άθλιας δίκης. Λίγες μέρες αργότερα, συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν και οι υπόλοιποι τρεις της βασικής ομάδας, ενώ δεκάδες άλλα μέλη της οργάνωσης φυλακίστηκαν.

Όπως περιγράφει ο Richard Hansen, ο ναζιστής Δικαστής Roland Freisler αντιμετώπισε τη νεαρή Sophie Scholl, τον αδελφό της Hans και τον συμφοιτητή τους, Christoph Probst, με ένα τρόπο λες και απειλούσαν την ύπαρξη του Τρίτου Ράιχ. Κραύγαζε καταγγελίες εναντίον τους, σαν να ήταν Κατηγορούσα Αρχή και όχι Δικαστής. Συμπεριφερόταν σαν ηθοποιός που έπαιζε τον ρόλο του σε ένα απίθανο μελόδραμα και σαν Μέγας Ιεροεξεταστής που καταριόταν τους τρεις αιρετικούς μπροστά του. Δεν κλήθηκε να καταθέσει κανένας μάρτυρας, αφού οι κατηγορούμενοι είχαν παραδεχτεί από την πρώτη στιγμή την αντι-ναζιστική τους δράση. Ο Freisler και οι υπόλοιποι κατήγοροι, δεν μπορούσαν να καταλάβουν πώς αυτοί οι τρεις νεαροί Γερμανοί έγιναν «προδότες», ενώ προέρχονταν από καλές γερμανικές οικογένειες, φοίτησαν σε γερμανικά σχολεία και υπήρξαν μέλη της Χιτλερικής Νεολαίας. Η Sophie σόκαρε όλους στην αίθουσα του Δικαστηρίου όταν είπε απευθυνόμενη στον Δικαστή: «Κάποιος, στο κάτω κάτω, έπρεπε να κάνει την αρχή. Αυτά που γράψαμε και είπαμε, τα πιστεύουν και πολλοί άλλοι, αλλά απλώς δεν τολμούν να τα εκφράσουν δυνατά, όπως εμείς. Πάντως, ο πόλεμος είναι χαμένος για τη Γερμανία. Γιατί δεν έχετε το κουράγιο να το αντιμετωπίσετε;». Μετά την καταδίκη τους σε θάνατο, μεταφέρθηκαν πίσω στη φυλακή Stadelheim, όπου οι δεσμοφύλακες επέτρεψαν στους γονείς τους να επισκεφθούν τη Sophie και τον Hans. Το αγόρι κοίταξε τη μητέρα και τον πατέρα του με σταθερό βλέμμα και τους ευχαρίστησε ξανά για την αγάπη και την τρυφερότητα που του έδωσαν και τους παρακάλεσε να στείλουν τα χαιρετίσματά του, σε φίλους που κατονόμασε. Στο σημείο αυτό παρολίγο να κλάψει αλλά συγκρατήθηκε και κατάφερε να τους χαμογελάσει…Μια δεσμοφύλακας έφερε τη Sophie, που τους μίλησε χαμογελαστή και τους είπε ότι αυτό που έκανε με τους φίλους της, θα φέρει κάτι καλό στην πατρίδα τους. Ένας αξιωματικός της Γκεστάπο, ο Robert Mohr, δήλωσε μετά τον πόλεμο, ότι αμέσως μετά που έφυγαν οι γονείς της και μεταφέρθηκε στο κελί της, η Sophie έκλαψε και του είπε ότι μόλις τους είχε αποχαιρετήσει… Κατάφερε να μην κλάψει, αλλά να χαμογελά μπροστά τους. Εκείνο το απόγευμα οδηγήθηκαν και οι τρεις στην γκιλοτίνα. Ένας αυτόπτης μάρτυρας περιέγραψε ότι το κορίτσι περπάτησε στον θάνατό του χωρίς να κουνήσει βλέφαρο. Ο επόμενος που αποκεφαλίστηκε ήταν ο Christoph Probst. Τελευταίος ήταν ο Hans, που πριν του βάλουν το κεφάλι κάτω από τη λεπίδα, φώναξε: «Ζήτω η Ελευθερία!». Αργότερα εκτελέστηκαν o 25χρονος Alex Schorell, ο επίσης 25χρονος Willi Graf και ο 49χρονος καθηγητής τους Kurt Huber. Σήμερα όλοι οι Γερμανοί ξέρουν την ιστορία του «Λευκού Ρόδου». Σε μια πλατεία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, δόθηκε το όνομα Hans και Sophie Scholl, ενώ πολλοί δρόμοι, πλατείες και σχολεία, πήραν τα ονόματα των μελών του «Λευκού Ρόδου», αφού, όπως τονίζει ο συγγραφέας Richard Hansen, «οι πράξεις τους, τους ανέδειξαν σε διαχρονικά σύμβολα της παγκόσμιας και άχρονης μάχης για την ελευθερία του ανθρώπινου πνεύματος, όταν και όπου απειλείται».