Η θανατηφόρα έλξη του φασισμού

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ


Όταν της τηλεφώνησα την περασμένη Πέμπτη (18 Μαϊου 2017), η Δρ Χριστίνα Λακερίδου Wieland, Ελληνοκύπρια Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια στην Αγγλία, ετοιμαζόταν να βγει από το σπίτι της στο Λονδίνο για μια συνάντηση, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της για διάλεξη που θα δώσει σε λίγες μέρες, μαζί με τον σχεδόν 80χρονο τώρα, πολύ γνωστό Βρετανό πρώην πολεμικό ανταποκριτή, Martin Bell. Θέμα της διάλεξης, ο πόλεμος και το φαινόμενο του εσωτερικού φασισμού – η δυναμική του, η θανατηφόρα έλξη του και οι υποσχέσεις του για μεταμόρφωση του εαυτού. Για το θέμα αυτό μίλησε και πριν δύο χρόνια σε επιστημονική ημερίδα που ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Ψυχοθεραπευτών, οργάνωσε προς τιμήν της στο Σπίτι της Συνεργασίας στη Λευκωσία, με θέμα «Συμφωνία με τον Διάβολο: Η Φασιστική Νοητική Κατάσταση». Η ημερίδα οργανώθηκε με την ευκαιρία της παρουσίασης στην Κύπρο, του τελευταίου βιβλίου της, με τίτλο: «Η Φασιστική Νοητική Κατάσταση και η Ψυχική Δόμηση της Αρρενωπότητας, η ψυχαναλυτική προσέγγιση».

Μέσα στις συνθήκες της σύγχρονης εθνικιστικής και θρησκευτικής, φονταμενταλιστικής βίας, που κερδίζει έδαφος σε διάφορα μέρη του κόσμου, η Δρ Wieland διερευνά στο βιβλίο, την νοητική κατάσταση – υπόβαθρο στο φασισμό – και κατ’ επέκταση, άλλες ολοκληρωτικές, καταστροφικές κινήσεις. Θεωρεί την φασιστική νοητική κατάσταση, ως μια συνέχεια, που αρχίζει με την κατάργηση του φυσιολογικού διαχωρισμού των δομών του εαυτού και κορυφώνεται σε αποκαλυπτική βία, που βιώνεται ως καθαρκτική. Όπως είπε η Δρ Wieland, «η φασιστική νοητική κατάσταση, σύμφωνα με τον Christopher Bollas, σύγχρονο Βρετανό ψυχαναλυτή, είναι μια ακραία κατάσταση όπου όλα τα αντικείμενα εξοντώνονται από το μυαλό. Όπου το μυαλό αδειάζει – και αυτό το άδειασμα είναι μια πράξη ακραίας εσωτερικής βίας που οδηγεί στην εσωτερική καταστροφή και αναπαράγεται στην καταστροφή του εξωτερικού κόσμου. Σε αυτή την κατάσταση δεν υπάρχει πια το «εγώ» και το «εσύ», αλλά μια άδεια ατομικότητα που μπορεί να επιζήσει μόνο στο «εμείς», μαζί με άλλες, το ίδιο άδειες ατομικότητες».

Η κυρία Wieland αναφέρθηκε στο ποίημα του T.S. Eliot «Οι Αχυράνθρωποι» («The Hollow Men») όπου είπε, ο ποιητής εκφράζει την κατάσταση του τραύματος και της εσωτερικής ερήμωσης – της νοητικής κατάστασης μιας ολόκληρης γενιάς αντρών επηρεασμένων από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι ενδιαφέρον που «Οι Αχυράνθρωποι» γράφτηκαν το 1925, τον ίδιο χρόνο που ο Χίτλερ έγραψε το «Ο Αγών μου» («Mein Kampf»). Με αυτό εννοώ ότι η θανάσιμη κατάσταση του φασισμού, προήλθε από ένα τραύμα και από μια υπόσχεση θεραπείας του τραύματος και αναζωογόνησης του ατόμου και του έθνους. Η υπόσχεση επούλωσης και αναζωογόνησης του ατόμου, αποτελεί το κυριότερο δέλεαρ που έλκει τραυματισμένους αχυράνθρωπους με ακραίες ιδεολογίες. Τι είναι λοιπόν η φασιστική κατάσταση του μυαλού; Ο Christopher Bollas επιμένει ότι είναι μέρος όλων μας και υπάρχει ως μια συνηθισμένη επιθυμία να απλοποιήσουμε τη σκέψη, έτσι που να αποφεύγει τις αμφιβολίες και τα διλήμματα, μέχρι την ακραία, παθολογική μορφή, όπου το περιεχόμενο του μυαλού σβήνεται και επιτυγχάνεται η ομογενοποίηση του μυαλού και της κοινωνίας. Αυτό είναι ισοδύναμο με την καταστροφή της ικανότητας να σκεφτούμε ως άτομα και αποτελεί μια καταστροφική επίθεση στο μυαλό. Αυτό το ανάπηρο άτομο, μπορεί να υπάρξει μόνο μέσα σε ένα μεγαλύτερο σύνολο, σε μια κατάσταση συγχώνευσης και ομοιογένειας. Η δημιουργία εχθρών είναι μια απόλυτη αναγκαιότητα για την ύπαρξη του φασιστικού γκρουπ. Η γοητεία αυτής της νοητικής κατάστασης και αυτής της κοινωνίας, συνίσταται στην υπόσχεση δημιουργίας ενός νέου προσώπου, από το άδειο, αποτυχημένο άτομο. Είναι επομένως μια νοητική κατάσταση που διαδέχεται ένα τραύμα εξευτελισμού – ατομικού ή κοινωνικού – και είναι βασισμένη σε ένα είδος αποπλάνησης, από έναν ηγέτη ή μια ομάδα, ή μια ιδεολογία που προσφέρει λύσεις σε όλα τα προβλήματα της ζωής».

Επεσήμανε και τα εξής στην ομιλία της η Δρ Wieland: «Στον «Φάουστ» του Γκαίτε, ο διάβολος παρουσιάζεται την πρώτη φορά ως ένας μαύρος σκύλος, ένα συνηθισμένο και άκακο poodle που κάνει κύκλους γύρω από τον Φάουστ και τον βοηθό του, καθώς πηγαίνουν βόλτα την Κυριακή του Πάσχα. Ο αλλόκοτος τρόπος που το συνηθισμένο σκυλάκι περιτριγυρίζει τον Φάουστ, μπαίνει στο σπίτι του και τελικά καταλαμβάνει το μυαλό του, είναι μια περιγραφή του μυαλού του Φάουστ και της επιθυμίας του να επιτρέψει σε ένα παντοδύναμο μέρος του εαυτού του, να επικρατήσει. Ο διάβολος, ως ένας αριστοτέχνης των ψεμάτων και των ψευδαισθήσεων, είναι μέρος όλων μας και με αυτή την έννοια, «συνηθισμένος».
Με αυτή την έννοια, ο διάβολος παρουσιάζεται στη διάσημη φράση της Hannah Arendt «The banality of evil» («Η κοινοτοπία του κακού»). Πολλοί δυσαρεστήθηκαν από την αναφορά αυτή της Arendt, αποδίδοντάς της προσπάθεια να δείξει επιείκεια στα εγκλήματα των Ναζί και του ίδιου του ναζιστή εγκληματία Adolf Eichmann, ή τουλάχιστον να μην τα καταδικάσει αρκετά. Όμως η Arendt, έλεγε κάτι πιο ανησυχητικό – ότι όλοι μας, ή τουλάχιστον πολλοί από εμάς, είμαστε ικανοί να δελεαστούμε στη συμμετοχή ή στη στήριξη, ή στην ανοχή τρομερών εγκλημάτων, ή ακόμα χειρότερα, όπως ο Adolf Eichmann, στην αντίληψη ότι δεν πρόκειται καν, για εγκλήματα.

Η ιστορία του 20ου αιώνα και της ανθρωπότητας συνολικά, είναι γεμάτη από παραδείγματα όπου συνηθισμένοι πολίτες διέπραξαν, ή συμμετείχαν, ή στήριξαν, ή ανέχτηκαν εγκληματικά καθεστώτα και εγκληματικές πράξεις, ενώ την ίδια ώρα, μοιράζονταν την αγάπη και τη φροντίδα των οικογενειών τους και των φίλων τους και ζούσαν συνηθισμένες ζωές μέσα από αυτές τις σχέσεις».

Η Χριστίνα Λακερίδου, μου είπε ότι ήθελε από πολύ νωρίς στη ζωή της, γύρω στην ηλικία των 17-18, να φύγει από την Κύπρο, γιατί την έπνιγε προφανώς αυτό που ο Σώτος Μιχαήλ, Πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Ψυχοθεραπευτών, αναφερόμενος στα δικά του παιδικά βιώματα, αποκάλεσε «φασιστικό περιβάλλον». Η ίδια βίωσε αυτό το «φασιστικό περιβάλλον», με τον δικό της τρόπο. «Πέντε βδομάδες πριν τελειώσω το εξατάξιο Γυμνάσιο Παλουριώτισσας», μου είπε, «με είδε ο παιδονόμος του σχολείου να ψιλο-φλερτάρω με έναν νεαρό που συνάντησα στον δρόμο κοντά στο σπίτι μου (που τώρα είναι ερειπωμένο, στη Νεκρή Ζώνη, κοντά στη Βρετανική Ύπατη Αρμοστεία) και κουβεντιάζαμε, αφού κατεβήκαμε από τα ποδήλατά μας. Το είπε ο παιδονόμος στον Διευθυντή και έγινε ολόκληρο ζήτημα, αλλά τελικά πήρα απολυτήριο με «διαγωγή κοσμιοτάτη», αλλιώς δεν θα μπορούσα ούτε να σπουδάσω! Σπούδασα πρώτα Μουσική στην Αθήνα και στη συνέχεια Ψυχολογία και Κοινωνιολογία στο Λονδίνο, όπου κι εγκαταστάθηκα και παντρεύτηκα αργότερα τον Γερμανό καθηγητή Volker Wieland».

Μου έκανε εντύπωση η συναισθηματική φόρτιση της Χριστίνας Wieland, όταν μου μίλησε για τη Νεκρή Ζώνη, όπου βρίσκεται το Σπίτι της Συνεργασίας και το ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας. «Μεταξύ του 1967 και του 1978 δεν είχα έρθει στην Κύπρο. Ποτέ δεν έτυχε να επισκεφθώ την περιοχή του Λήδρα Πάλας. Ήταν η πρώτη φορά, μετά από 40 χρόνια, που την είδα, πριν λίγες μέρες. Ήξερα το Λήδρα Πάλας από τα παλιά χρόνια… Δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου…».

Ήταν έντονη η συγκίνησή της, καθώς μου τα έλεγε αυτά και δεδομένου του θέματος του βιβλίου της, που είναι «μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της φασιστικής νοητικής κατάστασης και της ψυχικής δόμησης της αρρενωπότητας», σκέφτηκα αυτόματα, κατά πόσο ένας άντρας, στη θέση της, σε παρόμοια περίπτωση, δηλαδή ένας ώριμος ψυχαναλυτής, θα αφηνόταν τόσο αυθόρμητα σε μια τέτοια αβίαστη εκδήλωση συναισθηματισμού και μάλιστα θα μιλούσε για τα ίδια τα δάκρυά του;

Έφερα στο μυαλό την ερώτηση ενός νεαρού ακροατή, στη διάρκεια ημερίδας: «Πώς ένας άντρας μπορεί να βοηθηθεί μέσω της προσωπικής ψυχανάλυσης ν’ αναγνωρίσει τα θηλυκά του στοιχεία, για ν’ αλλάξει προς το καλύτερο την κοινωνία μας;». Του είχε απαντήσει ο ψυχαναλυτικός ψυχοθεραπευτής Σώτος Μιχαήλ: «Εξαρτάται σε ποιο βαθμό ο ψυχοθεραπευτής είναι σε επαφή με τη δική του θηλυκή πλευρά»…Ρώτησα κι εγώ με τη σειρά μου, τη Δρα Wieland, κατά πόσο είναι πρόβλημα, να μην αποδέχεται ο άντρας τη θηλυκή πλευρά του. «Ένας Αμερικανός ψυχαναλυτής λέει ότι το κυριότερο πρόβλημα των αντρών, είναι ότι δεν μπορούν ν’ αποδεχτούν τη θηλυκή τους πλευρά», μου είπε. «Και μιλώ κυρίως για την ευαισθησία και τη συναισθηματική κατανόηση (empathy), που λείπει από τους περισσότερους άντρες. Όλη η ψυχαναλυτική θεωρία για την αρρενωπότητα, βασίζεται στο ζήτημα αυτό».