Η καλή δασκάλα, η επιμελής μαθήτρια

Του Μάριου Δημητρίου

Η φωτογραφία αυτή της Επίτιμης Προέδρου και της Αντιπροέδρου της μη κυβερνητικής οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking Ανδρούλας Χριστοφίδου Henriques, (αριστερά) και Λίντας Λάπα, λήφθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2016, στον περίβολο των Δικαστηρίων Λευκωσίας, σε μια από τις δικάσιμους της αστικής αγωγής που η 40χρονη σήμερα Charitin Baez Nunez, από τη Δομινικανή Δημοκρατία, αναγνωρισμένο από την Αστυνομία θύμα σωματεμπορίου, κατέθεσε εναντίον τεσσάρων προσώπων από τη Λευκωσία, διεκδικώντας αποζημιώσεις για τη σεξουαλική εκμετάλλευση που κατάγγειλε ότι υπέστη. Στη δίκη αυτή αναφέρθηκε προχθές Τετάρτη (18 Οκτωβρίου 2017), ο Πρόεδρος της οργάνωσης, Νεόφυτος Νεοφύτου, μιλώντας στην εκδήλωση για τα 10 χρόνια ίδρυσης του Cyprus Stop Trafficking, επισημαίνοντας ότι η δράση της οργάνωσης, επικεντρώθηκε το 2017, γύρω από αυτή την υπόθεση και υπενθυμίζοντας ότι αναμένεται σύντομα η απόφαση του Δικαστηρίου. Απουσίαζε από την εκδήλωση της Λευκωσίας, η Ανδρούλα Χριστοφίδου Henriques, η οποία παρευρισκόταν την ίδια ώρα, στον γιορτασμό για τα 10χρονα της «αδελφής» ελβετικής οργάνωσης ACEES (LAssociation Contre LExploitation et LEsclavage Sexuel) στη Γενεύη, η οποία ιδρύθηκε από την κυρία Henriques, μαζί με την Cyprus Stop Trafficking Κύπρου.

Αυτή η πεισματάρα και επίμονη αγωνίστρια κατά της παράνομης διακίνησης και εμπορίας προσώπων από το 2007, έχει μια κόρη Βιολόγο εγκατεστημένη στον Καναδά και ένα γιο Μαθηματικό εγκατεστημένο στην Ολλανδία. 

Η κυρία Henriques είναι συγγραφέας και παιδαγωγός, με σπουδές Ψυχολογίας. Είναι θα έλεγα μια καλή δασκάλα και μια επιμελής, αιώνια μαθήτρια, που ψάχνει και ψάχνεται, μέχρι τελικής πτώσης. Επί 20 χρόνια ήταν συνεργάτιδα του Ελβετού φιλόσοφου και ακαδημαϊκού Ζαν Πιαζέ στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, όπου γνώρισε και τον Πορτογάλο σύζυγό της. Έχει γράψει τρία βιβλία με θέμα τις επιπτώσεις της θεωρίας του Jean Piaget στην Παιδαγωγική και διαμένει για μεγάλα χρονικά διαστήματα, στη Γενεύη, όπου δραστηριοποιείται στην ACEES. Έχει εκδώσει το 2011 το συγκλονιστικό βιβλιαράκι «Άρωμα Κόλασης», δέκα πραγματικές ιστορίες γυναικών θυμάτων σεξουαλικής εκμετάλλευσης στην Κύπρο, δοσμένες με ευαισθησία και λογοτεχνική δεινότητα. Το 2010 η Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον, τής απένειμε το Διεθνές Βραβείο Γυναικείου Θάρρους για τον αγώνα της ενάντια στο trafficking. Ακολούθησαν άλλα τέσσερα βιβλία με επίκεντρο την εμπορία προσώπων, απόσταγμα της δεκάχρονης δράσης της στον τομέα αυτό. Η μαχητικότητα, το ιδιότυπο χιούμορ της και κυρίως ο αυτοσαρκασμός, είναι η δύναμη και τα πολύτιμα όπλα της απέναντι σε κάθε αντιξοότητα, προσωπική ή κοινωνική κι αυτό κρατώ από συνέντευξή της στη συνάδελφο Περσεφόνη Ανδρέου, εθελόντρια του Cyprus Stop Trafficking, που διαβάστηκε σε παρουσίαση βιβλίων της, τον Απρίλη 2015. Απαντώντας σε ερωτήσεις της κυρίας Ανδρέου, είπε ότι «από τότε που θυμούμαι τον εαυτό μου, η αδικία και η υπέρβαση εξουσίας, με έκαναν έξαλλη από μικρή. Θυμούμαι το κλάμα που έκανα, όταν διάβασα την «Καλύβα του μπάρμπα Θωμά»…Μήπως το πρόβλημα της εμπορίας προσώπων, είναι λιγότερο τρομαχτικό από το δράμα της Συρίας και του Ιράκ και του εμπορίου της κοκαΐνης; Χάρη στο Cyprus Stop Trafficking, έχω αγγίξει, επιφανειακά, αυτό το τρομαχτικό εμπόριο. Αυτά που καταφέρνω πάνω σ’ αυτό το θέμα, είναι ασήμαντα και γελοία, μπροστά σ’ αυτά που γράφουν οι Larson και Manken, δύο παγκόσμιας φήμης συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων. Κι όμως, γράφω και συνεχίζω. Δεν μπορώ να σταματήσω. Δεν είμαι ο Camus, που, όταν διάβασε το «Έγκλημα και Τιμωρία», σταμάτησε να γράφει. Γράφω γιατί με διασκεδάζει. Ελπίζω να διασκεδάσετε κι εσείς, όταν θα μου κάνετε την τιμή να διαβάσετε τα βιβλία μου. Θα μου πείτε, καλά, αφού σε διασκεδάζει να γράφεις, γράφε. Γιατί, όμως, τα εκδίδεις και φιλοδοξείς, μάλιστα, να μας τα πουλήσεις; Γιατί ο ναρκισσισμός πεθαίνει πάντα τελευταίος!».

Δεν γίνεται να μη συμπεριλάβω σε αυτό το μικρό αφιέρωμα, τη μικρή, συγκινητική παράκαμψη από το επίσημο πρόγραμμα της δημόσιας συζήτησης στις 17 Φεβρουαρίου 2016, στο Σπίτι της ΕΕ στη Λευκωσία, για την εργασιακή εκμετάλλευση προσώπων, στην Κύπρο, όταν η λειτουργός του Γραφείου της Επιτρόπου Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Νάσια Διονυσίου, της απηύθυνε αυτά τα λίγα λόγια: «Ας μου επιτρέψει η κυρία Ανδρούλα, να βάλω στο στόμα της μερικούς στίχους που έγραψε παλιά ο Μανόλης Αναγνωστάκης, μα θα μπορούσε να τους είχε γράψει, μέσα απ’ τη ζωή, τη διαδρομή και τη στάση της, η ίδια:

«Κι ἤθελε ἀκόμη πολὺ φῶς νὰ ξημερώσει. Ὅμως ἐγὼ
Δὲν παραδέχτηκα τὴν ἧττα. Ἔβλεπα τώρα
Πόσα κρυμμένα τιμαλφῆ ἔπρεπε νὰ σώσω
Πόσες φωλιὲς νεροῦ νὰ συντηρήσω μέσα στὶς φλόγες.»

Η κυρία Ανδρούλα, λοιπόν, η πολυαγαπημένη μας, η επίμονη, η πεισματάρα, η αγωνίστρια, που δεν παραδέχεται καμία ήττα. Οι μισές της προτάσεις, ξεκινούν με τη φράση: “Μα ίνταλως; Πρέπει κάτι να κάμουμε”. Και πάντα βρίσκει αυτό που πρέπει να κάνουμε, κι αυτή είναι η καθημερινότητά της, από τότε που επέστρεψε από τη Γενεύη, εγκαταλείποντας τις επιστημονικές και ακαδημαϊκές περγαμηνές της, όταν ένιωσε ντροπή μαθαίνοντας πως στην Κύπρο γινόταν εμπορία γυναικών για σεξουαλική εκμετάλλευση. Έστειλε εκατοντάδες επιστολές σε υπουργούς, κυβερνητικούς αξιωματούχους, λειτουργούς, υπαλλήλους, πήρε χιλιάδες τηλεφωνήματα, έγραψε δεκάδες άρθρα, παρακάλεσε, πείσμωσε, αγρίεψε, έτρεξε σε στρατόπεδα, σε εκδηλώσεις, υποστήριξε το αυτονόητο: ”Η εμπορία προσώπων είναι έγκλημα, και γι αυτό πρέπει κάτι να κάμουμε, τα θύματα εμπορίας προσώπων είναι άνθρωποι, και γι αυτό πρέπει κάτι να κάμουμε”.

Μίλησε για το αυτονόητο. Χωρίς ιδεολογική μυωπία, χωρίς τη διάθεση σύγκρουσης για τη σύγκρουση, χωρίς φανφάρες, φιλοδοξίες, μικροπολιτικούς σχεδιασμούς. Μίλησε για το αυτονόητο. Και γι’ αυτό πολλοί την άκουσαν και πολλά πράγματα άλλαξαν πράγματι, προς το καλύτερο.

Όμως, η κυρία Ανδρούλα, δεν είναι από αυτούς που απλώς μιλούν κι αφήνουν τους άλλους να κάνουν αυτό το κάτι, που πρέπει να κάνουμε. Βρήκε σπίτια να στεγάσουν τα θύματα του trafficking, βρήκε τρόπους να καλύψει οικονομικά τις ανάγκες τους, βρήκε συμπαραστάτες, την ομάδα του Cyprus Stop Trafficking, να τους σταθούν ψυχολογικά, συναισθηματικά, πρακτικά, έφτιαξε μαζί τους μπισκότα, μελομακάρονα, λεμονάδες, έκανε μόνη της απεργία πείνα έξω από το Υπουργείο Εσωτερικών. Γιατί στην πορεία, υπερασπιζόμενη και πάλι το αυτονόητο – ότι δηλαδή δεν υπάρχει δικαιοσύνη για κανέναν, αν έστω κι ένας αδικείται – βρέθηκε δίπλα και σ’ άλλους ανθρώπους: γυναίκες μετανάστριες που φυλακίστηκαν μακριά από τα παιδιά τους, ασυνόδευτους ανήλικους, αλλοδαπούς φοιτητές, υπό απέλαση κρατούμενους, μακρόχρονους μετανάστες, θύματα ρατσιστικής βίας, αλλά και Κύπριους φυλακισμένους, αποφυλακισθέντες, μονογονιούς, γυναίκες θύματα βίας, ανέργους. Τη ρώτησα μια μέρα, πώς αντέχει να τα κάνεις όλα αυτά. “Κάμνω τα, για να μεν αντρέπουμαι που ζιω”, μου απάντησε, απολύτως φυσιολογικά, χωρίς κανένα ίχνος διδακτισμού ή έπαρσης, σεμνά κι απλά, ποτέ όμως απλοϊκά, όπως πάντα»…