Με τον Τσιούπρα και τον Καννάουρο

Του ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Κοιτάζω αυτό το καλοκαιρινό στιγμιότυπο, με τον Κυριάκο Τσιούπρα, για χρόνια ανταποκριτή του ΡΙΚ και του ΚΥΠΕ στο Λονδίνο και τον Ανδρέα Καννάουρο, τότε Πρόεδρο της Ένωσης Συντακτών Κύπρου, δύο από τους πιο δυναμικούς και χαλκέντερους συνάδελφους της προηγούμενης γενιάς, σε συνεστίαση στο δημοσιογραφικό χωριό στα Περβόλια και κάνω το νοερό άλμα στο σήμερα. Ξαναδιαβάζω την επιστολή που ο Ανδρέας Καννάουρος, έστειλε στις 15 Δεκεμβρίου, 2016, στον νέο Πρόεδρο Γιώργο Φράγκο και στα μέλη του νέου Διοικητικού Συμβουλίου της οργάνωσης των δημοσιογράφων: «Αγαπητοί / τες συνάδελφοι, από καρδιάς σας συγχαίρω για την εκλογή σας και ολοψύχως σας εύχομαι γόνιμη δουλειά και κάθε επιτυχία στη σημαντική αποστολή και το έργο σας, για το καλό και το συμφέρον του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, της δημοσιογραφικής οικογένειας και της κοινωνίας ευρύτερα. Με γνώμονα τον προαναφερόμενο σκοπό και στόχο, είμαι στη διάθεση σας για κάθε δυνατή βοήθεια, συμβολή και υποστήριξη, στο μέτρο των δυνάμεων μου και των δυνατοτήτων που μου παρέχονται και έχω. Με τους εγκάρδιους χαιρετισμούς μου, Ανδρέας Καννάουρος».

Θυμήθηκα ένα άλλο του μήνυμα, στο προσωπικό μου email, στη διάρκεια μιας νυχτερινής μου βάρδιας: «Ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος με ελευθερία, δικαιοσύνη και ευημερία στην Κύπρο μας. Υγεία, ευτυχία, αγάπη, καλοσύνη. Με αγάπη Ανδρέας Καννάουρος, παλαίμαχος δημοσιογράφος».

Το είχα αφήσει για πολλή ώρα να το βλέπω στο κομπιούτερ και χαμογελούσα στη σκέψη του «παλαίμαχου δημοσιογράφου», που ήξερα όμως πως είναι «στη διάθεση μας για κάθε δυνατή βοήθεια»…

Το μήνυμα έγραφε «Υγεία, ευτυχία, αγάπη, καλοσύνη» και ένιωσα ότι το εννοούσε, ότι δεν ήταν για τους τύπους – το τυπικό κομμάτι των πραγμάτων δεν με ενδιέφερε ποτέ, αν και είναι προφανές ότι παίζει κι αυτό κάποιο ρόλο σε ό,τι θεωρείται επικοινωνία.

Όμως αυτό που στριφογύριζε ακόμα στο μυαλό μου, ήταν η καταπληκτική ατάκα του Καννάουρου στη διάρκεια της παρουσίασης ενός περιοδικού, που εξέδωσαν πριν λίγα χρόνια, τα μέλη του Κλάδου Συνταξιούχων της Ένωσης Συντακτών Κύπρου: «Εμείς οι δημοσιογράφοι δεν παροπλιζόμαστε εύκολα. Ο παροπλισμός μας θα έρθει, όταν πάμε τέσσερα πόδια κάτω από τη γη».

Λοιπόν, «ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος»…στα χέρια μου είχα το νεογέννητο φύλλο της εφημερίδας, που θα επιβίωνε για λίγες ώρες και την επομένη, θα αντικαθίστατο από το επόμενο.

Ο χρόνος που φεύγει…ο χρόνος που έρχεται…ο δημοσιογράφος που προσπαθεί μάταια να τον κρατήσει για άλλη μια ώρα, για άλλη μια μέρα το πολύ…ο σύγχρονος Σίσυφος που κουβαλά στην πλάτη το τεράστιο βάρος του εφήμερου…μέχρι που ο ίδιος να πάει «τέσσερα πόδια κάτω από τη γη».

Αναρωτήθηκα, πώς θα είναι άραγε να έχει σβήσει το πάθος και να πάψω να ρωτώ, να πάψω να αδημονώ και να πάψω να ελπίζω;

Έδιωξα βιαστικά την ενοχλητική σκέψη και γύρισα το κεφάλι προς την άδεια αίθουσα σύνταξης, καθώς πλησίαζαν τα μεσάνυχτα. Ακόμα και μέσα στον πυρετό της μέρας που ξεκινά, ανάμεσα στο πλήθος των συντελεστών μιας διάσκεψης Τύπου, ο δημοσιογράφος είναι ένας μοναχικός επαγγελματίας, πόσο μάλλον αυτή την προχωρημένη ώρα, λίγο πριν η εφημερίδα πάει στο τυπογραφείο.

Πρέπει όμως να ομολογήσω ότι σε αυτήν την περίπτωση, δεν ήμουν μόνος – ο Ανδρέας Καννάουρος και ο Κυριάκος Τσιούπρας, μου κράτησαν καλή παρέα στη νυχτερινή μου βάρδια.