Ο τελευταίος Αύγουστος του Σολζενίτσιν

Του Μάριου Δημητρίου

«Με τον θάνατό του, η Ρωσία έχασε τη συνείδησή της και είναι μια φτωχότερη χώρα», έγραψε ο Βρετανός συγγραφέας και ιστορικός, Owen Matthews, μόλις έγινε γνωστό ότι ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας Αλεξάντερ Σολζενίτσιν, ξεψύχησε την Κυριακή 3 Αυγούστου 2008, στο σπίτι του λίγο έξω από τη Μόσχα. Θα έλεγε κανείς ότι ο θάνατός του αναδύθηκε μέσα από τη σκοτεινιά του Ψυχρού Πολέμου και κατέγραψε το τυπικό τέλος μιας εποχής που ντροπιάζει την ιστορία της Ρωσίας και την ιστορία του κόσμου – την εποχή του Αρχιπελάγους Γκουλάγκ, της μονοκομματικής δικτατορίας, της φυσικής και πνευματικής δολοφονίας του ρωσικού λαού. (Η λέξη Γκουλάγκ, είναι σύντμηση των ρωσικών λέξεων Γκλάβνογιε Ουπραβλένιγιε Λαγκερέι, που σημαίνουν Γενική Διοίκηση Στρατοπέδων).

Έφτασε σχεδόν μέχρι τα 90 του ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν κι αυτό ήταν από μόνο του, μεγάλο κατόρθωμα, αφού ο αξέχαστος Ρώσος συγγραφέας, πέρασε μέσα από όγκους στον εγκέφαλο, πέρασε μέσα από καρκίνους στο στομάχι, πέρασε μέσα από τη φωτιά του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου ως παρασημοφορημένος αξιωματικός του Κόκκινου Στρατού και πέρασε για χρόνια πολλά, μέσα από το βάρβαρο Σοβιετικό σύστημα φυλακών και στρατοπέδων συγκέντρωσης, ως πολιτικός κατάδικος, την περίοδο της σταλινικής τρομοκρατίας. (Τον συνέλαβαν ενώ ακόμα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή του μετώπου, στην υπό διάλυση Ναζιστική Γερμανία και τον δίκασαν, χωρίς να του επιτρέψουν καν, να παρουσιαστεί στη δίκη του και να υπερασπιστεί τον εαυτό του! Το «έγκλημα» για το οποίο καταδικάστηκε τον Φεβρουάριο 1945 σε οκτώ χρόνια εγκλεισμού σε ένα από τα στρατόπεδα εργασίας του κομμουνιστικού Γκουλάγκ και σε μόνιμη «εσωτερική εξορία», ήταν ότι σε ένα προσωπικό γράμμα σε ένα φίλο του, σχολίαζε αρνητικά τον χειρισμό του πολέμου από τον Στάλιν, πράγμα που θεωρήθηκε «αντισοβιετική προπαγάνδα», τιμωρούμενη με δια βίου καταδίωξη).

Όμως ο Σολζενίτσιν άντεξε και ξεπέρασε τις σωματικές ασθένειες, άντεξε και ξεπέρασε τις κακουχίες, τις στερήσεις και τις διώξεις, άντεξε την απέλαση στη Δύση, την αφαίρεση της ιθαγένειάς του και έζησε για να δει το αστυνομικό κράτος που τόσο βάναυσα τον κακοποίησε, να καταρρέει πάνω στα ερείπια των εγκλημάτων που διέπραξε σε βάρος εκατομμυρίων αθώων πολιτών του. Με το μνημειώδες βιβλίο του «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» βασισμένο στις προσωπικές εμπειρίες της φυλάκισής του, σε συνεντεύξεις με εκατοντάδες άλλους φυλακισμένους και σε ιστορική έρευνα πολλών χρόνων, έφερε για πρώτη φορά στο φως, τον φριχτό μυστικό και άγνωστο κόσμο των φυλακών και των στρατοπέδων εργασίας της Σοβιετικής Ένωσης και ταύτισε τον εαυτό του με τον ευγενή αγώνα για ελευθερία από τα δεσμά της καταπίεσης.

Με το βιβλίο του, αποδεικνύει ότι αυτό το απάνθρωπο σύστημα φυλάκισης και εξόντωσης των αντιφρονούντων, δεν ήταν απλώς μια σταλινική παρεκτροπή, αλλά ήταν συστατικό στοιχείο της σοβιετικής διακυβέρνησης, όπως επιβλήθηκε ήδη επί Λένιν, από τη δεκαετία 1920 και όπως θα συνεχιζόταν και μετά τον Στάλιν, μέχρι και το 1989 που η ΕΣΣΔ αυτοκαταργήθηκε κι έπαψε να υπάρχει.

Ο Σολζενίτσιν έγραφε το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» κρυφά και συνωμοτικά τα βράδια, από το 1958 μέχρι το 1968, με φόβο ψυχής και χίλιες προφυλάξεις για να μην πέσουν τα χειρόγραφα στα χέρια των πρακτόρων της Κα Γκε Μπε που τον παρακολουθούσαν συνεχώς, μετά την αποφυλάκισή του. Ακόμα και το Νόμπελ Λογοτεχνίας που πήρε το 1970, δεν πήγε στη Σουηδία να το παραλάβει, από φόβο μήπως οι Αρχές, δεν του επιτρέψουν να επιστρέψει στη Ρωσία και τελικά το παρέλαβε το 1974, όταν πια ήταν εξόριστος. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1973 στο Παρίσι και προκάλεσε παγκόσμιο πολιτικό και λογοτεχνικό σοκ – έξι βδομάδες μετά την έκδοσή του, η κυβέρνηση έδιωξε τον συγγραφέα από τη χώρα και του στέρησε τη ρωσική ιθαγένεια.

Με το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» και με το «Μια Μέρα στη Ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς», που ο Νικίτα Χρουστσόφ, ηγέτης της ΕΣΣΔ μετά τον Στάλιν, επέτρεψε να εκδοθεί το 1962 στη Σοβιετική Ένωση, η λογοτεχνία και η συγγραφή πήραν μιαν άλλη πρωτόγνωρη μορφή, την κάτισχνη και οστεώδη μορφή του βασανισμένου συγγραφέα, του βασανισμένου Σολζενίτσιν, που γράφει με κίνδυνο της ίδιας της ζωής του και που με το γράψιμο «κερδίζει» μόνο περιορισμούς, τρόμο και τιμωρίες. Έγραψε πολλά βιβλία ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν, στη διάρκεια της 20χρονης παραμονής του στις ΗΠΑ, αλλά και μετά τη πτώση του κομμουνισμού και την επιστροφή του στην ελεύθερη μετα-κομμουνιστική Ρωσία, το 1994. Ήταν ήδη τότε 76 χρόνων και έγινε δεκτός με τιμές ήρωα. (Με ένα τραίνο γύρισε ολόκληρη την αχανή Ρωσία για να χαιρετίσει και να ευχαριστήσει τον απλό λαό που τον αγάπησε).

Ναι έγραψε και άλλα βιβλία σε συνθήκες ομαλότητας, όταν κανένας πράκτορας δεν τον παρακολουθούσε, όταν κανένας αστυνομικός δεν του κτυπούσε την πόρτα για να ερευνήσει το διαμέρισμά του, όταν πήγαινε όπου ήθελε και όταν έδινε συνεντεύξεις στην τηλεόραση και στις εφημερίδες, επικρίνοντας την κυβέρνηση του Γιέλτσιν και του Πούτιν. Όμως αυτά τα βιβλία, δεν τα θυμάται κανείς. Ίσως γιατί ο Σολζενίτσιν, δεν ήξερε τόσο καλά πώς να χειριστεί την ελευθερία του. Αυτά που έμειναν, είναι το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» και το «Μια Μέρα στη Ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς» – τα βιβλία της φυλακής και του πόνου. Ίσως γιατί ο Σολζενίτσιν, ήξερε πολύ καλύτερα, πώς να χειριστεί τη σκλαβιά του.

Στον συγκλονιστικό πρόλογο του «Αρχιπελάγους Γκουλάγκ», γράφει ότι το 1949 (όταν ο ίδιος βρισκόταν φυλακισμένος σε ένα από τα σταλινικά στρατόπεδα συγκέντρωσης βαθιά στη Σιβηρία), έτυχε να διαβάσει με συγκρατούμενούς του «ένα αξιοπρόσεκτο σημείωμα στο περιοδικό «Φύση», της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών, ότι κατά τις ανασκαφές που έγιναν κοντά στον ποταμό Κολύμα, βρέθηκε κάτω από το έδαφος, ένα στρώμα πάγου και μέσα του, παγωμένα ψάρια, ή τρίτωνες (σ. σ. αμφίβιο είδος σαλαμάνδρας), που έζησαν πριν χιλιετηρίδες». Σύμφωνα με το σημείωμα που διάβασε ο συγγραφέας και οι άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι, «οι τρίτωνες αυτοί, είχαν διατηρηθεί τόσο φρέσκοι, ώστε οι παρόντες, σπάζοντας τον πάγο, τους έφαγαν ευχαρίστως». Ο Σολζενίτσιν παρατηρεί ότι «ανήκαμε κι εμείς σ’ εκείνους τους παρόντες ανθρώπους, από τη μοναδική στον κόσμο, ισχυρή φυλή των Ζεκ (κρατουμένων), που θα μπορούσαν να φάνε ευχαρίστως, έναν τρίτωνα. Είδαμε τη σκηνή ζωντανή, με τις πιο παραμικρές λεπτομέρειες, πώς οι παρόντες κομμάτιαζαν τον πάγο με άγρια βιασύνη, πώς, χωρίς να δώσουν καμιά σημασία στα υψηλά ενδιαφέροντα της ιχθυολογίας και σκουντώντας ο ένας τον άλλο με τους αγκώνες, έκοβαν κομμάτια από τη χιλιόχρονη σάρκα, τα έσερναν στη φωτιά, τα λιανίζανε και χόρταιναν την πείνα τους».

Να αναφέρω ότι η αφιλόξενη περιοχή του ποταμού Κολύμα στη βορειοανατολική Ρωσία, απέκτησε τεράστια σημασία για την οικονομία της χώρας, τη δεκαετία 1930, επί δικτατορίας Ιωσήφ Στάλιν, όταν ανακαλύφθηκαν στο υπέδαφος, πλούσια ορυκτά, μεταξύ των οποίων και χρυσός. Έτσι, το σταλινικό καθεστώς, εξόρισε εκεί, ιδιαίτερα τη δεκαετία 1940, αμέτρητες χιλιάδες πολιτικών κρατουμένων, που τους χρησιμοποιούσε για να δουλεύουν σκλάβοι στα ορυχεία, μέσα σε άθλιες συνθήκες, μεταξύ των οποίων και 25 χιλιάδες Έλληνες Πόντιους, ως δήθεν «συνεργάτες» των Γερμανών.

Συνεχίζει ως εξής, ο Σολζενίτσιν, στον πρόλογό του: «Η περιοχή του ποταμού Κολύμα, ήταν το μεγαλύτερο και το πιο φημισμένο νησί, ο πόλος της απανθρωπιάς αυτής της καταπληκτικής χώρας Γκουλάγκ, που η γεωγραφία την έχει κομματιάσει σε αρχιπέλαγος, αλλά η ψυχολογία την αλυσόδεσε σε ήπειρο – μιας χώρας σχεδόν αθέατης, σχεδόν ανεπαίσθητης, όπου και κατοικούσε ο λαός των Ζεκ….Οι δεκαετίες περνούν και σκεπάζουν ανεπανόρθωτα τις ουλές και τις πληγές του παρελθόντος. Σ’ αυτό το διάστημα, μερικά νησιά διαλύθηκαν, έλιωσαν και η πολική θάλασσα της λήθης, περνά τα κύματά της από πάνω τους. Και κάποτε, στον αιώνα που μας έρχεται, αυτό το Αρχιπέλαγος, ο αέρας του και τα κόκκαλα των κατοίκων του, παγωμένα μέσα σ’ ένα στρώμα πάγου, θα φαίνονται σαν απίθανοι τρίτωνες».

Και έτσι έγινε ακριβώς, όπως τα έγραψε ο Σολζενίτσιν. «Ο αιώνας που μας έρχεται», δηλαδή ο 21ος, ήρθε εδώ και 18 χρόνια και πραγματικά, τα κόκκαλα των κατοίκων του Αρχιπελάγους Γκουλάγκ, φαίνονται σε εμάς τους μεταγενέστερους, σαν απίθανοι τρίτωνες, χαμένοι στην πολική θάλασσα της λήθης…

Ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν, στο τραίνο για τη Σιβηρία, το 1994 –  είχε μόλις επιστρέψει οριστικά στη Ρωσία, μετά την εξορία του στη Δύση και για δύο μήνες, ταξίδευε σε όλη την αγαπημένη του πατρίδα, που είχε να δει για 20 χρόνια.

Φωτό: Στο πρόσωπό του, όλα τα βάσανα της Ρωσίας του 20ου αιώνα…